ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Βιβλιόδετος τόμος | Σελίδες 306 | Διάσταση 14,5 × 21 | 2001
Ασκητικα
A+
A
A-

17. … καί τοῦτο τό ἔτος

… καί τοῦτο τό ἔτος

 

Κεντρική διάθεση:  Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»

https://toperivoli.gr/product/καί-τοῦτο-τό-ἔτος/

 

Περιεχόμενα

 

Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν……………………6

Ἑαυτούς πειράζετε, ἑαυτούς δοκιμάζετε…………. 11

Καρποφορία ἐν Χριστῷ…………………………………….. 28

Προσωπική ἐπικοινωνία μέ τόν Χριστό…………… 46

Ἐπί γῆς διατρίβουσιν,

ἀλλ᾿ ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται……………………………60

Λίγα λόγια γιά τήν ἐξομολόγηση……………………. 88

Πνεῦμα θυσίας…………………………………………………..100

Ἐξέλιπον ἐν ματαιότητι αἱ ἡμέραι ἡμῶν…………  115

Ζωή τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἀγάπη……………………………126

Ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ…………………143

Μέσα στήν Ἐκκλησία ὅλα τά ἔχουμε………………..163

Ὡς λογικός ἄνθρωπος………………………………………..180

Θεέ μου, ἔκανες σ᾿ ἐμένα τέτοιο ἔργο!………………198

Εἴμαστε ἐν Χριστῷ;……………………………………………..213

Ὦ γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη!………………….230

Ὁ ἐνδιάθετος λόγος…………………………………………….247

Νά δοῦμε τή φτώχεια μας…………………………………..265

Ἡ συγκατάθεση τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό………….280

 

Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν

 

Οἱ διάφορες ὁμιλίες-συνάξεις, πού ἄρχισαν στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 καί γίνονται σέ ναό ἤ σέ κάποια αἴθουσα ὁμιλιῶν, καλύπτουν τήν περίοδο ἀπό τόν Ὀκτώβριο κάθε χρονιᾶς μέχρι τόν ἑπόμενο Ἰούνιο.

Ἀπό τό 1980 πραγματοποιοῦνται στό Πανόραμα Θεσσαλονίκης εἰδικές κυριακάτικες ὑπαίθριες, κατά κανόνα, συνάξεις τόν Σεπτέμβριο μήνα –μερικές χρονιές, ὅταν τό ἐπιτρέπει ὁ καιρός, ἐπεκτείνονται ὥς τά μέσα Ὀκτωβρίου ἤ ἀρχίζουν τήν τελευταία Κυριακή τοῦ Αὐγούστου– ἀμέσως μετά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ.

Ὁ σκοπός τῶν συνάξεων, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχει λεχθεῖ στίς ὁμιλίες αὐτές, κατ᾿ ἀρχήν εἶναι νά μᾶς βοηθήσουν, καθώς μπαίνουμε στό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος τήν 1η Σεπτεμβρίου, νά βάλουμε μιά καινούργια ἀρχή στή χριστιανική ζωή μας, διότι «ὁ Θεός μᾶς ἀφήνει νά μείνουμε ἕναν νέο χρόνο σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, γιά τόν εἰδικό αὐτό λόγο: γιά νά κάνουμε ὅ,τι χρειάζεται νά κάνουμε, γιά νά κάνουμε ὅ,τι δέν κάναμε ἕως τώρα, ὥστε νά καρποφορήσει ἡ ψυχή μας, νά καρποφορήσει ἡ ὕπαρξή μας». Καί ἐπίσης, νά μᾶς προετοιμάσουν, ὥστε περισσότερα νά προσλάβει ὁ κάθε ἀκροατής στίς διάφορες συνάξεις τῆς χειμερινῆς περιόδου, πάλι μέ τόν ἴδιο σκοπό, δηλαδή νά καρποφορήσει ἡ καθεμιά ψυχή ἐν Χριστῷ.

Στό βιβλίο αὐτό κατά ἰδιαίτερο τρόπο τονίζεται ἡ προσευχή ἀπό πρακτικῆς ἀπόψεως, καί γίνονται συχνές ἀναφορές σ᾿ αὐτήν, καί κυρίως στήν ὁμιλία πού ἔχει τίτλο: «Ἐπί γῆς διατρίβουσιν, ἀλλ᾿ ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται». Ἐπειδή ὅμως ὁ ὁμιλητής ἀναφέρθηκε σέ πρακτικά θέματα σχετικά μέ τήν προσευχή καί σέ ἄλλες ὁμιλίες αὐτῆς τῆς σειρᾶς, θεωρήσαμε καλό νά τά ἐνσωματώσουμε ὅλα αὐτά στήν παραπάνω ὁμιλία.

