ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Βιβλιόδετος Τόμος | Σελίδες 320 | Διάσταση 14χ20,5 | 1998
Πατερικα
A+
A
A-

07. Ὁμιλίες – Εἰσηγήσεις

Ὁμιλίες – Εἰσηγήσεις

Εὐλαβικό  θυμίαμα στούς πολιούχους τῆς Θεσσαλονίκης Ἅγιο Δημήτριο καί Ἅγιο Γρηγόριο

 

Κεντρική διάθεση:  Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»

https://toperivoli.gr/product/ὁμιλίες-εἰσηγήσεις/

 

Περιεχόμενα

Ἀντί προλόγου  9

Α’. Ὁμιλίες

Φιλολογικό μνημόσυνο εἰς τιμήν καί μνήμην τοῦ π. Τιμο-

θέου Παπαμιχαήλ  13

«Ὅταν ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι»  47

Ὑπακοή στόν Χριστό διά τῆς Ἐκκλησίας· ὁδός σωτηρίας 55

Τί λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς περί τοῦ μεγαλο-

μάρτυρος Ἁγίου Δημητρίου  61

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος καί οἱ βαθύτεροι πόθοι τῶν νέων  71

Ὁ Θεός τοῦ Ἁγίου Δημητρίου  81

Μάρτυρες καί στίς ἡμέρες μας; Γιατί ὄχι;  89

Ἡ ζωή καί ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ 95

Ἡ Ἐκκλησία ἐν σχέσει μέ τήν Ἁγία Τριάδα  102

Τό Πάθος τοῦ Κυρίου κατά τόν Μέγα Φώτιο  127

Ὀρθοδοξία ἀλλά καί ὀρθοπραξία  148

Ὁμιλία ἐπί τοῦ 13ου λόγου τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου

στήν Γένεση  168

Β’. Εἰσηγήσεις

Μορφαί τῆς ὀρθοδόξου πνευματικῆς ζωῆς  195

Ἡ Ἁγία Τριάς καί ἡ Ἐκκλησία  225

Ἡ πνευματική ζωή τοῦ ἱερέως  247

Τό μοναχικό ἰδεῶδες στόν Μ. Βασίλειο  267

Ὁ θεσμός τῶν ἐπιτιμίων στούς περί μετανοίας Ἱερούς

Κανόνες  282

Αἱ περί ἱερωσύνης ἀπόψεις τοῦ Ἁγ. Συμεών  299

 

Ἀντί προλόγου

Στόν παρόντα τόμο περιέχονται Ὁμιλίες καί Εἰσηγήσεις πού στήν πλειονότητά τους ἔγιναν μέ τήν ἐντολή καί εὐλογία τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ τοῦ Β’. Αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη καί ἀπό τή θέση αὐτή νά ἐκφράσω εὐλαβῶς τήν βαθειά μου εὐγνωμοσύνη καί τίς εἰλικρινεῖς εὐχαριστίες μου στόν Παναγιώτατο γιά τήν τιμή πού μοῦ ἔκανε νά μοῦ δώσει τήν εὐκαιρία νά ἀσχοληθῶ μέ αὐτά τά θέματα καί νά ὠφεληθῶ τά μέγιστα.

Τό βιβλίο εἶναι προσφορά ταπεινοῦ εὐλαβικοῦ θυμιάματος στούς Πολιούχους τῆς Θεσσαλονίκης Μεγαλομάρτυρα καί Μυροβλήτη Ἅγιο Δημήτριο καί Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.

Ὁ ὑποφαινόμενος, πού ζεῖ μονίμως στήν εὐλογημένη αὐτή πόλη περισσότερο ἀπό μισό αἰῶνα, εἶχε πολλές καί ποικίλες εὐλογίες ἀπό τόν Θεό καί πιστεύει ὅτι τοῦ δόθηκαν χάρις στίς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων τῆς Θεσσαλονίκης καί μάλιστα τῶν Πολιούχων αὐτῆς.

