Θεομητορικες Εορτες
A+
A
A-

20. Ἀγρυπνία ἑορτῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου

{Χάνουμε τήν οὐσία. Νοθεύεται τό ὅλο πνεῦμα τῆς γιορτῆς}

Πρίν ἀπό δυό χρόνια νομίζω, ἐδῶ στόν χῶρο αὐτό, εἴχαμε τήν αἴσθηση ὅτι κάτι μᾶς ἔδειξε ἡ Παναγία, κάτι μᾶς εἶπε ἡ Παναγία, καί τό μελετήσαμε κάπως τό θέμα τότε καί νομίζω ὅτι μᾶς ἔκανε καλό. Δέν μπορεῖ νά πεῖ κανείς ἀκριβῶς τί ἔγινε, ἀλλά, νά, ἔτσι ὅπως ἤμασταν μαζεμένοι καί τότε, ὡς τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὡς παιδιά τῆς Παναγίας, μᾶς ἔδωσε νά ἐννοήσουμε ἡ Παναγία ὅτι μᾶς ἀναλαμβάνει, μᾶς δέχεται, καί τρόπον τινά ζήτησε νά ἐμπιστευθοῦμε, νά δώσουμε τόν ἑαυτό μας, νά πιστέψουμε στή Χάρι της καί τό καλό θά γίνει.

Καί πραγματικά, ἀπό τότε, ὄχι λίγες φορές, ἄλλοτε ἐρχόταν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ὡς αὔρα λεπτή, ἄλλοτε ἀνεπαίσθητα, ἄλλοτε ἐν αἰσθήσει, ἄλλοτε ξαφνικά, ἀναπάντεχα, ἄλλοτε πολύ ἀληθινά (αἰσθητά, «ἐν αἰσθήσει»). Ἐρχόταν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, διά πρεσβειῶν τῆς Παναγίας, νά μᾶς ξυπνήσει, νά μᾶς ταρακουνήσει, νά μᾶς βεβαιώσει ὅτι ὄντως ἦρθε ὁ Κύριος νά σώσει τόν κόσμο καί μέσα σέ ὅλους αὐτούς πού σώζει, βάζει κι ἐμᾶς. Τί δέν μᾶς ἔχει φανερώσει, τί δέν μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει μέχρι σήμερα, τί δέν ἔχουμε αἰσθανθεῖ καί μέσα μας καί γύρω μας καί ἀνάμεσά μας!

Καθώς προηγήθηκαν καί οἱ δεκαπέντε μέρες τώρα, νομίζω ἀκόμη περισσότερο μᾶς βεβαιώνει ἀπόψε ἡ Παναγία ὅτι ἔτσι ἔχουν τά πράγματα. Καί ἔχω τήν ταπεινή γνώμη ὅτι ἀπόψε, καθώς θά κάνουμε ὑπομονή καί μέ ὅλη μας τήν καρδιά θά ἀγρυπνήσουμε καί θά ψάλουμε καί θά τελέσουμε τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, θά μᾶς βεβαιώσει ὅλους ὅσο παίρνει περισσότερο, ἀνάλογα μέ τήν πίστη μας, μέ τήν ὅλη στάση τῆς ψυχῆς μας, γιά τήν ἀλήθεια αὐτή. Ἀκόμη καί τά Ἐγκώμια πού ἀκούσαμε, καί τά ἔψαλαν τόσο ὡραῖα, ἄς τίς ὀνομάσουμε, οἱ κόρες τῆς Παναγίας, ἀκόμη καί αὐτά εἶναι μέσα σ᾿ αὐτό τό πνεῦμα· κι ἔρχονται καί αὐτά νά βοηθήσουν νά βεβαιωθοῦμε ἀκόμη περισσότερο γιά τήν ἀγάπη τῆς Παναγίας.