Σέ ἀρκετές ὁμιλίες, ὅσον ἀφορᾶ τή μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης, γίνεται λόγος γιά τό κεφάλαιο, ὅπως λέγεται, τῆς ἡμέρας. Ἐπειδή εἶναι ἐνδεχόμενο κάποιοι ἀπό τούς ἀναγνῶστες νά μήν καταλαβαίνουν περί τίνος πρόκειται, θεωροῦμε καλό νά ἀναφερθοῦμε στήν ἱστορία τοῦ θέματος.

Τό 1954 ἐκοιμήθη ὁ πνευματικός πατέρας τοῦ π. Σ., ὁ ἀρχιμ. π. Τιμόθεος Παπαμιχαήλ, στίς προσευχές τοῦ ὁποίου, μαζί μέ τίς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων, πιστεύουμε ὅτι ὀφείλεται μαζί μέ ἄλλα καί ἡ ἐπί τόσα χρόνια συνεχής προσφορά τοῦ ἐποικοδομητικοῦ λόγου πρός τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Τό 1955, τό ἑπόμενο δηλαδή ἔτος τῆς κοιμήσεώς του, ἐκδόθηκε στή Θεσσαλονίκη ἀπό τό «Σχολεῖον τοῦ Χριστοῦ», πού εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπό τόν π. Τιμόθεο, ἕνα βιβλίο μέ τίτλο: «Σκέψεις καί Συνθήματα», καί μέ ὑπότιτλο: «Ἐκ τῆς καθημερινῆς μελέτης ἑνός κεφαλαίου ἐκ τῆς Καινῆς Διαθήκης». Τά κείμενα τοῦ βιβλίου εἶχαν γραφεῖ ἀπό τόν π. Τιμόθεο.

Στίς εἰσαγωγικές σημειώσεις τοῦ βιβλίου, πού εἶχαν γραφεῖ ἀπό τόν π. Σ., νέον τότε κληρικό, διαβάζουμε: «Ἀπό ἐτῶν καθιέρωσεν (ὁ π. Τιμόθεος) εἰδικόν πρόγραμμα καί σειράν μελέτης τῆς Καινῆς Διαθήκης, τά ὁποῖα καί παρέδωσεν εἰς τά πνευματικά του τέκνα· Καθημερινῶς, τό πρωί μεταξύ τῆς ἑωθινῆς προσευχῆς καί τοῦ ὄρθρου, ἐμελέτα ἕνα κεφάλαιον ἐκ τῆς Καινῆς Διαθήκης κατά σειράν καί εἰς εἰδικόν σημειωματάριον κατέγραφε ῾῾σκέψεις᾿᾿ εἴτε ἐφ᾿ ὁλοκλήρου τοῦ κεφαλαίου εἴτε ἐπί ἑνός ἤ περισσοτέρων στίχων. Ὅταν ἔφθανε εἰς τό τέλος τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἤρχιζε πάλιν ἀπό τήν ἀρχήν καί μαζί του ὅλα τά πνευματικά του τέκνα. ῾Ἁὐτό θά κάμνωμεν, ἔλεγεν, εἰς ὅλην μας τήν ζωήν᾿᾿».

Ἕνα μέρος τῶν «σκέψεων» αὐτῶν, πού, ὅπως ἀναφέρεται στίς εἰσαγωγικές σημειώσεις τοῦ βιβλίου, δέν τίς προόριζε ὁ π. Τιμόθεος γιά τή δημοσιότητα, ἀποτέλεσαν τό βιβλίο: «Σκέψεις καί Συνθήματα».

Αὐτή ἡ συνήθεια στή μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης συνεχίζεται μέχρι σήμερα, καί τηρεῖται, ἀπό ὅ,τι γνωρίζουμε, ὄχι μόνο ἀπό τούς ἀκροατές τῶν ὁμιλιῶν, ἀλλά καί ἀπό χριστιανούς πού κατοικοῦν σέ ἄλλα μέρη.

Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μέχρι σήμερα ἔγιναν ὄχι λίγες ὁμιλίες μέ ἀφορμή τό κεφάλαιο τῆς ἡμέρας. Καί στό βιβλίο αὐτό, ὅπως εἴπαμε, ὁ ἀναγνώστης θά παρατηρήσει ἀρκετές ἀναφορές σ᾿ αὐτό.