Ὄχι μόνο τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, ἀλλά καί πολλές ἄλλες ὁμιλίες, πού ἄρχισαν ἤδη νά δημοσιεύονται ὡς «Ἀπομαγνητοφωνημένες Ὁμιλίες» μέ τόν δικό του τίτλο κάθε τόμος, ὀφείλονται στήν ἰδιαίτερη εὔνοια τῶν Ἁγίων τῆς πόλεως πρός τήν ταπεινότητά μου. Τό 1960 περίπου θά ἔφευγα, γιά κάποιους λόγους, ὁριστικά ἀπό τήν εὐλογημένη, θά πῶ πάλι, αὐτή δευτέρα πατρίδα μου. Καί ὅμως οἱ Ἅγιοι βρῆκαν τρόπο καί μέ κράτησαν γιά πάντα. Πόσο εὐγνώμων εἶμαι!

Ἐδῶ, σ᾿ αὐτήν τήν πόλη, πού οἱ Ἅγιοι μοῦ ἄνοιξαν θύρα μετανοίας καί θύρα σωτηρίας, δέχθηκα καί δέχομαι τίς «ἐπισκέψεις» τοῦ Κυρίου, πού εἶναι ἄλλοτε ἐπισκέψεις ἐν ράβδῳ καί ἄλλοτε ἐπισκέψεις γλυκασμοῦ καί εὐφροσύνης. «Τί ἀνταποδώσω τῷ Κυρίῳ περί πάντων…!» Ὑποκλίνομαι ἐνώπιόν Του μέ ταπείνωση καί μετάνοια καί συντριβή, ἐλπίζοντας ὅτι θά τύχω τοῦ ἐλέους Του ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Παρακαλῶ καί τούς ἀναγνῶστες τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, ἀλλά καί τῶν ἄλλων πού κυκλοφόρησαν ἤ θά κυκλοφορήσουν, νά προσεύχονται γιά ὅλους μας.

Πρίν κλείσω τόν προλογίσκο αὐτόν, πρέπει νά σημειώσω ὅτι δύο ἀπό τίς εἰσηγήσεις πού ἀνακοινώθηκαν σέ συνέδρια ἔξω ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, δημιουργήθηκαν καί παρουσιάσθηκαν πρῶτα ἐδῶ καί ἔπειτα βγῆκαν καί πιό ἔξω.

Παρακαλοῦμε τούς ἀναγνῶστες νά μᾶς συγχωρήσουν, πού κάθε ὁμιλία ἤ εἰσήγηση καταχωρεῖται ἐδῶ στόν γλωσσικό τύπο πού γράφθηκε στήν ἐποχή της.

π. Σ. Κ.

 

Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο

Ἰδού ἡ μεγάλη δύναμις, ἡ ἀκατάβλητος καί μυστηριώδης δύναμις τοῦ Ἀποστόλου: «Ὅταν ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι». Οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀσυνήθιστοι εἰς τοιαύτην γλῶσσαν καί εἰς τοιαύτας ἀντιλήψεις. Ἔχουν πεποίθησιν εἰς τάς ἰδικάς των δυνάμεις καί εἰς τήν ἰδικήν των σοφίαν. Δέν γνωρίζουν ὅτι, ὅταν λείπῃ ἡ κατά κόσμον δύναμις καί εἶναι κανείς ἀσθενής, τότε ὑπάρχει τόπος διά τήν θείαν δύναμιν. Ὁ Θεός μεταχειρίζεται καί καλεῖ τά μωρά τοῦ κόσμου διά νά ἐντροπιάσῃ τούς σοφούς, τά ἀσθενῆ καί τά ἀγενῆ τοῦ κόσμου, διά νά ἐξουθενώσῃ τούς ἰσχυρούς καί τούς εὐγενεῖς.

