Θέλεις νά ἁγιάσεις;
Ὁμιλίες σέ ἑορτές ἁγίων
Νοέμβριος
π. Συμεών Κραγιόπουλος
Ἀνάμεσα στούς ἁγίους ὑπάρχουν λογιῶν- λογιῶν ἄνθρωποι. Ἐγγράμματοι, ἀγράμματοι, φτωχοί, ἄνθρωποι πού ἦταν πρῶτα πλούσιοι καί ἔγιναν φτωχοί γιά τόν Χριστό, ἄνθρωποι τοῦ ἄλφα, τοῦ βῆτα ἐπαγγέλματος, δοῦλοι, ὑπηρέτες, αἰχμάλωτοι, στρατιῶτες, ἀκόμη καί διῶκτες τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι διακωμωδοῦσαν τόν Χριστό (μίμοι). Μεταξύ τῶν ἁγίων ὑπάρχουν καί μεγάλοι ἁμαρτωλοί· τόσο μεγάλοι, πού καί οἱ ἴδιοι δέν ἤλπιζαν ποτέ ὅτι μποροῦσαν νά σωθοῦν καί μάλιστα νά γίνουν ἅγιοι. Ἀλλά καί οἱ ἄλλοι πού τούς γνώριζαν ἀμφέβαλλαν κατά πόσο μποροῦσε νά ἔρθει ποτέ ἡ λάμψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὁ θεϊκός φωτισμός μέσα σ ̓ αὐτές τίς ψυχές τίς τόσο σκοτεινές καί λερωμένες, ὥστε νά μετανοήσουν, νά δεχθοῦν τή συγχώρηση καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἁπλῶς νά σωθοῦν ἀλλά νά γίνουν ἅγιοι, καί σήμερα νά ζητοῦμε τή μεσιτεία τους, τίς εὐχές τους πρός τόν Θεό.
Κεντρική διάθεση: Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»
https://toperivoli.gr/product/θέλεις-ν΄-αγιάσεις-ομιλίες-σε-εορτές-α/
Περιεχόμενα
Ἀντί προλόγου: Ὅλα γίνονται γιά νά σωθεῖ
καί νά ἁγιαστεῖ ὁ ἄνθρωπος
Πρῶτο Σάββατο: Τῶν ἁγίων τριῶν Θεολόγων:
Ἰωάννου τοῦ ἀποστόλου καί εὐαγγελιστοῦ,
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
καί Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου
Οἱ προστάτες μας
Πολλές εὐλογίες καί πολλές χάρες
Νά ἐμπνευστεῖς ἀπό τή ζωή τῶν ἁγίων
γιά νά ζήσεις ὅπως ἐκεῖνοι
1 Τῶν ἁγίων καί θαυματουργῶν Ἀναργύρων
Κοσμᾶ καί Δαμιανοῦ
Δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος
παρά ὁ δρόμος τῆς ἁγιότητος
Νά μᾶς πάρει ἀπό τό χέρι ὁ Θεός
4 Τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πορφυρίου
τοῦ ἀπό μίμων
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰωαννικίου
τοῦ μεγάλου τοῦ ἐν τῷ Ὀλύμπῳ
5 Τῶν ἁγίων μαρτύρων Γαλακτίωνος
καί Ἐπιστήμης
8 Ἡ σύναξις τῶν ἀρχιστρατήγων Μιχαήλ
καί Γαβριήλ καί τῶν λοιπῶν ἀσωμάτων
καί οὐρανίων ταγμάτων
Ὑπακοή, χαρά, ταπείνωση
Μένει σέ ἐμᾶς ἁπλῶς νά τά πιστέψουμε
9 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Νεκταρίου
ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ
Νά σκουντήσουμε τόν ἑαυτό μας
νά ξυπνήσει
Μέσα ἀπό τά παθήματα ἁγιάζεσαι
Ψυχές μέ φλέβα ἀφοσιώσεως στόν Θεό
10 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου
τοῦ Καππαδόκου
Ἡ φυσιολογική ζωή γιά τόν ἄνθρωπο:
ἡ ζωή τοῦ ἁγίου
Νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας
στόν δρόμο τῶν ἁγίων
Ἀπό ἀνάπαυση σέ ἀνάπαυση
11 Τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ
τοῦ ἐν τῷ Κοτυαείῳ
13 Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰωάννου,
ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως,
τοῦ Χρυσοστόμου
Θεία Λειτουργία:
ὅλη ἡ πείρα τῆς Ἐκκλησίας
Κάθε ἑορτή ἀφορμή νά βροῦμε τόν Χριστό
14 Τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Φιλίππου,
ἐκ τῶν δώδεκα
Τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
Ὁ Χριστός μέ καλεῖ νά τόν ἀκολουθήσω
ἄνευ ὅρων
Νά βιώσουμε τήν ὅλη ἀλήθεια
τῆς Ἐκκλησίας
Πρῶτα ἔζησε τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας
καί ἔπειτα τή δίδαξε
Ἔβαλε σφραγίδα
στήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή
Ἡ ἡσυχαστική ἔρις
16 Τοῦ ἁγίου ἀποστόλου καί εὐαγγελιστοῦ
Ματθαίου
Ἡ αὐτοδικαίωση μᾶς ἀπομακρύνει
ἀπό τόν Χριστό
Νά εἴμαστε πρόθυμοι
νά μᾶς ὁδηγήσει ὁ Χριστός
Ἀνταποκρινόμαστε στόν Κύριο
καί ἐκεῖνος σ᾿ ἐμᾶς
21 Τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου
Ἐκλέγουμε τήν ἀγαθή μερίδα;
Νά ἀγκαλιάσουμε τή δωρεά τοῦ Θεοῦ
Μυστήριο μέγα, πανηγύρι μέγα,
γιορτή μεγάλη!
