ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Βιβλιόδετος Τόμος | Σελίδες 154 | Διάσταση 12,5χ20,5 | 2021
Αγιολογικα
A+
A
A-

47. Ὁ Χριστός κυβερνάει τόν κόσμο! Ὁμιλίες ἐσχατολογικοῦ περιεχομένου

Χριστός κυβερνάει τόν κόσμο!

μιλίες

σχατολογικοπεριεχομένου

π. Συμεών Κραγιόπουλος

Στίς ἡμέρες μας εἶναι πλέον ἔκδηλα τά σημάδια τῆς ἀποστασίας, τῆς ἀπομακρύνσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Θεό. Ὁ ὁμιλητής μᾶς προκαλεῖ νά προβληματιστοῦμε ὑπεύθυνα πάνω στό θέμα τῶν ἐσχάτων καί μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι αὐτόν πού ἀγαπάει τήν ἀλήθεια, θά τόν φυλάξει ὁ Θεός, ὥστε νά ξεφύγει ἀπό τήν πλάνη καί τίς παγίδες τοῦ πονηροῦ καί νά σωθεῖ τελικά. (2021)

Κεντρική διάθεση: Ἐκδόσεις «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας»

https://toperivoli.gr/product/ο-χριστός-κυβερνάει-τον-κόσμο-ομιλίες/

Περιεχόμενα

Εσαγωγικό σημείωμα 

Στίς μέρες μας ρχισε ἡ ἀποστασία

Ἡ ἀποστασία: μιά οὐσία ναρκωτική

«Εἶμαι τοῦ Θεοῦ ἤ δέν εἶμαι;»

Ἄν ὁ Θεός δεῖ μετάνοια ἀληθινή

Γίνεται μιά ἰσοπέδωση 

Ἐπηρεάζει τόν καθένα ἡ μυστική δύναμη τῆς ἀνομίας

Ἐάν εἶσαι πιασμένος ἐν ἀληθείᾳ ἀπό τόν Χριστό… 

Περνώντας μέσα πό λα ατά… 

Ἡ ἀποστασία θά φτάσει στό ἔπακρό της

Ὅποιος ἔχει μέσα του τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ…

Θά γίνει αὐτό τό ξεκαθάρισμα

«Ἀπό τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς»

Συντονίζεται ζωή σου μέ τό πνεμα τς κκλησίας; 

Γιά νά ζήσεις ὡς χριστιανός χρειάζεται φιλότιμο

Ἡ ἀποστασία: ὁ κόσμος θά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Θεό

…ἀλλά ὅμως ὑπάρχει ἕνα ἐμπόδιο

Νά μή διστάσουμε νά εἴμαστε χριστιανοί ἑκατό τοῖς ἑκατό

«Τί πειράζει νά κάνω αὐτό; Τί πειράζει νά κάνω ἐκεῖνο;»

«Θεέ μου, ἐγώ καθόλου δέν εἶμαι ὅπως μέ θέλεις»

«Θεέ μου, κάπου ἐκεῖ θυμήσου καί ἐμᾶς»

Στήν κκλησία νά φυτευθομε, στόν Χριστό νά ριζώσουμε

Πολύ σοβαρό θέμα ἡ πλάνη

Ἔρχεται μετά ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ

«Μή θροεῖσθε, μή φοβάστε»

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μέσα στόν κόσμο ἕνας ἄλλος τόπος

Ὅλα ὁ Θεός τά ἀφήνει νά γίνουν τόσο ὅσο χρειάζεται

Κάτι ἔχουμε πάθει

Μέσα στίς δυσκολίες θά μαρτυρήσει κανείς τό Εαγγέλιο

Οἱ πόνοι τῆς φανερώσεως τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ

Τό Εὐαγγέλιο γίνεται ζωντανό μέσα σέ ἄνθρωπο

Ἀλλά τί θά πεῖ προετοιμασία;

Ὁ Θεός ἐπεμβαίνει τό τελευταῖο χιλιοστό τοῦ δευτερολέπτου

«Μήπως πλανμαι;»

Ὅλα ὁ Κύριος τά προέβλεψε.