Οἱ ὁμιλίες αὐτές, ὅπως ἀναφέραμε, ἄρχισαν τό 1980, ἀλλά στό ἀρχεῖο μας ἔχουμε ὁμιλίες ἀπό τό 1981 καί ἑξῆς καί μάλιστα ὄχι ὅλες. Στήν παρούσα ἔκδοση καταχωροῦνται ὅσες ὁμιλίες τῶν ἐτῶν 1981-1986 εἴχαμε στή διάθεσή μας.

Στό βιβλίο καί σέ ὅσα θά ἐκδοθοῦν μέ τίς εἰδικές αὐτές ὁμιλίες τοῦ Σεπτεμβρίου τῶν ἑπομένων ἐτῶν, δώσαμε τόν τίτλο: «…καί τοῦτο τό ἔτος». Θά μποροῦσε νά ἔχει ὡς ὑπότιτλο τή φράση: «Κύριε, ἄφες αὐτήν καί τοῦτο τό ἔτος» (Λουκ. 13, 8), πού ὑπάρχει στήν παραβολή τῆς ἀκάρπου συκῆς, τήν ὁποία εἶπε ὁ Κύριος, καί ἀναφέρεται καί στήν πρώτη καί στή δεύτερη ὁμιλία τοῦ βιβλίου: «Θυμάστε, ὁ Κύριος σέ μιά παραβολή μίλησε γιά ἕνα δένδρο, γιά μιά συκιά, πού δέν ἔκανε καρπό. Δέν ἔκανε τή μιά χρονιά, δέν ἔκανε τήν ἄλλη χρονιά, καί ἤθελαν γι᾿ αὐτόν τόν λόγο νά τό κόψουν τό δένδρο. Καί παρακάλεσε ὁ κηπουρός τόν ἰδιοκτήτη τοῦ κτήματος νά τό ἀφήσει ἕναν χρόνο ἀκόμη τό δένδρο, αὐτή τή συκιά –῾῾κύριε, ἄφες αὐτήν καί τοῦτο τό ἔτος᾿᾿– γιά νά σκάψει τό χῶμα γύρω ἀπό τό δένδρο καί νά βάλει κοπριά, μήπως καί δώσει καρπό». Ἡ παραβολή αὐτή ἐκφράζει ἀρκετά τό πνεῦμα τῶν ὁμιλιῶν αὐτῶν, καθώς γίνονται στήν ἀρχή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, καί γι᾿ αὐτό πήραμε τή φράση αὐτή γιά τίτλο τοῦ βιβλίου.

Προετοιμάζοντας τήν ἔκδοση τῶν ὁμιλιῶν αὐτῶν προσπαθήσαμε, ὥστε οἱ ἐπεμβάσεις μας νά μήν ἐπηρεάσουν οὔτε τό νόημα ὅσων λέχθηκαν οὔτε τό ὕφος τοῦ ὁμιλητοῦ. Ζητοῦμε ὅμως τή συγγνώμη καί τοῦ πνευματικοῦ μας πατέρα καί τῶν ἀναγνωστῶν γιά τόν βαθμό πού δέν τό πετύχαμε αὐτό, ἀλλά καί γιά τά λάθη καί τίς παραλείψεις μας.

 

***

 

Πρῶτα-πρῶτα, παρακαλῶ, αὐτό νά σκεφθοῦμε, ὅτι μᾶς ἀφήνει ὁ Θεός καί αὐτόν τόν χρόνο γιά τόν εἰδικό αὐτό λόγο· ὄχι ἁπλῶς γιά νά συνεχίζεται αὐτή ἡ τυραννική ζωή, ἀλλά γιά νά κάνουμε ὅ,τι χρειάζεται νά κάνουμε, ὅ,τι δέν κάναμε ἕως τώρα, ὥστε νά καρποφορήσει ἡ ψυχή μας, νά καρποφορήσει ἡ ὕπαρξή μας. Καί γι᾿ αὐτό εἶπα στήν ἀρχή ὅτι πρέπει νά κάνουμε ἀρχή μέ περισσότερο ζῆλο, μέ περισσότερη διάθεση, μέ περισσότερη προσπάθεια. (σ. 13)