Τώρα τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν κι ὅσα εἴπαμε τίς προηγούμενες ἡμέρες, κατά τήν ταπεινή μου γνώμη, καλό εἶναι νά προσπαθήσουμε νά ξεφύγουμε ἀπ᾿ αὐτά πού μέ τόν ἕναν ἤ τόν ἄλλο τρόπο ἐκδηλώνουν πρός τήν Παναγία αὐτές τίς ἡμέρες οἱ χριστιανοί, οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καί μέ τά ὁποῖα νοθεύεται τό ὅλο πνεῦμα τῆς ἑορτῆς καί παίρνει τρόπον τινά ἄλλο δρόμο. Μένουμε δηλαδή τελικά στόν ὅλο ἑορτασμό σάν νά εἶναι κι αὐτός κάτι ἀπό τά πολλά πού ἔχει ὁ λαός μας καί τά ὁποῖα ἔχουν καί εἰδωλολατρικό χαρακτήρα, σάν νά εἶναι μιά φολκλορική ἐκδήλωση. Τό πολύ-πολύ οἱ χριστιανοί μένουν στό νά ζητήσουν ἀπό τήν Παναγία καί νά ἐλπίσουν νά ἱκανοποιήσει τά αἰτήματά τους, νά τούς βοηθήσει στίς ἀνάγκες τους, νά θεραπεύσει ὅλα ἐκεῖνα πού τούς ἐνοχλοῦν, νά τά τακτοποιήσει, ἐνῶ δέν εἶναι αὐτή ἡ οὐσία τῆς ἑορτῆς. Πρέπει νά ξεφύγουμε καί ἐλπίζω –ἔτσι νά εὐχηθοῦμε ἀπόψε– νά ξεφύγουμε ἀπ᾿ αὐτό πού μᾶς ἀποπροσανατολίζει καί χάνουμε τήν οὐσία.

{Μέ τήν συμβολή τῆς Παναγίας ἄνοιξε ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας}

Ἡ Παναγία εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, καί ὅλα αὐτά πού λέγονται σημαίνουν ἀκριβῶς αὐτό πού τονίζαμε αὐτές τίς μέρες· σημαίνουν σωτηρία, σημαίνουν τή σωτηρία μας. Ἀπ᾿ τό ἕνα μέρος ὁ ἄνθρωπος τελείως ἀνόητα, ὡς ἄφρων, ἐλύπησε τόν Θεό· δέν τόν λογάριασε, δέν ἔμεινε στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δέν ἔμεινε στή λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ἔκανε τό δικό του καί παιδεύεται καί ἄκρη δέν βρίσκει καί θά χαθεῖ. Ἀπ᾿ τό ἄλλο μέρος ὁ Κύριος, ἐνῶ τά ξέρει ὅλα καί ξέρει πότε θά γίνει τό καθένα ἀφήνει νά καταλάβουμε ὅτι περίμενε· περίμενε νά βρεθεῖ ἀπ᾿ τήν ἀνθρώπινη πλευρά τό πρόσωπο ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά συντελοῦσε, ὥστε ἡ σωτηρία νά εἶναι πλέον ἀσφαλής, κι ὄχι νά τή χάσει καί νά τή χάνει ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος ἀπ᾿ τό σφάλμα ἁπλῶς τῶν πρωτοπλάστων.

Αὐτό εἶναι τό μεγάλο, τό συνταρακτικό γεγονός· ὅτι βρέθηκε ἀπ᾿ τήν πλευρά τῶν ἀνθρώπων τό πρόσωπο πού ἔψαχνε ὁ Θεός νά βρεῖ! Διότι ὁ ἄνθρωπος θά σωθεῖ, ἑπομένως πρέπει νά συνδράμει ὁ ἄνθρωπος· δέν γίνεται ἀλλιῶς. Ὅπως συνέδραμε ὁ ἄνθρωπος κι ἔχασε τή σωτηρία του, ἔτσι πρέπει νά συνδράμει, γιά νά ἔρθει ἡ σωτηρία· κι εἶναι ἡ Παναγία αὐτή πού συνέδραμε. Βρέθηκε ὅπως τήν ἤθελε ὁ Θεός. Ὁ Θεός βέβαια τήν ἔπλασε κι αὐτήν, ἀλλά –παρακαλῶ νά τό προσέξουμε αὐτό– ὡς ἐλεύθερο πλάσμα ἡ Παναγία, φτιαγμένη ἀπ᾿ τόν Θεό βέβαια, ἀλλά ὡς ἐλεύθερο ὄν, ἀνταποκρίθηκε. Ὁ Θεός τήν ἔκανε νά μπορεῖ νά εἶναι ἔτσι, νά μπορεῖ νά ἀνταποκριθεῖ, ἀλλά ἐξαρτιόνταν ὅμως κι ἀπ᾿ αὐτήν, ἄν θά ἀνταποκριθεῖ ἤ δέν θά ἀνταποκριθεῖ. Αὐτή εἶναι ἡ ἀνθρώπινη συμβολή, αὐτό εἶναι τό ἀνθρώπινο δόσιμο. Οἱ πρωτόπλαστοι ἀνταποκρίθηκαν στήν εἰσήγηση τοῦ διαβόλου. Ἡ Παναγία ἀνταποκρίθηκε στόν Θεό, σ᾿ αὐτό γιά τό ὁποῖο τήν ἤθελε ὁ Θεός.

