Μοναχισμος
A+
A
A-

287. Ὁμιλία τῆς Προηγουμένης Φιλοθέης μοναχῆς κατά τήν ἐνθρόνιση τῆς νέας Ἡγουμένης Θεοπίστης μοναχῆς

Ὁμιλία τῆς Προηγουμένης Φιλοθέης μοναχῆς κατά τήν ἐνθρόνιση τῆς νέας Ἡγουμένης Θεοπίστης μοναχῆς

Σεβασμιώτατε Ἅγιε Γρεβενῶν,

Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τῆς Παναγίας, μέ τίς εὐχές καί εὐλογίες τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Ἀνθίμου, καί τοῦ μακαριστοῦ καί ἀειμνήστου πνευματικοῦ μας, πατρός Συμεών, αὐτή τήν ὥρα φτάσαμε στό τέλος μιᾶς ἀρχῆς πού ἄρχισε πρίν 36 καί πλέον χρόνια, μέ τή σύσταση τότε μιᾶς ὀλιγάριθμης, ἄτυπης ἀδελφότητος. Ἄτυπης μέν πολιτειακά, ἔγκυρης ὅμως ἐκκλησιαστικά, γιατί μέ ἐντολή καί εὐλογία τοῦ τότε ποιμενάρχου Θεσσαλονίκης, τοῦ μακαριστοῦ Παντελεήμονος τοῦ Β′, ἔγιναν κατά τρόπο πολύ ἀπρόσμενο καί θαυμαστό οἱ πρῶτες τέσσερις κουρές.

 Ἀργότερα τό ἄτυπο αὐτό μικρό κοινόβιο, μέ τήν εὐθύνη καί τήν ἀκάματη φροντίδα τοῦ σεβαστοῦ Γέροντός μας π. Συμεών, ἔλαβε πλήρη ἐκκλησιαστική καί νομική κάλυψη καί ἔκτοτε λειτουργεῖ μέσα στά θεσμικά πλαίσια τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς πολιτείας.

Συγκεκριμένα τόν Μάρτιο τοῦ 1993 κατά τρόπο πάλι πολύ θαυμαστό, ὁ ἴδιος ὁ Μητροπολίτης Παντελεήμων ὁ Β′ ἐνέκρινε τό Καταστατικό τοῦ Ἡσυχαστηρίου, καθώς καί τήν ὁριστικοποίηση τῆς πρώτης προσωρινῆς Γερόντισσας, τῆς ταπεινότητός μου δηλαδή, καί ἀπό τότε τό κοινόβιο πορεύτηκε ὁμαλά καί ἀπρόσκοπτα μέχρι καί σήμερα πού τελείωσε τό πρῶτο στάδιο –ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε– τῆς κοινοβιακῆς διαδρομῆς του.

Ἐλπίζουμε καί τό εὐχόμαστε ἀπό καρδίας, μέ τίς εὐχές τοῦ Ποιμενάρχου μας καί τό ἀμέριστο ἐνδιαφέρον Του πού μᾶς μεταγγίζει σιγουριά καί ἀσφάλεια, μαζί μέ τίς δικές σας, Σεβασμιώτατε, εὐχές, νά συνεχίσει τήν πορεία του μέ τά ἴδια δεδομένα καί τό ἴδιο πνεῦμα πάνω στά στέρεα θεμέλια πού ἔθεσε ὁ σοφός καί πολύπειρος ἱδρυτής του, ὁ π. Συμεών.

Σεβασμιώτατε, πολλά καί ποικίλα αἰσθήματα χαρμολύπης μέ συνέχουν αὐτή τήν ὥρα, τά ὁποῖα δέν εἶναι δυνατόν νά ἐκφραστοῦν μέ λόγια. Αὐτά ἀνήκουν μᾶλλον στόν ἀνέκφραστο χῶρο τῆς ψυχῆς μου. Λύπη, πόνος, χαρά, εὐγνωμοσύνη, ἴσως καί κάποια ἀπορία ἤ, καλύτερα, κάποια ἱερή ἀγωνία γιά τή μελλοντική ἐξέλιξη τῆς Ἀδελφότητος μέσα στά πλαίσια τοῦ ὑγιοῦς μοναχισμοῦ, ὅπως μᾶς τόν δίδαξε μέ τόν λόγο του καί τό παράδειγμά του ὁ μακαριστός Γέροντάς μας, ὁ π. Συμεών, εἶναι τά πρῶτα πού κυριαρχοῦν τόν τελευταῖο καιρό μέσα μου.