22 Τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Φιλήμονος
καί τῶν σύν αὐτῷ Ἀρχίππου, Ὀνησίμου
καί Ἀπφίας
«Θεέ μου, σ᾿ ἐμένα τέτοια τιμή!»
Ψυχαναγκασμός
25 Τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος καί πανσόφου
Αἰκατερίνης
Ὅλα γιά τόν Χριστό
Νά σπάσουμε τό τεῖχος,
πού μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό
Ὁ Κύριος θά μᾶς βοηθήσει νά κάνουμε
αὐτό πού πρέπει
26 Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Στυλιανοῦ
τοῦ Παφλαγόνος
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀκακίου
τοῦ ἐν τῇ Κλίμακι
29 Τοῦ ἁγίου μάρτυρος Παραμόνου
καί τῶν σύν αὐτῷ
τριακοσίων ἑβδομήκοντα μαρτύρων
30 Τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Ἀνδρέου
τοῦ Πρωτοκλήτου
Ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ θά μᾶς κάνει
τό Πνεῦμα τό Ἅγιο
Τόλμησε νά βαδίσει πρῶτος
τόν ἀληθινό δρόμο
Ἀντί ἐπιλόγου
Ὁ Θεός καλεῖ καί ἐμᾶς στόν ἁγιασμό
μέσα ἀπό κάποιον δρόμο
Ἀντί προλόγου
Ὅλα γίνονται γιά νά σωθεῖ καί νά ἁγιαστεῖ ὁ ἄνθρωπος
Ἡ σπουδαιότερη στιγμή εἶναι αὐτή πού ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό
Σήμερα εἶναι Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, καί δέν εἶναι ὑπερβολή ἄν ποῦμε ὅτι σ᾿ αὐτή τήν ἑορτή καταλήγουν ὅλες οἱ ἑορτές, καί ἀπό τήν πλευρά αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη. Γνωρίζουμε βέβαια ὅτι στή θεία Λειτουργία ἡ πιό ἱερή, ἡ πιό συγκλονιστική στιγμή, εἶναι ἡ στιγμή κατά τήν ὁποία κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί καθαγιάζει τόν ἄρτο καί τόν οἶνο. Ὁ ἄρτος γίνεται Σῶμα Χριστοῦ καί ὁ οἶνος γίνεται Αἷμα Χριστοῦ. Ὅμως, ἀπό κάποια πλευρά, ἡ σπουδαιότερη ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας, ἡ σπουδαιότερη στιγμή εἶναι αὐτή πού ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό. Κοινωνοῦμε, παίρνουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί ἑνωνόμαστε μέ τόν Χριστό κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο. Διότι ἡ θεία Λειτουργία γίνεται ἀκριβῶς γιά νά κοινωνήσουν οἱ πιστοί.
Ἔτσι καί ὅλα –ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Χριστός, ὅσα κάνει ὁ Θεός ἀπό καταβολῆς κόσμου μέχρι καί σήμερα– ἔγιναν καί γίνονται ἀκριβῶς γιά νά ἁγιαστοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ὄχι τυχαῖα λοιπόν ἡ Ἐκκλησία ἀφιέρωσε αὐτή τήν Κυριακή στούς Ἁγίους Πάντες καί ὀνομάζεται Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων. Καί γιορτάζουμε αὐτή τήν ἡμέρα καί ἁγίους ἀκόμη πού μᾶς εἶναι ἄγνωστοι, ἀλλά ὁ Θεός τούς γνωρίζει, καί τούς τιμοῦμε καί ὁπωσδήποτε ἔχουμε τίς πρεσβεῖες τους, τίς προσευχές τους καί ὁπωσδήποτε εἶναι καλό αὐτό γιά τήν ψυχή μας.