Γιά νά μπορέσει κανείς νά ζήσει χριστιανικά, γιά νά μπορέσει νά ζήσει τήν ἀληθινή ζωή, πού ζεῖ ἡ Ἐκκλησία, γιά νά ζήσει μαζί μέ τούς ἄλλους αὐτή τή γνήσια καί ἀληθινή ζωή, πρέπει, ἐπιβάλλεται καί προσωπικά κανείς νά προσπαθήσει, προσωπικά νά ἀγωνισθεῖ, καί ὄχι ἁπλῶς παρέα μέ τούς ἄλλους, ὄχι ἁπλῶς συντροφιά μέ τούς ἄλλους, ὄχι ἁπλῶς σάν ἕνα σύνολο μαζί μέ τούς ἄλλους. Αὐτό ὁπωσδήποτε χρειάζεται. Αὐτό εἶναι πάρα πολύ καλό. Μόνοι μας δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε. Μέσα στήν Ἐκκλησία θά γίνει ὅ,τι θά γίνει. Ἀλλά μέσα ὅμως πάλι στήν Ἐκκλησία πρέπει ὁ καθένας μας νά ἐργαζόμαστε προσωπικά, νά προσπαθοῦμε προσωπικά.

Ὁπωσδήποτε χρειάζεται νά μελετᾶ κανείς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀνάγκη νά μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὄχι ἁπλῶς καί μόνο νά μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία. Πῶς μᾶς τόν ἑρμηνεύει ἡ Ἐκκλησία; Πῶς βρίσκουμε ἑρμηνευμένο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στούς βίους τῶν ἁγίων, μέσα στή ζωή τῶν ἁγίων, μέσα στά συγγράμματα τῶν Πατέρων, μέσα στήν ὅλη ζωή τῆς Ἐκκλησίας; Μέσα στά λειτουργικά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας πῶς βρίσκουμε τήν Ἁγία Γραφή; Πῶς κατάλαβε ἡ Ἐκκλησία τήν Ἁγία Γραφή καί πῶς ἔζησε ἡ Ἐκκλησία τήν Ἁγία Γραφή; Μέσα σ᾿ αὐτό τό πνεῦμα νά μελετοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά καταλάβουμε κι ἐμεῖς τήν Ἁγία Γραφή καί νά ζήσουμε ὅπως κι ἐκεῖνοι.

Ἡ προσωπική προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου θά φανεῖ κυρίως στήν προσευχή. Ἕνας ὁ ὁποῖος δέν προσεύχεται, δέν ἔμαθε νά προσεύχεται, δέν προσπαθεῖ νά προσεύχεται, δέν θέλει νά προσεύχεται, αὐτός δέν μπορεῖ νά ἔχει κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία· δέν μπορεῖ ἑπομένως νά ἔχει κοινωνία μέ τόν Χριστό, δέν μπορεῖ ἑπομένως νά ἔχει τήν ἀληθινή ζωή. Πρέπει νά προσεύχεται. (σσ. 46-47)

Μέσα στήν Ἐκκλησία καθένας πρέπει νά μάθει νά ἔχει προσωπική ἐπικοινωνία, προσωπική ἐπαφή μέ τόν Χριστό, προσωπική συνομιλία μέ τόν Χριστό. Ἑπομένως, χρειάζεται νά μάθει νά προσεύχεται. Καί ὅταν προσεύχεται κανείς μαζί μέ τούς ἄλλους, πρέπει νά προσεύχεται καί ὁ ἴδιος· δέν προσεύχονται οἱ ἄλλοι, καί ἁπλῶς εἶναι καί αὐτός μαζί τους. Πρέπει νά προσεύχεται καί ὁ ἴδιος. Ἀλλά καί ὅταν δέν εἶναι μέ τούς ἄλλους κανείς, πάλι πρέπει νά προσεύχεται, πρέπει νά προσπαθεῖ νά προσεύχεται, γιά νά μπορεῖ νά προσεύχεται καί ὅταν εἶναι μέ τούς ἄλλους, γιά νά μπορεῖ νά προσεύχεται μέ ὅλη τήν Ἐκκλησία, γιά νά μπορεῖ ἔτσι νά προσλαμβάνει ὀξυγόνο, νά προσλαμβάνει ζωή. (σ. 48)

