Μέθη Χριστοῦ
Ἄν μελετήσουμε τή ζωή τῶν ἁγίων, θά δοῦμε ὅτι ὅλοι οἱ ἅγιοι αὐτό ἔπαθαν: Εἶδαν τήν προσφορά τοῦ Θεοῦ, τή συγκατάβασή του, εἶδαν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς, καί μέθυσαν. Καί ἀπό ἐκεῖ καί πέρα δέν λογάριασαν τίποτε. Τούς θαυμάζουμε καί ἀποροῦμε πῶς κατόρθωσαν ὅ,τι κατόρθωσαν, πῶς ἔφθασαν ἐκεῖ πού ἔφθασαν. Ἡ ἁγία Ἀνυσία, πού κατάγεται ἀπό τή Θεσσαλονίκη, δέν εἶναι τυχαῖο πρόσωπο· εἶναι μεγάλη ἁγία. Σύν τοῖς ἄλλοις, ὅπως λέει ὁ ἐγκωμιαστής της, ὁ ἅγιος Φιλόθεος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, διακρινόταν γιά τή σύνεσή της· αὐτό πού τόσο λείπει σήμερα.
Ὁ σημερινός ἄνθρωπος, παρά τήν καλή του διάθεση, δέν μπορεῖ νά πάρει στά σοβαρά τή ζωή καί νά ἀνταποκριθεῖ. Δέν τό ἀντέχει, φαίνεται, αὐτό καί τό ρίχνει στό ρεμπελιό, στή χαλάρωση, στή φαιδρή κατάσταση. Νά εἶναι κανείς μετρημένος, συνετός, σοβαρός, νά ζεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὡς ἔχων νοῦν, ὡς λογικό πλάσμα τοῦ Θεοῦ, δέν τό μπορεῖ. Καί τελικά, ἀνοηταίνει. Βλέπετε, εἴτε κάποιες ἀρρωστημένες καταστάσεις ὑπάρχουν στόν ἄνθρωπο, καί τελικά τόν κάνουν νά ἀνοηταίνει, εἴτε ἁπλῶς ἁμαρτάνει καί γίνεται ὁ ἄνθρωπος ἀδιάντροπος καί πάλι ἀνοηταίνει.
Ἡ ἁγία Ἀνυσία λοιπόν διακρινόταν γιά τή σύνεσή της, ὅπως ἐπίσης καί γιά τό γενναῖο φρόνημά της. Ὅπως ξέρετε, οἱ ὑμνογράφοι, οἱ συναξαριστές, οἱ γράφοντες τούς βίους τῶν ἁγίων, στή γυναίκα προσέχουν κυρίως τό γενναῖο φρόνημα. Αὐτή ἡ κόρη, πού ἦταν ἀπό πλούσια οἰκογένεια, ἀπαγκιστρώθηκε, ἀπογυμνώθηκε ἀπό ὅλα καί ὑπηρέτησε πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Διότι ὅποιος βρίσκει τόν Χριστό καί ζεῖ ἐν Χριστῷ, δέν τό ἀλλάζει αὐτό μέ τίποτε. Μεθάει ὁ ἄνθρωπος, τρελαίνεται! Ναί, δέν τό ἀλλάζει μέ τίποτε.
Καί τελικά, ἡ ἁγία μαρτύρησε κιόλας. Γνώριζε ὅτι ἀνά πᾶσαν στιγμήν μποροῦσε νά συμβεῖ κάτι τέτοιο καί ἦταν ἀποφασισμένη. Γι᾽ αὐτό καί, ὅταν ἦρθε ἐκείνη ἡ ὥρα, δέν παραξενεύτηκε· μάλιστα, προκάλεσε τόν δήμιο, ὅπως ξέρετε. Βλέπει ἐδῶ κανείς, ὅπως καί σέ ὅλους τούς ἁγίους, τό γενναῖο φρόνημα, ὄχι μόνο ὡς ἐξωτερική ἐκδήλωση ἀλλά καί ὡς ἐσωτερική κατάσταση, τό ὁποῖο φρόνημα φυγαδεύει κάθε διάθεση, ἐνέργεια καί κίνηση μικρότητος.
Ἀντίθετα, βλέπει κανείς στίς σημερινές ψυχές –ἄς μήν πῶ στή γυναικεία ψυχή ἰδιαίτερα– αὐτή τήν τσιγκουνιά, τή φτώχεια, τή μικρότητα. Κάθεται δηλαδή κανείς καί παιδεύεται μέ πράγματα πού θά μποροῦσε καθόλου νά μήν τά προσέξει· ὄχι τοῦτο, ὄχι ἐκεῖνο, ὄχι ἔτσι, ὄχι ἀλλιῶς.
Φαίνεται, ὁ Θεός ἔκανε τήν κάθε ψυχή νά εἶναι γενναία, ἀλλά γίνεται γενναία ἡ ψυχή ὄχι γιατί μπορεῖ νά εἶναι γενναία, ἀλλά γιατί μεθάει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ μέθη αὐτή πού κάνει γενναία τήν ψυχή. Ὁποιαδήποτε ψυχή θέλει νά σταθεῖ στά πόδια της, πρέπει νά γίνει γενναία. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει τίποτε χειρότερο ἀπό τόν σημερινό ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος παγιδεύεται μέσα στή φιλαυτία του σάν μέσα σέ ἱστό ἀράχνης. Ἕνα δυνατό ἔντομο ὅμως οὔτε κάν ὑπολογίζει τήν ἀράχνη.
Σκεφθεῖτε νηφάλια, μέ ἠρεμία, καί θά δεῖτε πόσες μικρότητες ὑπάρχουν μέσα στήν ψυχή. Ἡ ὅλη νοοτροπία, ἡ ὅλη στάση, ἡ ὅλη ἐνέργεια εἶναι ἔτσι. Ὅλα τά εἶχε ἡ ἁγία Ἀνυσία, καί νέα ἦταν καί πλούσια, ἀλλά ἀπαγκιστρώθηκε ἀπό ὅλα καί τά ἔδωσε, τά θυσίασε ὅλα, καί τελικά μαρτύρησε κιόλας γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτό ἀποκαλεῖται ὁσιομάρτυς, ὅπως ἀναφέρει τό συναξάρι της.
30-12-1988