Αγιολογικα
A+
A
A-

184. Τῶν ἁγίων Τριῶν Θεολόγων

Τῶν ἁγίων Τριῶν Θεολόγων

 

Σήμερα εἶναι τό πρῶτο Σάββατο τοῦ Νοεμβρίου, καί ἔχουμε καθιερώσει ἀπό χρόνια νά γιορτάζουμε αὐτή τήν ἡμέραμέξεχωριστή ἑορτή τούς τρεῖς θεολόγους, οἱ ὁποῖοι ἑορτάζονται καθένας στή δική του ἡμερομηνία. Στίς12 Ὀκτωβρίου ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, στίς25 Ἰανουαρίου ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής καί στίς 8 Μαΐου καί στίς 26 Σεπτεμβρίου.

Καί εἶναι αὐτοί οἱ τρεῖς πού ἔχουν πάρει αὐτό τό προσωνύμιο τοῦ Θεολόγου: Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ εὐαγγελιστής καί ἀπόστολος, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, πού ἔζησε τόν τέταρτο αἰώνα, καί εἶναι ἕνας ἀπό τούς τρεῖς Ἱεράρχες, καί Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, πού ἔζησε τόν δέκατο μέ ἑνδέκατο αἰώνα καί εἶναι κάτι τό ξεχωριστό.

Σκεφθήκαμε αὐτή τήν ὥρα νά ἀναφερθοῦμε γιά λίγο καί στούς τρεῖς Θεολόγους. Νά διαβάσουμε κατ᾿ ἀρχήν ἀπό τήν πρώτη  ἐπιστολήτου:τοῦ ἀποστόλου Ἰωάννου.

Ἀγαπητοί μου, ὅταν ἡ καρδιά μας παύει νά μᾶς κατηγορεῖ, ἀποκτοῦμε θάρρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Τώρα ἐμεῖς εἴμαστε χρόνια πολλά ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καί οἱ περισσότεροι ἀπό μᾶς τά τυπικά τά κάνουμε. Βέβαια, εἶναι βασικά τά τυπικά· χωρίς αὐτάδέν μπορεῖς νά γίνεις μέτοχος τῆς οὐσίας τῆς πνευματικῆς ζωῆς.Τά τυπικά εἶναι πολύ καλά, ἀλλά ἐφόσον ὅμως μέσα ἀπό τά τυπικά παίρνουμε τό πνεῦμα,  τήν ἀλήθεια, παίρνουμε τό φῶς, τή ζωή πού δίνει ὁ Χριστός.

Ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά εἶναι καθαρή –ἔτσι λέει ἐδῶ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης– νά μήν ἔχεις τίποτε μέσα σου πού νά σέ τύπτει. Τότε ἔχεις παρρησία πρός τόν Θεό, καί ὅταν προσεύχεσαι, δέχεσαι τή χάρη, τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ἐξ ὅσων γνωρίζουμε καί παρατηροῦμε, οἱ χριστιανοί δέν τακτοποιοῦν τήν καρδιά τους, δέν πολυνοιάζονται ἄν ἔχουν καθαρή τήν καρδιά τους. Ἔτσι ἐκκλησιάζεσαι, ἔτσι προσεύχεσαι, ἔτσι θά κοινωνήσεις:μέ ἀκάθαρτη τήν καρδιά σου. Ὁπότε, καί  νά προσευχηθεῖς, ἀφοῦ σέ τύπτει ἡ συνείδηση, δένθά ὠφεληθεῖς.Καί αὐτό πού θά πεῖς, θά τό πεῖς μέ φτωχή πίστη, μέ φτωχή διάθεση, μέ ἀμφιβολία, καί γι᾿ αὐτόδέν εὐλογεῖσαι.

