Γνωρίζεις τόν ἑαυτό σου;
Κεντρική διάθεση: Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»
https://toperivoli.gr/product/γνωρίζεις-τον-εαυτό-σου/
Περιεχόμενα
Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν
γιά τήν γ´ ἔκδοση
Α’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Θεολογική προσέγγιση τῶν συγκρούσεων
Ἕνα μακροβούτι μέσα μας
Συνειδητό, ὑποσυνείδητο, ἀσυνείδητο
«Βαθεῖα ἡ καρδία παρά πάντα»
Φρόυντ, Γιούνγκ, Ἄντλερ, Χόρνεϋ
Τά δεδομένα τῆς ψυχολογίας μέσα στό πνεῦμα τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας
Μέ σκοπό νά ζήσουμε ἀληθινά
Ἡ στάση τῆς ψυχῆς ἀπέναντι στήν ὅποια πραγματικότητα
Ἕνα κακό, καί ἕνα ἄλλο μεγαλύτερο ἀπό αὐτό
Τό κακό εἶναι ξένο πρός τή φύση μας
Ἔχει μεγάλη σημασία βαθύτερα τί εἴμαστε
Ἡ βασική αἰτία τῶν μή φυσιολογικῶν ψυχολογικῶν καταστάσεων
Μπλοκαρισμένοι παρά τίς προσπάθειές μας
Μπορεῖ κανείς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό ὅποιο μπλοκάρισμα
Πῶς τά καταφέραμε καί… νοθεύσαμε τόν χριστιανισμό
Νά ἀνοίξει ἡ ψυχή μας στό πνεῦμα τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας
Τί πνευματική ζωή νά παραδώσει κανείς σήμερα;
«Ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν»
Ὁ Τριαδικός Θεός καί ὁ ἄνθρωπος-ἀνθρωπότης
Πρόσωπα καί ὄχι ἄτομα
Ποῦ συγκεντρώνονται ὅλα τά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου
Β’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ἡ κίνηση πρός τούς ἀνθρώπους
Προσκόλληση στούς ἄλλους
Μιά ἀναφορά στούς μεγάλους ψυχολόγους
Μέ τήν ἀληθινή ἀγάπη παίρνουμε σωστή στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων
Ἡ ἀνάγκη νά πιαστεῖ κανείς ἀπό κάπου
Οὔτε στόν Θεό πρέπει νά προσκολλᾶται κανείς
Ἀρρωστημένη συμμόρφωση
Ψυχαναγκαστική ἀναζήτηση τοῦ ἄλλου
Μιά συνέπεια τῆς ἀρρωστημένης συμμορφώσεως πρός τούς ἄλλους
Ἡ νοσηρή ἐπιζήτηση τῆς ἀγάπης
Αὐτά πού λέμε εἶναι ἀλήθεια
Μή διστάσουμε
Ὑποταγή πού δέν ἐλευθερώνει
Ὑγιής καί ἀρρωστημένη ὑποταγή
Δουλική ἐξάρτηση ἀπό τούς ἄλλους
Ἀπωθημένη ἐχθρότητα καί παράδοξα ξεσπάσματα
Διπλό τό κακό
Ἡ ἀγάπη ὡς νοσηρή ἐκδήλωση
Τί ἐπιζητεῖ αὐτός πού ἔχει κατά ἀρρωστημένο τρόπο περί πολλοῦ τήν ἀγάπη;
Ἀγάπη καί ἐχθρικότητα· ἕνας παράξενος συνδυασμός
Μήπως εἶμαι θύμα ἀρρωστημένων καταστάσεων;
«Οὗ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις»
Γ’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ἡ κίνηση ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων
Αὐτοί πού θεωροῦν τούς ἄλλους ἐχθρούς τους
Πῶς βρίσκει κανείς τό ἀληθινό θεμέλιό του
Γαντζωμένοι στούς ἄλλους
Μέ τήν ἀγάπη τοποθετούμαστε σωστά ἀπέναντι τῶν ἄλλων
Αὐτοί πού κινοῦνται ἐναντίον τῶν ἄλλων
Δ’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ἡ κίνηση μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους
Ὑγιής καί ἀρρωστημένη μόνωση
Ἡ βάση τῆς ἰσορροπίας τοῦ ἀνθρώπου
Οἱ τρεῖς παθολογικές κινήσεις ὡς συνέπεια τῆς ἀποκλίσεως ἀπό τήν ἀγάπη
