Θέλεις νά ἁγιάσεις; Ὁμιλίες σέ ἑορτές ἁγίων
Ἰανουάριος
π. Συμεών Κραγιόπουλος
Οἱ ἅγιοι πατέρες, εἰδικότερα οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, ἀπό τήν ὥρα πού γνώρισαν τόν Κύριο, καί ἦρθε τό φῶς, ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μέσα τους, καθόλου δέν ἐπέτρεψαν στόν ἑαυτό τους νά χασομερήσει καί νά ξεχαστεῖ ἐδῶ καί ἐκεῖ. Οὔτε ἐμποδίστηκαν καθόλου ἀπό ὅλα τά ἀνθρώπινα προσόντα πού εἶχαν στόν μέγιστο, στόν ὕψιστο βαθμό, τά ὁποῖα ἐλάχιστοι ἄνθρωποι τά ἔχουν σ ̓ αὐτόν τόν κόσμο. Δέν ἔκαναν τήν ἀνοησία νά παγιδευτοῦν –δυστυχῶς ἔτσι παθαίνουν οἱ ἄνθρωποι– καί νά χαθοῦν ἐκεῖ μέσα σ ̓ αὐτά, ἀλλά εἶδαν τήν ἀλήθεια, πίστεψαν καί ἔδωσαν τόν ἑαυτό τους στόν Χριστό. Καί πῆγαν πέρα ἀπό τούς φιλο- σόφους, ξεπέρασαν τόν ἑαυτό τους καί τήν ὅποια ἀνθρώπινη ἀλήθεια καί ἔφθασαν στήν ἀντικειμενική ἀλήθεια. Ἐμεῖς μήπως ἀκόμη δέν βρήκαμε τήν ἀλήθεια, μήπως ἀκόμη ἡ καρδιά μας δέν τήν ἀγάπησε, δέν τήν ἀσπάσθηκε, μήπως δέν ἐνεργεῖ μέσα μας ἡ ἀλήθεια, ἀλλά κάποια ψιχία αὐτῆς καί πολλή πλάνη; Στά πνευματικά, ὅσο πιό ἀδύναμος, ὅσο πιό μή ὤν εἶσαι, τόσο σκηνώνει μέσα σου ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί σέ ἐνδυναμώνει. Νά μή φοβηθοῦμε κανέναν. Ὅλοι νά πέσουν ἐπάνω μας, δέν μποροῦν νά μᾶς κάνουν τίποτε. Γιατί; Διότι θά ἔχουν νά κάνουν μέ τόν ἴδιο τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος, ἀφ ̓ ἑνός ὅλο καί θά μᾶς τραβάει πιό κοντά του καί ἀφ ̓ ἑτέρου ὅλο καί θά παραμερίζει τήν πλάνη, τήν ἁμαρτία, τό κακό, καί θά μᾶς δίνει μάτια, φώτιση, νοῦ καθαρό, ὥστε νά διακρίνουμε τήν κάλπικη χριστιανική ζωή καί διδασκαλία ἀπό τήν ἀληθινή, τή γνήσια. Ἔτσι, ἀδελφοί μου, καί θά σωθοῦμε καί θά δώσουμε μαρτυρία στόν κόσμο αὐτό.