Δέν πρέπει νά παραξενευόμαστε

Ποιοί εἶναι οἱ ψευδοπροφῆτες

Ἀφήνουμε τό Εὐαγγέλιο νά μᾶς ἀλλάξει;

Δέν μπορεῖ νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἀγάπη, ὅταν ὑπάρχει ἡ ἀνομία

Ὅποιος ἔχει κουράγιο νά μαρτυρήσει, αὐτός ὑπομένει

ντί πιλόγου

Δέν εἶναι καιρός γιά φόβους καί λιποψυχίες

 

Εσαγωγικό σημείωμα

«Ὅλα αὐτά πού γίνονται καί θά γίνουν τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός καί εἶναι χρήσιμα· δέν μποροῦν νά μᾶς βλάψουν καθόλου. Ἴσα-ἴσα θά μᾶς ὠφελήσουν, ἐάν ἐμεῖς πιστεύουμε στόν Χριστό. Ἔτσι, θά εἴμαστε εὐάρεστοι στόν Θεό καί θά νιώσουμε ὅτι τώρα πιό πολύ εἴμαστε στά χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Χριστός κυβερνάει τόν κόσμο. Καί χάνει τό πολύ ἐνδιαφέρον πού νομίζουμε ὅτι ἔχει ἡ ἐδῶ ζωή· πού ἐδῶ στή ζωή αὐτή ὅλα καλά εἶναι, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι μᾶς ἑτοιμάζουν γιά τήν αἰώνια ζωή. Ἔτσι, ἀπό τό ἕνα μέρος ἡσυχάζουμε, καί φεύγει ὁ φόβος, καί ἀπό τό ἄλλο μέρος ξυπνᾶ ἡ ψυχή μας.«

»Ἀπό κάποια πλευρά ἡ ἐποχή ἡ δική μας ἴσως εἶναι ἡ δυσκολότερη ἀπό ὅλες τίς ἐποχές. Διότι, στίς παλαιότερες γενεές, στούς παλαιότερους αἰῶνες καί καιρούς τό κακό προερχόταν ἀπ᾿ ἔξω, εἴτε στά πρῶτα χρόνια πού ἦταν οἱ διωγμοί, εἴτε ὕστερα πού ὑπῆρχε γενικότερα ἡ εἰδωλολατρία καί ὅποιες ἄλλες δυσκολίες καί ἐμπόδια. Σήμερα τό κακό εἶναι μέσα στόν ἄνθρωπο. Δηλαδή ἐπιδρᾶ τό ὅλο πνεῦμα τῆς ἐποχῆς καί ἀλλοιώνει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ὅλο ψυχοσωματικό ὀργανισμό του. Δέν ὑπῆρχαν τέτοια φαινόμενα στίς παλαιότερες ἐποχές· σήμερα εἶναι αὐτά: τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει τή δυνατότητα νά ἀπολαμβάνει τό καθετί, νά γνωρίζει πολλά πράγματα διά μέσου τῶν μέσων ἐνημερώσεως καί κυρίως τό ὅτι πλέον ἔχει γίνει κατάσταση, εἶναι δεδομένο αὐτό, ὅτι εἶναι ἐλεύθερος κανείς νά κάνει ὅ,τι θέλει, νά φρονεῖ ὅ,τι θέλει –δέν μπορεῖ νά τόν ἐμποδίσει κανένας· ἔχει δικαίωμα. Καί ἔχει ξυπνήσει μέσα στόν κάθε ἄνθρωπο ὅλο τό ἀρνητικό ὑπόβαθρο, τά ὅποια κατακάθια ὑπάρχουν μέσα του.«

