Δεσποτικες Εορτες
A+
A
A-

250. Ἡ κατά σάρκα γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Α΄

Ἡ κατά σάρκα γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ Α΄

 

Ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, γιά νά γίνει θεός ὁ ἄνθρωπος[1]

 

Ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς, ἀδελφοί μου, ἐάν θά γίνουμε κοινωνοί ὅλων αὐτῶν πού ἔχουμε μέσα στή λατρεία, μέσα στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Τά θεῖα πράγματα δέν μπορεῖ κανείς νά τά πλησιάζει ὅπως-ὅπως. Καί μακριά κανείς νά εἶναι ἀπό τά θεῖα πράγματα εἶναι κακό μεγάλο καί κοντά νά εἶναι, ἐάν δέν εἶναι ὅπως πρέπει, εἶναι ἐπίσης κακό. Ὁ Θεός ἔπλασε τόν Ἀδάμ μέ σκοπό νά γίνει ὅμοιος μέ τόν Θεό, καί ὁ Ἀδάμ τά ἔκανε θάλασσα. Ζήτησε νά γίνει ὅμοιος μέ τόν Θεό, ἀλλά ἔτσι ὅπως τό ζήτησε, ὄχι μόνο δέν τό ἔλαβε, ἀλλά ἔπεσε ὑπό τήν ἐξουσίαν τοῦ διαβόλου. Δέν ἔπεσε ἁπλῶς στήν ἁμαρτία, ἀλλά καί ὑπό τήν ἐξουσίαν τοῦ διαβόλου.

 

…γιά νά κρυφτεῖ ὁ ἄνθρωπος μέσα στόν ἄνθρωπο-Θεό

 

Ἀπόψε γιορτάζουμε τή γέννηση, τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Στό γεγονός αὐτό φαίνεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ συγχωρητικότητα τοῦ Θεοῦ. Δέν ἀπεστράφη ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, τό γένος τοῦ Ἀδάμ, καίτοι εἶχε πεῖ ᾗ δ᾿ ἄν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε.[2] Φυσικά ἔτσι ἔγινε, ἀλλά δέν ἐγκατέλειψε τόν ἄνθρωπο ἐκεῖ στόν θάνατό του. Δέν ἀφήνει εὔκολα τό δημιούργημά του ὁ Θεός. Ὅσα λάθη κι ἄν κάνει, δέν τό ἀφήνει εὔκολα. Ὅταν ἐξαντληθεῖ κάθε ἐλπίδα, τότε τό ἐγκαταλείπει· καί ἀλίμονο σ᾿ αὐτούς πού θά ἐγκαταλείψει ὁ Θεός.

Ἔρχεται λοιπόν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος, γιά νά κάνει τόν ἄνθρωπο θεό. Θά λέγαμε ὅτι ἡ ἐνέργεια, ἡ πράξη αὐτή τοῦ Θεοῦ εἶναι κάτι πολύ-πολύ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο πού ἔκανε τήν πρώτη φορά. Τότε ἁπλῶς ἔπλασε τόν ἄνθρωπο, τόν Ἀδάμ, καί τόν κάλεσε νά γίνει ὅμοιός του. Τώρα ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος, γιά νά κρυφτεῖ ὁ ἄνθρωπος μέσα στόν ἄνθρωπο-Θεό καί νά γίνει θεός. Ὅμως καί τώρα τά πράγματα δέν μποροῦν νά γίνουν κατά μαγικό τρόπο. Εἶναι μεγάλη ἡ εὐθύνη πού φέρει ὁ ἄνθρωπος· πολύ μεγάλη. Ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο ὄν λογικό, μέ ἐλεύθερη βούληση, ὄν πού μπορεῖ νά σκεφτεῖ σοβαρά καί νά ἐνεργεῖ σοβαρά, νά ὑπάρχει ὑπεύθυνα καί νά ἐνεργεῖ ὑπεύθυνα. Καί κάνει μεγάλο λάθος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀνεύθυνα ζεῖ, πρόχειρα, ἐπιπόλαια, σάν νά παίζει μέ τόν Θεό.