Ἔχει μεγάλη σημασία ὅμως ὅτι ὅλα ἔγιναν γιά νά ἁγιαστοῦν οἱ ἄνθρωποι. Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού ἦρθε, δέν ἦρθε ἁπλῶς γιά νά εἶναι στή γῆ, ἀλλά γιά νά ἁγιάσει τούς ἀνθρώπους. Ἦρθε στούς ἁγίους ἀποστόλους, σέ ὅλους ἐκείνους πού ἦταν μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους στό ὑπερῶο ἐκείνη τήν ἡμέρα, ἀλλά καί σέ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πίστεψαν στόν Χριστό καί πιστεύουν μέχρι σήμερα. Πιστεύουν ὅμως ἔτσι ὅπως θέλει ὁ Χριστός, καί τούς δέχεται ὁ Κύριος καί τούς ἁγιάζει. Δέν θά εἶχε ἄλλο σκοπό, δέν θά εἶχε ἄλλο λόγο ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στή γῆ, ἐάν δέν γινόταν αὐτό. Ὄχι ἁπλῶς ὁ Θεός κάνει κάποια ἔργα, ἐκδηλώνεται ἔτσι ἤ ἔτσι. Ὅλα γίνονται, γιά νά ἁγιαστεῖ ὁ ἄνθρωπος· νά σωθεῖ καί νά ἁγιαστεῖ ὁ ἄνθρωπος.
Τόν ἄνθρωπο τόν ἁγιάζει ὁ Θεός
Μεγάλη ἡμέρα λοιπόν σήμερα. Νά τό γνωρίζουμε καί νά τήν τιμοῦμε τήν ἡμέρα. Ὅμως κοντά σέ ὅλα τά ἄλλα θά ἤθελα τώρα δυό λόγια ἀκόμη νά πῶ. Θά ἤθελα δηλαδή νά τονίσουμε τοῦτο: Δέν μπορεῖ νά γίνει κανείς ἅγιος, ὅσο δυνατός, ὅσο ἡρωικός, ἄς ποῦμε, κι ἄν εἶναι, ὅσο κι ἄν ἀγωνιστεῖ σκληρά ἤ ὅσο κι ἄν διαθέτει προσόντα καί ἱκανότητες. Δέν ἁγιάζεται ἔτσι ὁ ἄνθρωπος. Τόν ἄνθρωπο τόν ἁγιάζει ὁ Θεός.
Εἶναι λάθος πού πολλές φορές τονίζουμε κάποιες ἱκανότητες ἀνθρώπινες πού ἔχουν οἱ ἅγιοι. Ἤ, εἶναι λάθος πού νομίζουμε ὅτι ἅγιοι μποροῦν νά γίνουν μόνο ὁρισμένοι, ὅτι δηλαδή ἡ ἁγιότητα εἶναι μόνο γιά μερικούς ἐκλεκτούς. Λένε πολλοί: «Ἐμᾶς μᾶς καταδίκασε ὁ Θεός» –ἔτσι νομίζουν– «δέν μᾶς ἔδωσε δυνατότητες, δέν μᾶς ἔδωσε ἱκανότητες, δέν μᾶς ἔδωσε προσόντα». Ὄχι, δέν εἶναι ἔτσι.
Τόν ἄνθρωπο τόν ἁγιάζει ὁ Θεός καί τόν ἁγιάζει διά τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου. Γι᾿ αὐτό ἦρθε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ἁγιάζεται ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τό θέλει ἀπό μέσα του. Αὐτό νά προσέξουμε: ὅσοι ἔγιναν ἅγιοι, ἔγιναν, διότι ἔτσι πίστεψαν, ἔτσι τά πῆραν τά πράγματα καί ἔτσι παραδόθηκαν στόν Χριστό. Καί ἀπό κεῖ καί πέρα βέβαια, ἔκαναν καί θαυμαστά ἔργα καί θαύματα. Ἀλλά καί πρίν ἀκόμη ἀρχίσουν νά κάνουν θαύματα, ὡς ἄνθρωποι, μέ τίς δυνάμεις τίς ἀνθρώπινες, ἔκαναν θαυμαστά πράγματα. Γιατί; Διότι τούς δέχθηκε ὁ Θεός, τούς χαρίτωσε καί εἶχαν μέσα τους τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν ὑπάρχει κανείς πού δέν μπορεῖ νά θέλει νά γίνει ἅγιος· νά θέλει ἔτσι μέ ὅλη τήν ψυχή του νά γίνει ἅγιος. Καί ὁπωσδήποτε ὅταν λές: «θέλω, ἐπιθυμῶ, ποθῶ», ὁπωσδήποτε βάζεις τόν ἑαυτό σου σ᾿ αὐτόν τόν δρόμο.