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος κλεισμένος στόν ἑαυτό του καί στερημένος ἀπό τήν ἀληθινή ἀγάπη
Ἡ μόνωση τοῦ μοναχοῦ ἀγκαλιάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους
Ἡ αἰτία πού πολλές ψυχές δέν ἔχουν πνευματική προκοπή
Ὑποκριτική καλλιέργεια τῆς ψυχῆς
Γιατί δέν τά καταφέρνουμε νά συνεννοηθοῦμε
Γιατί κλείνεται κανείς κατά ἀρρωστημένο τρόπο στόν ἑαυτό του;
Μιά τελευταία ἄμυνα
Πῶς διασώζεται ἡ προσωπικότητα;
Μακριά καί ἀπό τόν ἑαυτό τους
Κάτι πού ἐπιβάλλεται νά κάνουμε
Ἀποξενωμένοι ἀπό τούς ἄλλους
Ἀνάγκη γιά αὐτάρκεια
Κλειστός καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
Μιά κατάσταση πού δύσκολα φεύγει
Κλειστός κατά ἕναν καταναγκαστικό τρόπο
Φοβᾶται νά ἀνοιχθεῖ
Κάποια χαρακτηριστικά τοῦ ἀνθρώπου πού ἀπομονώνεται
Μέ ἐμπιστοσύνη στά χέρια τοῦ Θεοῦ
Ὁ τύπος πού κινεῖται μέσα στήν ἄρνηση
Αὐτός πού νεκρώνει καί τά συναισθήματά του
Θέλει νά διατηρήσει τήν ἐλευθερία του
Δυσάρεστες συνέπειες ἀνοίγματος πρός τούς ἄλλους
Ὡς πρόσωπο ἀνέπαφος καί συγχρόνως σέ κοινωνία μέ τούς ἄλλους
Νευρικός κλονισμός
Ε’ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα
Ταυτισμένος μέ μιά φαντασία
Μιά γενική ἀναφορά
Τό περιεχόμενο τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας
Πῶς μποροῦμε νά καταλάβουμε ἐάν ἔχουμε ἰδεατή εἰκόνα μέσα μας
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα κατά κανόνα εἶναι ἀσυνείδητη
Τί προσέχουν οἱ προσβεβλημένοι ἀπό τήν ἰδεατή εἰκόνα
Ἰδεατή εἰκόνα καί ἔπαρση
Μακριά ἀπό τήν πραγματικότητα
Μήπως κι ἐγώ εἶμαι ἐκτός πραγματικότητος;
Ἀποδιοργάνωση τοῦ ἀνθρώπου
Βλέπει τά ἐλαττώματά του σάν ἀρετές
Ἀρρωστημένη αὐτοκριτική
«Πρέπει…»
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα ὑποκατάστατο τῆς αὐτοπεποιθήσεως
Δυσμενεῖς ἐπιδράσεις τῆς σύγχρονης κοινωνίας
Ἀνταγωνισμός: τά δεσμά τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου
Πῶς δημιουργεῖται ἡ ἰδεατή εἰκόνα
Νά διερωτηθοῦμε
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα ὑποκαθιστᾶ τά ἰδανικά
Ἰδεατή εἰκόνα καί πορεία πρός τόν Χριστό
Σιγά-σιγά φεύγει ἡ ἰδεατή εἰκόνα
Πόσο δύσκαμπτη εἶναι ἡ ἰδεατή εἰκόνα
Ὁμαδική ἰδεατή εἰκόνα
Ἰδεατή εἰκόνα: ἕνας φανταστικός ἑαυτός μας
Πλαστή εἰκόνα καί στοιχεῖα τῆς πραγματικότητος
Ἀπώθηση τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας
Ὑπηρετοῦμε ἕνα εἴδωλο;
Παραμερισμός τοῦ πραγματικοῦ ἑαυτοῦ μας
Γιατί ὁ ἄνθρωπος δένεται τόσο πολύ μέ τήν ἰδεατή εἰκόνα;
Καί στόν θάνατο ἀκόμη γιά τήν ἰδεατή εἰκόνα
Προβολή τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας καί οἱ συνέπειες
Βρισκόμαστε σέ κίνδυνο, ἄν δέν προσέξουμε
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα πρέπει νά πεθάνει
Μᾶς ἀποξενώνει ἀπό τόν πραγματικό ἑαυτό μας
Ὅταν δέν ἀντέχουμε τόν ἑαυτό μας ἔτσι ὅπως εἶναι…
Μιά δικτατορία μέσα στόν ἄνθρωπο
Ἐμπόδιο στήν πνευματική ζωή
Θέλουμε νά εἴμαστε χριστιανοί χωρίς ὅμως νά πεθάνουμε πάνω στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ
…κι ἐμεῖς κοντεύουμε νά ντροπιαστοῦμε!