»Καθώς ἔτσι θά πάει ἡ ἀνθρωπότητα, καί ὅλοι ἐπηρεαζόμαστε ἀπό τό ὅλο πνεῦμα τῆς ἀνθρωπότητος, δέν θά ξεκαθαρίσει ἡ ἤρα ἀπό τό σιτάρι πού λένε, δέν ξεκαθαρίζει κανείς τά πράγματα, ἐάν δέν περάσει ἀπό καμίνι –φωτιά– καί ἀπό νερό –διήλθομεν διά πυρός καίδατος. Γι᾿ αὐτό καί ὅποιος, χωρίς νά περιμένει νά συμβοῦν τά ὅποια γεγονότα συμβοῦν, τά πάρει ἔτσι ταπεινά, ἔντιμα, ἀληθινά, ἁπλά τά πράγματα, μέ πίστη, δέν θά τά περάσει ὅλα αὐτά τά δεινά. Θά τά βλέπεις νά γίνονται στήν ἀνθρωπότητα, στήν οἰκουμένη καί ἐσύ θά εἶ σαι, τρόπον τινά, ἀπ᾿ ἔξω θεατής· δέν θά σέ ἀγγίξουν. Ἄς τό ἔχουμε καί αὐτό ὑπ᾿ ὄψιν: θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά γίνει… –καί τί δέν θά γίνει!– ἀκριβῶς γιά νά ξεκαθαρίσουν τά πράγματα, ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἀπαραιτήτως ὁ καθένας θά τά περάσει. Στήν καθ᾿ ἡμέραν ζωή μας, ἐάν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ταπεινωνόμαστε –καί δέν χρειάζεται νά παθαίνουμε πρῶτα καί ὕστερα νά ταπεινωνόμαστε– δέν θά πάθουμε. Κι ἄν ἀκόμη ὁ Θεός, τρόπον τινά, ἔχει ἀποφασίσει νά πάθουμε ὁ καθένας μας, ἄν στή συνέχεια δεῖ μετάνοια ἀληθινή σ᾿ ἐμᾶς, δέν θά πάθουμε. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβη μέ τόν βασιλιά Ἐζεκία.«

»Ἐπιτρέψτε μου νά πῶ ὅτι δέν εἶναι καιρός γιά φόβους καί λιποψυχίες, καιρός γιά νά δείξουμε μέ τή στάση μας ὡς χριστιανοί ὅτι δέν ἔχουμε Θεό δυνατό. Ἔχουμε Θεό μέ ἄκρα εὐσπλαχνία· εὐσπλαχνία χωρίς ὅρια. Ὅταν κυριευτεῖ κανείς –ὁ λαός– ἀπό ἡττοπάθεια, δειλία, φόβο, ἀπόγνωση καί ἀπελπισία, αὐτό εἶναι τό μεγάλο κακό. Ὅταν ὅμως διατηρεῖ κανείς μέσα του τήν πίστη, τήν ἀγάπη του στόν Θεό, αὐτό δέν εἶναι κακό, ἀλλά εἶναι μεγάλη χάρη· ἔστω κι ἄν ὁ Θεός θά ἐπιτρέψει ὁ λαός αὐτός νά μαρτυρήσει καί νά ὑποστεῖ πολλά.«

»Ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι αὐτό πρέπει νά ἔχουμε ὡς μέλημά μας, ὡς φροντίδα μας: πῶς πράγματι μέσα μας θά κρατήσουμε τόν ἀληθινό Θεό, τόν Κύριο, ὁ ὁποῖος θά μᾶς ἐνδυναμώσει καί δέν θά φοβηθοῦμε τίποτε».

***

Οἱ ὁμιλίες πού περιέχονται στό βιβλίο αὐτό ἐκφωνήθηκαν κατά καιρούς καί σέ ἀνύποπτο χρόνο πρίν ἀπό 45 περίπου χρόνια ἀπό τόν μακαριστό π. Συμεών, καθώς κύριο μέλημά του, ὡς ποιμένος τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν πάντοτε ὁ καταρτισμός τοῦ ποιμνίου. Τά ὅσα ἔχουν λεχθεῖ μέ γνώμονα τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων γίνονται ξαφνικά ἐπίκαιρα καί ἀποκτοῦν γιά μᾶς βαρύτητα καί ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, πού δέν τό εἶχαν τότε, καθώς ὅλα αὐτά μᾶς φαίνονταν μακρινά καί ἔξω ἀπό τή δική μας πραγματικότητα. Τώρα, κάτω ἀπό τήν ἀπειλή καί τόν φόβο παραδόξων καταστάσεων, ἔχουμε ἀνάγκη νά τά μελετήσουμε, γιά νά μᾶς διαφωτίσουν, νά μᾶς ξυπνήσουν ἀπό τόν λήθαργο τῆς ἀμελείας καί τοῦ βολέματος, νά μᾶς ἀφυπνίσουν, νά μᾶς στηρίξουν, νά μᾶς βοηθήσουν νά πιαστοῦμε ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία θά μᾶς ὁδηγήσει ἀπό τή γῆ στήν αἰωνιότητα.