Κεντρική διάθεση: Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»
https://toperivoli.gr/product/θέλεις-ν΄-αγιάσεις-ομιλίες-σε-εορτές-α-2/
Περιεχόμενα
Ἀντί προλόγου:
Ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ
νά ἀφήσουμε τήν ἁμαρτία . . . . . . . . . . . . . . . . . . 9
1 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Βασιλείου
τοῦ μεγάλου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19
2 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 33
3 Ἀνακομιδή λειψάνων
ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου . . . . . . . . . 58
5 Τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Συγκλητικῆς
Ἀπό τή διδαχή τῆς ἀμμᾶς Συγκλητικῆς Α΄ . . 64
Ἀπό τή διδαχή τῆς ἀμμᾶς Συγκλητικῆς Β΄ . . 79
Ἀπό τή διδαχή τῆς ἀμμᾶς Συγκλητικῆς Γ΄. . . 93
6 Τά ἅγια Θεοφάνεια . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ….106
7 Τοῦ τιμίου ἐνδόξου προφήτου,
Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου. . . . . . . 117
9 Τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πολυεύκτου . . . . . . . . . . …..124
10 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου
ἐπισκόπου Νύσσης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .132
11 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Θεοδοσίου τοῦ κοινοβιάρχου. . . . . . . . . . . . . . . 137
13 Τοῦ ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη . . . . . . . . . 140
Νά μήν ἀγκιστρώνεται κανείς σέ τίποτε . . . .157
14 Ἀπόδοση Θεοφανείων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ….163
15 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Παύλου τοῦ Θηβαίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 169
Ὅταν ὁ Θεός βρεῖ ψυχή
πού ἔχει διάθεση νά ἀκούσει… . . . . . . . . . . . . 174
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου . . . . . . . . . . . . . . . . . . 180
Ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νά νικήσουμε . . . . . . . . . 182
16 Τῶν ἁγίων μαρτύρων καί αὐταδέλφων
Πευσίππου, Ἐλασίππου καί Μεσίππου
καί Νεονίλλης τῆς μάμμης αὐτῶν. . . . . . . . 189
17 Τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν
Ἀντωνίου τοῦ μεγάλου. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 192
Ὅσο ποθεῖς τό μαρτύριο,
τόσο αὐτό θά ἔρχεται… . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 198
Τοῦ εὐσεβοῦς βασιλέως
Θεοδοσίου του μεγάλου . . . . . . . . . . . . . . . . . . 207
18 Τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡμῶν Ἀθανασίου
καί Κυρίλλου ἀρχιεπισκόπων Ἀλεξανδρείας
Λαχταροῦμε τόν ἁγιασμό μας; . . . . . . . . . . . . 214
Ἕνα ἔναυσμα,
γιά νά ἐλέγξει καθένας τόν ἑαυτό του . . . . . 219
Ὁμοιοπαθητική
ἡ θεραπεία ἀπό τήν ἁμαρτία; . . . . . . . . . . . . . 232
19 Τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν
Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου
καί Μακαρίου τοῦ Ἀλεξανδρέως . . . . . . . . . . 247
20 Τοῦ ὁσίου Εὐθυμίου τοῦ μεγάλου . . . . . . . . . . . . 251
Μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς σου
νά μετανοήσεις γιά τή μέχρι σήμερα
ζωή σου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 254
Δέν ἐπιτρέπεται
ἄνθρωπος βαπτισμένος νά δυσθυμεῖ . . . . . . . 262
Τό πνεῦμα τῆς σημερινῆς κοινωνίας
ἰσοπεδώνει τά πάντα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 264
Νά προχωρήσουμε στήν ἀληθινή ζωή. . . . . . 269
Πέτρου τοῦ τελώνου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 277
21 Τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν
Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ . . . . . . . . . . . . . . . . . 281
22 Τοῦ ἀποστόλου Τιμοθέου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 292
Νά πάρουμε τή στάση
πού θά ἔπαιρνε ὁ Χριστός . . . . . . . . . . . . . . . . 298
23 Τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κλήμεντος
ἐπισκόπου Ἀγκύρας