Ἡ ἐξωτερίκευση τῆς ἰδεατῆς εἰκόνας
Συνέπειες ἀπό τό χάσμα καί τή σύγκρουση
Θύματα, χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε
Τό ψυχολογικό κενό
Ὁ ἄνθρωπος πού θά ἀρχίσει νά ἀναγεννᾶται, βλέπει μέ ἄλλα μάτια
Αὐτοπεριφρόνηση
Κάτι πού τό ζοῦμε, χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε
Ὅταν ξαφνικά ξεσκεπαστεῖ τό ἄθλιο εἶναι μας…
Ἀντί ἐπιλόγου
Ὑπακοή μέσα στήν Ἐκκλησία
Μέσα στήν οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία μας
Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν
γιά τήν γ´ ἔκδοση
Λίγο πολύ ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι τόν εἰκοστό αἰώνα ἐμφανίσθηκαν μεγάλοι ψυχολόγοι, πού θεμελίωσαν τή λεγόμενη ψυχολογία τοῦ ἀσυνειδήτου ἤ ψυχολογία τοῦ βάθους. Αὐτή εἶναι «μιά νέα ψυχολογική κατεύθυνσις, ἥτις διακρίνεται ἀπό τάς ἕως τότε κατευθύνσεις, διότι θέλει νά εἰσδύσῃ εἰς τό βαθύτερον στρῶμα τῶν ψυχικῶν βιωμάτων, τό ὁποῖον ὑποτίθεται ὑφιστάμενον κάτω ἀπό τά συνειδητά βιώματα».
Ὁπωσδήποτε, οἱ ἀλήθειες πού εἶπαν οἱ ψυχολόγοι αὐτοί ἔχουν λεχθεῖ μέ ἕναν ἄλλο τρόπο ἀπό τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἰδικότερα ἀπό τούς νηπτικούς πατέρες.
Στούς μεγάλους ψυχολόγους ἀνήκει ἀναμφίβολα ἡ Κaren Horney (Κάρεν Χόρνεϋ, 1885-1952), ἡ ὁποία ἐργάσθηκε ὡς ψυχαναλύτρια στή Γερμανία καί ἔπειτα στήν Ἀμερική. Στά βιβλία της ἀμφισβήτησε ἀρκετές ἀπό τίς σημαντικές ἀρχές τῆς ψυχαναλυτικῆς θεωρίας τοῦ Φρόυντ –ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν, θεωρεῖται ὁ θεμελιωτής τῆς ψυχαναλύσεως– καί ὑποστήριξε ὅτι οἱ νευρώσεις προκαλοῦνται ἀπό διαταραχές στίς διαπροσωπικές σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα κλασικό βιβλίο της εἶναι Οἱ συγκρούσεις τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, ἐκδόσεις «Ταμασός», 4η ἔκδοση, Λευκωσία 1964 (στό ἑξῆς: Οἱ συγκρούσεις).
Πρίν πάνω ἀπό τριάντα πέντε χρόνια ὁ π. Συμεών ἔκανε, μέ βάση τό ἐν λόγῳ βιβλίο, ὁμιλίες σέ κυριακάτικες ἀπογευματινές συνάξεις στήν αἴθουσα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Στίς συνάξεις αὐτές ἀναπτύσσονταν δύο θέματα. Οἱ ὁμιλίες τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἦταν τό δεύτερο θέμα, πού κάλυπτε, κατά κανόνα, ἕνα μικρό μέρος τῆς συνάξεως, γι᾿ αὐτό οἱ ὁμιλίες ἔχουν μικρή ἔκταση.
Τό παρόν βιβλίο μέ τίτλο «Γνωρίζεις τόν ἑαυτό σου;», πού θά μποροῦσε νά ἔχει ὡς ὑπότιτλο «Μιά ἀληθινότερη προσέγγιση τοῦ βαθύτερου ἑαυτοῦ μας», ἀποτελεῖται ἀπό εἴκοσι πέντε ὁμιλίες, τίς ὁποῖες χωρίσαμε σέ πέντε κεφάλαια. Τό πρῶτο ἀναφέρεται στή θεολογική προσέγγιση τῶν συγκρούσεων. Τά ἄλλα τέσσερα κεφάλαια θεωρήσαμε καλό νά εἶναι ἀντίστοιχα μέ τά κεφάλαια τοῦ βιβλίου τῆς Κάρεν Χόρνεϋ, τά ὁποῖα ἀνέπτυξε ὁ ὁμιλητής. Δηλαδή: κίνηση πρός τούς ἀνθρώπους, κίνηση ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, κίνηση μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἰδεατή εἰκόνα. Πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι οἱ ὁμιλίες δέν κάλυψαν ὅλο τό βιβλίο, ἀλλά βασικά τά κεφάλαια αὐτά. Στήν ἀρχή τοῦ καθενός ἀπό τά τέσσερα αὐτά κεφάλαια παραπέμπουμε στό ἀντίστοιχο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Κάρεν Χόρνεϋ.