Καί παρακαλῶ αὐτή τήν ὥρα νά προσέξουμε καί νά καταλάβουμε αὐτό τό μεγάλο μυστήριο. Δηλαδή ὅλο αὐτό τό ὁποῖο ἦταν ἡ Παναγία, ὅλο τῆς τό ἔδωσε ὁ Θεός, ἀλλά αὐτή τό δέχτηκε καί ἔκλινε τόν τράχηλό της. Εἶπε· «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. 1, 38) καί δέχτηκε νά ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση τοῦ Θεοῦ, δέχτηκε αὐτό πού τῆς ἔδινε ὁ Θεός, νά γίνει δηλαδή μητέρα του, καί ἀνταποκρίθηκε.

Ἐάν θέλετε, γιά νά τό καταλάβουμε, κανείς ἀπό μᾶς ἀπόψε ἐδῶ κι ὅπου ἀλλοῦ ὑπάρχουν ἄνθρωποι, χριστιανοί, δέν ὑπάρχει κανείς στόν ὁποῖον ὁ Θεός δέν δίνει τήν ἁγιότητα· δέν ὑπάρχει κανείς. Σ᾿ ὅλους δίνει τήν ἁγιότητα, σύμφωνα μ᾿ αὐτά πού εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος· «Μήτηρ μου καί ἀδελφοί μου εἶναι ὅλοι αὐτοί πού ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν τηροῦν» (Μάρκ. 3, 35). Σ᾿ ὅλους δίνει λοιπόν αὐτή τήν ἁγιότητα, ἀλλά θά βρεθεῖ ἄραγε κανένας πού θά ἀνταποκριθεῖ; Καί νά ἀφήσουμε τίς διάφορες δικαιολογίες πού φέρνουμε· δέν περνάει τίποτε. Αὐτό ἔκανε ἡ Παναγία, ἀνταποκρίθηκε. Ἡ Εὔα ἔκανε τό ἀντίθετο, ἀνταποκρίθηκε στήν εἰσήγηση τοῦ διαβόλου. Κι αὐτό τώρα ἰσχύει γιά ὅλους σ᾿ ὅλον τόν κόσμο.

Ἡ Παναγία ἔδωσε τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Χριστό, καί ὁ Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, ἔγινε καί υἱός ἀνθρώπου, τέλειος ἄνθρωπος, καί ἔτσι πραγματοποίησε τό ὅλο ἔργο του, τό ὁποῖο εἶναι ἔργο σωτηρίας. Ἄν προσέξατε, καί τά τροπάρια πού ψάλαμε ἀπόψε καί πού θά ψάλουμε στή συνέχεια, ὅλα, οἱ φράσεις, οἱ λέξεις, οἱ ἔννοιες, ὅλα τά νοήματα –ἄσχετα πῶς τελικά οἱ χριστιανοί τά καταλαβαίνουν καί τά παίρνουν καί τά φτιάχνουν, σάν νά εἶναι φολκλορικά πράγματα καί τά μετατρέπουν καί σέ εἰδωλολατρία– ὅλα μιλοῦν γι᾿ αὐτό τό μυστήριο, πού ἀξιώθηκε ἡ Παναγία ἀπό τόν Θεό νά γίνει Μητέρα του. Καί ἔτσι, ἐνῶ ἀπό τό ἕνα μέρος τά ᾿χε ἕτοιμα ὅλα ὁ Θεός, ἀπ᾿ τό ἄλλο μέρος ὅμως δέχτηκε ἡ Παναγία νά βαστάσει αὐτή τή δωρεά καί ἀνταποκρίθηκε· «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου».

