Πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπό Ἀδάμ ἄχρι καί Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος[1]
Ὁ Θεός ὅλα τά βάζει μέσα στό σχέδιό του
Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως σήμερα καί ἑορτή πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος Θεῷ εὐαρεστησάντων, ἀπό Ἀδάμ ἕως καί Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος. Κάθε χρόνο αὐτή τήν ἡμέρα, αὐτή τήν Κυριακή, ὡς εὐαγγελική περικοπή[2] ἀκοῦμε αὐτόν τόν κατάλογο τῶν ὀνομάτων ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι καί τόν Ἰωσήφ, τόν μνήστορα τῆς Παναγίας. Ὅλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε ὅτι αὐτοί πού ἀναφέρονται σ᾿ αὐτόν τόν κατάλογο, καί πού εἶναι τό γενεαλογικό δένδρο τοῦ Κυρίου, δέν εἶναι ὅλοι ἅγιοι· οἱ περισσότεροι εἶναι συνηθισμένοι ἄνθρωποι μέ πτώσεις, μέ ἁμαρτίες. Ἀναφέρονται καί δυό τρεῖς γυναῖκες.
Ἀπό τήν πλευρά βέβαια τῶν ἀνθρώπων τά πράγματα πῆγαν ὅπως πῆγαν, ὅμως ὁ Θεός εἶχε τό σχέδιό του, εἶχε τό πρόγραμμά του, καί ὅ,τι κι ἄν ἦταν οἱ ἄνθρωποι, τελικά ὁ Θεός ἔκανε ἐκεῖνο πού ἤθελε νά κάνει. Ὁ Ἰακώβ γέννησε τόν Ἰωσήφ, τόν μνήστορα τῆς Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. Στό τέλος-τέλος ἐμφανίστηκε ἡ Παναγία, ἀπό τήν ὁποία γεννιέται ὁ Χριστός. Τά πράγματα δηλαδή ἔφτασαν, ὁδηγήθηκαν ἐκεῖ πού ἤθελε ὁ Θεός: γεννήθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Χριστός.
Θά ἔλεγε κανείς ὅτι κάπως ἔτσι συμβαίνει καί μέ τόν κάθε ἄνθρωπο, διότι ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι καί ὡς ἕνας ἄνθρωπος. Κάπως ἔτσι συμβαίνει καί μέ τόν κάθε χριστιανό, ὁ ὁποῖος τελικά μπαίνει στό σχέδιο, στή βουλή, στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ νά περάσει κανείς ἀπό πολλές διακυμάνσεις: νά πέσει, νά σηκωθεῖ, καί νά μοιάζει ὁ δρόμος του περίπου μέ αὐτόν τόν μακρύ δρόμο ὅλων αὐτῶν τῶν προπατόρων τοῦ Κυρίου. Ἐάν ρίξει κανείς μιά ματιά στό παρελθόν του, στήν ὅλη ζωή του, θά δεῖ πολλά· καί καλά καί μή καλά καί παράξενα. Θά δεῖ πολλά τά ὁποῖα, τότε πού γίνονταν, φαίνονταν ὅτι δέν εἶχαν καμιά σημασία· ὅμως ὅλα ὁ Θεός τά βάζει μέσα στό σχέδιό του, μέσα στόν δρόμο αὐτό, καί, ἐφόσον βέβαια δέν ἀντιδρᾶ ἀλλά συγκατατίθεται ἡ ψυχή, τήν ὁδηγεῖ ὁ Θεός στό τέλος.
