Περιεχόμενα
Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν………………………………..9
«Γενηθήτω τό θέλημά Σου…!»……………………………………….11
Φιλολογικό μνημόσυνο………………………………………………….17
Ἐπαναταφή λειψάνων π. Τιμοθέου………………………………56
‘Ο ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς……………………………………………….63
Ἀναπόφευκτο καί ἀναγκαῖο…………………………………………80
Μᾶς περιμένει ἐκεῖ………………………………………………………101
«Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν…»…………………….103
Νά κάνουμε τό πᾶν γιά τή σωτηρία μας…………………….123
Ἐν πίστει εἴμαστε καί στόν οὐρανό…………………………….130
Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ…………………………………………………….133
Λαμπάδα συνεχῶς ἀναμμένη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ…….. 137
Ὅλα ὀφείλονται στή σπορά πού κάποτε ἔγινε…………..160
Θεανθρώπινη ζωή……………………………………………………….163
Ἀπόλυτο δόσιμο στόν Χριστό………………………………………184
Ζῶσα κοινωνία μέ τούς κεκοιμημένους……………………..189
Νά ζοῦμε περιμένοντας τόν Κύριο……………………………..194
Σᾶς συμφέρει νά φύγω ἐγώ………………………………………..206
Εὐλογίες μέ τίς προσευχές τοῦ π. Τιμοθέου……………….213
«…ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος»…………………………………….223
Στόν οὐρανό εἶναι ἡ γιορτή,
ἐκεῖ εἶναι ἡ πανήγυρη………………………………………………….229
Τί ἔγραψαν γιά τόν π. Τιμόθεο……………………………………247
Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν
Φέτος, τό 2004, συμπληρώνονται πενήντα χρόνια ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ἀειμνήστου ἀρχιμανδρίτου Τιμοθέου Παπαμιχαήλ, ὁ ὁποῖος «ἐκλήθη ἀπό τόν Κύριο εἰς τόν “τόπον”, ἵνα ὅπου ἐστίν Αὐτός κἀκεῖνος ᾖ μετ᾿ αὐτοῦ» στίς 23 Ἰανουαρίου 1954.
Ἀπό τότε, κάθε χρόνο τελεῖται μνημόσυνο ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς του, κατά τό ὁποῖο συνήθως γίνεται ἀνάλογη ὁμιλία ἀπό τόν π. Συμεών, ὁ ὁποῖος συνεχίζει τό πνευματικό ἔργο τοῦ π. Τιμοθέου.
‘Η ἐπέτειος αὐτή ἦταν ἀφορμή νά σκεφθοῦμε ὅτι θά ἦταν καλό νά συγκεντρώσουμε σέ ἕνα βιβλίο ὅσες ἀπό τίς παραπάνω ὁμιλίες ὑπάρχουν στό ἀρχεῖο μας. Σ᾿ αὐτές προσθέσαμε τό κύριο ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἁγιογραφικά θέματα», πού γράφτηκε δύο περίπου μῆνες μετά τήν κοίμησή του, τήν ὁμιλία πού ἔγινε στήν ἐπαναταφή τῶν λειψάνων του καί αὐτή πού ἔγινε τό 1977, μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπληρώσεως σαράντα ἐτῶν ἀπό τήν ἵδρυση ἀπό τόν π. Τιμόθεο τῆς ἀδελφότητος «Σχολεῖον τοῦ Χριστοῦ».
Σέ ὁρισμένες ὁμιλίες ὁ π. Συμεών δέν ἀναφέρεται στό πρόσωπο τοῦ π. Τιμοθέου ἤ στό ἔργο του, ἀλλά σέ θέματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἐπειδή ὅμως ἡ ἀφορμή γιά τίς ὁμιλίες αὐτές ἦταν τό μνημόσυνο, καί ἐπειδή, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε, ὁ ἴδιος ὁ π. Τιμόθεος ἐνέπνευσε τίς ὁμιλίες, θεωρήσαμε καλό νά συμπεριληφθοῦν καί αὐτές στήν παρούσα ἔκδοση.