ποσπάσματα πό τό βιβλίο

Νά ἀγαπήσουμε τήν ἀλήθεια, νά μπεῖ μέσα στήν ψυχή μας ἡ ἀλήθεια, ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ· ὄχι ἁπλῶς νά ἔχουμε μιά ψιλή πίστη, μιά θεωρητική πίστη, μιά κάποια ἐξωτερική σχέση μέ τόν Θεό, καί μέσα στήν ψυχή μας νά εἶναι ἄλλα πράγματα. Πρέπει νά μπεῖ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο γιά νά τόν μεταβάλει, νά τόν στερεώσει, νά τόν φυλάξει τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά μπορέσει νά ξεφύγει ἀπό ὅλα αὐτά καί νά σωθεῖ τελικά. Καί ἐμεῖς, ὅσοι ἄς ποῦμε ἔχουμε μιά κάποια καλή διάθεση καί μιά θέληση, βαθιά μέσα στήν ψυχή μας νά βάλουμε τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ· καί νά μή διστάσουμε νά εἴμαστε χριστιανοί, χριστιανοί ἑκατό τοῖς ἑκατό.

Εἶναι πολύ δύσκολο νά εἶναι κανείς χριστιανός στίς μέρες μας, τίμιος, ἀληθινός· νά τόν κυβερνάει ἡ ἀλήθεια. Εἶναι πολύ δύσκολο, ἐπειδή ἀκριβῶς ξεγελιέται εὔκολα κανείς· σκέφτεται: «Ἔ, τί πειράζει νά κάνω αὐτό; Τί πειράζει νά κάνω ἐκεῖνο; Τί πειράζει; Νά, καί ἄλλοι ἔτσι κάνουν».

Τί χρειάζεται; Χρειάζεται, νομίζω, νά δοῦμε καλά τήν ἀλήθεια, νά ξέρουμε ὅτι κάπως ἔτσι εἶναι τά πράγματα. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεός τά οἰκονομεῖ ἔτσι –δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά τά ἀλλάξουμε. Ἔτσι τά οἰκονομεῖ ὁ Θεός, ἔτσι θά εἶναι τά πράγματα. Ἀλλά ὁ Θεός θέλει νά σωθοῦμε καί δέν θά ἀφήσει νά γίνουν αὐτά γιά νά χαθοῦμε, σώνει καί καλά· θά χαθοῦν ὅσοι τελικά εἶναι σκάρτοι. Ὅσοι εἶναι ἀληθινοί καί ἀληθινά θά βάλουν μέσα τους τήν ἀλήθεια, δέν θά πλανηθοῦν.

Ἡ ἀποστασία πρέπει νά εἶναι αὐτό τό ὁποῖο ἀρχίζει νά διαφαίνεται· σήμερα τουλάχιστον θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἀρχίζει νά διαφαίνεται ἕνα τέτοιο πράγμα. Τί δηλαδή; Ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶναι σάν νά τούς βάζει, σάν νά τούς κάνει κάποιος ἔνεση, σάν νά τούς δίνει μιά οὐσία, ἕνα κάτι πού τούς κάνει νά γίνονται ἀποστάτες. Δηλαδή, ὅπως λέμε συχνά, ἄλλο εἶναι νά ἁμαρτήσεις καί νά τό νιώθεις αὐτό… Ἄνθρωπος ἀδύνατος εἶσαι, ἁμάρτησες· ἀλλά ἔχεις μιά ἐπίγνωση μέσα σου, ἔχεις μιά τύψη, ἔχεις μιά ντροπή, ἄς ποῦμε, καί λές: «Πῶς τό ἔκανα αὐτό;» Κι ἄν ἀκόμη δέν φτάνεις στό σημεῖο νά πεῖς: «Τί κάνω;», ὥστε νά μετανοήσεις καί νά ἀλλάξεις ζωή, ἔχεις ὅμως λίγο πολύ μιά τσίπα μέσα σου καί κρύβεσαι. Κρύβεσαι ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι τάχα εἶσαι ὑποκριτής, ἀλλά διασώζεις μιά τσίπα μέσα σου, μιά ντροπή, ἕνα κάτι στοιχειῶδες ὅτι ἁμάρτησες.