Ἑπομένως καί αὐτός ἀκόμη ὁ ὁποῖος δέν ἔχει ἱκανότητες, δέν ἔχει τάλαντα, μπορεῖ νά θέλει νά γίνει ἅγιος. Δέν περιμένει ὁ Θεός δέκα τάλαντα ἀπό ἐκεῖνον στόν ὁποῖο ἔδωσε δύο, οὔτε περιμένει τέσσερα τάλαντα ἀπό ἐκεῖνον στόν ὁποῖο ἔδωσε ἕνα. Περιμένει αὐτό τό λίγο πού σοῦ ἔδωσε. Δηλαδή τό νά ἐπιθυμεῖς, νά ποθεῖς τή σωτηρία σου, τό νά ἐκδηλώνεις αὐτόν τόν πόθο σου, αὐτή τήν ἐπιθυμία σου μέ ὅλες σου τίς δυνάμεις –ἔστω τίς λίγες πού ἔχεις– καί νά μή διαθέτεις τόν ἑαυτό σου δεξιά καί ἀριστερά, νά μή διαθέτεις τόν ἑαυτό σου ἁπλῶς στό νά ἀπολαύσεις τή ζωή, τά ὅποια πράγματα τῆς ζωῆς.
Τότε παίρνει νόημα ἡ ζωή, ὅταν μπεῖς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ
Ἐδῶ εἶναι τό θέμα. Μή λέμε λοιπόν –γιατί ἐπιπλέον ἁμαρτάνουμε– ὅτι τάχα ὁ Θεός μερικούς ἀπό ἐμᾶς μᾶς ἀδίκησε, δέν μᾶς ἔδωσε, μᾶς στέρησε ἤ μᾶς στερεῖ τή δυνατότητα νά ἁγιάσουμε. Κομμάτια νά γίνει ὁ ἄνθρωπος, δέν ἁγιάζεται, ἄν δέν τόν ἁγιάσει ὁ Θεός. Ὅσες ἱκανότητες κι ἄν ἔχει κανείς καί ὅσα κατορθώματα κι ἄν κάνει, δέν ἁγιάζεται, ἄν δέν τόν ἁγιάσει ὁ Θεός. Καί ὅσο ἀδύναμος κι ἄν εἶσαι, ὅσο κι ἄν στερεῖσαι προσόντων, ἐάν σέ ἀναλάβει ὁ Θεός, μπορεῖ νά σέ ἁγιάσει. Ὁ Θεός ὅμως θά σέ ἀναλάβει, ἄν τό θέλεις, ἄν λές τό ναί καί τό δείχνεις αὐτό τό ναί –αὐτό τό «θέλω», αὐτή τήν ἐπιθυμία, τόν πόθο σου– στήν πράξη· διότι ζεῖς, δέν εἶσαι νεκρός.
Ὅλη αὐτή τή ζωή πού ἔχεις, ὅλες αὐτές τίς ὅποιες δυνάμεις ἔχεις, νά τίς βάλεις σ᾿ αὐτόν τόν δρόμο: στόν πόθο σου νά ἁγιαστεῖς. Δέν ἔχει κανένα ἄλλο νόημα ἡ ὕπαρξη τοῦ κόσμου καί δέν ἔχει κανένα ἄλλο νόημα ἡ ζωή μας σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Μπορεῖ νά νομίζουμε ἐμεῖς πώς ὑπάρχουν τόσα ἄλλα ἐνδιαφέροντα πράγματα καί τόσα ἄλλα πού μποροῦν νά δώσουν νόημα στή ζωή μας, ἀλλά ἄν τά βάλουμε κάτω, θά δοῦμε ὅτι εἶναι ἕνα τίποτε. Καί ἀπορεῖ κανείς πῶς οἱ ἄνθρωποι ἐνεργοῦν σάν νά μήν ἔχουν μυαλό.