 

Ὅταν ἡ καρδιά μας παύει νά μᾶς κατηγορεῖ, ἀποκτοῦμε θάρρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καί μᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητοῦμε, γιατί ἐκτελοῦμε τίς ἐντολές του καί κάνουμε ὅ,τι τοῦ εἶναι ἀρεστό.Νά προσέξουμεαὐτό: ὅ,τι ζητοῦμε. Ποιός δέν ζητάει; Ἀλλά ὅταν ὅμως δέν ἔχουμε καθαρή καρδιά, ὅταν δέν ἔχουμε ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, ὅταν δέν ἔχουμε φῶς μέσα μας, ὅταν δέν ξέρουμε τί εἶναι ὁ Θεός, τί εἴμαστε ἐμεῖς, τί θέλει ὁ Θεός ἀπό μᾶς, τί πρέπει νά εἴμαστε, τότεζητοῦμε ὅ,τι νά ᾿ναι. Δέν ζητοῦμε ἐκεῖνο τό ὁποῖο πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τό Θεό  καί ἑπομένως καί δέν τό παίρνουμε.

Αὐτά εἶναι ἁπλά λόγια, ἀληθινά. Καί ἔτσι εἶναι. Βέβαια, κάποιος θά πεῖ: «Ἐγώ εἶμαι ἁμαρτωλος. Τί νά κάνω;» Τό ὅτι εἶσαι ἁμαρτωλός, τό ξέρει ὁ Θεός. Καί ἐπειδή εἶσαι ἁμαρτωλός, κι ἐσύ κι ἐγώ καί ὁ καθένας μας, γι᾿ αὐτό ἦρθε, γιάνά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τήν ἁμαρτία.Ἀλλά νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τήν ἁμαρτία, ὄχι νά μᾶς ἀφήσει νά εἴμαστε πνιγμένοι μέσα σ᾿ αὐτήν. Ἑπομένως, νά σκεφθεῖς σοβαρά μέσα στήν καρδιά σου. Εἶσαι ἁμαρτωλος, ναί, ἔχεις πάθη μέσα σου, ἀλλά τί στάση παίρνεις ἀπέναντι σ᾿ αὐτά;

Σάν νά θέλεις νά τά ἔχεις, σάν νά θέλεις νά ὑπάρχουν καί αὐτά· σάν νά εἶναι κάποια πράγματα, τά πάθη δηλαδή καί οἱ ἀδυναμίες μας, πού θά μᾶς φέρουν λίγο εὐχαρίστηση ἀπό δῶ, λίγο εὐχαρίστηση ἀπό κεῖ. Πῶς θά σταθεῖς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἔπειτα γιά νάζητήσεις νά σοῦ δώσει ὁ Θεός αὐτό πού θέλεις; Θά ζητήσεις κυρίως τήν ἀγάπη, τό ἔλεος, τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, τή συγκατάβασή του. Θά ζητήσειςνά σέ συγχωρήσει ὁ Θεός, νά σέ καθαρίσει, νά σέ θεραπεύσει, νά σέ φωτίσει, νά  σοῦ δίνει ζωή ἀληθινή.

Εἶναι ἀδύνατον ὁ Θεός νά μή σκύψει ἐπάνω σου καί νά μή σοῦ δώσει τή χάρη του, ὅταν ἐσύ παίρνεις σωστήστάση. Καί θά δεῖς στήν πράξη ὅτι δέν θά ἔχεις τύψεις στήν καρδιά σου, ὅταν ἀκριβῶς κάνεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὅταν πηγαίνεις κόντρα στά πάθη σου, κόντρα στήν ἁμαρτία. Καί θέλεις δέν θέλεις, πρέπει τελικά νά πάρεις σωστή στάση ἀπέναντι στόν Θεό. Δέν μποροῦμε νά ξεγελάσουμε τόν Θεό. Οὔτε τή συνείδησή μας μποροῦμε νά ξεγελάσουμε.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ εὐαγγελιστής, ὁ ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου, καί σέ ὅλο του τό Εὐαγγέλιο καί στίς ἐπιστολές του καί στήν Ἀποκάλυψη μᾶς προτρέπει νά εἴμαστε ἀληθινοί χριστιανοί, καί ἡ ζωή μας ὅλη νά εἶναι ἐν ἀληθείᾳ.Καί σήμερα πού τόν γιορτάζουμε μαζί μέ τούς ἄλλους δύο Θεολόγους, ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά τά προσέξουμε.