Τά λαμπρότερα καί τά συναρπαστικώτερα μέρη τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἶναι ἐκεῖνα εἰς τά ὁποῖα περιγράφει ἀπό τό ἕνα μέρος τήν θείαν δύναμιν, τήν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ του, καί ἀπό τό ἄλλο μέρος τά ἰδικά του παθήματα καί τάς ἀσθενείας καί τάς ἀνθρωπίνους ἀδυναμίας του.

Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἀπό τήν στιγμή πού γνώρισε τόν Χριστό ἀπαρνήθηκε τόν ἑαυτό του καί τά πάντα καί διά τῆς Ἐκκλησίας ἀκολούθησε τόν Χριστό. Καί ὅπως ὁ Χριστός ἔγινε ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ, ἔτσι καί αὐτός ἔγινε ὑπάκουος στόν Χριστό μέχρι τοῦ σημείου νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό.

Μέσα στήν Καταφυγή δέν δίδασκε τούς νέους ἁπλῶς γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του, ἀλλά ὁ ἴδιος, ἀκριβῶς διότι εἶχε πεθάνει ὡς πρός τόν ἑαυτό του, ἦταν Εὐαγγέλιο καί Χριστός.

Ὁ Ἅγιος Νέστωρ μαζί μέ τούς ἄλλους νέους ἄκουσαν γιά τόν Χριστό καί τόν ἀληθινό Θεό ὄχι κατά ἀφηρημένο καί θεωρητικό τρόπο. Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἦταν ἡ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Χριστός ἦταν ἡ σάρκωση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος Νέστωρ μέσα στό στάδιο μπροστά στόν Λυαῖο, μπορεῖ νά πεῖ ἄνετα: «Ὁ Θεὸς Δημητρίου, βοήθει μοι». Αἰσθάνεται ὅτι ἔτσι ὄντως ἐπικαλεῖται τόν ἀληθινό Θεό, χωρίς φόβο νά πέσει σέ πλάνη.

Τί θά ἦταν ἆραγε ἡ Θεσσαλονίκη χωρίς τόν Ἅγιο Δημήτριο καί τόν μαθητή του; Τί θά ἦταν ἡ Θεσσαλονίκη, ἐάν τίς ἡμέρες ἐκεῖνες δέν σήκωνε τό μεγάλαυχο καί ἀναιδές καί ἀσεβές καί μωρό κεφάλι ὁ ἐχθρός τῆς Ἐκκλησίας, καί στή συνέχεια δέν τσακιζόταν κατά τόν πιό πανηγυρικό καί παράδοξο τρόπο αὐτό τό κεφάλι; Ἐλογχεύθη ὁ Ἅγιος Δημήτριος, διά μαρτυρικοῦ θανάτου ἐτελείωσε καί ὁ Ἅγιος Νέστωρ. Ἀλλά αὐτό ἦταν τό ἐπιστέγασμα τῆς νίκης. «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Ἰδού τό μυστικό, ἰδού ἡ ἀλήθεια, ἰδού ὁ δρόμος. Ὁ δρόμος καί γιά μᾶς σήμερα.

Σήμερα ἡ ἐποχή μας ὁμοιάζει πολύ μέ τήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου. Οἱ θεολόγοι καί οἱ ἄλλοι, οἱ κληρικοί καί οἱ λαϊκοί, βρίσκονται μπροστά σ᾿ ἕνα δίλημμα: Νά μείνουν συντηρητικοί ἤ νά προχωρήσουν σέ νεωτερισμούς. Ἄλλοι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τή Δύση, αἰσθάνονται τόν πειρασμό νά θεωρήσουν τήν πατερική θεολογία καί ζωή ὡς ἀπηρχαιωμένη καί ἄλλοι, ἀπό ἀντίδραση στούς πρώτους, καταφεύγουν στή θεολογία τῆς ἐπαναλήψεως. Οἱ Πατέρες καί οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας ποτέ δέν βρέθηκαν μπροστά σέ τέτοιο δίλημμα. Γι᾿ αὐτούς δέν ὑπάρχει συντηρητισμός ἤ νεωτερισμός. Ὑπάρχει μόνο ἡ πραγματική ζῶσα κοινωνία μέ τό Θεό, ἡ ὁποία συντελεῖται ὄχι μέ τίς φυσικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μέ τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ὅταν κανείς μετέχει τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι οὔτε συντηρητικός οὔτε νεωτεριστής· εἶναι καινή κτίσις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.