Τί νά πεῖ κανείς; Τότε παίρνει νόημα ἡ ζωή καί τότε παίρνουν νόημα ὅλα, ὅταν μπεῖς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, στό πῶς τά ἔχει σχεδιάσει ὁ Θεός, καί συμμορφωθεῖς πρός τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν σκέφτεσαι καί ζεῖς ἔτσι, γιά σένα δέν ὑπάρχει οὔτε θάνατος οὔτε ἄλλος φόβος οὔτε ἄλλος κίνδυνος· σέ ἀναλαμβάνει ὁ Θεός. Καί ζεῖς ὅσο ζεῖς καί εἶσαι ἀκριβῶς στόν δρόμο αὐτόν πού δέν ὑπάρχει καλύτερος καί σώζεσαι καί ἁγιάζεσαι. Ἀλλά κοντά σ᾿ ἐσένα ὁπωσδήποτε καί ἄλλοι ἐπηρεάζονται καί ἄλλοι ὠφελοῦνται ἀπό σένα. Γιατί ὄχι μόνο, ὅπως λένε, ἕνας ἱερέας δέν πάει μόνος του εἴτε στήν κόλαση εἴτε στόν παράδεισο, διότι θά ἔχει καί ἄλλους μαζί του, ἀλλά –θά ἔλεγα– καί κάθε χριστιανός. Κάθε χριστιανός ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζεται καί αὐτός ἀπό ἄλλους, ἀλλά ἐπηρεάζει καί ὁ ἴδιος.
Καί ὅταν εἶσαι ἅγιος, ὅταν εἶσαι στόν δρόμο αὐτόν τοῦ ἁγιασμοῦ, ἐπηρεάζεις τούς ἀνθρώπους πρός τό καλό. Ὁ Θεός τά ξέρει αὐτά καί ὁ Θεός ξέρει πότε θά τελειώσει αὐτός ὁ κόσμος. Ὑπάρχει ὅμως ὁ κόσμος καί θά ὑπάρχει, ἕως ὅτου θά ὑπάρχει, ἀκριβῶς γιά νά ἁγιαστοῦν ὅσο τό δυνατόν περισσότεροι ἄνθρωποι καί νά εἶναι αἰωνίως μέ τόν Θεό ὅσο τό δυνατόν περισσότερα λογικά πλάσματα.
14-6-1998
10 Νοεμβρίου
Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκου
Νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας στόν δρόμο τῶν ἁγίων
Οἱ νεοφανεῖς ἅγιοι μᾶς βοηθοῦν νά πιστέψουμε ὅτι καί τό παρόν εἶναι ὅπως τό παρελθόν
Μετά ἀπό τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, νεοφανοῦς καί ἐκείνου ἁγίου, ἑορτάζουμε ἀπόψε τήν ἑορτή ἄλλου νεοφανοῦς ἁγίου, τοῦ ἁγίου Ἀρσενίου· ὡς πρός τήν κοίμησή τους, ὁ ἕνας ἀπέχει ἀπό τόν ἄλλο τέσσερα χρόνια. Τό 1920 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ ἅγιος Νεκτάριος, καί τό 1924 ὁ ἅγιος Ἀρσένιος.
Ἔχουν οἱ ἑορτές τῶν νεοφανῶν ἁγίων, τῶν ἁγίων τῶν ἡμερῶν μας, κάτι τό ἰδιαίτερο, καί πρέπει αὐτό νά τό προσέξουμε. Ὅπως βέβαια καθετί πού μᾶς συμβαίνει στή ζωή ἔχει κάτι τό ἰδιαίτερο, καί μακάριος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀκριβῶς προσέχει τό καθετί στή ζωή του. Γιατί ἔχει σημασία τό παρόν, ἔχει σημασία αὐτό πού γίνεται τήν καθεμιά στιγμή.
Ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἀναφερόμαστε στό παρελθόν, πρέπει νά ἀναφερόμαστε στήν παράδοση, καί ἀλίμονο ἐάν δέν τό κάνουμε αὐτό καί ἐάν ἡ δική μας πνευματική ζωή δέν εἶναι στήν ἴδια σειρά καί, ἄν θέλετε, στήν ἴδια ἁλυσίδα πού ξεκινάει ἀπό τόν Κύριο καί φτάνει μέχρις ἡμῶν. Πολλές φορές ὅμως λαμβάνουμε ὑπ᾿ ὄψιν ἁπλῶς τό παρελθόν, τό ἀπώτερο μάλιστα παρελθόν, ὄχι τόσο γιά νά ὠφεληθοῦμε, ὅσο γιά νά νιώσουμε ἀνεύθυνοι. Εὔκολα κανείς λέει: «Τότε, τά παλιά χρόνια, ἀλλιῶς ἦταν. Τώρα δέν μποροῦμε». Εὔκολα τό λέει κανείς, εὔκολα δικαιολογεῖται καί δέν φαντάζεται πόση ζημιά κάνει στόν ἑαυτό του.