 

 

 

 

Αὐτό πάρα πολύ ὅλους νά μᾶς ἀπασχολήσει. Ἔχω τήν ἀγάπη τοῦ  Θεοῦ; Τή νιώθω τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Ὁ Θεός προσφέρει τήν ἀγάπη του, ἀλλά φτάνει μέσα στήν ψυχή μου; Εἶναι  ἀδύνατον νά ἔρθει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέσα σου, πού θά σέ ζεστάνει, κι ἐσύ νά μένεις στήν ἁμαρτία. Θά φιλοτιμηθεῖς νά εἶσαι καθαρός, νά κάνεις τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, νά ἀπαρνεῖσαι τόν ἑαυτό σου, νά πηγαίνειςκόντρα στήν ἁμαρτία καί νά ἀκολουθεῖςτόν Χριστό.

 

***

Νά ἀναφέρουμε τώρα κάτι τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.

Καί οἱ τρεῖς ἅγιοι Θεολόγοι τονίζουν ὅτι εἶναι νεκρός κανείς, ἄν δέν ἔρθει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα του νά τόν ζωντανέψει. Καί παίρνει ἀφορμή ἀπό αὐτό ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί τονίζει: Μνημονευτέον τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον.Πιό πολύ νά θυμόμαστε τόν Θεό ἀπό ὅ,τι ἀναπνέουμε.

Δέν τό λέει ἔτσι τυχαῖα αὐτό. Ἔχει πείρα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Καί ὅταν θεολογοῦσε καί ὑποστήριζε τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, στηριζόταν στήν πείρα πού εἶχε ἡ Ἐκκλησία καί στήν πείρα τή δική του, τήν προσωπική, ὅτι ἔρχεται μέσα στόν ἄνθρωπο τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού εἶναι Θεός. Ἔρχεται ἡ χάρη καί αὐτή ἡ χάρη τόν ζωντανεύει τόν ἄνθρωπο. Αἰσθάνεται κανείς ὅτι εἶναι ντυμένος, καί τό ἔνδυμα πού φοράει εἶναι τό ἔνδυμα τῆς θεότητος, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ τονίζει εἰδικότερα ὅτι ἡ ταπείνωση εἶναι τό ἔνδυμα τῆς θεότητος. Γιά νά ἔρθει μέσα σου ὁ Θεός, γιά νά ἔχεις μέσα σου κρυμμένο τόν Θεό, γιά νά ἔχεις μέσα σου τόν Χριστό ζωντανά‑ζωντανά καί νά τό αἰσθάνεσαι, πρέπει νά φορᾶς αὐτό τό ἔνδυμα τῆς θεότητος, πού εἶναι ἡ ταπείνωση. Τότε ἔρχεται μέσα σου ὁ Θεός.

Γιά πολλά ἄλλα πράγματα μπορεῖ νά ἐνδιαφέρονται οἱ χριστιανοί, ἀλλά δέν ἐνδιαφέρονται καθόλου ἐάν ἔχουν ἤ δέν ἔχουν ταπείνωση, ἄν ἦρθε μέσα στήν ψυχή τους ἡ ταπείνωση.

Πῶς θά ἔρθει ὁ Θεός, πῶς θά ἔρθει ἡ χάρη, πῶς θά αἰσθανθεῖς ὅτι εἶναι μέσα σου ὁ Χριστός καί σέ ἁγιάζει, ἐάν δέν εἶσαι ταπεινός; Πῶς θά ταπεινωθεῖς ὅμως, ἐάν δέν τό θέλεις, ἐάν δέν τό σκέπτεσαι, ἐάν δέν τό ποθεῖς; Πῶς θά ταπεινωθεῖς, ἐάν δέν σέ βάλει στά χέρια του ὁ Θεός καί δέν σέ περάσει μέσα ἀπό κεῖ πού ξέρει ἐκεῖνος, γιά νά μάθεις τό μάθημα τῆς ταπεινώσεως;

Νά σκεφθοῦμε λοιπόν πολύ σοβαρά ὅτι δέν εἴμαστε ἐδῶ στόν κόσμο αὐτόν τυπικά χριστιανοί, νά κάνουμε καί κανένα σταυρό καί καμιά προσευχή, καί ἀπό κεῖ καί πέρα ἡ καρδιά μας νά εἶναι ἀκατέργαστη.

Ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο θά συναντηθοῦμε ὄντως μέ τόν Χριστό, σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο θά ἔρθει μέσα μας ὁ Χριστός, θά ἀρχίσει νά γίνεται ἡ θεραπεία, ἡ ἀναγέννηση, ὁ ἁγιασμός τῆς ψυχῆς.