Τελικά, ὅσοι σωθοῦν, θά γίνουν τέκνα τοῦ Θεοῦ, καί αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία. Μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ λίγο-πολύ ὁ καθένας μας πρέπει νά νιώθουμε ὅτι γεννηθήκαμε· «διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα» (Α´ Κορ. 4, 15) λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Λίγο-πολύ τελικά ἀληθινός χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ἔχει αὐτή τήν αἴσθησιν, ὅτι γεννήθηκε. Ἄλλο εἶναι νά εἶσαι ἁπλῶς μέσα στήν Ἐκκλησία, νά πᾶς καί νά ᾿ρχεσαι, ὅπως θέλεις ἐσύ, νά ἔχεις αὐτήν τήν αὐτονομία καί νά κάνεις ὅ,τι θέλεις, καί ἄλλο εἶναι νά αἰσθάνεσαι ὅτι εἶσαι μέλος τῆς Ἐκκλησίας· ἀλλά ἔτσι, μ᾿ αὐτήν τήν ἔννοια γεννημένος μέσα στήν Ἐκκλησία καί εἶσαι τέκνο τοῦ Θεοῦ, υἱός τοῦ Θεοῦ καί κάθε μέρα γίνεσαι ὅλο καί πιό πολύ τέκνο τοῦ Θεοῦ, ἕως ὅτου καταλήξουμε οἱ πάντες σ᾿ αὐτό πού λέει: Κεφαλή πάντων καί τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι ὁ Θεός (Α´ Κορ. 11, 3), καί καθώς ἐμεῖς θά εἴμεθα ἀδελφοί μέ τόν Χριστό, γιατί εἴμεθα συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ, λέει –κληρονόμοι Θεοῦ ἀλλά συγκληρονόμοι Χριστοῦ (Ρωμ. 8, 17)– ὡς τέκνα τοῦ Θεοῦ, ὡς συγκληρονόμοι ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ θά κληρονομήσουμε τήν αἰώνιο βασιλεία. Καί αὐτό σημαίνει· αἰώνια ὁ Πατέρας μας ὁ οὐράνιος θά εἶναι Πατέρας μας καί ἀπό πολύ κοντά.

Πρό τῆς ἐνσαρκώσεώς Του ὁ Χριστός δέν εἶχε σῶμα. Ἑπομένως καί ἡ Ἐκκλησία δέν ὑφίστατο πρίν ὡς σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Διά τοῦτο ὁ Χρυσόστομος τήν ὀνομάζει «κτίσιν ἑτέραν· ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παρήχθημεν». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι, ὄντως, μία νέα ὀντολογική πραγματικότης. Εἶναι καινή κτίσις, νέος κόσμος, νέος παράδεισος. Κατά τόν π. Γ. Φλορόφσκυ «ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία νέα δημιουργία τοῦ Θεοῦ, τό ζωντανόν ἀποτέλεσμα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ τόπος καί ὁ τρόπος τῆς συνεχοῦς παρουσίας Του εἰς τόν κόσμον μέχρι τέλους τῶν αἰώνων… Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός ὁ ἴδιος, ὁ Χριστός ὁλόκληρος· totus Christus».