Οἱ νεοφανεῖς ἅγιοι μᾶς βοηθοῦν νά πιστέψουμε ὅτι καί τό παρόν εἶναι ὅπως τό παρελθόν. Ἀπό μιά πλευρά γιά μᾶς ἔχει σημασία τό παρόν. Τώρα ὁ Κύριος εἶναι γιά μᾶς, τώρα ἐμεῖς εἴμαστε στόν δρόμο του, τώρα ζοῦμε, τώρα ὑπάρχουμε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, καί πρέπει νά γίνει καί στή δική μας ψυχή ὅ,τι ἔγινε καί στίς ψυχές τῶν πιστῶν οἱ ὁποῖοι ἔζησαν στήν ἐποχή τῶν ἁγίων ἀποστόλων, στούς μετέπειτα αἰῶνες, στόν προηγούμενο αἰώνα καί μέχρι τώρα. Δηλαδή καλούμαστε νά πιστέψουμε κι ἐμεῖς ἀνάλογα, νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας, μιμούμενοι ὅλους τούς ἁγίους, στόν δρόμο αὐτό καί νά μή δώσουμε ἀνάπαυση στόν ἑαυτό μας, καθώς βαδίζουμε τόν δρόμο αὐτό, ἕως ὅτου φθάσουμε στό τέλος.
Οἱ ἅγιοι, καί πιό συγκεκριμένα οἱ νεοφανεῖς ἅγιοι, εἶναι παράδειγμά μας. Ὁπωσδήποτε, πρωτίστως καί κυρίως πρέπει νά γιορτάζουμε, νά τιμοῦμε τή μνήμη τῶν ἁγίων, νά ζητοῦμε τίς προσευχές τους, τίς πρεσβεῖες τους καί νά πιστεύουμε ὅτι τίς ἔχουμε, νά πιστεύουμε ὅτι εἶναι ἐν μέσῳ ἡμῶν –πάντοτε καί προπαντός ὅταν τελοῦμε τή μνήμη τους– ἀλλά ὅμως δέν ἀρκεῖ αὐτό. Πρέπει νά μιμεῖται κανείς τούς ἁγίους.
Ὁ ἅγιος Ἀρσένιος μέ πολλή ἀγάπη καί συμπόνια θά μᾶς ἔλεγε…
Δέν ξέρω ἐσεῖς ἄν ἔχετε ἀμφιβολία· ἐγώ δέν ἔχω καμία ἀμφιβολία ὅτι, ἐάν τώρα ἦταν παρών ὁ ἅγιος Ἀρσένιος –καί εἶναι παρών, ἁπλῶς ἐμεῖς δέν τόν βλέπουμε καί δέν τόν ἀκοῦμε· διά τῆς πίστεως ὅμως μποροῦμε καί νά τόν δοῦμε καί νά τόν ἀκούσουμε– θά μᾶς ἔλεγε αὐτό: νά μιμηθοῦμε τούς ἁγίους. Θά τό ἔλεγε μέ πολλή ἀγάπη καί συμπόνια, μέ πολλή συμπάθεια, μέ πολλή κατανόηση, ὄχι ἀφ᾿ ὑψηλοῦ· ὄχι χωρίς νά νιώθει τόν καημό, τόν πόνο, τίς ἀδυναμίες τοῦ καθενός μας. Καί ἐμεῖς θά τόν νιώθαμε πολύ κοντά μας· μποροῦμε νά τόν νιώσουμε πολύ κοντά μας καί νά νιώσουμε τήν ἀγάπη του. Μέ πολλή ἀγάπη λοιπόν καί συμπόνια καί πόνο γιά μᾶς θά μᾶς ἔλεγε ὅτι αὐτός εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ, ὅτι αὐτόν ἀκολούθησε ἐκεῖνος, μιμούμενος τούς ἁγίους πού προηγήθηκαν, καί αὐτόν τόν δρόμο νά ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς.
Ἀλλά τό θέμα τώρα εἶναι πῶς πρέπει νά τά ποῦμε, γιά νά μή μείνουν αὐτά ἔτσι λόγια. Καί δέν ἐννοῶ, λέγοντας νά μή μείνουν λόγια, ὅτι ὕστερα στήν πράξη θά μείνουν λόγια. Καί αὐτή τήν ὥρα. Καί αὐτή τήν ὥρα εἶμαι βέβαιος ὅτι μέσα στήν ψυχή μας, μέσα στόν νοῦ μας ἔχουμε ἐμεῖς τά προγράμματά μας, τά σχέδιά μας, τόν σκοπό μας, καθώς θέλουμε νά ζήσουμε, θέλουμε νά κάνουμε τοῦτο, νά κάνουμε ἐκεῖνο καί σάν ξένοι τά ἀκοῦμε αὐτά. Νά πάρουμε καμιά βοήθεια βέβαια ἀπό τούς ἁγίους τό θέλουμε, ἀλλά δέν θέλουμε νά μιμηθοῦμε τόν ἅγιο Ἀρσένιο καί τούς ἄλλους ἁγίους.