Πιστεύουμε ὅτι, ἀπό ψυχολογικῆς ἀπόψεως, οἱ θέσεις τῆς Κάρεν Χόρνεϋ, πού διατυπώνονται στό βιβλίο αὐτό, ἄν τίς δεῖ κανείς μέσα σέ ὀρθόδοξα θεολογικά καί πνευματικά πλαίσια, ἰσχύουν καί στήν ἐποχή μας, διότι φανερώνουν καί ἐπιβεβαιώνουν κάποιες ἀλήθειες γιά τόν ἄνθρωπο, οἱ ὁποῖες ἔχουν, θά λέγαμε, χαρακτήρα διαχρονικό, δεδομένου ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅσο καί ἄν περάσουν οἱ αἰῶνες, στήν οὐσία του παραμένει ὁ ἴδιος. Μέ αὐτή τήν ἔννοια τό λυτρωτικό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἐπίκαιρο γιά τόν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς, ὅπως ἐπίσης καί αὐτά πού εἶπαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί εἰδικά οἱ νηπτικοί πατέρες.
Ὁ ὁμιλητής ἐδῶ δέν προσπάθησε νά προσεγγίσει τό ὅλο θέμα τῶν ἐσωτερικῶν συγκρούσεων τοῦ ἀνθρώπου ἁπλῶς ψυχολογικά, ἀλλά πῆγε πιό πέρα: τό ἔθεσε σέ μιά βάση θεολογική καί πνευματική. Ἔτσι, φρονοῦμε ὅτι ὁ ἀναγνώστης, μελετώντας τίς ὁμιλίες αὐτές, θά βοηθηθεῖ νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του πολύ περισσότερο ἀπό ὅ,τι τόν γνωρίζει, καί θά ὠφεληθεῖ μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνυπολόγιστα, ὥστε νά μπορέσει νά σταθεῖ θετικά μέσα στή ζωή καί νά ἀξιωθεῖ νά ἀνταποκριθεῖ στόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχει, καί πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή σωτηρία, τή λύτρωση.
Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο
Ἡ προσπάθειά μας εἶναι νά κάνουμε ἕνα μακροβούτι μέσα στήν ὕπαρξή μας, γιά νά μπορέσουμε νά δοῦμε ὅλα τά παράσιτα, ὅλα αὐτά τά ξένα στοιχεῖα, πού δημιουργοῦν μέσα στόν ἄνθρωπο τίς μή καλές ψυχολογικές καταστάσεις, καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος πάσχει, ὑποφέρει. Φθάνει μάλιστα μερικές φορές σέ σημεῖο πού τόσο πολύ μπλέκει μέ αὐτά τά σκοτεινά πράγματα πού δημιουργοῦνται μέσα του, ὥστε ὄχι μόνο δέν μπορεῖ νά ξεμπλέξει, ἀλλά καί σκοτίζεται περισσότερο. Μπορεῖ νά θέλει νά ξεμπλέξει, μπορεῖ νά προσπαθεῖ, μπορεῖ ἀκόμη καί νά ζητάει βοήθεια ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά τελικά δέν ξεμπλέκει καί μένει μπερδεμένος.
Ὅταν παρακαλεῖ ὁ Κύριος νά ἑνωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐν τοῖς τρισί προσώποις τῆς Ἁγίας Τριάδος –«ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν»– δηλαδή νά ἑνωθοῦν ὅπως τά τρία πρόσωπα, αὐτό θέλει νά πεῖ: ὅπως στήν Ἁγία Τριάδα ὅλα εἶναι κοινά, ἐκτός ἀπό τά χαρακτηριστικά ἰδιώματα τοῦ κάθε προσώπου, ἔτσι καί οἱ ἄνθρωποι πρέπει νά φθάσουν σέ μιά τέτοια κατάσταση, πού νά εἶναι ὁ ἕνας ἄνθρωπος, ἡ μία ἀνθρωπότητα, καί νά ἔχουν μία βούληση, μία ἀγάπη, μιά –κοινή– ζωή, μιά τέλεια κοινωνία.