Ἔγινε ὁ Χριστός ἄνθρωπος, καί τόν ἄνθρωπο αὐτό Χριστό τόν ἔχουμε μέσα στή λατρεία, μέσα στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Καί αὐτή τήν ἡμέρα –ἐμεῖς κάνουμε ἀγρυπνία, οἱ ἄλλοι ναοί θά κάνουν τό πρωί τήν ὅλη ἀκολουθία– τρέχουν λίγο πολύ οἱ πιστοί στήν ἐκκλησία, γιά νά ἀκούσουν κατ᾿ ἀρχήν ὅλα αὐτά τά ὁποῖα θά ψαλοῦν, νά προσευχηθοῦν, νά ἔλθουν σέ κάποια κοινωνία, σέ κάποια σχέση μέ τόν Θεό. Καί θά ἔλεγε κανείς ὅτι κυρίως τρέχουν οἱ χριστιανοί αὐτή τήν ἡμέρα, ὅπως καί τό Πάσχα, γιά νά κοινωνήσουν.

 

Μελετᾶμε τί σημαίνει νά παίρνουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μέσα μας;

 

Γιατί ἔγινε ἄνθρωπος ὁ Θεός; Γιά νά τόν πάρουμε μέσα μας καί νά γίνουμε ὅ,τι εἶναι αὐτός. Γιατί ὁ Χριστός ἄφησε τό μυστήριο αὐτό τῆς θείας Εὐχαριστίας καί μᾶς εἶπε νά κοινωνοῦμε τοῦ Σώματός του καί τοῦ Αἵματός του; Ἀκριβῶς γιά νά παίρνουμε μέσα μας τόν Χριστό μέ τή θεία Κοινωνία. Καί φυσικά αὐτό θά ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου, τή σωτηρία, τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἑπομένως, ὅταν κανείς, ἔστω αὐτή τήν ἡμέρα, τρέχει στήν ἐκκλησία γιά νά ὠφεληθεῖ ἀπό ὅσα θά ἀκούσει, γιά νά προσευχηθεῖ καί νά κοινωνήσει, κατ᾿ ἀρχήν κάνει καλά. Ἀλλά τό θέμα εἶναι, πῶς τό κάνει αὐτό; Ὁ Ἀδάμ ζήτησε νά γίνει θεός. Τί ἄλλο καλύτερο; Ἔτσι τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός. Νά ἔχει δηλαδή μέσα του αὐτή τήν τάση, αὐτή τήν ὁρμή, αὐτή τήν κίνηση νά ὁμοιάσει μέ τόν Θεό. Ἀλλά τό ἔκανε ὅμως πολύ-πολύ διαφορετικά ἀπό ὅ,τι ὁ Θεός ἤθελε, καί γι᾿ αὐτό ὁ Ἀδάμ ὄχι ἁπλῶς ἔπεσε, ἀλλά βρέθηκε κάτω ἀπό τή δαιμονική ἐπήρεια.

Τί περισσότερο θά ἤθελε ὁ Θεός ἀπό μᾶς αὐτή τήν ἡμέρα, αὐτή τή νύχτα, ἀπό τό νά τρέξουμε στήν ἐκκλησία καί νά σπεύσουμε νά πάρουμε τό Σῶμα του καί τό Αἷμα του, ὅπως πολλοί θά τό κάνουν; Ἀλλά πόσοι ὅμως θά τό κάνουν ὅπως θέλει ὁ Θεός; Πόσοι ἄραγε; Πόσοι ἄραγε ἔχουν μελετήσει, ἔχουν σκεφτεῖ τί σημαίνει θεία Κοινωνία, τί σημαίνει ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί τί σημαίνει νά παίρνουμε αὐτόν τόν ἄνθρωπο Χριστό, τό Σῶμα του καί τό Αἷμα του μέσα μας; Πόσοι ἄραγε τό σκέφτηκαν αὐτό, τό μελέτησαν; Πόσους ἄραγε συνεπῆρε αὐτή ἡ ἀλήθεια; Σέ πόσους ἄραγε ἐπέδρασε αὐτή ἡ ἀλήθεια κατά τρόπο πού τούς ἔκανε νά μεθύσουν ἀπό τή χαρά γιά τή συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, γιά τή δωρεά αὐτή τοῦ Θεοῦ, καί τούς ἔκανε νά ἀφήσουν τά πάντα, ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα δέν θέλει ὁ Θεός, ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶναι ἀντίθετα στό θέλημά του; Νά ἀφήσουν τά πάντα καί νά ὑποταχθοῦν στόν Κύριο, στό θέλημά του, στίς ἐντολές του.