Καί τί νά πρωτοψάλουμε τώρα καί τί νά πρωτοϋμνήσουμεϜ Τό ὅτι τήν ἀξίωσε ὁ Θεός νά γίνει Μητέρα του; Τό ὅτι τήν ἀνύψωσε τόσο πολύ; Τό ὅτι εὐφραίνεται κοντά στόν Υἱό της καί ἀπολαμβάνει τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀπολαμβάνει τή Χάρι τοῦ Θεοῦ κι ὅλα τά ἀγαθά πού μπορεῖ νά δώσει ἕνας Θεός; Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό. Ἐμεῖς τά παίρνουμε τά πράγματα, ποιός ξέρει πῶς! Ναί, νά χαροῦμε ἀπόψε τήν Παναγία· νά τή χαροῦμε καί νά συμμετάσχουμε σ᾿ αὐτή τή χαρά της. «Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετά σοῦ ὁ Κύριος», λένε τά τροπάρια· νά χαροῦμε πού χαίρεται. Σάν νά ᾿μαστε κι ἐμεῖς μαζί της ἐκεῖ στόν παράδεισο νά χαροῦμε, πού ᾿ναι κοντά στόν Υἱό της, πού ἔχει ὅλη τή δόξα τοῦ Θεοῦ.

{Μέ ὅλο τό εἶναι μας νά ἀγαπήσουμε τήν Παναγία}

Τί ὠφελεῖ, δηλαδή, νά θυμηθοῦμε τήν Παναγία, ἐπειδή εἶναι ἡ γιορτή της, νά θυμηθοῦμε τήν Παναγία, ὅταν ἔχουμε ἀνάγκες, ἀλλά κατά κάποιο τρόπο ἁπλῶς νά μᾶς κάνει τά δικά μας αἰτήματα, τίς ὅποιες ἐπιδιώξεις μας; Τί ὠφελοῦν αὐτά, ἀφοῦ δέν μᾶς κάνουν νά ποθοῦμε αὐτό τό ὁποῖο ζεῖ ἡ Παναγία, αὐτό τό ὁποῖο ἀπήλαυσε ἡ Παναγία εὐθύς ἐξαρχῆς, πού ἀξιώθηκε νά κυοφορήσει μέσα της, νά ἔχει τόν Θεό μέσα της καί νά ἀναθρέψει τόν Θεό, τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, καί νά ᾿ναι τώρα στή δόξα τοῦ Θεοῦ, στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά ᾿ναι στόν παράδεισο;

Ἔστω, ζητοῦμε ἀπ᾿ τήν Παναγία. Αὐτά ὅμως τά ὁποῖα ζητοῦμε, θά τά χρησιμοποιήσουμε, γιά νά χαροῦμε ὅπως χαίρεται ἐκείνη ὅλα τά ἀγαθά καί θά ἐπιθυμήσουμε κι ἐμεῖς αὐτά τά ἀγαθά, τό ὅλο ἔργο δηλαδή πού κάνει ὁ Κύριος, μέ τό ὁποῖο ἀκριβῶς θέλει νά σώσει τό ἀνθρώπινο γένος κατά ὁριστικό καί ἀσφαλή τρόπο, καί πού γι᾿ αὐτό ἦρθε κι ἔγινε ἄνθρωπος;

Τί ὠφελεῖ, ἄς ποῦμε, νά θυμηθοῦμε τήν Παναγία, νά γιορτάσουμε, νά ζητήσουμε καί νά μᾶς δώσει κάποια πράγματα, ὅ,τι θέλετε, ἀλλά πού δέν εἶναι ἐκεῖνα τά ὁποῖα μᾶς κάνουν νά ποθοῦμε τόν παράδεισο, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά ποθοῦμε αὐτή τήν οὐράνια δόξα, αὐτά ἀκριβῶς γιά τά ὁποῖα ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Κύριος καί ἡ Παναγία ἔδωσε τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Κύριο καί συνέδραμε στό ἔργο αὐτό;Ϝ Τί μᾶς ὠφελεῖ;