καί τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀγαθαγγέλου . . . . . 303
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ . . . . . . . . . . . . . . . . 312
24 Τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Ξένης
καί τῶν δύο αὐτῆς θεραπαινίδων . . . . . . . . . . 323
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Νεοφύτου τοῦ ἐγκλείστου . . . . . . . . . . . . . . . . . 333
25 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου
ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως
τοῦ Θεολόγου
Ἔγινε πατήρ τῆς Ἐκκλησίας . . . . . . . . . . . . . . 337
«Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον
ἤ ἀναπνευστέον» . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 342
27 Ἡ ἀνακομιδή τοῦ λειψάνου
τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰωάννου
ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως
τοῦ Χρυσοστόμου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 351
28 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν
Ἐφραίμ τοῦ Σύρου
Τόν ἔλιωνε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. . . . . . . . . . . . . 356
Γιά τή μετάνοια καί τήν ὑπομονή . . . . . . . . . 360
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Παλλαδίου . . . . . . . 375
Τοῦ ὁσίου Ἰακώβου τοῦ ἀσκητοῦ. . . . . . . . . . 377
30 Τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν
Ἄδειασαν ἀπό τά ἀνθρώπινα
καί γέμισαν ἀπό χάρη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 383
Γιά τόν ἅγιο ἄνθρωπο
ὑπάρχει μόνο ὁ Θεός . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 392
31 Τῆς ἁγίας μάρτυρος Τρυφαίνης. . . . . . . . . . . . . . . 403
Ἀντί ἐπιλόγου:
Ἡ Ἐκκλησία δέν θά ἦταν Ἐκκλησία,
ἄν δέν εἶχε ἁγίους . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 411
Ἀπόσπασμα ὁμιλίας
23 Ἰανουαρίου
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ
Θά πῶ ὅ,τι φωτίζει ὁ Θεός νά ποῦμε, καθώς παίρνω τώρα ἀφορμή καί ἀπό τόν ἅγιο Διονύσιο καί ἀπό ὅλους τούς ἁγίους. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἅγιοι δέν προχώρησαν ὅπως κάνουμε ἐμεῖς συνήθως: Πλησιάζουμε τόν Θεό, διαβάζουμε κάποια πράγματα, εὐχαριστούμαστε, μᾶς ἀρέσουν, καί πάλι καί ξανά. Ἀλλά δέν ἔχουμε τήν τόλμη νά βγάλουμε ἀπό τή μέση ὅ,τι ἐμπόδιο ἐμφανίζεται, γιά νά βροῦμε τόν Θεό ἀληθινά, νά μᾶς βρεῖ ἀληθινά ὁ Θεός· νά περάσει μέσα στήν ψυχή μας ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, αὐτό τό κάτι ἄλλο πού ἔκανε τούς ἁγίους –μηδενός ἐξαιρουμένου– νά μήν εἶναι ὅπως ἦταν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Κανείς ἀπό αὐτούς, εἴτε πῆγε στά ὄρη εἴτε δέν πῆγε, εἴτε ἦταν μέσα στόν κόσμο εἴτε δέν ἦταν, εἴτε, ἄν θέλετε, εἶχε οἰκογένεια εἴτε δέν εἶχε, κανείς δέν φοβήθηκε, κανείς δέν τά πῆρε τά πράγματα ἔτσι, ὅτι «νά, ὑπάρχουν κάποια ἐμπόδια, δέν μπορῶ, δέν γίνεται» καί νά σταματήσει. Κανείς δέν τά πῆρε ἔτσι.
Ξέρουμε, ὑπάρχουν περιπτώσεις, πού πράγματι ὑπῆρχαν σοβαρά ἐμπόδια. Διότι ὁ ἄνθρωπος πού θά θελήσει νά βρεῖ τόν Θεό θά πειραστεῖ· δέν εἶναι ἀστεῖα. Πρῶτα θά χιμήξει ἀπό μέσα του, θά ξεπηδήσει, θά ξεπεταχτεῖ ἀπό μέσα φοβερή κατάσταση γιά νά πνίξει τόν ἄνθρωπο, γιά νά τόν ἐμποδίσει μήν τυχόν παραδοθεῖ στόν Χριστό. Καί διά μέσου τῆς ἁμαρτωλῆς του καταστάσεως ὁ διάβολος θά τόν φάει· θά χιμήξει νά τόν φάει. Θά φέρει καί τοῦτο, θά φέρει καί ἐκεῖνο, ἀσυνήθιστα πράγματα. Ἀλλά καί ἀπ᾿ ἔξω θά ἔχει προβλήματα.
Ὅπως ἔχουμε διαβάσει καί στά πατερικά, μερικοί, ὅταν πῆγαν, π.χ., νά μονάσουν, νά ἀκολουθήσουν ἔτσι γιά τά καλά τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τόσο δυσκολεύτηκαν, τόσο ἄχαρα τά εἶδαν τά πράγματα, πού θυμήθηκαν τί καλά πού ἦταν πρίν πάρουν αὐτή τήν ἀπόφαση. Καλά ἦταν, εἶχαν μιά χαρά, μιά εἰρήνη, εἶχαν καλή ἐπικοινωνία μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους· μιά χαρά περνοῦσαν. Καί ὕστερα εἶδαν ὅτι κοντεύουν νά χαθοῦν. Ὅμως δέν φοβήθηκαν. Δέν φοβήθηκαν.