Ἀπό τήν πράξη θά φανεῖ πόσο πιστεύεις
Τό θέμα δηλαδή δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι νά, τώρα τά ἀκοῦμε καί ὕστερα στήν πράξη ἴσως δέν θά κάνουμε τίποτε. Δέν εἶναι αὐτό τό θέμα. Ἅμα ἀκούσεις πραγματικά, θά κάνεις καί στήν πράξη. Ἀλλιῶς, σημαίνει ὅτι δέν ἀκοῦς. Μπορεῖ νά φτάνουν στά αὐτιά σου, ἀλλά δέν τά δέχεσαι ἤ προσπαθεῖς ὅλα αὐτά νά τά βολέψεις, νά τά κόψεις στά μέτρα σου, ἔτσι ὥστε νά μήν ἀλλάξεις, νά μή συγκινηθεῖς, νά μήν ἐπηρεαστεῖς ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἄν θυμάστε, κάποτε λέγαμε ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά πεῖ ὅτι πιστεύει περισσότερο ἀπό τήν πράξη πού κάνει. Ἄς νομίζεις ὅτι πιστεύεις καί λές «πιστεύω». Ἐφόσον στήν πράξη δέν εἶσαι σύμφωνος μέ τήν πίστη σου, ἐφόσον δέν ἐνεργεῖς σύμφωνα μέ τήν πίστη σου, σημαίνει ὅτι δέν πιστεύεις. Μπορεῖ νά τό λές, μπορεῖ νά νομίζεις μάλιστα ὅτι πιστεύεις. Δέν τό λές δηλαδή σάν νά μᾶς λές ψέματα· ὄντως νομίζεις ὅτι πιστεύεις. Ὅμως, ὅσο πιστεύεις, τόσο πράττεις. Δέν μπορεῖ νά πράττεις λιγότερο.
Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νά ἔχουμε πίστη χωρίς ἀνάλογες πράξεις, ἀκριβῶς διότι εἴμαστε ξένοι πρός αὐτά. Καί τώρα, αὐτή τήν ὥρα, φοβόμαστε νά δώσουμε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό, νά ἐμπιστευθοῦμε τόν ἑαυτό μας στόν Θεό. Καί δέν ἐννοῶ μόνο κάποιους. Καί οἱ πνευματικότεροι ἀπό μᾶς πιό πολύ εἴμαστε γαντζωμένοι στά ἐλαττώματά μας, στίς καταστάσεις μας, πιό πολύ δηλαδή βλέπουμε τή θάλασσα μέ τά κύματα παρά τόν Κύριο. Φοβόμαστε, λοιπόν. Καί ἔτσι ἡ πίστη μας, μπορεῖ νά νομίζουμε ἐμεῖς ὅτι εἶναι μεγάλη, ὅτι εἶναι δυνατή, ὅτι εἶναι βαθιά, ὅμως δέν εἶναι. Αὐτό φαίνεται στήν πράξη.
Βέβαια, δέν ἐνεργεῖ ἔτσι κανείς ἐν γνώσει του ὅτι δέν κάνει καλά, ὥστε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ὑποκριτής. Ὄχι· νομίζει ὅτι πιστεύει. «Ἔ, πιστεύω, πιστεύω», λέει, «ἀλλά νά, δέν μπορῶ νά κάνω αὐτά πού λέει τό Εὐαγγέλιο». Αὐτά ὅλα εἶναι δικαιολογίες. Μή μοῦ λές ὅτι πιστεύεις. Ἀπό τήν πράξη θά φανεῖ, ἀπό τή ζωή σου θά φανεῖ πόσο πιστεύεις.
Δέν πιστεύεις παραπάνω ἀπό ὅ,τι πράττεις. Ὅταν τάχα πιστεύεις στόν Θεό καί, ὅπως κι ἄν ἔρθουν τά πράγματα, περνᾶς τήν ἡμέρα σου σάν νά μήν ἔχεις Θεό –ἐνεργεῖς, αἰσθάνεσαι, ἡ ὅλη νοοτροπία σου εἶναι τέτοια σάν νά μήν ἔχεις Θεό– τότε ἀπό ποῦ ὥς ποῦ πιστεύεις; Πῶς πιστεύεις, ὅταν ἀφήνεις τόν ἑαυτό σου νά θυμώνει, νά ἐκρήγνυται, νά γίνεται ὑποκριτής, ὑπερήφανος, νά εἶναι ἀχάριστος, νά τά βάζει μέ ὅλους, νά κατακρίνει; Πῶς πιστεύεις; Στήν πράξη δέν πιστεύεις.