Τί ἀλλόκοτοι πού εἴμαστε, τί παράξενα πράγματα κάνουμε, τί παράξενο πού ἔτσι πιστεύουμε, χριστιανοί ὀρθόδοξοι! Γιά σκεφθεῖτε αὐτή τήν ὥρα νά ξεχαστοῦμε ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἄλλα, καί μαζί μέ τήν Παναγία νά χαροῦμε κι ἐμεῖς καί νά τήν θαυμάσουμε καί νά τήν δοξάσουμε, ἀλλά ὄχι μέ τήν ἔννοια ἁπλῶς νά πάρουμε κάτι καί νά πᾶμε κατόπιν νά ζήσουμε, ν᾿ ἀπολαύσουμε τά δικά μας πράγματα τά ὁποῖα μπροστά στό θαῦμα τῆς Παναγίας εἶναι ἕνα τίποτε! Ἀλλά μέ τήν ψυχή μας, μέ τήν καρδιά μας, μέ τό ὅλο εἶναι μας ν᾿ ἀγαπήσουμε τήν Παναγία, νά θαυμάσουμε τήν Παναγία, νά τήν καλοτυχίσουμε, ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ, καί νά ἔχουμε μέσα μας πόθο πολύ, καθώς αὐτό θέλει ἐκείνη καί γι᾿ αὐτό ἔγινε Μητέρα τοῦ Θεοῦ, γιά νά σωθοῦμε δηλαδή καί νά βρεθοῦμε κι ἐμεῖς ἐκεῖ. Καί στή συνέχεια φυσικά θά ζητήσουμε καί τά ἄλλα.

Γι᾿ αὐτό εἶναι γιορτή· δέν εἶναι γιορτή γιά νά περνᾶμε τόν καιρό μας. Μοῦ κάνει ἐντύπωση, δηλαδή, πού οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἕτοιμοι νά δημιουργοῦν γιορτές. Γιορτές γιά ποιό πράγμα; Ἁπλῶς γιά νά εὐχαριστηθοῦμε, καθώς, ἕνεκα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ποθοῦμε αὐτά τά ἁμαρτωλά καί τά γήινα καί τά ὑλικά πράγματα; Νά ποθήσουμε καί νά ζητήσουμε ἀπό τήν Παναγία τή σωτηρία μας. Ὅλα τ᾿ ἄλλα θά μᾶς τά δώσει μόνη της καί χωρίς νά τά ζητήσουμε.

Κι ἄν θέλετε νά πῶ κάτι πολύ συγκεκριμένο. Ὅποια ψυχή ἀπό μᾶς ἀπόψε ἔτσι τά πιστέψει τά πράγματα, ἔτσι τά πάρει καί πεῖ στήν Παναγία· “Παναγία μου, πιστεύω σ᾿ αὐτόν τόν λόγο, ὅτι ὅλα τ᾿ ἄλλα θά μοῦ δοθοῦν, καί ἐγώ ζητῶ ἀκριβῶς ὅλο τό ἔργο τοῦ Υἱοῦ σου νά γίνει μιά πραγματικότητα μέσα στήν ψυχή μου· νά σωθεῖ δηλαδή ἡ ψυχή μου, νά ξυπνήσει ἡ ψυχή μου, νά ποθεῖ καί ν᾿ ἀγαπᾶ τόν Κύριο ὅπως τόν ἀγαπᾶς κι ἐσύ”, ναί, πιστεύω ὅτι ὅλα τ᾿ ἄλλα θά τά δώσει ἡ Παναγία. Καί ἐάν, ἄς ποῦμε, συγκεκριμένα κάποιος ἔχει ἕναν πόνο, ἔχει μιά ἀσθένεια καί πολύ θά ᾿θελε νά λυτρωθεῖ ἀπ᾿ αὐτό, ἐάν τά πάρουμε ἔτσι πού εἴπαμε τά πράγματα, δέν εἶναι τίποτε γιά τήν Παναγία νά πάρει καί τόν πόνο, καθώς θά μᾶς δώσει, θά μᾶς ἀνοίξει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλά κι ἄν δέν γίνει ἔτσι, ὅταν ἐσύ τά πάρεις σωστά καί ἔτσι στραφεῖς πρός τήν Παναγία καί αὐτά εἶναι τά αἰτήματά σου, πνευματικά αἰτήματα, καί ζητήσεις νά σέ κάνει ἡ Παναγία ν᾿ ἀγαπήσεις τόν Χριστό, τόν Υἱό της, ὅπως τόν ἀγαπᾶ κι ἐκείνη, τότε αὐτό πού ὑπάρχει ὡς ἀσθένεια, ὡς πόνος, θά ᾿ναι σάν ἀνύπαρκτο, κι ἄν ἀκόμη δέν τό πάρει –πού θά τό πάρει; ἀλλά κι ἄν ἀκόμη δέν τό πάρει, θά ᾿ναι σάν ἀνύπαρκτο. Καί μᾶλλον θά τό νιώσεις νά δουλεύει ὑπέρ τοῦ ἔργου αὐτοῦ, δηλαδή ὑπέρ τοῦ νά ταπεινωθεῖς, νά μετανοήσεις, νά βρεῖς τόν Χριστό, ν᾿ ἀγαπᾶς τόν Χριστό, νά πιστεύεις, νά εἶσαι μέ τόν Χριστό, νά ἔχεις καημό, ὅπως ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅπως ἡ Παναγία.