Ὅλα τά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου, συγκεντρώνονται σ᾿ αὐτό τό πρόβλημα: πῶς ἐν Χριστῷ θά πάρει κανείς τή σωστή στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων προσώπων, μέ τά ὁποῖα ἀποτελεῖ τή μία ἀνθρωπότητα. Δέν εἶναι δηλαδή ὁ κάθε ἄνθρωπος ξεμοναχιασμένος, ὥστε νά κανονίσει τά τοῦ ἑαυτοῦ του ἀνεξάρτητα ἀπό τούς ἄλλους. Ὅλο τό θέμα εἶναι νά μπορέσει νά τοποθετηθεῖ σωστά ἀνάμεσα στούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Ὁ Θεός ἔπλασε μία ἀνθρωπότητα. Καί ὅπως ἡ Θεότης εἶναι μία, ἀπό ἀπόψεως φύσεως, ἀλλά τρία πρόσωπα, ἔτσι ἕνας εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀνθρωπότης ἀλλά πολλά πρόσωπα. Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο κατ᾿ εἰκόνα του. Βέβαια, λέγοντας ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ, ἐννοοῦμε τοῦτο, ἐκεῖνο, τό ἄλλο, ἀλλά μέσα στό κατ᾿ εἰκόνα εἶναι καί αὐτό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μονάδα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀνθρωπότης εἶναι πολλά πρόσωπα. Αὐτό κατά βάθος σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά σταθεῖ, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ὡς μονάδα. Ὁπωσδήποτε, μέσα στή ρίζα τῆς ὑπάρξεώς του εἶναι καί οἱ ἄλλοι.
Αὐτό, σέ τελευταία ἀνάλυση, σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά ἀγνοήσει τήν ὕπαρξη τῶν ἄλλων. Δέν μπορεῖ νά τήν ἀγνοήσει ὄχι μέ τό μυαλό του, ἀλλά μέ τή ζωή του, μέ αὐτή τήν ὕπαρξή του. Αὐτό σημαίνει ἀκόμη ὅτι, ἐάν ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἄλφα, ὁ βῆτα, δέν πάρει τή σωστή στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, μαζί μέ τούς ὁποίους προέρχεται ἀπό μιά ρίζα –εἶναι μιά ρίζα, ἕνας ἄνθρωπος, μιά ἀνθρωπότητα ὅλοι μαζί– ὁπωσδήποτε δέν θά μπορέσει νά ἀναπτυχθεῖ σωστά, ὁμαλά· καί πέρα ἀπό τό ὅτι ἀπό ἄποψη θεολογική καί πνευματική θά χαθεῖ, θά ἀπολεσθεῖ, ἐπιπλέον θά μπλοκαριστεῖ κιόλας. Θά δημιουργηθοῦν δηλαδή μέσα του ὅλα αὐτά τά ψυχολογικῆς φύσεως μπλοκαρίσματα, καί δέν θά βρίσκει ἄκρη κανείς.
Χρειάζεται λοιπόν ὁ ἄνθρωπος νά πάρει τή σωστή στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων. Καί θά λέγαμε ὅτι θεολογικῶς, ἁγιογραφικῶς, εὐαγγελικῶς, τοποθετεῖται κανείς σωστά ἀπέναντι τῶν ἄλλων μέ τήν ἀγάπη. Μέ τήν ἀγάπη ὅμως τοῦ Θεοῦ· μέ τήν ἀγάπη ἡ ὁποία δέν δεσμεύεται, δέν χαρίζεται, δέν ἔχει δισταγμούς, δέν «ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α´ Κορ. 13, 4-5).
Μέ τήν ἀγάπη ὁ ἄνθρωπος παίρνει τή σωστή στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Μεταξύ τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει ἡ κοινωνία τῆς ἀγάπης. Καί μεταξύ τῶν ἀνθρώπων πρέπει νά ὑπάρχει αὐτή ἡ κοινωνία τῆς ἀγάπης, τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης.
Ὅταν ὅμως δέν ἔχει ἀληθινή ἀγάπη, ὅταν στό βάθος καί ψυχολογικά καί πνευματικά εἶναι ἀρρωστημένος κανείς, τότε ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἄλλου ἔχει ἀρρωστημένο χαρακτήρα. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ προσκόλληση στόν ἄλλο καί ἡ συμμόρφωση πρός αὐτόν εἶναι κάτι τό ὁποῖο δημιουργεῖ ὅλο καί πιό ἄσχημη κατάσταση μέσα στόν προσκολλώμενο. Ἡ κατάσταση αὐτή οὔτε πνευματικά τόν ἀφήνει νά ζήσει οὔτε ἀπό ψυχολογική ἄποψη τόν ἀφήνει νά ἔχει ἰσορροπία καί ἐσωτερική ἐλευθερία, ὥστε νά ζεῖ ὡς ἐλεύθερη προσωπικότητα ἄνετα καί ἐλεύθερα. Τό πρῶτο χαρακτηριστικό σ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐπιδοκιμασίας τοῦ ἄλλου. Αὐτό τό αἰσθάνεται ὡς μιά ἀνάγκη. Καί ὅπως λέει ἡ ψυχολογία, αὐτή ἡ ἀνάγκη εἶναι μιά ψυχαναγκαστική κατάσταση.
Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ ὑποταγή. Αὐτή ἡ ὑποταγή εἶναι μιά ἀσθένεια, πού κάνει τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἔχει προσβληθεῖ ἀπό αὐτή νά μή βλέπει καθαρά τί εἶναι ὁ ἴδιος καί τί εἶναι οἱ ἄλλοι. Τόν κάνει δηλαδή νά ὑπερεκτιμᾶ τούς ἄλλους καί νά βλέπει σ᾿ αὐτούς ψευτοαρετές καί ψευτοπροτερήματα.
Ἡ δεύτερη κίνηση εἶναι ἡ κίνηση ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων. Δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι κυριαρχοῦνται ἀπό αὐτή τήν τάση, οἱ ὁποῖοι κυριολεκτικά πάσχουν ἀπό αὐτή τήν ἀσθένεια. Αὐτοί ὅλους τούς θεωροῦν ἐχθρούς. Δέν ἔχουν καμία διάθεση νά ἔλθουν σέ οὐσιαστικό διάλογο καί σέ μιά σχέση ἀγάπης μέ τούς ἄλλους. Δέν ἔχουν διάθεση νά συνεργασθοῦν μέ τούς ἄλλους ὡς ἴσοι πρός ἴσους. Ἡ τάση τους καί ἡ ὅλη προσπάθειά τους εἶναι νά κυριαρχοῦν. Ἀλλιῶς, δέν μποροῦν νά ζήσουν, δέν μποροῦν νά σταθοῦν μέσα στήν κοινωνία.
Ἄλλοι ἀποσύρονται στόν ἑαυτό τους, κλείνονται στόν ἑαυτό τους, ἀπομονώνονται ἀπό τούς ἄλλους καί αὐτοκαταστρέφονται. Αὐτή καί ψυχολογικῶς καί πνευματικῶς εἶναι μιά ἀρρωστημένη κατάσταση. Νά ἐξετάσουμε μήπως τυχόν βαθύτερα εἴμαστε πολύ ἀπομονωμένοι, πολύ κλεισμένοι στόν ἑαυτό μας· μήπως τυχόν βαθύτερα πάσχουμε ἀπό αὐτό πού οἱ πατέρες ὀνομάζουν φιλαυτία, καί τό ὁποῖο μᾶς κάνει νά σκεπτόμαστε ἐγωιστικά, νά σκεπτόμαστε μόνο τόν ἑαυτό μας· μήπως ἔχουμε ἀρρωστημένη ἀγάπη, δαιμονική, θά ἔλεγα, ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας.
Σέ ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ὄντως δέν ξεγελάει τόν ἑαυτό του, ἀλλά ἀγωνίζεται πνευματικά καί πραγματικά κάτι κάνει, ὅμως τελικά δέν φθάνει ἐκεῖ πού καλεῖται νά φθάσει καί πού πρέπει νά φθάσει, προσωπικῶς πιστεύω ὅτι κάτι τέτοιο πρέπει νά συμβαίνει. Δηλαδή, καθώς ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει μέσα του ἀληθινή ἀγάπη, κινεῖται πρός τούς ἄλλους κατά λαθεμένο τρόπο: ἤ προσκολλᾶται σέ κάποιον ἤ κάποιους, ἤ διατίθεται ἐχθρικά πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἤ ἡ ὕπαρξή του εἶναι κλειστή ἀπέναντι τῶν ἄλλων, εἶναι ἀπομονωμένη ἀπό τούς ἄλλους, καί φωλιάζει μέσα του, μέσα στήν ὕπαρξή του αὐτή ἡ φιλαυτία, φωλιάζει αὐτό τό δόσιμο στόν ἑαυτό του καί ὄχι τό ἄνοιγμα πρός τούς ἄλλους. Αὐτό εἶναι κάτι πού, ἐξ ὅσων ἐγώ γνωρίζω, μπορεῖ νά τό ἔχει κανείς, νά τό ζεῖ, νά ἄγεται καί νά φέρεται ἀπό αὐτό καί νά εἶναι θύμα αὐτῆς τῆς βαθύτερης πραγματικότητος πού ὑπάρχει μέσα του, καί παρ᾿ ὅλα αὐτά νά μήν ὑποπτεύεται τήν ὕπαρξή του.
Θά μοῦ ἐπιτρέψετε ἐδῶ νά πῶ ὅτι συμβαίνει τό ἑξῆς περίεργο: ὁ ἄνθρωπος πού κλείνεται στόν ἑαυτό του, προσκολλᾶται κιόλας. Καί αὐτό διότι, κατά κανόνα, ὁ ἄνθρωπος πού κλείνεται στόν ἑαυτό του –ὅπως καί ὁ ἄλλος πού προσκολλᾶται– εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ νά ζήσει μόνος του. Εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔχει ἐξάρτηση ἀπό τούς ἄλλους, παρά τό κλείσιμο στόν ἑαυτό του· ἔχει ἐξάρτηση, παρά τό ὅτι ἀποσύρεται στόν ἑαυτό του καί δέν κάνει ἴσως συντροφιά μέ τούς ἄλλους ἤ καί ἀποφεύγει νά συνομιλήσει μαζί τους.