Ἐδῶ σέ ἄνθρωπο ἁπλῶς πού τόν θαυμάζουμε, πού τοῦ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη, οὔτε μᾶς πάει καθόλου τό μυαλό νά κάνουμε κάτι πού θά τόν στενοχωρήσουμε. Νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, νά ἔχουμε μέσα στήν καρδιά μας τόν Θεό καί νά κάνουμε ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού θέλει ὁ Θεός, ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού θέλει ὁ Κύριος;
Νά μᾶς βροῦν ἕτοιμους οἱ ἅγιοι νά ἀνταποκριθοῦμε καί θά μᾶς βοηθήσουν
Οἱ ἅγιοι ἔτσι πίστεψαν. Καί ὁ ἅγιος Ἀρσένιος καί ὁ ἅγιος Νεκτάριος, πού γιορτάσαμε χθές, ἔτσι πίστεψαν: Ἡ πίστη τους ἦταν ζωή, ἦταν πράξη, ἡ πίστη τους ἦταν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστη τους ἦταν ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ τους καί ἄρση τοῦ ζυγοῦ, ὅπως ἔλεγε τό εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε. Καί δέν ἔβαλε ἡ Ἐκκλησία τυχαῖα νά ἀναγινώσκεται αὐτή ἡ εὐαγγελική περικοπή (Βλ. Ματθ. 11, 27-30), ὅπου λέει ὁ Κύριος: «Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ».
Πιό μπροστά λέει ὁ Κύριος: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Ὁ ἄνθρωπος εὔκολα πιάνεται μόνο ἀπό αὐτόν τόν λόγο τοῦ Κυρίου καί δέν κάνει καί τά ἄλλα πού λέει στή συνέχεια. Καί μήν πεῖς ὅτι δέν μπορεῖς. Μπορεῖς! Ἄν κανείς ἀδρανοποιεῖται, ἄν μοιάζει σάν νά μήν μπορεῖ, δέν εἶναι ὅτι ὄντως δέν μπορεῖ· ἁπλούστατα, δέν θέλει νά δώσει τόν ἑαυτό του στόν Θεό. Θέλει νά τόν κρατήσει τόν ἑαυτό του. Ὁ Κύριος ὅμως λέει: «Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Καί γιά νά μή φοβηθοῦμε συμπληρώνει ὁ Κύριος: «Ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι».
Ποῦ θά πᾶμε, ἄν δέν τά λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν αὐτά καί τά ἄλλα καί τά ἄλλα, ὅλα ὅσα λέει ὁ Κύριος; Ποῦ θά πᾶμε; Τί θά κάνουμε; Ποιός ἅγιος παρέβλεπε κάτι; Ποιός ἅγιος ἄφηνε στήν ἄκρη κάτι; Ποιός ἅγιος ἔκανε ὅτι δέν καταλάβαινε καί ἔπαιρνε μόνο ἐκεῖνα πού τόν συνέφεραν;
Εἴθε ὁ ἅγιος Ἀρσένιος, πού ἀπόψε τόν γιορτάζουμε τελοῦντες τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὄντες ὅλοι κατά τήν ὥρα αὐτή μέσα στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί ἔχοντας παρόντα καί τόν ἅγιο, εἴθε λοιπόν ὁ ἅγιος Ἀρσένιος νά μᾶς βοηθήσει. Ξέρει ἐκεῖνος, ξέρουν οἱ ἅγιοι. Ἀλλά πρέπει νά μᾶς βροῦν ἕτοιμους νά ἀνταποκριθοῦμε, ἕτοιμους νά ὑπακούσουμε· ἕτοιμους νά ἔχουμε διάθεση, ὅ,τι κι ἄν μᾶς στοιχίσει, νά βαδίσουμε κι ἐμεῖς τόν δρόμο πού βάδισαν ἐκεῖνοι. Θά βρεῖ τρόπο ὁ ἅγιος Ἀρσένιος, πού τόν γιορτάζουμε ἀπόψε καί τόν τιμοῦμε, ἀλλά καί τόν παρακαλοῦμε καί ἔχουμε διάθεση νά τόν μιμηθοῦμε, θά βρεῖ τρόπο νά μᾶς βοηθήσει νά μποῦμε κι ἐμεῖς στόν δρόμο τόν σωστό.
10-11-1995