{Νά μεθύσουμε ἀπ᾿ αὐτό τό μεγάλο μυστήριο! }

Κάπως ἔτσι, λοιπόν, μᾶς δέχεται ἡ Παναγία, κάπως ἔτσι μᾶς θέλει ἡ Παναγία. Κάπως ἔτσι μᾶς ἀναλαμβάνει καί μᾶς βεβαιώνει ἀπόψε, ἀκόμη περισσότερο ἀπ᾿ ὅ,τι τότε, πού κατά ἰδιαίτερο τρόπο μᾶς πρόσεξε, καί μέχρι σήμερα. Ναί, εἶναι νά μεθύσουμε κυριολεκτικά ἀπόψε ἀπ᾿ αὐτό τό μεγάλο μυστήριο! Ὅτι ἡ Παναγία ἔδωσε τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Χριστό, καί ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Κύριος, Θεάνθρωπος, καί σώζει κατά ἀσφαλή καί ὁριστικό τρόπο τόν καθένα μας! Μήν παραξενευθεῖτε ἄν πῶ –καθόλου δέν ἀμφιβάλλω, καθόλου– ὅτι εἴμαστε μέσα στούς σεσωσμένους μέ τήν ἔννοια νά τό πιστέψουμε, καί μέ τήν ἔννοια ν᾿ ἀρχίσουμε νά χαιρόμαστε καί ν᾿ ἀρχίσουμε νά θαυμάζουμε καί ν᾿ ἀγαποῦμε τόν Κύριο· καί νά ζητήσουμε ἀπό τήν Παναγία νά παρακαλέσει ὥστε ν᾿ ἀκολουθοῦμε τόν Κύριο καί νά ἔχουμε πανηγύρι μέσα μας.

Δέν εἶναι ἡ σωτηρία ὅπως τό παίρνουν οἱ προτεστάντες, πού δουλεύουν μέ αὐθυποβολή καί προσπαθοῦν νά πείσουν τόν ἑαυτό τους, ἀλλά εἶναι ὅπως εἴπαμε. Σήμερα σέ μιά περίπτωση, καθώς ἄκουγα μιά ψυχή νά λέει· Δέν θέλω νά προσεύχομαι· δέν μπορῶ. Δέν θέλω νά ἐκκλησιάζομαι· δέν μπορῶ” καί τά παρόμοια, εἶπα· “Μπορεῖς νά πεῖς· δέν πιστεύω στόν Θεό;” “Ὄχι, λέει, ὄχι”. “Ἔτσι καί ἐγώ πιστεύω, λέω, ὅτι δέν μπορεῖς νά τό πεῖς”. Αὐτό εἶναι! Ἀφοῦ πιστεύεις στόν Θεό, τί γυρεύεις ὕστερα; Κάνε αὐτό πού λέει ὁ Θεός· ἀλλιῶς εἶσαι ἀνόητος!

Ἐδῶ πιστεύεις ὅτι καλό εἶναι νά μάθεις γράμματα· δύσκολο-ξεδύσκολο, ὅλα τά παιδιά τοῦ κόσμου προσπαθοῦν· καί καλά κάνουν, ἀλλιῶς δέν θά μάθουν γράμματα. Ἐδῶ; Αὐτό πρέπει καί ἀπόψε νά ποῦμε. Δηλαδή, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι δέν ὑπάρχει γιά μᾶς σωτηρία; Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μᾶς ἐξαιρεῖ ὁ Κύριος; Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅλο αὐτό τό ἔργο, στό ὁποῖο συνέδραμε ἐξ ἀνθρωπίνης πλευρᾶς ἡ Παναγία, μέ τό νά δώσει τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Κύριο, μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὅλο αὐτό τό ἔργο δέν εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἡ σωτηρία τοῦ καθενός, δέν εἶναι καί γιά ἐμᾶς; Ἀπό κεῖ καί πέρα τί ἄλλο θέλουμε; Νά τή δεχθοῦμε τήν σωτηρία αὐτή μ᾿ εὐγνωμοσύνη καί νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας στόν δρόμο αὐτό καί ν᾿ ἀφήσουμε ὅλα τ᾿ ἄλλα, τάχα ἔτσι, τάχα ἀλλιῶςϜ