Ἡ ἀποστασία εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἀπουσία αὐτοῦ τοῦ πράγματος. Οὔτε ὁ διάβολος δέν κάνει ἔτσι! Ὁ διάβολος μπορεῖ νά εἶναι πολύ ἀρνητικός καί νά μήν ἔχει μετάνοια μέσα του, ὡστόσο ὅμως ἔχει μιά αἴσθηση ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός καί ὅτι τόν περιμένει τιμωρία, τόν περιμένει καταδίκη. Ὁ διάβολος ἔχει αὐτή τήν αἴσθηση. Δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό αὐτό. Ἐνῶ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι θά κυριευθοῦν ἀπό αὐτή τήν ἀποστασία, καρφί δέν θά τούς καίγεται. Πρέπει νά λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας ὅτι αὐτό ἄρχισε νά συμβαίνει στίς ἡμέρες μας. Δέν ἦρθε ἀκόμη ἐκείνη ἡ ὥρα, νά ποῦμε: «Ἄ, ἦρθε, ἔρχεται ὁ ἀντίχριστος, ἔρχεται ὁ Κύριος· Δευτέρα Παρουσία» –δέν ξέρουμε πότε, αὐτό τό ξέρει ὁ Κύριος– ὅμως μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ἄρχισε ἡ ἀποστασία. Καί αὐτό πρέπει νά προσέξουμε καί ὄχι νά ἀσχολούμαστε μέ τό «ἔρχεται ὁ ἀντίχριστος, δέν ἦρθε, πότε θά ἔρθει, ἀπό ποῦ ἔρχεται». Αὐτά εἶναι ἐκτός θέματος, ἄς ποῦμε, δέν εἶναι γιά σένα αὐτά, ἄσ᾿ τα· θά κανονίσει ὁ Θεός πότε θά ἔρθει τό καθετί. Ἐσύ ὅμως νά προσέξεις μήπως ἔχεις αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἀποστασίας.

«Γιατί δέν θά ρθει ἡ ἡμέρα κείνη, ν πρτα δέν γίνει ἡ ἀποστασία». Ἐννοεῖ τήν ἀποστασία ἔτσι κατά γενικό τρόπο, τήν ἀποστασία τῆς ὅλης ἀνθρωπότητος, τήν ἀποστασία τῆς ὅλης κοινωνίας. Ναί, αὐτό τό ὁποῖο λίγο-λίγο κάνει ὁ σημερινός ἄνθρωπος, καί ὁ χριστιανός μαζί, ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι εὐθέως ἀρνεῖται τόν Χριστό –νά πεῖ ἄς ποῦμε: «Ἐγώ ἀρνοῦμαι τόν Χριστό»– ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν τόν πολυνοιάζει. Ἡ ἀποστασία αὐτή δέν ἔχει γιατρειά, νομίζω, γι᾿ αὐτό καί θά ἔρθει τελικά ἡ Δευτέρα Παρουσία. Δέν γίνεται ἀλλιῶς.

Γι᾿ αὐτό, ὅσοι ἔχουμε μιά τσίπα μέσα μας –συγχωρῆστε μου τή λέξη– μέ τήν ἔννοια τήν καλή, ὅτι «Τί γίνεται; Τί γίνεται;», πρέπει πολύ σοβαρά νά σκεφτοῦμε. Διότι ὅπως καί νά ἔχει τό πράγμα, ὁ ἄνθρωπος ἔχει καί ἕνα φιλότιμο μέσα του, μιά τιμιότητα, μιά λογικότητα, αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἄνθρωπος, ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός. Ὅποιος λοιπόν διασώζει ἀκόμη ἕνα κάτι μέσα του, χρειάζεται νά διερωτηθεῖ: Εἶναι τοῦ Θεοῦ ἤ δέν εἶναι; Ἀκολουθεῖ τόν Θεό ἤ δέν ἀκολουθεῖ τόν Θεό; Κάνει τίς ἐντολές του, κάνει τό θέλημά του, ὅ,τι κι ἄν στοιχίσει; Ἤ κάνει τάχα κάποια καθήκοντα θρησκευτικά, ἀλλά κατά τά ἄλλα λίγο-λίγο ἀφιονίζεται, λίγο-λίγο ἐμποτίζεται μέ αὐτή τήν οὐσία τῆς ἀποστασίας, τῆς τελείας ἀπιστίας; Τήν οὐσία αὐτή πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν ἔχει καμιά αἴσθηση ὅτι εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ καί ὅτι ἔχει νά δώσει λόγο στόν Θεό οὔτε νά ἀναρωτιέται μήπως δέν εἶναι ὅπως τόν θέλει ὁ Θεός ὥστε νά πεῖ ἕνα “ἥμαρτον”.