Τό ἔργον καί ἡ ἀποστολή τοῦ ἱερέως ταυτίζεται μέ τόν ἔργον καί τήν ἀποστολήν τῆς Ἐκκλησίας, μέ τό ἔργον καί τήν ἀποστολήν τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἱερωσύνη δέν εἶναι ἕν βιοποριστικόν ἐπάγγελμα. Ἀνέκαθεν ὁ ἱερεύς ἐξηρτᾶτο οἰκονομικῶς ἀπό τό ποίμνιόν του. Καί δι᾿ αὐτόν καί διά τήν οἰκογένειάν του ἐμερίμνα τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδικόν του ἔργον ἦτο νά προσφέρῃ εἰς τούς ἀνθρώπους ἐκεῖνο τό ὁποῖον οὐδείς ἄλλος δύναται νά δώσῃ, ὁσηνδήποτε καλήν διάθεσιν καί ἄν ἔχῃ, ὁσαδήποτε μέσα καί ἄν διαθέτῃ. Οὐδεμία πολιτεία ἤ κοινωνία ἤ ἐπιστήμη ἤ φιλοσοφία ἤ σύστημα δύναται νά δώσῃ εἰς τόν ἄνθρωπον αὐτό τό ὁποῖον τοῦ δίδει ἡ Ἐκκλησία καί οἱ ἱερεῖς της.

Ὁ ἄνθρωπος ἔχει πολλά προβλήματα. Καί δύναται κατά τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλον τρόπον νά τά λύσῃ καί νά τά τακτοποιήσῃ κάπως. Ἕν ὅμως πρόβλημα, τό σπουδαιότερον καί κυριώτερον, ἐκ τοῦ ὁποίου ἐξαρτῶνται πάντα τά ἄλλα, εἶναι τῶν ἀδυνάτων ἀδύνατον νά τό λύσῃ δι᾿ ἰδίων δυνάμεων. Τό πρόβλημα αὐτό εἶναι ἡ ζωή του. Ποίαν ζωήν ζῇ, τήν πνευματικήν ἤ τήν ψυχικήν; Καί τήν μέν σαρκικήν ἤ ψυχικήν ζωήν δύναται νά ζήσῃ, ἀλλ᾿ αὕτη εἶναι νεκρά ζωή. Τήν δέ πνευματικήν ζωήν δέν δύναται νά ζήσῃ δι᾿ ἰδίων μέσων καί συστημάτων. Ταύτην τήν χορηγεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό Ὁποῖον πάλιν παρέχεται ἐν Χριστῷ. Ὅταν ζῇ τις ἐν Χριστῷ, ἔχει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὅταν ἔχῃ τό Ἅγιον Πνεῦμα, ζῇ ἐν Χριστῷ. Οὕτως εἶναι εἰκών τοῦ Θεοῦ, εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος· ζῇ τήν πνευματικήν ζωήν.

Εἰς ὅλον αὐτό τό ἔργον ὁ ἱερεύς ἔχει μοναδικόν καί ἀναντικατάστατον ρόλον. Γινόμεθα κοινωνοί τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁλοκλήρου τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, ἅτινα τελεῖ ὁ ἱερεύς. Ἑπομένως τήν πνευματικήν ζωήν τήν δίδει ὁ Χριστός διά τῆς Ἐκκλησίας, διά τῶν ἱερέων. Διά τοῦτο ὁ ἱερεύς πρέπει πρῶτος νά ζῇ τήν πνευματικήν ζωήν, πρῶτος νά εἶναι εἰκών τοῦ Χριστοῦ, εἰκών τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά νά βοηθήσῃ καί τά πνευματικά του τέκνα νά γίνουν πνευματικοί ἄνθρωποι, ζωνταναί καί πραγματικαί εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ.