Ἔπεσες; Εἶσαι ἄνθρωπος ὅμως γιά τόν ὁποῖο ἔχει ἕτοιμη τή σωτηρία ὁ Κύριος καί σοῦ δίνει τή σωτηρία, ἀλλά καί περιμένει τή μετάνοιά σου. Ἔπεσες; Ἄν ἤσουν μιά φορά μετανοημένος, δυό φορές νά μετανοήσεις τώρα! Ἄν ἤσουν μιά φορά ταπεινός, δυό φορές νά ταπεινωθεῖς τώρα! Ἄν ἤσουν μιά φορά ἀγωνιζόμενος ἐναντίον τῶν παθῶν σου, νά εἶσαι δυό φορές τώρα, δέκα φορές!Ϝ Καί θά δεῖς, θά ἐξαφανισθεῖ ἡ πτώση, θά ἐξαφανισθοῦν ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα μᾶς σπρώχνουν στήν ἁμαρτία, καί λέμε “πῶς θά σωθῶ ἐγώ;” Τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς ἐμποδίσει, τίποτε δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀφαιρέσει τή σωτηρία.

«Μαρία δέ τήν ἀγαθήν μερίδα ἐξελέξατο ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς» (Λουκ. 10, 42). Τί ἔκανε ἡ Μαρία; Ἔπεσε στά πόδια τοῦ Κυρίου καί ἄκουγε τόν λόγο του· μαθήτρια ἦταν. Καί καθώς μαθήτευσε-μαθήτευσε μέχρι τέλους, ἔγινε ἁγία καί τήν ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας ἁγία. Εἶναι λοιπόν ἀνόητες οἱ διάφορες δικαιολογίες.

Λίγο λογικός νά εἶσαι, λίγο ἔτσι νά τιμήσεις τό λογικό πού σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεός, θά πεῖς· “Ἀφοῦ πιστεύω, ἀφοῦ τόν δέχομαι τόν Θεό, δέχομαι τόν Χριστό, δέχομαι ὅλες τίς ἀλήθειες, δέχομαι τήν Ἐκκλησία· δέχομαι τά τῆς Παναγίας, τά μυστήρια, τήν ὅλη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τά πάντα δέχομαι, ἀπό κεῖ καί πέραϜ” Ἀλλά μή θέλεις αὐτά νά τά χρησιμοποιήσεις, γιά νά κάνεις μιά ἁπλῶς ἀνθρώπινη ζωή, νά ᾿χεις τοῦτο, νά ᾿χεις ἐκεῖνο, νά ᾿χεις τό ἄλλο. Ἀκολούθα τόν Θεό, ἀκολούθα ὅλους ἐκείνους πού ἀκολούθησαν τόν Θεό, καί ν᾿ ἀγαπήσεις αὐτήν ἀκριβῶς τή ζωή πού δίνει ὁ Θεός, ν᾿ ἀγαπήσεις αὐτά ἀκριβῶς πού δίνει ὁ Θεός, πού εἶναι μέσα στόν δρόμο τῆς σωτηρίας, πού σώζουν.

Νά ψάλλουμε, λοιπόν, ἀπόψε καί νά ὑμνήσουμε τήν Παναγία καί νά τή χαροῦμε, νά τῆς δείξουμε ὅλη μας τήν ἀγάπη καί νά τήν τιμήσουμε, γιά νά τήν εὐχαριστήσουμε πού μᾶς ἔκανε καί μᾶς κάνει τόσο καλό. Ἀλλά ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε· ὄχι ἀπό μακριά, ὄχι νά τό σκάσουμε πάλι καί νά πᾶμε στά δικά μας. Ὅσο κι ἄν ὑπάρχουν μέσα μας στοιχειά τά ὁποῖα μᾶς τραβοῦν πρός τά ἐκεῖ,  τίποτε δέν μποροῦν νά μᾶς κάνουν! Ἄς φωνάξουμε “βοήθεια!” καί ἀμέσως θά τρέξει ἡ Παναγία καί ὅλοι οἱ ἅγιοι. Θά σπεύσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, πού ἀγαπᾶ τό πλάσμα του καί δέν θέλει νά γίνει θηριάλωτο, νά τό φάει δηλαδή τό πλάσμα του τό θηρίο, ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία.

14/15-8-2000 Ἀγρυπνία Παναγίας

* Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο  «Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου Β’»