Ἔχουμε πεῖ ὅτι ἡ φιλαυτία εἶναι ὁ κορμός ἀπό τόν ὁποῖο βγαίνουν τά τρία μεγάλα κλωνάρια τοῦ δένδρου τῆς κακίας, καί ἀπό αὐτά ξεκινοῦν ὅλες οἱ κακίες. Τά τρία μεγάλα κλωνάρια λέγονται: φιλοδοξία, φιληδονία καί φιλαργυρία. Ἡ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, ἡ ὁποιαδήποτε κακία, τό ὁποιοδήποτε κακό βλέπεις μέσα σου, ψάξε καί θά δεῖς ὅτι ἔχει σχέση μέ ἕνα ἀπό αὐτά τά τρία. Ἤ προέρχεται ἀπό τή φιλοδοξία πού ἔχεις ἤ προέρχεται ἀπό τή φιληδονία πού ἔχεις ἤ προέρχεται ἀπό τή φιλαργυρία. (σ. 95)

Ὅταν πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς, διερωτήσου· στό θέμα τῆς πίστεως πῶς εἶσαι; Πιστεύεις στόν Θεό; Πιστεύεις στόν Τριαδικό Θεό; Πιστεύεις στόν Χριστό; Πιστεύεις στό Εὐαγγέλιο; Πιστεύεις στόν λόγο τοῦ Θεοῦ; Ὄχι ἄν πιστεύεις διανοητικά. Ὄχι. Στήν καθημερινή σου ζωή ἄν πιστεύεις. Δείχνεις ἐσύ στήν καθημερινή σου ζωή ὅτι εἶσαι χριστιανός βαπτισμένος, ὀρθόδοξος, πού πιστεύει στόν Χριστό, πού πιστεύει στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, πού πιστεύει σέ ἀνάσταση νεκρῶν, πού πιστεύει στή Δευτέρα Παρουσία, πού πιστεύει σέ ἄλλη ζωή; (σ. 97)

Ὁ Θεός βρῆκε τρόπο καί –πῶς τά ἔφερε τά πράγματα!– δέν εἴμαστε οὔτε μωαμεθανοί οὔτε βουδιστές οὔτε χριστιανοί ἀδιάφοροι, ἀλλά εἴμαστε κοντά του. Κάπως ἔβαλε τήν πίστη μέσα στήν ψυχή μας, κάπως μᾶς ξύπνησε, μᾶς φώτισε, μᾶς ζέστανε, κάπως ἄνοιξε τήν καρδιά μας καί μᾶς ἔφερε στόν δρόμο του. Ὅσο κι ἄν δοῦμε τήν ἀρνητική κατάσταση τοῦ ἑαυτοῦ μας, δέν παύει νά εἶναι μιά πραγματικότητα αὐτό, ὅτι ὁ καθένας μας κάπως πίστεψε στόν Χριστό, κάπως πίστεψε στό Εὐαγγέλιό του, στήν Ἐκκλησία του, στά μυστήριά του καί ἔχει μιά καλή διάθεση καί κάπως προσπαθεῖ νά ἀνταποκριθεῖ. Ὅσο κι ἄν δοῦμε τήν ἀρνητική κατάστασή μας –μπορεῖ νά εἴμαστε χάλια– δέν παύει νά εἶναι αὐτό μιά πραγματικότητα. Αὐτό ἔχουμε χρέος νά τό δοῦμε, νά τό προσέξουμε καί νά γονατίσουμε, νά πέσουμε κάτω καί νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό, ἀφήνοντας γιά λίγο ὅλα τά ἀρνητικά στοιχεῖα πού ὑπάρχουν μέσα μας καί πού δημιουργοῦν ἄλλη ἀτμόσφαιρα μέσα μας. Νά δοῦμε αὐτό τό θαῦμα πού ἔκανε ὁ Θεός, αὐτή τήν ἀγάπη πού ἔδειξε ὁ Θεός, τό ὅτι συγκατέβη καί ἀσχολήθηκε μ᾿ ἐμᾶς καί μᾶς ἔφερε ἐκεῖ πού μᾶς ἔφερε. Νά πέσει κανείς κάτω καί νά τό δεῖ αὐτό τό γεγονός ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά τό δεῖ καλά-καλά, καί νά μή φοβηθεῖ νά τό ψηλαφήσει αὐτό τό γεγονός καί νά εὐχαριστήσει καί νά εὐχαριστεῖ τόν Θεό.