Πληροφορούμαστε, λοιπόν, ὅτι ὁρισμένοι ἀπό αὐτούς εἶχαν δυσκολία στό θέμα, π.χ., τοῦ ὕπνου· εἶναι κάτι πού ἔρχεται ὡς πειρασμός. Δέν εἶναι μόνο ὅτι πρέπει νά ξεπεράσει ὁ ἄνθρωπος τή φύση του. Δέν μπορεῖ, βέβαια, νά γίνει τοῦ Χριστοῦ, ἄν δέν τήν ξεπεράσει, ἄν μείνει στά μέτρα τῆς φύσεως. Πρέπει νά τήν ξεπεράσει, νά δείξει ὅτι θέλει νά τήν ξεπεράσει. Ἀλλά ἔρχεται καί ὁ πειρασμός. Καί ξέρουμε λοιπόν ὅτι καί μεγάλοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά μήν κοιμηθοῦν, δένονταν μέ σχοινιά καί ἔμεναν κρεμασμένοι ἐκεῖ. Σήμερα, μπορεῖ νά μήν πάρει κατά ἀπόλυτο τρόπο κανείς αὐτές τίς πράξεις· ἀλλά ἔστω καί τό πνεῦμα αὐτό ἄν πάρει, θά θεωρηθεῖ ἄνω ποταμῶν! Ὅμως πρέπει νά ματώσει κανείς, πρέπει νά ξεπεράσει τά ἐμπόδια· ὄχι νά κάνει πίσω.
«Ἐγώ εἶμαι ἔτσι. Τί νά κάνω;»
Ἀλλιῶς εἴμαστε συνηθισμένοι ἐμεῖς, ἀλλιῶς τά παίρνουμε τά πράγματα. Φοβοῦμαι –δέν ξέρω– μήν εἴμαστε ἐντελῶς ἔξω ἀπό τήν ἀλήθεια. Καί κυλοῦν οἱ ἡμέρες. Νά πῶ πιό συγκεκριμένα: Οἱ πολλοί χριστιανοί ἀρκοῦνται, ἄς ποῦμε, στό ὅτι, νά, θά πᾶνε ὥς τήν ἐκκλησία, θά πᾶνε νά κάνουν τήν τυπική τους ἐξομολόγηση, θά πᾶνε νά κοινωνήσουν, διαβάζουν καί βιβλία· καλά καί ὡραῖα ὅλα αὐτά. Δέν ξέρω τί θά κάνει ὁ Θεός μέ αὐτούς, ἀλλά δέν μπορῶ νά πῶ:
«Πολύ ὡραῖα τά κάνουν καί πολύ ὡραῖα ἐνεργοῦν πού ἔτσι βολεύονται».
Εἶναι κάποιοι ἄλλοι πού ἔχουν μιά διάθεση παραπάνω, ἔχουν ἕναν πόθο, ἄς ποῦμε· τολμοῦν. Ἀλλά κοιτάξτε τί γίνεται σέ πάρα πολλές περιπτώσεις –πρέπει νά τολμήσει κανείς νά πεῖ: σέ ὅλες τίς περιπτώσεις, ἐκτός ἀπό τίς ἐξαιρέσεις, ἄς ποῦμε, πού ὑπάρχουν πάντοτε. Τί γίνεται; Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, πού ὑποτίθεται ὅτι ἔχουμε περισσότερο πόθο καί καημό καί θέλουμε νά προκόψουμε πνευματικά, ἐπιτρέπουμε νά βγεῖ μέσα ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας ὅλος ὁ μηχανισμός ἀμύνης γιά νά μήν ἀφήσουμε νά μπεῖ μέσα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί ἔτσι, ἀκοῦς, ἀλλά δέν ἀκοῦς. Βλέπεις, ἀλλά δέν βλέπεις. Γίνεται…, καί τί δέν γίνεται, ἀλλά εἴδηση δέν παίρνεις.