Θά ἔρθει ἡ ἀποστασία λοιπόν, ἡ ἀποστασία τῆς ὅλης κοινωνίας, θά ἔρθει αὐτό τό μεγάλο κακό στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί θά τούς κάνει νά ἀποστατήσουν, νά μή θέλουν δηλαδή τόν Θεό. Προσέξτε αὐτό πού λέμε καί ξαναλέμε: Δέν θέλεις. Ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι ἁμαρτάνεις. Σέ κάνει νά μή θέλεις τόν Θεό. Ἄν ἐξετάσουμε βαθύτερα τή ρίζα τῆς ἁμαρτίας μας, τήν οὐσία τῆς ἁμαρτίας πού ὑπάρχει βαθιά μέσα στήν ψυχή μας, θά δοῦμε ὅτι δέν θέλουμε τά τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε το αὐτό. Ποιός μᾶς κάνει νά μή θέλουμε τά τοῦ Θεοῦ; Ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας. Καί αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού μᾶς φαίνονται ὕστερα δύσκολα τά τοῦ Θεοῦ, ὅτι δέν γίνονται αὐτά σήμερα, ὅτι δέν μπορεῖ νά τά κάνει κανείς αὐτά σήμερα, ὅτι ὁ κόσμος χάλασε. Καί λέμε: «Πῶς θά κάνουμε τά τοῦ Εὐαγγελίου, πῶς θά κάνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ;» Δέν θέλεις, εὐλογημένε, δέν θέλεις βαθιά μέσα σου. Καί δέν θέλεις σημαίνει ὅτι ἡ ὅλη ἐσωτερική σου κατάσταση θέλει τά τῆς ἁμαρτίας καί ὄχι τά τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ἁπλῶς ὅτι εἶσαι κυριευμένος ἀπό τήν ἁμαρτία.

Θέλεις δέν θέλεις, ὅποιος κι ἄν εἶσαι, θά πλανηθεῖς, θά πέσεις ἔξω, ὅσο κι ἄν τά ἀνοίξεις τά μάτια, ἄν δηλαδή τό πάρεις ἔτσι, ὅτι εἶσαι ἔξυπνος ἐσύ καί καταλαβαίνεις. Θά πλανηθεῖς. Θά παρασυρθοῦν ὅλοι ὅσοι, λέει ἐδῶ, βαδίζουν πρός τήν καταστροφή. Ἐφόσον εἶσαι στόν δρόμο τῆς ἁμαρτίας, στόν δρόμο τοῦ σατανᾶ, στόν δρόμο αὐτό πού θέλεις νά εὐχαριστηθεῖς, νά ἀπολαύσεις, εὔκολα θά ἀπατηθεῖς, θά ἐξαπατηθεῖς· δέν θά γλιτώσεις. Καί γιατί αὐτό; Γιατί κανείς βαδίζει πρός τήν καταστροφή; Τό κείμενο λέει: «ἀνθ᾿ ὧν τήν γάπην τς ληθείας οκ δέξαντο ες τό σωθναι ατούς». Ἐπειδή δέν ἀγάπησαν τήν ἀλήθεια γιά νά σωθοῦν. Ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια; Ἀλήθεια εἶναι ἀκριβῶς αὐτά πού λέμε: ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀλήθεια, τά τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια, καί δέν πρέπει νά ἐπηρεάζεσαι ἀπό τίποτε. Ἐάν εἶσαι ἔτσι πιασμένος ἐν ἀληθείᾳ ἀπό τόν Χριστό, δέν βαδίζεις πρός τήν καταστροφή· βαδίζεις πρός τή σωτηρία, καί θά βρεῖ τρόπο ὁ Θεός νά σέ σώσει, ὅ,τι κι ἄν γίνει. Ναί, ὅσο κι ἄν σέ μπερδέψουν, θά σωθεῖς. Ἄν ὅμως στήν κυριολεξία εἶσαι στόν δρόμο αὐτό τῆς καταστροφῆς καί δέν ἀγαπᾶς τήν ἀλήθεια, τόν Χριστό πού εἶναι ἡ ἀλήθεια, θέλεις δέν θέλεις θά παρασυρθεῖς, ὅσο ἔξυπνος κι ἄν νομίζεις ὅτι εἶσαι καί ὅσο κι ἄν τά καταφέρνεις· θά παρασυρθεῖς καί θά χαθεῖς.