Προσωπικά τό βίωμα αὐτῆς τῆς συγκεκριμένης ὥρας τό νιώθω ὡς τό πιό σοβαρό καί συγκλονιστικό καί σάν τόν τελικό μᾶλλον σταθμό τῆς ζωῆς μου. Ἤδη, κατά τό ψαλμικό, μπῆκα στή δεκαετία τοῦ πόνου καί τοῦ κόπου καί εἶναι ἑπόμενο –παρά τήν καλή μου διάθεση καί προθυμία– νά μήν μπορῶ νά ἀνταποκρίνομαι μέ τούς ρυθμούς πού ἀνταποκρινόμουν μέχρι πρό τινος στίς πολλαπλές ἀπαιτήσεις τοῦ κοινοβίου. Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ πρῶτος λόγος πού μέ ὁδήγησε στήν παραίτηση ἀπό τή διακονία τῆς ἡγουμενίας. Γιά νά μήν ἀφήσω δηλαδή σέ ἐκκρεμότητα τήν Ἀδελφότητα,  ἀκάλυπτη καί ἀκέφαλη, σέ περίπτωση ἐκτάκτου ἐπιβαρύνσεως τῆς ἐπισφαλοῦς ὑγείας μου, ἀλλά καί λόγῳ τῆς προχωρημένης ἡλικίας μου.

Ἄλλωστε καί τά 36 χρόνια τῆς ἡγουμενίας σύν τά 20 τῆς ὑπηρεσίας μου στή δημόσια διοίκηση –κι ἐκεῖ ὡς προϊσταμένη– 56 συνολικά, δέν ἦταν, νομίζω, λίγα γιά νά πάρω τά ἀπαραίτητα μαθήματα καί νά μυηθῶ, ὅσο μυήθηκα, στήν τέχνη τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μέσα ἀπό τίς ὁποιεσδήποτε συμπεριφορές –θετικές καί ἀρνητικές– τῶν ἀγωνιζομένων ἀδελφῶν μου καί τῶν ἄλλων συνεργατῶν μου. Νά γνωρίσω, ὅσο πάλι καί ὅπως γνώρισα, τόν παλιό ἑαυτό μου –γιατί πάντοτε ὁ ἑαυτός μας μένει ἄγνωστος ἐν πολλοῖς–  καί πιστεύω ὅτι σέ κανένα ἄλλο σχολεῖο δέν θά μποροῦσα νά ὠφεληθῶ τόσο, ὅσο μέσα στό κοινόβιο πού ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε νά βρεθῶ. Ἀλλά καί ἄλλα τόσα χρόνια νά ἔμενα στή διακονία τῆς ἡγουμενίας καί πάλι, νομίζω, δέν θά ἔφταναν, γιατί οἱ ἀνάγκες καί οἱ ἀπαιτήσεις τῆς ἀδελφότητος δέν τελειώνουν ποτέ· ὅμως καί ἡ «ἀπαίτηση» τοῦ ἑαυτοῦ μου  νά ἀποσυρθῶ καί νά ζήσω τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μου ὡς ἁπλή μοναχή εἶναι μία ἐσωτερική ἀνάγκη πού δέν μπορῶ νά τήν προσπεράσω. Λαχταρῶ νά ἀπολαύσω κι ἐγώ κάτι ἀπό τήν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ, πού εἶναι τό προνόμιο ὅλων τῶν μοναχῶν, νά κλάψω τίς ἁμαρτίες μου καί νά ἀσχοληθῶ λίγο περισσότερο μέ τά τῆς ψυχῆς μου.