Καί δέν συμβαίνει αὐτό ἐπειδή εἶναι τά πράγματα δύσκολα, εἶναι τά πράγματα ἀκαταλαβίστικα ἤ ὅλα αὐτά σάν νά εἶναι γιά ἄλλους ἀνθρώπους ἀπό ἄλλο πλανήτη. Ὄχι! Ὄχι. Ὅπως ὁ ἄλλος στήν πρώτη περίπτωση, βολεύεται. Θρησκευτικότατος, ἀλλά βολεμένος· τίποτε περισσότερο. Τί θά κάνει ὁ Θεός μέ αὐτόν δέν ξέρω. Ἀλλά ἄν ἔρθει καί ρωτήσει: «Ἐγώ εἶμαι ἔτσι. Τί νά κάνω;» «Νά μή μείνεις οὔτε λεπτό σ᾿ αὐτή τήν κατάσταση», θά ποῦμε. «Νά προχωρήσεις». Ὅπως, λοιπόν, ἐκεῖνος βολεύεται ἔτσι, καί ὁ ἄλλος μέ τόν ζῆλο ἐπίσης βολεύεται. Καί ἐκεῖνος κατά κανόνα δέν τό καταλαβαίνει, καί τοῦτος ἐδῶ τό ἴδιο –δέν γίνονται ἐνσυνείδητα αὐτά τά πράγματα.
Παίρνει κανείς ἀμυντική στάση
Εἶναι ὅπως –ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ– στίς ἀρρωστημένες καταστάσεις. Ὅταν ἕνας ἀρρωστημένος τύπος ζεῖ μέσα σέ μιά οἰκογένεια ὅπου εἶναι κάπως ὑποφερτή γι᾿ αὐτόν ἡ κατάσταση, ἄς ποῦμε, χάρη στήν ὅλη ἀνοχή πού τοῦ δείχνουν ἐκεῖ, ἔ, τά φέρνει βόλτα. Ἄν ὅμως ἕνας ἄλλος αὐτοῦ τοῦ τύπου βρεθεῖ μέσα σέ οἰκογένεια πού εἶναι πιό ζόρικα τά πράγματα, ἐπειδή ἀκριβῶς ὁ ἀρρωστημένος ἄνθρωπος πού ἔχει τήν ἀνάλογη κατάσταση καί τόν ἀνάλογο μηχανισμό ἀμύνης δέν θέλει μέ τίποτε νά παραδοθεῖ, μέ τίποτε νά παραδεχθεῖ κάτι ἀπό αὐτά πού τοῦ λένε, ἀκόμη περισσότερο γίνεται αἰσθητή ἡ ἄμυνά του. Καί γι᾿ αὐτό ἀγριεύει, χειροτερεύει κτλ.
Ἐκεῖ εἶναι ἀρρωστημένα τά πράγματα· δικαιολογοῦνται. Στά πνευματικά ὅμως ἐδῶ, δέν εἶναι τό θέμα τόσο αὐτό. Ὁπωσδήποτε, ὅταν ὑπάρχουν καί ἀρρωστημένες καταστάσεις, κάπου ἐκεῖ θά ξεπροβάλουν, ἀλλά δέν εἶναι τόσο αὐτό. Εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὁ καλός αὐτός χριστιανός, ναί, φοβᾶται. Ἔχει διαίσθηση. Μέ τή διαίσθηση δηλαδή διαισθάνεται ὅτι ὑπάρχει κίνδυνος θάνατος –γιά ποιόν; γιά τόν παλαιό ἄνθρωπο φυσικά. (Καί εἶναι μεγάλη ὑπόθεση νά ἀποφασίσει κανείς νά παραδώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο στή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά τόν θανατώσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολύ μεγάλη ὑπόθεση.) Διαισθάνεται, λοιπόν. Μέ τή διαίσθηση ἀντιλαμβάνεται ὅτι κάτι δέν θά πάει καλά, φοβᾶται καί τίθεται ὁ μηχανισμός ἀμύνης σέ λειτουργία.