Ὅταν ἕνα παιδάκι δέν τό βοηθήσουμε νά ἀναπτυχθεῖ ὡς ξεχωριστό πρόσωπο, τότε ἤ θά ὑποταχθεῖ παθολογικά στούς ἄλλους ἤ θά πάρει ἐχθρική στάση ἀπέναντι τῶν ἄλλων ἤ θά κλειστεῖ στόν ἑαυτό του. Αὐτό τό κλείσιμο στόν ἑαυτό του δέν εἶναι τυχαῖο. Εἶναι βέβαια μιά ἀρρώστια, ἀλλά συγχρόνως εἶναι καί μιά ἄμυνα. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι μιά προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου –ἐδῶ τοῦ παιδιοῦ– νά μήν τοῦ κλέψουν τήν προσωπικότητα, νά μή διαλύσουν, νά μήν καταστρέψουν τήν προσωπικότητά του.
Ἡ προσωπικότητα ὅμως τοῦ ἀνθρώπου διασώζεται τελικά μέ τήν ἀγάπη. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη διατηρεῖ, διασώζει τήν προσωπικότητα, ἔτσι ὥστε αὐτή δέν συμφύρεται, δέν ταυτίζεται μέ τίς ἄλλες προσωπικότητες· οὔτε καί μέ τόν Θεό. Ἀλλά ἐπίσης ἡ ἀληθινή ἀγάπη βγάζει τήν προσωπικότητα ἀπό τόν ἑαυτό της καί τή φέρνει σέ ἀληθινή κοινωνία μέ τίς ἄλλες προσωπικότητες, καί ἔτσι δέν μηδενίζεται, δέν πεθαίνει μέσα στόν ἑαυτό της. Διότι κάθε ὄν, κάθε δημιούργημα, ὅταν κλειστεῖ στόν ἑαυτό του, τελικά πεθαίνει.
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα πάντοτε, ἤ μᾶλλον ὡς ἐπί τό πλεῖστον, εἶναι στό ἀσυνείδητο τοῦ ἀνθρώπου. Δέν ἔχει κανείς συνείδηση ὅτι εἶναι ταυτισμένος μέ μιά ἰδεατή εἰκόνα, δηλαδή μέ μιά φαντασία. Καί ἐνῶ ὅλοι τριγύρω του τό καταλαβαίνουν ὅτι δέν ἐνεργεῖ σωστά, καί ἐνῶ εἶναι φανερό πώς ἔχει πολύ ἐξογκωμένη, πολύ φανταχτερή καί ψεύτικη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του, ὁ ἴδιος δέν τό καταλαβαίνει.
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα εἶναι κάτι μή πραγματικό, κάτι φανταστικό. Ὁ ἑαυτός μας ὅμως εἶναι κάτι πραγματικό. Ἔτσι, ὅσο πιό πολύ ἀπέχει αὐτή ἡ εἰκόνα ἀπό τήν πραγματικότητα, ἀπό αὐτό πού εἴμαστε, τόσο ὁ ἄνθρωπος ἐπαίρεται, τόσο ὁ ἄνθρωπος ὑψηλοφρονεῖ, ὑπερηφανεύεται.
Πολλές φορές ἡ ἰδεατή αὐτή εἰκόνα εἶναι ὑποκατάστατο τῆς αὐτοπεποιθήσεως. Δηλαδή –ὅπως τό καταλαβαίνω ἐγώ– αὐτή ἡ φανταστική εἰκόνα, πού εἶναι φυσικά πέρα γιά πέρα ἐγωισμός –γι᾿ αὐτό δέν χωράει καμιά ἀμφιβολία– μπαίνει, τρόπον τινά, μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί κατατρώει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀποδιοργανώνει, τόν διαλύει σέ τέτοιο σημεῖο, πού δέν ὑπάρχει ζωντάνια μέσα του, δέν ὑπάρχει δυναμικότης, βούληση, δέν ὑπάρχει συναισθηματισμός, δέν ὑπάρχει κίνηση, δέν ὑπάρχει διάθεση καί ὄρεξη γιά προσπάθεια, γιά ἀγώνα. Καί αὐτό συμβαίνει, ἐπειδή ἀκριβῶς ἡ ἰδεατή εἰκόνα διαβιβρώσκει καί ὑποκαθιστᾶ τήν αὐτοπεποίθηση –μέ τήν καλή ἔννοια ἡ λέξη αὐτοπεποίθηση.