 Δέν μπορῶ νά πῶ ὅτι ἔκανα ὅ,τι θά μποροῦσα καί ὅπως ὄφειλα νά κάνω κατά τήν ἄσκηση τῶν καθηκόντων μου, γιατί πάντοτε ὑπάρχουν περιθώρια γιά κάτι παραπάνω καί αὐτό εἶναι πού περιμένει ὁ Κύριος, ὅπως πολύ συχνά μᾶς τό τόνιζε ὁ Πάτερ. Στό σημεῖο αὐτό αἰσθάνομαι τή συνείδησή μου νά μέ καταγινώσκει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀδελφῶν μου. Πολλά τά λάθη μου καί ἀναρίθμητες οἱ παραλείψεις μου καί τά σφάλματά μου, καί γενικά ὅλη ἡ διακονία μου νιώθω ὅτι ἦταν πολύ πλημμελής. Ἀλλά καί τί θά μποροῦσα ἄραγε νά κάνω περισσότερο μέ τόν ἀνεπαρκή καί ἄπειρο καί ἐμπαθή ἑαυτό μου, μέ τήν ὅλη ἀκαταλληλότητά μου, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι καί «ὅταν ποιήσητε πάντα τά διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν»; Ζητῶ ἀπό ὅλες τίς ἀδελφές μου νά μέ συγχωρήσουν, ὅπως καί ἐγώ τίς συγχωρῶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μου. Εὔχομαι ὁ Κύριος νά τούς δώσει ὅλα τά ἀγαθά Του καί νά ἀναπληρώσει ὅλα ἀπό ὅσα ἐγώ τίς στέρησα καί πιθανόν νά τίς ἔβλαψα. Ὁ Θεός νά μᾶς ἐλεήσει καί νά μᾶς συγχωρήσει ὅλες.

Ζήσαμε πολλά χρόνια μαζί καί περάσαμε καί δύσκολες ἀλλά καί πολύ χαρούμενες καί εὐχάριστες εὐλογημένες μέρες. Μοιραστήκαμε τίς λύπες μας, τόν πόνο μας, τίς δυσκολίες μας, τά βάσανά μας, τίς λαχτάρες μας –προσωπικές καί κοινές– ἀλλά καί τίς μεγάλες εὐλογίες καί τίς χαρές πού, παρά τήν ἀναξιότητά μας, μᾶς ἐπιφύλασσε κάθε φορά ἡ καλή μας Παναγία, χωρίς νά λείπουν φυσικά καί οἱ πειρασμοί ἀπό τίς ἀναπόφευκτες καί ἀπαραίτητες, γιά τή θεραπεία τῆς ψυχῆς μας, μικροσυγκρούσεις καί μικροπαρεξηγήσεις τῆς κοινῆς ζωῆς. Αὐτές ἦταν ὅμως πού μᾶς τόρνευσαν, μᾶς ὡρίμασαν καί μᾶς λείαναν ὅπως τίς πέτρες, πού καθώς τίς παρασύρει τό ὁρμητικό νερό τοῦ ποταμοῦ καί ἀλληλοσυγκρούονται μεταξύ τους, συντρίβονται καί φεύγουν ὅλες οἱ αἰχμηρές ἐξοχές τους καί φτάνουν ὥς τίς ἐκβολές του λεῖες καί στιλπνές. Αὐτό τό πολύ σπουδαῖο θεραπευτικό καί ἀναγεννητικό ἔργο γίνεται καί σ᾿ ἕνα κοινόβιο. Μέσα ἀπό τήν καθημερινότητα δηλαδή οἱ ψυχές, καθώς ζυμώνονται μεταξύ τους στό εὐλογημένο μυστήριο τῆς ὑπακοῆς, καθαρίζονται ἀπό τήν παλιά ζύμη τοῦ ἑαυτοῦ τους καί ἔτσι ὡριμάζουν καί μεταποιοῦνται σέ ζύμη Χριστοῦ.

Ὅμως ὅσο μεγάλη καί νά ἦταν ἡ δική μου ἀχρειότητα, ἀπείρως μεγαλύτερη ἦταν καί εἶναι ἡ ἐπιείκεια καί ἡ συγκατάβαση τοῦ Κυρίου μας. Γι᾿ αὐτό καί ἡ ψυχή μου αὐτή τήν ὥρα ξεχειλίζει ἀπό εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστίες πρός τίς καλές μου ἀδελφές, τίς ὁποῖες δέν θά ἐγκαταλείψω στίς ὁποιεσδήποτε ἀνάγκες τους πού τυχόν θά προκύψουν στό ἑξῆς, ὅσο κι  ἐγώ θά εἶμαι φυσικά σέ θέση νά τίς βοηθῶ –πάντοτε, ἐννοεῖται, ἔξω ἀπό τή θεσμική εὐθύνη.