Πόσα πράγματα δέν λέγονται, πόσα πράγματα δέν γίνονται μέσα στήν Ἐκκλησία! Τί Πνεῦμα Θεοῦ δέν ἔρχεται μέσα στήν Ἐκκλησία, μέσα στή λατρεία, μέσα στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας! Κάθε μέρα γιορτάζουμε ἁγίους, καί οἱ ἅγιοι αὐτοί εἶναι πραγματικά, ἀληθινά ἅγιοι. Δέν εἶναι ἅγιοι ἐπειδή ἁπλῶς πῆγαν καί κάθισαν κάπου. Ἄν ἦταν ἔτσι, δέν θά βάζαμε τίς εἰκόνες τους στά τέμπλα καί σέ ἄλλα σημεῖα στούς ναούς. Οἱ ἅγιοι εἶναι ἐδῶ, μέσα στήν Ἐκκλησία, μαζί μας· προπαντός ὅταν γίνεται ἡ λατρεία, προπαντός ὅταν τελεῖται τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἀφοῦ ὁ Χριστός εἶναι ἐδῶ, ἐκεῖνοι θά εἶναι ἀλλοῦ; Ἐδῶ εἶναι. Ὅλο ἅγιοι, ἀπό παντοῦ, ἀπό παντοῦ ὑπάρχει ὀξυγόνο, ἄς ποῦμε ἔτσι, ἁγιότητος. Καί εἴδηση δέν παίρνει κανείς. Γιατί; Γιατί δέν παίρνει εἴδηση; Δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι νά, αὐτά εἶναι ἀκαταλαβίστικα, δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι ἔ, νά, δέν μποροῦμε νά τά πιάσουμε. Παίρνει κανείς ἀμυντική στάση· ἀμυντική στάση, μέ τήν ἔννοια ὅτι λέει: στόπ, δέν δέχεται.
Ὄχι χριστιανοί ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς, ὄχι ἐκ τοῦ μακρόθεν
Δηλαδή, ὅταν εἶναι ἐκεῖ πού μπορεῖ νά στριμωχτεῖ λίγο, ἀμύνεται, γιά νά μή συμβεῖ τίποτε. Ὅταν ξεφύγει ἀπό αὐτόν τόν φόβο κανείς, ἀπό τόν κίνδυνο αὐτόν, δῶσ᾿ του πάλι ὕστερα: ἀκούει, διαβάζει, μαθαίνει, ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς ὅμως. Ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς. Ὅλοι αὐτοί οἱ χριστιανοί σήμερα πού εἶναι ξετρελαμένοι, ἄς ποῦμε, μέ τά διάφορα βιβλία, ἄν θελήσει κανείς νά σκύψει καί νά δεῖ τήν πραγματικότητα, θά δεῖ ὅτι πάρα πολύ ὠφελοῦνται, πάρα πολύ ἀναπαύονται, πάρα πολύ παρηγοροῦνται, πάρα πολύ ἀνακουφίζονται, ὥς ἐκεῖ ὅμως. Ὥς ἐκεῖ! Ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς, ἐκ τοῦ μακρόθεν. Μήν τυχόν ζοριστεῖ κανείς, μήν τυχόν κάνει αὐτό ἀκριβῶς πού ἔκαναν ὅλοι οἱ ἅγιοι: πού πῆραν τόν ἑαυτό τους καί τόν ἔβαλαν ἐκεῖ, στό κανάλι πού ἤθελε ὁ Θεός.