«Διά τοτο πέμψει ατος Θεός νέργειαν πλάνης». Ἀκοῦτε τώρα! Ἐάν ἐσύ εἶσαι πονηρός μέσα σου καί ἁπλῶς ζητᾶς αὐτά πού θά σέ εὐχαριστήσουν καί δέν ζητᾶς τόν Χριστό πού εἶναι τό πᾶν –ὁπότε θά ἀναλάβει αὐτός ὕστερα καί τήν εὐχαρίστησή σου– θά σέ ἀφήσει ὁ Θεός, ἔτσι σάν νά σέ σπρώχνει δηλαδή ὁ Θεός, τρόπον τινά, νά εἶσαι στήν πλάνη. Τήν πλάνη θέλεις; Πάρε τήν πλάνη. Νά τό προσέξουμε αὐτό.

«Δέν θά ἔρθει ἡ Δευτέρα Παρουσία, ἐάν δέν γίνει πρῶτα ἡ ἀποστασία». Καί ἐμεῖς ἀποροῦμε γι᾿ αὐτά πού γίνονται σήμερα καί δέν τά βλέπουμε μέσα στό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, μέσα στό πνεῦμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὅτι αὐτά θά ἔρθουν, ἔτσι κι ἀλλιῶς θά ἔρθουν. «Δέν θά ρθει ἡ ἡμέρα κείνη, ν πρτα δέν γίνει ἡ ἀποστασία». Ἡ ἀποστασία εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό, πού ἀνέκαθεν βέβαια ὑπάρχει, ἀλλά θά φτάσει σέ τέτοιο σημεῖο, πού δέν θά παίρνει ἄλλο, τρόπον τινά. Θά φτάσει στό ἔπακρό της.

Ἀπό μιά πλευρά δείχνουν τά πράγματα ὅτι σάν νά εἶναι οἱ ἡμέρες μας αὐτές στίς ὁποῖες ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Σήμερα, ὄχι ἁπλῶς ἁμαρτάνουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά σάν νά ἔχει μπεῖ μέσα στό μυαλό τους, στό κεφάλι τους ἕνα πνεῦμα, ἄς ποῦμε, καί τούς ὠθεῖ νά κάνουν μόνο τήν ἁμαρτία καί τίποτε ἄλλο νά μή δέχονται.

Δέν θά ἔρθει ἁπλῶς ὁ ἀντίχριστος, ἀλλά θά χρησιμοποιήσει κάθε τρόπο γιά νά παρασύρει ὅλους αὐτούς πού βαδίζουν πρός τήν καταστροφή, «πειδή δέν γάπησαν τήν λήθεια γιά νά σωθον». Καί ἐδῶ εἶναι πού πρέπει νά ποῦμε δυό λόγια. Ὅλη αὐτή ἡ πραγματικότητα εἶναι μέσα στήν καρδιά μας. Ἐάν κανείς ἀγαπᾶ πραγματικά τόν Θεό, πιστεύει στόν Θεό, ἐλπίζει στόν Θεό καί δέν θά σαλευθοῦν αὐτά μέσα του, ὅποιος δηλαδή ἔχει τήν ἀλήθεια μέσα του, τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, αὐτός δέν θά πλανηθεῖ, δέν θά παρασυρθεῖ, καί θά σωθεῖ. Ὅποιος ὅμως ἀγαπᾶ τόν ἑαυτό του, ἀγαπᾶ τό ἐγώ του, τή φιλαυτία του καί δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό, τελικά θά παρασυρθεῖ, θά πέσει στήν πλάνη. Αὐτό κάθε μέρα γίνεται, κάθε μέρα, ἀλλά θά ἔρθει ἡ ὥρα πού θά στριμωχτοῦμε κατά τέτοιον τρόπο, πού ἄλλοι θά προχωρήσουν στήν ἀλήθεια διά τῆς ἀληθείας καί ἄλλοι θά παρασυρθοῦν στήν πλάνη. Aὐτό ὅμως γίνεται κάθε μέρα.