Ἔχω τήν ταπεινή γνώμη ὅτι ὅποιος θά ἀπαγκιστρωθεῖ λίγο ἀπό τά ἀρνητικά στοιχεῖα, τά ὁποῖα δέν τόν ἀφήνουν νά δεῖ αὐτή τήν ἀλήθεια, καί κάνει αὐτή τήν ἐργασία καί σταθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί πεῖ: «Θεέ μου, ἔκανες σ᾿ ἐμένα τέτοιο ἔργο! Θεέ μου, ἔδειξες σ᾿ ἐμένα αὐτή τήν ἀγάπη! Θεέ μου, βρῆκες τρόπο καί μέ ἔφερες κι ἐμένα ἐδῶ! Ποιός ξέρει τί θά ἤμουν καί τί θά ἔκανα!», ὅποιος λοιπόν θά κάνει αὐτή τήν ἐργασία, πιστεύω ὅτι θά αἰσθανθεῖ τέτοια εὐγνωμοσύνη, τέτοια ἀγάπη, τέτοιο ζῆλο πρός τόν Θεό, τέτοιο ἄνοιγμα, τέτοια, ἄν θέλετε, κίνηση τῆς ψυχῆς του πρός τόν Θεό, πού θά φθάσει στό τέλος. Διότι, ὅ,τι ἔγινε, ὁ Θεός τό ἔκανε· δέν τό κάναμε ἐμεῖς. Ὁ Θεός γιά νά τό κάνει, ξέρει. Ἄρχισε αὐτό τό ἔργο ὁ Θεός, καί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, θά τό τελειώσει. Καί τό ἔργο αὐτό τελειώνει μέ τό νά γίνει κανείς ἅγιος. Ὁ κάθε ἄνθρωπος δηλαδή μπορεῖ νά γίνει ἅγιος. Τόν κάθε ἄνθρωπο, τόν κάθε χριστιανό, ὁ Θεός μπορεῖ νά τόν κάνει ἅγιο. Πιστεύω ὅτι ὁ βασικότερος, ὁ κυριότερος λόγος, ἄν ὄχι ὁ μοναδικός, πού χωλαίνει κάποιος πνευματικά καί κατά κάποιον τρόπο κάπου ἔχει κολλήσει καί δέν προχωρεῖ, εἶναι τό ὅτι δέν κάνει αὐτή τήν ἐργασία. Νά δεῖ δηλαδή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅλη αὐτή τή δωρεά τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή του καί νά αἰσθανθεῖ εὐγνωμοσύνη πρός τόν Θεό. (σσ. 201-202)

Κάθε ἄνθρωπος γενικότερα ἐπιμένει στήν ἁμαρτία του, καθώς ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀρρώστια καί ἔχει κυριαρχήσει μέσα στόν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι κάθε ἄνθρωπος μόνο ταλαίπωρος, ἄρρωστος καί ὑποφέρει, ἀλλά εἶναι πολύ κυριευμένος ἀπό τήν ἁμαρτία, κατά τρόπο πού ἡ ἁμαρτία τόν κάνει νά μήν καταλαβαίνει ὅτι εἶναι ἐν ἁμαρτίᾳ, καί ἐμμένει κανείς στά πάθη του. Καί ὄχι αὐτό μόνο, ἀλλά κουράζεται κανείς γιά τόν παλαιό ἄνθρωπο, καί μοιάζει σάν νά εἶναι ἀδιόρθωτος ὁ ἄνθρωπος, σάν νά εἶναι ἀγιάτρευτος.

Τί νά σᾶς πῶ; Πολύ λυπᾶμαι αὐτόν τόν τελευταῖο καιρό, καθώς συναντᾶ κανείς αὐτή τή στάση, τήν τόσο καταστρεπτική γιά τήν ψυχή στάση, αὐτό τό πεῖσμα, αὐτή τήν ἐμμονή, αὐτή τήν ἀντίδραση, καί μάλιστα κι ἐκεῖ πού δέν περίμενε νά τή συναντήσει, κι ἐκεῖ πού ὑποτίθεται ὅτι ἔχει γίνει μιά κάποια πνευματική ἐργασία. Πολύ λυπημένος εἶμαι. Ὄχι βέβαια μέ τήν ἔννοια ὅτι εἶμαι ἀπογοητευμένος καί ἀπελπισμένος, μέ τήν ἔννοια ὅτι πάει, μᾶς πῆρε φαλάγγι τό κακό, καί τί θά κάνουμε. Ὄχι. Ὁ Θεός εἶναι πολύ δυνατότερος ἀπό τό κακό, τόσο πού δέν μπορεῖ νά γίνει καμιά σύγκριση. (σ. 281)