Ἀπό αὐτόν τόν κόσμο θά ἀρχίσει κανείς νά αἰσθάνεται ὅτι τόν δέχεται ὁ Θεός, ἤδη τόν δέχθηκε καί τόν παρηγορεῖ καί τόν ἁγιάζει. Δέν εἶναι πολυτέλεια αὐτό, δέν εἶναι γιά μερικούς· εἶναι γιά ὅλους. Νά μήν ἀφήσουμε λοιπόν τόν ἑαυτό μας ἁπλῶς τυπικά νά εἶναι χριστιανός καί νά χάνεται μέσα σέ ὅλα αὐτά πού ἔχει ἡ παρούσα ζωή,  ὅπως κάνουν οἱ ἄνθρωποι, πού τρέχουν νά βροῦν τό ἕνα καί τό ἄλλο.

Γι᾿ αὐτό, τό βασικό γιά ὅλους μας εἶναι νά μποῦμε στόν δρόμο τῆς μαθητείας, τῆς ὑπακοῆς, στόν δρόμο αὐτόν ὅπου θά ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ γιά νά μᾶς βοηθήσει νά λυτρωθοῦμε ἀπό τό θέλημά μας, ἀπό τόν παλαιό ἄνθρωπο, ἀπό αὐτό τό θηρίο πού δαγκάνει ἀλύπητα –καθόλου δέν μᾶς λυπᾶται– καί θέλει νά θανατώσει τήν ψυχή μας. Νά μή γίνει ἔτσι. Νά μή θανατωθεῖ ἡ ψυχή μας, ἀλλά νά λυτρωθεῖ, νά ζήσει, γιά νά εὐφραίνεται αἰώνια μαζί μέ τούς ἁγίους στόν οὐρανό. Καθώς λοιπόν μαθητεύει κανείς, καθώς ὑπακούει, σιγά‑σιγά προχωράει καί βλέπει ὅτι ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἰδιαίτερα πρέπει νά προσέξει –τό θεωρεῖ ἀναγκαῖο, καθώς ἔρχεται κατά φυσιολογικό τρόπο– εἶναι ἡ προσευχή, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὄχι ἁπλῶς νά κάνεις ἕναν σταυρό, ὄχι ἁπλῶς νά σταθεῖς νά κάνεις λίγη προσευχή ἤ πότε‑πότε νά θυμᾶσαι τόν Θεό, ἀλλά νά ἔχεις ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἀκριβῶς ὅπως τό λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: νά ἐνθυμεῖται κανείς τόν Θεό περισσότερο ἀπό ὅ,τι ἀναπνέει, πιό συχνά δηλαδή· αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια. Καί ξέρουμε ὅλοι ὅτι ἀκατάπαυστα ἀναπνέουμε καί μάλιστα κατά φυσιολογικό τρόπο· δέν χρειάζεται κάν νά τό σκεφτοῦμε.

Ὅταν κανείς ἀγαπήσει τήν προσευχή, ὅταν καταλάβει καλά τί εἶναι προσευχή, ὅταν πιστέψει σ᾿ αὐτό τό δῶρο πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, καί πού μποροῦμε ἀνά πᾶσαν στιγμήν νά τό χρησιμοποιοῦμε, μετά κάνει φιλότιμο ἀγώνα νά μάθει νά προσεύχεται. Πάντοτε βέβαια μέ τή βοήθεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, πάντοτε μέσα στήν ὑπακοή, πάντοτε στόν δρόμο αὐτόν τῆς μαθητείας. Καί ἔρχεται ἡ εὐλογημένη ὥρα –κατ᾿ ἀρχήν ἔτσι τό πιστεύει κανείς καί ἔτσι τό θέλει καί ἀγωνίζεται, ἀλλά ἔρχεται ἡ εὐλογημένη ὥρα– πού ὄντως προσεύχεται κανείς ἀληθινότερα. Ἄλλος τό κατορθώνει σέ μεγαλύτερο βαθμό, ἄλλος σέ μικρότερο βαθμό, ἀνάλογα μέ τήν εὐλογία πού θά δώσει ὁ Θεός. Ὁ Θεός δίνει τήν εὐλογία κατά τό μέτρο τῆς πίστεως, καί ἔτσι προχωρεῖ κανείς.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος χρημάτισε καί πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ἀλλά πάντοτε καί ὡς πρεσβύτερος εἶχε ἀδυναμία, μέ τήν καλή ἔννοια, στό νά ἀποσυρθεῖ, νά ἀποτραβηχθεῖ, νά πάει λίγο στήν ἡσυχία, καί νά εἶναι ἀφοσιωμένος μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή στόν οὐράνιο Πατέρα, στόν Θεό.