Προσέξτε νά δεῖτε ὅτι δέν κυβερνάει τήν ψυχή μας ὁ Χριστός, δέν ὁδηγεῖ τήν ψυχή μας ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, δέν ἐπιθυμοῦμε τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, δέν ἐλπίζουμε στόν Χριστό, δέν ἀγαποῦμε αὐτόν ἀλλά τό ἐγώ. Προσέξτε νά δεῖτε. Πίσω ἀπό τό ἐγώ κρύβεται –ποιός κρύβεται;– ὁ σατανάς, πίσω ἀπό τό ἐγώ κρύβεται ὅλο αὐτό ἐδῶ τό πανδαιμόνιο.

Καθώς ἀκούει ὅλα αὐτά κανείς, μεταξύ τῶν ἄλλων θά διερωτᾶται κιόλας: «Γιατί νά χρειάζεται ἔτσι νά ταλαιπωρηθοῦμε, ἔτσι νά πονέσουμε; Γιατί νά χρειάζεται ἔτσι νά κινδυνεύσουμε, νά προβληματισθοῦμε; Γιατί;» Δηλαδή, μοιάζει σάν νά θέλει ὁ Θεός νά μᾶς παιδέψει, σάν νά θέλει νά μᾶς βασανίσει, νά μᾶς τρομοκρατήσει, ἐνῶ δέν εἶναι ἔτσι· δέν εἶναι. Ἕνεκα τοῦ ὅτι ὑπάρχει ἡ ἁμαρτία, ὁ ἄνθρωπος θά φτάσει τελικά στήν ἀλήθεια περνώντας μέσα ἀπό ὅλα αὐτά, ἀπό ὅλες αὐτές τίς καταστάσεις πού δημιουργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας, ἀπό ὅλες τίς καταστάσεις πού δημιουργεῖ τό περιβάλλον πού ζοῦμε, ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία· πρωτίστως καί κυρίως ὅμως ἀπό αὐτά πού δημιουργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας.

Ἔτσι λοιπόν σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, καθώς εἴμαστε στήν Ἐκκλησία, θά περάσουμε ἀπό ὅλα, ὅ,τι χρειάζεται νά περάσουμε ὁ καθένας μας, καταστάσεις πού δημιουργεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας καί καταστάσεις πού δημιουργοῦνται ἀπό τό περιβάλλον. Αὐτά εἶναι ἀναπόφευκτα. Δέν πρέπει νά λέμε: «Ὤχ! Πάλι μπλέξαμε» ἤ «Πῶς μᾶς ἦρθε αὐτό καί πῶς μᾶς ἦρθε ἐκεῖνο» ἤ «Πῶς θά ἀποφύγουμε αὐτό, πῶς θά ἀποφύγουμε ἐκεῖνο». Δέν εἶναι ἔτσι. Αὐτά εἶναι ἀναπόφευκτα. Καί περνώντας μέσα ἀπό ὅλα αὐτά θά δεῖ κανείς ἄν τελικά ἔχει μέσα του τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ ἤ δέν τήν ἔχει. Καί περνώντας μέσα ἀπό ὅλα αὐτά ἀκριβῶς λαμπικάρεται κανείς, καθαρίζεται. Καί μένει σίτος Θεοῦ, γιά νά ἀλεσθεῖ καί νά γίνει ἄρτος Χριστοῦ.