Πῶς ὅμως δύναται ὁ ἱερεύς νά ζήσῃ τήν πνευματικήν ζωήν; Ὅπως γνωρίζομεν, ἡ διά τοῦ βαπτίσματος παρεχομένη νέα ζωή δέν λέγεται γέννησις, ἀλλ᾿ ἀναγέννησις· οὔτε δημιουργία, ἀλλ᾿ ἀναδημιουργία· οὔτε πάλιν πλάσις, ἀλλ᾿ ἀνάπλασις. Διότι τῆς νέας αὐτῆς ζωῆς προηγεῖται ὁ θάνατος τῆς παλαιᾶς ζωῆς, τῆς ψυχικῆς ἤ σαρκικῆς ζωῆς. Ἡ πνευματική ζωή ἐμφανίζεται ἐκεῖ ὅπου προηγήθη ὁ θάνατος τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, καί διατηρεῖται καί αὐξάνεται ἐκεῖ ὅπου συνεχίζεται ὁ θάνατος αὐτός. Εἶναι τῶν ἀδυνάτων ἀδύνατον νά ὑπάρξῃ πνευματική ζωή ἐκεῖ ὅπου δέν βιοῦται ὁ θάνατος τῆς νεκρᾶς ζωῆς ἤ καλύτερον ὁ θάνατος τοῦ θανάτου.

Δι᾿ αὐτό καί ἡ ὀρθόδοξος πνευματική ζωή εἶναι καρπός τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς, τοῦ θανάτου τῆς νεκρᾶς ζωῆς. Ζῇ τις πνευματικῶς, ὅταν δέν ζῇ αὐτός ὁ ἴδιος, ἀλλά ζῇ ἐν αὐτῷ ὁ Χριστός.

Ὁ Ἅγιος Συμεών (ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης) θεμελιώνει τήν ἱερωσύνη στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί στό ἔργο του. Ο Χριστός ἐνηνθρώπησε, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Ἀλλά δέν ἦταν δυνατόν νά μένει ὁ σαρκωθείς πάντοτε μέ ἐμᾶς, γιατί μετά τό ἐπιτίμιο πού δόθηκε στόν Ἀδάμ, ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔλαβε ὅρο ζωῆς, καί ἐπειδή δέν ἦταν δυνατόν, ἀφοῦ ἀθανάτισε διά τοῦ θανάτου τήν σάρκα, νά φαίνεται πάλι στούς θνητούς, καί μάλιστα στούς ἀσεβεῖς καί ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους, καί νά ἐνεργεῖ τήν ἀνάπλασή τους –γιατί αὐτό θά ἦταν ἀνάξιο τοῦ θείου καί ἀφθάρτου καί ἀλήπτου ἐκείνου σώματος– γι᾿ αὐτά καί ἄλλα ἀνελήφθη στούς οὐρανούς. Ὅμως ἐμεῖς οἱ σωζόμενοι ἔχουμε ἀνάγκη τοῦ σώζοντος. Διά τοῦτο αὐτός (ὁ Κύριος) ἔδωκε τήν Χάρι τῆς σωτηρίας πάλι σέ ἀνθρώπους τῆς δικῆς μας φύσεως, πού εἶναι ὁμοιοπαθεῖς καί ἔχουν ἀνάγκη καί αὐτοί σωτηρίας, ὅπως καί ὅταν θέλησε ὁ ἴδιος νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ἄνθρωπος ἔγινε πάλι καί ὄχι ἄγγελος, καί δέν ἔδωκε αὐτή τήν Χάρι στούς ἀγγέλους. Ἔτσι ἀποκατέστησε σωτήρας ἀντ᾿ αὐτοῦ καί πλάστας ψυχῶν καί ὁδηγούς πρός τόν οὐρανό καί φῶς καί ζωή καί πατέρας καί ποιμένας καί φύλακας, τούς ἱερεῖς, καί τούς ἐπλούτισε μέ τήν δική Του δύναμη, ὄχι μόνο γιά τόν ἑαυτό τους, ἀλλά καί γιά τούς ἄλλους. Γι᾿ αὐτό, προτρέπει ὁ Ἅγιος Συμεών: ἄς φροντίσουμε οἱ ἱερεῖς νά φανοῦμε ἄξιοι τοῦ ὕψους τοῦ μυστηρίου, ὅπως ἁρμόζει σέ ἐκείνους πού ἀξιώθηκαν ἐπί τῆς γῆς νά ἔχουν δύναμη καί Χάρι Θεοῦ.