Θά πήγαινε ἔτσι ὁ ἅγιος Διονύσιος πότε ἐδῶ, πότε ἐκεῖ, πότε ἐκεῖ; Πῆγε ἐκεῖ, ἔπειτα ἀλλοῦ καί ἔπειτα ἀλλοῦ, ἦρθε στόν Ὄλυμπο καί ξαναπῆγε ἀλλοῦ καί πάλι ἐπέστρεψε στόν Ὄλυμπο…, καί παντοῦ ἐργαζόταν καί παντοῦ ἔχτιζε μοναστήρια. Καί ἅγιος! Ἐνῶ ἐκ πρώτης ὄψεως μοιάζει σάν νά μήν ἡσυχάζει πουθενά, σάν νά μήν ἀναπαύεται πουθενά
–ἔτσι μοιάζει, ἔτσι φαίνεται σ᾿ ἐμᾶς– ἀλλά ἐκεῖνος ὁδηγοῦνταν ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί δέν δίσταζε νά ἀκολουθήσει. Δύσκολο ἦταν τό πράγμα; Οὔτε τό λογάριαζε. Ὑπῆρχαν ἐμπόδια; Οὔτε τά λογάριαζε. Δέν ἦταν συνηθισμένες οἱ καταστάσεις; Οὔτε τό λογάριαζε. Ἀκολουθοῦσε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθοῦσε τή φωνή τοῦ Θεοῦ, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γι᾿ αὐτό χωλαίνουμε
Παρακαλῶ, λοιπόν, πάρα πολύ. Ἄν αὐτά πού εἴπαμε ἔχουν δόσιν ἀληθείας –ἐγώ δέν θά τά ἔλεγα, ἄν δέν πίστευα ὅτι ἔχουν– νομίζω ὅτι τό θέμα εἶναι πάρα πολύ σοβαρό. Ὅλα αὐτά μαρτυροῦν ὅτι κάτι ὑπάρχει μέσα μας πού δέν θέλει νά δεχθεῖ ἔτσι ἐλεύθερα ὁ ἑαυτός μας τόν Θεό, τήν ἐλευθερία πού δίνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· δέν θέλει νά ὁδηγηθεῖ κανείς ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, νά ἀνήκει στόν Θεό.
Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς, ἄς ποῦμε, πού βάζουμε λογοκρισία; Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι ἀντιστεκόμαστε; Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς πού τά μετροῦμε τά πράγματα μέ τό δικό μας μέτρο καί δέν ἀφήνουμε τόν Θεό νά τά κανονίσει; Καί γι᾿ αὐτό, ἐξ ὅσων πάλι ἐγώ διαπιστώνω –μπορεῖ νά κάνω λάθος– χωλαίνουμε. Χωλαίνουμε, χωλαίνουμε, χωλαίνουμε… Ὅπως λέγαμε καί ἄλλη φορά, διαβάζει ὁ ἱερεύς εὐχές στό νεράκι καί γίνεται ἁγιασμός, ἀληθινός ἁγιασμός. Καί ἐμᾶς σάν νά μή μᾶς πιάνουν ὅλα αὐτά πού γίνονται στήν Ἐκκλησία. Πέρα ἀπό κάποια πράγματα ἐξωτερικά πού μᾶς ἐπηρεάζουν ὥς ἕνα σημεῖο, δέν μᾶς πιάνει, δέν μᾶς ἀγγίζει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ κατά τέτοιον τρόπο, ὅτι ἔρχεται κατάβαθα στήν ψυχή μας καί διώχνει ὅλα τά θηρία ἀπό ἐκεῖ μέσα καί ἀρχίζει νά χτίζει ἐκεῖ τό οἰκοδόμημα τοῦ Θεοῦ, νά μορφώνει τόν Χριστό μέσα μας, ὥστε νά κυριαρχήσει ὁ Χριστός καί νά ὑπάρχει μόνο ὁ Χριστός. Ποῦ εἶναι αὐτό: «Ἐν γαστρί ἐλάβομεν καί ὠδινήσαμεν καί ἐτέκομεν πνεῦμα σωτηρίας;» (Πρβλ. Ἠσ. 26, 18) Ποῦ εἶναι αὐτό;
Ὄχι ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς λοιπόν, ὄχι ἐκ τοῦ μακρόθεν, ὄχι μή ζοριστοῦμε, ὄχι μήν τυχόν ἀναλάβει τήν εὐθύνη τῆς ψυχῆς μας ὁ Θεός καί μᾶς κυβερνήσει ὁ Θεός· ὄχι ἔτσι. Ἀλλά νά παραδοθοῦμε στή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως διαβάζουμε καί ξαναδιαβάζουμε καί βλέπουμε ὅτι καί οἱ ἀπόστολοι παρέδιδαν τούς ἑαυτούς τους στή χάρη τοῦ Θεοῦ καί οἱ ἄλλοι ἅγιοι, καί ἦταν τοῦ Χριστοῦ καί ἔκαναν καί ἄλλους ἀληθινούς χριστιανούς.
Ὁ ἅγιος Διονύσιος νά πρεσβεύσει ὑπέρ ἡμῶν, νά μᾶς φωτίσει ὁ Θεός νά βάλουμε ἀρχή.