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ φίλος του, ἦταν βέβαια μεγάλος ἅγιος, μεγάλος πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά μαζί μέ τήν κλίση γιά προσευχή εἶχε καί κλίση, ἄς ποῦμε, γιά τό ποιμαντικό ἔργο. Καί ἐνῶ ἦταν φίλοι, ἀκριβῶς σ᾿ αὐτό τό σημεῖο διέφεραν καί διαφωνοῦσαν, καθώς ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅλο καί ξέφευγε ἀπό τίς ποιμαντικές μέριμνες γιά νά πάει στήν ἡσυχία.

Ὑπάκουσε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἔγινε πατριάρχης, ἀλλά ὅταν δημιουργήθηκε μιά μή καλή κατάσταση, καθώς ἔδειξαν κάποιοι ὅτι δέν τόν ἤθελαν διότι τάχα δέν κατεῖχε τόν θρόνο κατά κανονικό τρόπο, ἄλλο πού δέν ἤθελε. Τούς ἄφησε καί ἔφυγε. Παραιτήθηκε. Καί ἀποσύρθηκε πάλι στήν ἡσυχία του, στήν ἔρημο, γιά νά προσεύχεται ἀδιαλείπτως ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Δέν τό κάνουν, ὅσοι τό κάνουν αὐτό, ἔτσι τυχαῖα. Ἀφοῦ στόν οὐρανό αὐτό θά εἶναι τό ἔργο μας. Καί καθώς τώρα δέν τό καταλαβαίνουμε, μᾶς φαίνεται λίγο βαρετό. Στόν οὐρανό τί θά κάνουμε; Συνέχεια ἡ ζωή μας θά εἶναι μιά προσευχή. Θά ἔχουμε συνέχεια ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, θά ἀνοιγόμαστε μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό, θά νιώθουμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καί ἡ ὅλη λειτουργία τῆς ψυχῆς θά εἶναι μιά προσευχή στόν Θεό, ὅπως κάνουν οἱ ἅγιοι στόν οὐρανό. Καί μακάριος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά τό κάνει ἀπό δῶ. Γι᾿ αὐτό μερικές ψυχές, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κατά εἰδικό τρόπο, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἅγιοι, ἀναζητοῦσαν τόν Θεό, προσεύχονταν σ᾿ αὐτόν, τόν ἀγαποῦσαν, ἤθελαν συνέχεια νά μιλοῦν μαζί του καί νά τόν ἔχουν μέσα τους.

 

                                ***

Νά ἔρθουμε τώρα στόν ἅγιο Συμεών καί νά διαβάσουμε ἀπό τήν πρώτη Εὐχαριστία του. Εὐχαριστῶ, προσκυνῶ καί προσπίπτω ἐμπρός σου, Κύριε τοῦ παντός καί πανάγιε βασιλεῦ. Σ᾿ εὐχαριστῶ πού κάθε αἴτησι κι᾿ ἐπιθυμία μου τήν ἱκανοποίησες γιά τό ἀγαθό, σύμφωνα μέ τίς ὑποσχέσεις πρός ἐμᾶς τούς δούλους σου, κι᾿ ἐχάρισες σ᾿ ἐμένα τόν ἀνάξιο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς περισσότερα ἀπό ὅσα ἤλπιζα κι᾿ ἐπιθυμοῦσα.