Δέν Σᾶς κρύβω ὅτι δέν ἦταν λίγες οἱ φορές πού σκεπτόμουν τήν παραίτησή μου ἀπό τήν ἡγουμενία τόν πρῶτο ἰδίως καιρό, καθώς οἱ πολλές δυσκολίες μέ συμπίεζαν ἀπό ὅλες τίς πλευρές καί μέ τήν ἀπειρία μου καί τήν πνευματική μου ἀνεπάρκεια καί ἄγνοια δέν ἤξερα πῶς νά τίς διαχειριστῶ· ὡστόσο δέν ἔβρισκα καί τό κουράγιο νά τό κάνω, γιατί δέν ἤθελα ἐπ᾿ οὐδενί νά λυπήσω τόν Πατέρα μας, πού ὁ ἴδιος μέ τοποθέτησε στή θέση τῆς προεστώσης, ἀλλά καί γιατί πάνω ἀπό ὅλα θά παρέβαινα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κάτι πού δέν τολμοῦσα οὔτε κάν νά τό σκεφτῶ. Καί δέν ἀποκλείεται, ἄν τό τολμοῦσα, σήμερα νά μήν ὑπῆρχε τό Ἡσυχαστήριο μέ τή μορφή πού ὑπάρχει τώρα. Πέρα ὅμως ἀπό τίς δικές μου ἀναστολές καί ἐπιφυλάξεις τό Ἡσυχαστήριο ὑπάρχει καί πιστεύουμε ὅτι θά συνεχίσει τή ζωή του καί στό μέλλον, διότι, κατά τήν ὁμολογία τοῦ π. Συμεών, τό Ἡσυχαστήριο αὐτό δέν ἔγινε μέ ἀνθρώπινη πρωτοβουλία, ἀλλά τό ἵδρυσε ἡ ἴδια ἡ Παναγία μας. Τό ἵδρυσε μέ τήν ἀνεξάντλητη ὑπομονή τοῦ Πατρός, πού ἔχυνε τό αἷμα τῆς καρδιᾶς του τόσο γιά τήν κτιτορική του ἵδρυση, ὅσο καί γιά τήν κατάρτιση καί τήν πνευματική ἀνάπτυξη τῶν ψυχῶν, πού αὐτό ἦταν καί τό πιό ἐπίπονο· καί ὅλο αὐτό συντελέστηκε μέ τό πρωτοφανές ἄφημα ὁλοκλήρου τῆς ζωῆς του στό θέλημα καί στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό πιστεύουμε καί ἐλπίζουμε ὅτι μέ τίς εὐχές του, τό Ἡσυχαστήριο θά περάσει καί στήν αἰωνιότητα, ἐκεῖ ὅπου ὁ ἴδιος βρίσκεται τώρα καί ἀπό ὅπου δέν παύει νά μᾶς κατευθύνει καί νά μᾶς καθοδηγεῖ στόν δρόμο τῆς σωτηρίας μας.