Σέ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος θά φτιάξει μιά ἰδεατή εἰκόνα, ἡ ἰδεατή εἰκόνα μπαίνει μέσα στήν ὕπαρξή του ἀκριβῶς στή θέση ἐκείνη πού ἔπρεπε νά εἶναι τά ἰδανικά. Ἄν θέλετε, νά ποῦμε πιό συγκεκριμένα: ἐάν εἶμαι κυριευμένος ἀπό μιά ἰδεατή εἰκόνα πού ἔφτιαξα, δέν εἶναι δυνατό νά πιστεύω ἀληθινά στόν Χριστό, νά στρέφομαι πρός τόν Χριστό, νά πορεύομαι πρός τόν Χριστό, νά ἐξαρτῶμαι ἀπό τόν Χριστό. Εἶναι ἀδύνατο. Διότι ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά μέ ἔκαμνε νά φέρομαι πρός τόν Χριστό, ἤδη εἶναι ἀπασχολημένο καί κυριευμένο ἀπό τήν ἰδεατή εἰκόνα, ὁπότε δέν ὑπάρχει περιθώριο γιά τόν Χριστό.
Πόσο δύσκαμπτη εἶναι αὐτή ἡ ἰδεατή εἰκόνα! Δύσκαμπτη. Δέν παίρνει οὔτε ἀπό λόγια οὔτε ἀπό τίποτε ἄλλο· δέν τό κουνάει ρούπι ἀπό μέσα μας. Ἔχει θρονιαστεῖ ἐκεῖ, μᾶς ἔχει αἰχμαλωτίσει, ἀλλά καί τήν ἔχουμε αἰχμαλωτίσει. Καί αὐτή μᾶς κρατάει, ἀλλά κι ἐμεῖς τήν κρατοῦμε. Γιατί, ἅμα πάψουμε νά τήν κρατοῦμε, θά φύγει. Τί θά κάνει;
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα δουλεύει ἀπό κεῖ μέσα κατά ἕναν ἀμυντικό τρόπο. Νά φανταστοῦμε ἕνα φρούριο τό ὁποῖο εἶναι ἀπόρθητο. Τίποτε δέν μπορεῖ νά τό ἐκπορθήσει, τίποτε δέν μπορεῖ νά πλησιάσει σ᾿ αὐτό. Ἔτσι ἀκριβῶς θρονιάζεται μέσα μας ἡ ἰδεατή εἰκόνα. Καί ὅλα τά πράγματα τά βλέπουμε διά μέσου αὐτῆς τῆς εἰκόνας· αὐτή μᾶς κάνει νά τά βλέπουμε ὅπως τά βλέπουμε.
Ὅσο δύσκολο εἶναι νά πηδήξει κανείς ἀπό τό ἀεροπλάνο στό χάος, τόσο δύσκολο καί ἀκόμη δυσκολότερο εἶναι νά ἀφεθεῖ σ᾿ αὐτό τό χάος πού δημιουργεῖται μέσα στήν ὕπαρξή του, καθώς φεύγει ἀπό τή μέση ἡ ἰδεατή εἰκόνα. Γι᾿ αὐτό λοιπόν ὁ ἄνθρωπος πάρα πολύ δένεται μέ αὐτή τήν ἰδεατή εἰκόνα καί μέ κανέναν τρόπο δέν θέλει νά τήν ἀφήσει.
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα κάνει κάτι ἀκόμη χειρότερο: ἀποξενώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν ἑαυτό του. Δηλαδή, ἐφόσον κανείς ταυτίζεται μέ τήν ἰδεατή εἰκόνα, παύει νά εἶναι μέ τόν πραγματικό ἑαυτό του καί εἶναι μ᾿ ἕναν φανταστικό, μ᾿ ἕναν πλαστό ἑαυτό. Γι᾿ αὐτό, φθάνει στό σημεῖο νά μήν καταλαβαίνει καλά-καλά τί τοῦ συμβαίνει, νά μήν καταλαβαίνει τί αἰσθάνεται, τί θέλει, τί ζητεῖ, τί ἐπιδιώκει.
Ἡ ἰδεατή εἰκόνα εἶναι σάν ἕνα τεῖχος, τό ὁποῖο ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά προχωρήσει ὁμαλά καί νά ἔχει μιά ὁμαλή ἐξέλιξη καί μιά πραγματική πρόοδο στήν πνευματική ζωή. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι κυριευμένος καί ταυτισμένος, κατά κάποιον τρόπο, μέ τήν ἰδεατή εἰκόνα, συνεχῶς προσπαθεῖ νά φθάσει σέ κάποια, τέλος πάντων, καλή πνευματική κατάσταση καί ποτέ, μά ποτέ, δέν ἐπιτυγχάνει ἀπολύτως τίποτε, διότι εἶναι τό τεῖχος αὐτό, πού δέν τόν ἀφήνει νά ἔχει καμία πρόοδο.