Ἔχουμε πεῖ καί ἄλλη φορά ὅτι ὄχι μόνο ὁ ἅγιος Συμεών ἀλλάὅλοι οἱ ἅγιοι λίγο πολύἔτσι νιώθουν. Μερικοί τό λένε κιόλας, ὅπως ἐδῶ ὁ ἅγιος Συμεών. Ἐνῶ οἱ περισσότεροι χριστιανοί εἶναι ὅλο παράπονο ὅτι δέν τούς ἀκούει ὁ Θεός, δέν τούς προσέχει, δέν τούς ἔδωσε τό ἄλφα, τό βῆτα, ὁ ἅγιος λέει ἐδῶ: «Μοῦ ἔδωσες περισσότερα ἀπό ὅ,τι ζήτησα. Ὅλα μοῦ τά ἔδωσες». Καί αὐτό δέν εἶναι κάτι πού γίνεται εἰδικά στόν ἅγιο Συμεών· στόν καθένα μπορεῖ νά γίνει.

 

Ὁ ἅγιος Συμεών ὅλα-ὅλα αἰσθάνεται ὅτι τοῦ τά ἔδωσε καί τοῦ τά δίνει ὁ Θεός. Καί ἡ ἀλήθεια εἶναι αὐτή. Ποῦ νά ξέρουμε ἐμεῖς τί δίνει ὁ Θεός; Ποῦ νά ξέρουμε πῶς εἶναι, ὅταν ὁ Θεός σέ χαριτώσει, σέ φωτίσει, ὅταν σέ πλημμυρίσει μέ τήν ἀγάπη του, ὅταν σέ ἀναγεννήσει καί αἰσθάνεσαι  ὅτι σέ ἔκανε δικό του; Ποῦ νά τό ξέρεις αὐτό; Ὅμως, εἶχε αὐτό ὁ ἅγιος Συμεών: πῆγε στόν Θεό καί ἔδειξε τήν ὅλη ἐμπιστοσύνη του, χωρίς νά ξέρει τί θά γίνει, τί δέν θά γίνει.

Ἡ δική μας ἡ φτώχεια σήμερα ὀφείλεται στό ὅτι, ὅπως εἴπαμε καί στήν ἀρχή, περιοριζόμαστε σέ μερικά τυπικά καί ἁπλῶς μᾶς ἐνδιαφέρει νά ζήσουμε τήν ἀνθρώπινη ζωή.  Παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς δώσει, ἀλλά γιά νά ζήσουμε ἁπλῶς τήν ἀνθρώπινη ζωή. Δέν ἀφηνόμαστε στόν Θεό νά μᾶς δώσει αὐτόςὅ,τιὡς Θεός δίνει.

Ὁ Θεός εἶναι Θεός, ἀπό αὐτόν προερχόμαστε,καί ὀφείλουμε ὑπακοή, μαθητεία καί ἐμπιστοσύνη  σ᾿ αὐτόν. Τί νά ξέρουμε ἐμεῖς; Ἀκοῦμε γιά φῶς,χαρά, ἀγάπη,καί δέν ξέρουμε τί εἶναι αὐτό τό φῶς τό θεϊκό, τί εἶναι αὐτή ἡ χαρά ἡ θεϊκή, τί εἶναι ἡ ἀγάπη ἡ θεϊκή, τί εἶναι νά σέ καθαρίσει ὁ Θεός, νά σέ συγχωρήσει, νά σέ γιατρέψει.

Μᾶς βοηθάει ὁ ἅγιος Συμεών νά συνειδητοποιήσουμε κι ἐμεῖς ὅτι εἴμαστε πολύ φτωχοίπνευματικά, ἐπειδή ἀκριβῶς ἀκοῦμε πολλά, μάθαμε πολλά πράγματα, ἀλλά ἐξωτερικά. Δέν γνωρίζουμε τήν πραγματικότητα, τήν ἀλήθεια.

Κανένας χριστιανός δέν πρέπει νά εἶναι ἕνα μίζερο, ἕνα φτωχό, ἕνα ἄχαρο πλάσμα. Κανένας.Ὁ Θεός πολύ-πολύ θέλει νά μᾶς δώσει τά ἀγαθά του, τήν χάρη του, θέλει οὔτε λίγο, οὔτε πολύ  νά μᾶς θεώσει,καί ὁ ἄνθρωπος μένει φτωχός. Καί αὐτό,ὄχι διότι τάχα φταίει τοῦτο κι ἐκεῖνο. Ἁπλούστατα, ἡ ὅλη στάση πού παίρνεις εἶναι ἀδιάφορη.