Τίς ἡμέρες πού ἐκοιμήθη ὁ π. Τιμόθεος ὄχι λίγα περιοδικά ἔγραψαν γιά τό πρόσωπό του. Τά περισσότερα ἀπό τά κείμενα αὐτά τά δημοσιεύουμε στό τέλος τοῦ βιβλίου.
Εἴθε μέ τίς προσευχές καί τίς πρεσβεῖες τοῦ π. Τιμοθέου, ὅσοι μελετήσουμε τό βιβλίο νά μυηθοῦμε στή ζωή πού ὁ ἴδιος ἔζησε, ἡ ὁποία διαφαίνεται κάπως στά γραπτά του ἀλλά καί στίς ὁμιλίες πού τόσα χρόνια γίνονται, καί οἱ ὁποῖες εἶναι τό δικό του ἔργο, πού συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ἡ ζωή αὐτή δέν εἶναι ἄλλη παρά ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωή, ἡ θεανθρώπινη ζωή.
***
Πρέπει νά ἐξηγήσουμε ὅτι αὐτό πού βλέπαμε οἱ ἄλλοι στόν π. Τιμόθεο σάν «ἡσυχία», «σιωπή» καί «κρυμμένη ζωή», δέν ἦταν παρά ὁ «θόρυβος» καί τό «κάλυμμα», πού κάλυπτε μέ ἀσφάλεια τήν βαθύτερη «ἡσυχία», «σιωπή» καί «κρυμμένη ζωή» του. Στό ζήτημα τῆς «κρυμμένης ζωῆς» του μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅλα τά γραπτά του καί ὅ,τι ἄλλο φαινόταν, μοιάζουν μέ τή φράσι τοῦ Ἰωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ «ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς», πίσω ἀπ᾿ τήν ὁποία διέφευγε τήν προσοχή τῶν ἄλλων. Ἀλλά καί ὁσαδήποτε κι᾿ ἄν γραφοῦν, εἴτε τώρα εἴτε ἀργότερα, ἡ ζωή του θά μένῃ γιά πάντα κρυμμένη ὡς ἱστορία, γιά νά συνεχίζεται μόνον ὡς ζωή. Ἔτσι, φθάσαμε στό σπουδαιότερο καί βαθύτερο μυστικό τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τό ὁποῖο ὁ π. Τιμόθεος ἀφομοίωσε καταπληκτικά καί μάλιστα στόν 20όν αἰῶνα, μπροστά ἀπ᾿ τόν ὁποῖο προηγοῦνται τόσα χάσματα τῆς ἀκραιφνοῦς ὀρθοδόξου καθολικοῦ πνεύματος χριστιανικῆς ζωῆς: Εἶναι ἡ Ζωή. Εἰς τήν Ἁγ. Γραφή καί τήν Ἱερά Παράδοσι, κάτω ἀπό ὅλα, ἀνεκάλυπτε τόν ζῶντα Χριστό καί διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶχε ἐμποτίσει ὅλες τίς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς του μέ ἐκπληκτική χάρι καί λαμπρότητα, προσπαθοῦσε νά ἀφομοιωθῇ μαζί Του. Μέχρι ποιό σημεῖο τό ἐπέτυχε αὐτό μόνον «ἡ ἡμέρα δηλώσει», γιατί ξεφεύγει τά ὅρια τοῦ κόσμου τούτου. Πράγματι! Στήν ψυχή του ἀνεπαύετο τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ὅσον εἶναι δυνατό σ᾿ ἕνα ἄνθρωπο πού ἔχει εὐαρεστήσει στό Θεό κατά πάντα.