Στό τέλος ἡ καθεμιά ψυχή, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, γίνεται Παναγία, ἐξ ἧς γεννιέται ὁ Χριστός. Διότι μέσα στήν ψυχή τοῦ καθενός, τοῦ κάθε χριστιανοῦ, τελικά πρέπει νά γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Δέν ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος ἁπλῶς νά λύσει τά προβλήματά του ἤ, ἔστω, νά γίνει ἕνας καλός ἄνθρωπος. Χρειάζεται νά κυοφορήσει καί νά γεννήσει τόν Χριστό. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι ὁ σκοπός μας αὐτός εἶναι. Ἤ, ἄν θέλετε, ὁ σκοπός τῆς σαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ἀξιωθεῖ ὁ καθένας, ὁ κάθε ἄνθρωπος, νά δεχτεῖ μέσα του τόν Χριστό, καί νά γεννηθεῖ ἐξ αὐτοῦ ὁ Χριστός. Δηλαδή ἡ ὅλη ζωή τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι ὄχι ἁπλῶς ζωή καλοῦ ἀνθρώπου ἀλλά ζωή Χριστοῦ.
Ὁ σκοπός τῶν ἑορτῶν
Ὁ κατάλογος τῶν ὀνομάτων πού ἀναφέρεται στήν εὐαγγελική περικοπή αὐτή τήν ἡμέρα, καί πού εἶναι τό γενεαλογικό δένδρο τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ἐνθαρρύνει ὅλους. Ἄσχετα ποιά εἶναι ἡ προϊστορία μας, ἄσχετα τί μᾶς συνέβη, ἀκόμη, ἄν θέλετε, καί τί θά συμβεῖ, ἐάν τελικά μείνουμε στόν Χριστό –ὅ,τι κι ἄν συμβεῖ, ἐμεῖς ἐπιστρέφουμε στόν Χριστό, μετανοοῦμε, αὐτόν ζητοῦμε, αὐτόν θέλουμε, γι᾿ αὐτόν ζοῦμε– ἀρχίζουμε καί σιγά-σιγά συνειδητοποιοῦμε τόν σκοπό μας. Ὅπως, ὅσο πλησίαζαν οἱ ἡμέρες τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ, ὅλο καί περισσότερο συνειδητοποιοῦσε ὁ ἰσραηλιτικός λαός ὅτι ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ἔτσι ἀκριβῶς κι ἐμεῖς συνειδητοποιοῦμε τόν σκοπό μας στή ζωή αὐτή.
Τελικά, ὅ,τι καί νά γίνει, ὁ Κύριος θά μᾶς ἀξιώσει νά μορφωθεῖ μέσα μας, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.[3] Θά μᾶς ἀξιώσει νά γίνουμε κατάλληλοι νά κατοικήσει μέσα μας, νά μείνει μαζί μας, νά μείνουμε μαζί του. Ὄχι γιά λίγο καιρό, ὄχι, ἄν θέλετε, σέ ὅλη μας τή ζωή ἀλλά στόν αἰώνα τόν ἅπαντα.
Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός πού καί αὐτή τήν ὥρα εἴμαστε ἐδῶ στόν ναό. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός πού γίνονται ὅσα γίνονται πάνω στή γῆ ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός πού εἴμαστε χριστιανοί, καί αὐτό κατά βάθος ζητάει ἡ ψυχή μας: Νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, μέ τόν πλάστη, τόν δημιουργό της. Νά ἑνωθεῖ ἀπό ἐδῶ διά τῆς πίστεως, διά τῶν ἔργων, νά ἑνωθεῖ ἐν μυστηρίῳ. Νά γεννηθεῖ μέσα μας ὁ Χριστός, νά ζήσει κανείς ἐν Χριστῷ, νά ζήσει ἐν αὐτῷ ὁ Χριστός, νά φύγει ἀπό αὐτόν τόν κόσμο μέ τόν Χριστό καί νά ζήσει αἰώνια μέ τόν Χριστό.
21-12-1986
[1]. Ἡ μνήμη τους τελεῖται τήν Κυριακή πρό τῶν Χριστουγέννων. Ἡ ὁμιλία εἶναι δημοσιευμένη καί στό βιβλίο τῶν ἐκδόσεών μας Συνάξεις Δωδεκαημέρου, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 22016 (στό ἑξῆς: Συνάξεις Δωδεκαημέρου), σσ. 79-82.
[2]. Βλ. Ματθ. 1, 1-16.
[3]. Βλ. Γαλ. 4, 19.