 Ὅμως ὅσο καί νά πιέστηκα καί νά ζορίστηκα, εἰδικά τόν πρῶτο καιρό, οἱ εὐλογίες πού εἰσέπραξα ἦταν ἀπείρως περισσότερες καί πολυτιμότερες. Μέσα ἀπό αὐτό τό σχῆμα τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα πήραμε, νομίζω, ὅλες πολλά μαθήματα. Μάθαμε –ὅσο μάθαμε– τί εἶναι ἁμαρτία πού ἀλλοιώνει καί ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο καί τί εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού τόν μεταποιεῖ καί τόν θεοποιεῖ! Προτροπή καί συμβουλή τοῦ Πατρός μας ἦταν πάντοτε νά ἐρχόμαστε στή θέση τοῦ ἄλλου καί νά τόν δεχόμαστε ἔτσι ὅπως εἶναι καί ὄχι ὅπως ἐμεῖς θά τόν θέλαμε· νά ἀνεχόμαστε, νά ὑπομένουμε, νά μή σπεύδουμε νά ἀνταποκριθοῦμε βιαστικά στίς ἑκάστοτε προκλήσεις τῶν ἄλλων, ἀλλά νά ἀναβάλλουμε μέχρις ὅτου δείξει ὁ Θεός πῶς πρέπει νά ἐνεργήσουμε. «Ἡ βιασύνη σκοτώνει τήν ψυχή, ἡ ὑπομονή καί ἡ καρτερία τήν ὡριμάζουν». Αὐτό ἦταν ἡ ἐπωδός του. Ἤθελε νά τά ἀφήνουμε ὅλα στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί πάνω ἀπό ὅλα νά συγχωροῦμε καί νά μή μένουν κρατούμενα στίς ψυχές μας. Ὅλα αὐτά ἄν δέν τά τηρεῖ πρῶτα ὁ ὑπεύθυνος, ἄν δέν βιώσει –τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν– τό μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ, τόν πόνο τῶν ἥλων τοῦ Σταυροῦ, τήν ἀπόρριψη καί τήν ἐγκατάλειψη ἀπό ὅλους, δέν μπορεῖ νά βιώσει τό μεγαλεῖο τῆς συγχωρητικότητας, μέ πρότυπο πάντοτε τόν Κύριό μας πού συγχωροῦσε πάνω ἀπό τόν Σταυρό καί τούς ἴδιους τούς σταυρωτές του!

Ἀπό αὐτῆς τῆς πλευρᾶς ὅσοι περάσαμε ἀπό τή διακονία αὐτή, ὅλοι νομίζω, ὁμολογοῦμε ὅτι ἡ ἡγουμενία δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα τιμητικό ἀξίωμα, δέν εἶναι μιά δελεαστική ἐξουσία, πολύ δέ περισσότερο κάποια εἰδυλλιακή πορεία, ὅπως ἴσως τή φαντάζονται κάποιοι ἐξ ἀποστάσεως. Εἶναι κόπος καί πόνος, εἶναι ὑπομονή καί αὐτοθυσία μέχρις αἵματος, εἶναι ὠδίνες –τό ο μέ ω– γιά τή γέννηση τῶν ψυχῶν· εἶναι μέ μιά λέξη σταυρός. Ἐξίσου ὅμως καί πολύ περισσότερο εἶναι καί μεγάλη εὐλογία, γιατί μέσα ἀπό αὐτό τόν σταυρό φτάνει κανείς πιό σύντομα καί μέ περισσότερη ἀσφάλεια  στό τέρμα. Φτάνει μαζί μέ τόν Κύριο στήν Ἀνάσταση. Ἀρκεῖ νά ἀγωνίζεται σωστά, μέ ταπείνωση καί ὑπομονή καί νά βιώνει ἀνά πᾶσα στιγμή τό «νά ᾿ναι εὐλογημένο, Θεέ μου», ὅπως καί νά ἔρθουν τά πράγματα, καί νά ἀσκεῖ συνεχῶς μέ διάκριση, ἀγάπη καί ὑπομονή τή διακονία τῆς καταλλαγῆς.

Αὐτή τήν παρακαταθήκη ἀφήνω καί στήν ἀγαπητή καί ἄξια καί συνετή «ἐν πᾶσι» διάδοχό μου ἀδ. Θεοπίστη καί εἶμαι σίγουρη ὅτι μέ τίς εὐχές τοῦ Παναγιωτάτου καί τίς δικές σας, Σεβασμιώτατε, μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ ἀειμνήστου Γέροντός μας π. Συμεών καί μέ τή βοήθεια ὅλων τῶν ἀδελφῶν, καί τήν οὐσιαστική συμπαράσταση καί στήριξη τοῦ καθ᾿ ὅλα ἄξιου διαδόχου του καί πνευματικοῦ μας π. Ἰωάννου, θά σηκώσει ταπεινά, ὑπομονετικά καί ἀγόγγυστα τόν σταυρό τῆς ἡγουμενίας, πού τῆς ἀναθέτει αὐτή τήν ὥρα διά τῶν τιμίων χειρῶν Σας ὁ Κύριος. Δέν ἔχω τήν παραμικρή ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἀδελφή μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχει ὅλα τά δεδομένα γι᾿ αὐτή τή διακονία καί θά θυσιάζεται ὁλοπρόθυμα καί ἀνύστακτα σώματι καί ψυχῇ γιά τή σωστή καί ἀπλανή διαποίμανση τῶν ψυχῶν πού ἀναλαμβάνει αὐτή τήν ὥρα διά τῶν χειρῶν Σας.

Στόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη καί Ποιμενάρχη μας κ. Ἄνθιμο ἐκφράζω τή βαθύτατη εὐγνωμοσύνη μου καί τίς ἄπειρες εὐχαριστίες μου γιά τό ἀμέριστο πατρικό του ἐνδιαφέρον μέ τό ὁποῖο μᾶς περιέβαλε ὅλα αὐτά τά χρόνια τῆς συνεργασίας μας καί στήριξε μέ πολλή ἀγάπη καί ὅλους τούς τρόπους τό ταπεινό μας Ἡσυχαστήριο, ἀλλά καί ὅλο τό ὑπόλοιπο ἔργο τοῦ Πατρός μας, τόν ὁποῖο εὐλαβεῖτο ἰδιαίτερα.

Ἡ ἀμερόληπτη καί ἀρχοντική του στάση θά μείνει ἀνεξίτηλη στή μνήμη μας. Ὁ Θεός νά τοῦ τό ἀνταποδώσει καί νά τοῦ χαρίσει ὅλα τά ἐπίγεια καί ἐπουράνια ἀγαθά Του.

Ὄχι λιγότερη ὅμως εὐγνωμοσύνη καί εὐχαριστίες ὀφείλουμε καί σέ Σᾶς, Σεβασμιώτατε, πού μέ τά φιλάδελφα αἰσθήματά σας σπεύσατε νά ἀναπληρώσετε τήν ἀπουσία τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Ἀνθίμου, πού γιά λόγους ὑγείας δέν ἦταν εὔκολο νά εἶναι ἀπόψε μαζί μας, καί νά τελέσετε τήν ἀκολουθία τῆς ἐνθρόνισης τῆς διαδόχου μου γεροντίσσης Θεοπίστης μοναχῆς καί μέ αὐτή τήν πράξη νά ἐκπληρωθεῖ καί ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς κανονικότητας ἡ ἐγκατάστασή της ὡς ἡγουμένης τοῦ Ἡσυχαστηρίου μας.

Τά ἔτη Σας νά εἶναι πολλά καί εὐλογημένα παρά Κυρίου πρός δόξαν τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας, τοῦ ποιμνίου Σας καί ὅλων ἡμῶν τῶν παρευρισκομένων ἐδῶ ἀδελφῶν Σας.

Εὐχαριστῶ καί εὐγνωμονῶ πολύ τίς καλές μου ἀδελφές, στίς ὁποῖες ὀφείλω καί τήν πνευματική μου ἀνάπτυξη, καί τούς σεβαστούς πατέρες μας, τούς πνευματικούς ἀδελφούς μου, πού μαζί καί μέ τόν π. Ἰωάννη τόν πνευματικό μας, μένοντας πιστοί στίς ὑποθῆκες τοῦ ἐν οὐρανοῖς αὐλιζομένου Πατρός μας, μᾶς συνέδραμαν πάντοτε πρόθυμα καί φιλότιμα στίς ἑκάστοτε ἀνάγκες τοῦ Ἡσυχαστηρίου εἴτε λειτουργικές ἦταν αὐτές εἴτε καί πρακτικές. Ἄς ἔχουν πλούσια τά ἐλέη τοῦ Κυρίου.