Ἦταν ἀπ᾿ τίς ψυχές ἐκεῖνες μέσα στίς ὁποῖες ζῇ ὁ Χριστός κατά ἕνα νέο τρόπο, πού ἕως τότε δέν ἔχει ξαναπαρουσιασθῆ στήν Ἐκκλησία Του. Ὁ Χριστός, διά τοῦ πιστοῦ του δούλου, ἄφησε νά προβληθῇ καί προστεθῇ στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας Του ἡ ὀμορφιά καί ἡ χάρις τῆς θείας ζωῆς Του πρωτότυπα καί ἐντελῶς νέα. Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ κρυμμένου σ᾿ Αὐτόν δούλου Του εὐαρεστήθη νά ἀναζήσῃ ἡ Ἀρχαία Ἐκκλησία μέσα στό φόντο τῆς ἀναπτύξεώς της.
Ἡ σφοδρά του ἐπιθυμία νά μείνῃ «κρυμμένος ὑποτακτικός» σ᾿ ὅλη του τή ζωή καί ὁ διακαής του πόθος νά περιβληθῇ ἡ Ἐκκλησία τήν ἀρχαία της αἴγλη, πού νά περιλαμβάνῃ στούς κόλπους της ἄσπρους, μαύρους, αἱρετικούς, σχισματικούς καί… «ὀρθοδόξους», ἦταν τά δυό ὅρια μέσα στά ὁποῖα ἡ πάλλουσα ἀπό ἀγάπη πρός τό Χριστό καρδιά του ὕφαινε τό ἔνδυμα τῆς ἁγίας ζωῆς του, καθώς τό Ἅγιον Πνεῦμα μέ καταπληκτική ταχύτητα τήν ἐθέωνε. Πάντοτε κατά τά τελευταῖα χρόνια «σήμερα» ἀκτινοβολοῦσε καταφανέστατα περισσότερον ἀπό «χθές». Ἀπ᾿ τό ἕνα μέρος τό «μείνατε ἐν ἐμοί…» καί «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ…» –γίνετε μαθηταί μου, ὅπως τό ἑρμήνευε– καί ἀπό τό ἄλλο μέρος τό «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη…» καί τό «ἵνα πάντες ἕν ὦσι» κατέφαγαν τήν καρδιά του ἀπό πόνο καί ἁγία ἀγωνία. Πονοῦσε πολύ γιά τίς ψυχές, γιά τήν Ἐκκλησία. Πονοῦσε, γιατί πόνεσε ὁ Χριστός. Ὁ πόνος του ἦταν ὁ ἴδιος Ἐκείνου. Πολύ δύσκολα, ἀλλά, ἄν πρόσεχε κανείς, θά συνελάμβανε μέ τό πνευματικό του ἀκουστικό ὄργανο τούς θρήνους τῆς ψυχῆς του ἀπό τόν πόνον αὐτόν σέ κλαυθμηρισμούς πού σέ ὑποχρέωναν νά λάβῃς μέρος καί σύ. Ὅταν ποῦ καί ποῦ ἄφηνε κάπως νά ἐκδηλωθῇ τό μαρτύριο αὐτό τῆς ψυχῆς του, αἰσθανόσουν τότε νά ἔχῃς ἀπέναντί σου ἕνα θῦμα πόνου, θρήνου, ἀγάπης, ζήλου, ἐνθουσιασμοῦ… Ἡ ζωή του –πολύ φανερό αὐτό– ἔφθινε ἀπό ὥρα σέ ὥρα ἀπό τόν πόνο καί τήν ἀγάπη πρός τό Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του. Ποτέ δέν ἀγάπησε τό Χριστό χωρίς τήν Ἐκκλησία Του καί ποτέ τήν Ἐκκλησία χωρίς τό Χριστό. Γι᾿ αὐτό ἡ Ἐκκλησία δέν τόν ἀπώλεσε, ἀλλά τόν εὑρῆκε. Ἡ ὑπακοή του στήν Ἐκκλησία καί ἡ ὑποταγή του στούς προϊσταμένους της δέν εἶναι δυνατό νά ἐκφρασθῇ, ὅπως τήν ἔνοιωσε καί τήν ἔζησε. Ἀνέπνεε καί ἐκινεῖτο μέσα εἰς τό καθολικώτατον καί ὀρθοδοξώτατον πνεῦμα, πού ὡς τροφή καθημερινή τοῦ ἔδινε ὑπερπλουσίως ὁ Χριστός.
Ὁ π. Τιμόθεος ἦταν ἕνας καθρέπτης, πού ἀντικρύζοντάς τον ἔβλεπες σ᾿ αὐτόν τό Χριστό καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου. Γι᾿ αὐτό καί ἡ ἐντύπωσι, πού σοῦ ἄφηνε, ἦταν ἀπ᾿ τό ἕνα μέρος τό μεγαλεῖο καί ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ κι᾿ ἀπ᾿ τό ἄλλο ἡ δική σου ἄγνωστη ὥς τότε ἁμαρτωλότητα. Αὐτό ἦταν ἀκόμα ἕνα μυστικό πού μέ ἀσφάλεια πολλή σκέπαζε τήν βαθειά μυστική του ζωή.
Αἰσθανόταν κανείς μαζί του νά εἶναι ἐντελῶς ἀσφαλής. Δέν ἦταν δυνατό ποτέ νά λησμονήσῃς ὅτι εἶχες πλάϊ σου τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ καί ἑπομένως δέν μποροῦσες νά παραβλέψῃς τήν παρουσία του, ὅταν ἐπρόκειτο νά ζητήσῃς κάτι ἀπ᾿ τό Θεό. Θά ζητοῦσες πρῶτα νά μεσολαβήσῃ ὁ ἄνθρωπός Του. Ὅσο ψηλά κι᾿ ἄν ἐπιθυμοῦσες νά φθάσῃς ἀνεβαίνοντας, μαζί του εἶχες τή βεβαιότητα ὅτι θά ξεπερνοῦσες καί τίς ἐπιθυμίες καί τούς πόθους σου.
Ἡ ψυχή του ἦταν ἕνας θησαυρός, πού εἶχε καθημερινές προμήθειες ἀπ᾿ τό θησαυρό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οὔτε μιά στιγμή αὐτό πού ἄκουες, ἔβλεπες καί αἰσθανόσουν δέν μποροῦσες νά πῇς ὅτι τό ἄκουσες, εἶδες καί αἰσθάνθηκες καί πιό μπροστά. Γι᾿ αὐτό, ὄχι ἁπλῶς δέν ἔνοιωθες μαζί του κορεσμόν, ἀλλά νόμιζες πώς πρώτη φορά σοῦ ἀποκαλύπτεται καί εὑρίσκεσαι ἀκόμη στήν ἀρχή. Καί χιλιάδες χρόνια μαζί του θά εἶχες τά ἴδια αἰσθήματα καί συναισθήματα, ἐπειδή ἀκριβῶς πηγή τοῦ θησαυροῦ του ἦταν τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τή μεγαλύτερη κόπωσι τήν ἔνοιωθε στή Θ. Λειτουργία. Ἰδιαίτερα ὅταν ἦταν ὁ ἴδιος λειτουργός. Περνοῦσε ἕνα θάνατο…! Καθώς κατά τήν ὥρα τοῦ Κοινωνικοῦ μπροστά στό Θυσιαστήριο πρόφερε μέ κόπο πολύ τό «Πιστεύω Κύριε καί ὁμολογῶ…», ἡ ὄψις του παρουσίαζε ὄψιν νεκροῦ, πού εἶναι ἀφημένος ἀπόλυτα στά χέρια ἄλλου.
Ὁ π. Τιμόθεος ἦταν ἡ καθημερινή θυσία τῆς λατρείας τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Στά γραπτά του δέν κρύπτονται ἁπλῶς ἔννοιες θαυμαστές καί ὑψηλές, ἀλλά κομμάτια τῆς θεωμένης ζωῆς του. Ὅσοι τόν ἄκουσαν στά κηρύγματα, στά μαθήματα ἤ δέχθηκαν συμβουλές κατά τήν ἐξομολόγησί τους, αἰσθάνονται νά τούς θερμαίνουν ἤ καί νά τούς κρυώνουν οἱ σταγόνες τοῦ αἵματός του πού ἔφθασαν ὥς τίς ψυχές τους… (σσ. 11-16 ἀποσπάσματα)