Συγκινητική εἶναι ἡ σεμνή παρουσία τῆς ὁμήγυρης τῶν κληρικῶν, ἱερέων, μοναχῶν καί μοναζουσῶν πού ἔσπευσαν μέ χαρά, ἀκόμη καί ἀπό μακριά νά μᾶς ἐκφράσουν τήν ἀδελφική τους συμπαράσταση μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη τους καί νά γιορτάσουμε ὅλοι μαζί, σάν μιά μεγάλη μοναστική οἰκογένεια, τή διπλή αὐτή εὐλογία πού μᾶς χαρίζει ἀπόψε ἡ Παναγία μας. Τήν ἐνθρόνιση δηλαδή τῆς νέας ἡγουμένης τοῦ Ἡσυχαστηρίου μας, ζώσης τῆς Προηγουμένης. Εὐλογητός ὁ Θεός.

Εὐχαριστοῦμε πολύ καί ὅλους ἐσᾶς τούς ἀγαπητούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς καί ἀδελφές μας πού ἤρθατε ἀπόψε σ᾿ αὐτή τή χαρμόσυνη σύναξή μας γιά νά μοιραστεῖτε τή χαρά μας καί νά συμπροσευχηθεῖτε γιά τή στήριξη καί τήν ἐν Χριστῷ πορεία τῆς νέας ἡγουμένης μας πού ἀπό αὐτή τήν ὥρα ἀναλαμβάνει ἐπίσημα τά ἡγουμενικά της καθήκοντα.

Ἰδιαίτερα εὐχαριστοῦμε τούς πλέον κοντινούς ἀγαπητούς ἀδελφούς καί ἀδελφές πού ἀπό τήν πρώτη ὥρα τῆς ἱδρύσεως τοῦ Ἡσυχαστηρίου μέχρι καί σήμερα μᾶς συμπαραστάθηκαν μέ ὅλους τούς τρόπους, ὁ καθένας ἀπό τήν πλευρά του, καί κυρίως μέ τήν προσευχή τους, μέ τίς εὐχές πάντοτε τοῦ ἀειμνήστου Γέροντός μας π. Συμεών, πού ὅλοι μαζί συσπειρωμένοι τότε γύρω ἀπό τό πρόσωπό του προσπαθούσαμε νά μαθητεύσουμε, μέσῳ τῆς διδαχῆς του, στήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.

Σεβασμιώτατε, εὐχηθεῖτε, Σᾶς παρακαλῶ, καί γιά μένα προσωπικά τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μου νά διέλθω «ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ» καί μέ εὐπρόθυμη καί χαρούμενη ὑπακοή στό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά εὐαρεστῶ ἀπό καρδίας στόν Κύριό μας μέσα ἀπό ὁποιεσδήποτε συνθῆκες οἰκονομήσει νά περάσω γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μου. Εὔχεσθε νά παραβλέψει ὁ καλός Θεός τήν ἀνεπροκοπιά μου καί ὅλη τήν ἀχρειότητά μου καί νά χαρίσει καί σ᾿ ἐμένα –Ἐκεῖνος ξέρει– τέλη χριστιανά, γιά νά μή βρεθῶ ἀναπολόγητη ἐν ὥρᾳ Κρίσεως καί ἀπορριφθῶ –ὅ μή γένοιτο– ὡς ἀδόκιμη καί ἐπίορκη μοναχή.

Εὔχεσθε νά δώσει ὁ Κύριος καί σέ μένα καί στίς ἀδελφές καί σέ ὅλους μας μετάνοια ἀληθινή καί εἰς τέλος ὑπομονή· καί νά ἔρθει καί γιά μᾶς ἡ εὐλογημένη ὥρα νά ἀκούσουμε ὅλοι ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου μας τό «εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ· ἐπί ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπί πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Καί ὅπως ἐδῶ στή γῆ ζήσαμε ὅλοι μας ὁ καθένας ἀπό τήν πλευρά του τόν πόνο καί τή θλίψη αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἔτσι καί στήν ἄλλη ζωή νά ἀπολαμβάνουμε πάλι, δι᾿ εὐχῶν Σας Σεβασμιώτατε, ὅλοι μαζί καί τά οὐράνια ἀγαθά τῆς αἰωνίου μακαριότητος.

Συγχωρῆστε με, ἄν Σᾶς κούρασα.

                                                                  Τήν εὐχή Σας νά ἔχουμε