Γι᾿ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού γνώριζε τί εἶναι τό μυστήριο, ἀλλά καί πῶς πρέπει νά πλησιάζει κανείς τό μυστήριο, εἶπε νά δοκιμάζει ὁ καθένας, νά ἐξετάζει τόν ἑαυτό του, νά μελετᾶ τό ὅλο μυστήριο καί μετά νά πλησιάζει, γιατί ἀλλιῶς κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει.[3] Παρακαλῶ, νά τό προσέξουμε αὐτό. Ὁ Ἀδάμ ζήτησε νά γίνει θεός πρίν ἀπό τήν ὥρα, πολύ βιαστικά, μέ πολλή ἔπαρση. Ἄν ἔμενε στήν ταπείνωση πού τόν ἔβαλε ὁ Θεός, δέν θά τολμοῦσε νά σκεφτεῖ αὐτά πού τοῦ εἰσηγήθηκε ὁ διάβολος. Ζήτησε καί ἀντί νά βρεῖ αὐτό πού ζήτησε, ἔπαθε κακό μεγάλο.

Ἄραγε πόσοι ἀπό μᾶς, ἀντί νά ὠφελοῦνται ἀπό τή θεία Κοινωνία, βλάπτονται; Παρακαλῶ, μήν παραξενεύεστε γι᾿ αὐτά πού λέω. Ἕνας ἱερέας ὁ ὁποῖος στέκεται ἐδῶ, ἔχει μιά εὐθύνη ἀπέναντι τοῦ ποιμνίου, ἀπέναντι τοῦ ἐκκλησιάσματος, ἀπέναντι τοῦ πληρώματος νά λέει ὅλη τήν ἀλήθεια. Πολύ περισσότερο, ὅταν διακρίνει ὅτι οἱ χριστιανοί, καθώς τά παίρνουν ἐπιπόλαια τά πράγματα, πολύ πρόχειρα, καθόλου σοβαρά, καί ὅπως τούς ἔρθει, κάνουν φοβερά λάθη. Ὁ ἱερέας πρέπει νά πεῖ ὅλη τήν ἀλήθεια.

 

«Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως…»

 

Γι᾿ αὐτό θά παρακαλέσω πάρα πολύ, ἀπόψε πού γιορτάζουμε αὐτό τό μεγάλο γεγονός, νά σκεφτοῦμε λίγο τή δημιουργία τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, τοῦ Ἀδάμ, καί ποῦ τόν κάλεσε ὁ Θεός καί τί συνέβη. Νά σκεφτοῦμε τή γέννηση τοῦ δεύτερου Ἀδάμ πού εἶναι ὁ Χριστός, καί τί μᾶς προσφέρει ὁ Χριστός, τί μᾶς δίνει, ποῦ μᾶς καλεῖ, ἀλλά καί πῶς μᾶς καλεῖ, καί πῶς πρέπει νά δεχόμαστε αὐτό τό ὁποῖο μᾶς προσφέρει. Καί μετά νά προχωρήσουμε. Εἶναι πολύ προτιμότερο νά σταθεῖ κανείς. Ὄχι γιά νά ἀπομακρυνθεῖ· ὄχι. Αὐτό θά εἶναι ἕνα πεῖσμα. Ἀλλά γιά νά δεῖ καλύτερα τόν ἑαυτό του, τήν ἐπιπολαιότητά του, νά δεῖ ὅτι εἶναι τελείως ἀνέτοιμος γιά νά προχωρήσει, καί νά τό κάνει μιά ἄλλη φορά, τότε πού θά εἶναι ἕτοιμος. Καί μή νομίζετε ὅτι χρειάζεται νά εἶναι ἅγιος κανείς γιά νά εἶναι ἕτοιμος· ὄχι. Χρειάζεται αὐτή ἡ συναίσθηση.

Θά ἀκούσουμε Μετά φόβου Θεοῦ... Παρακαλῶ, νά ἐξετάσουμε πόσοι ἔχουμε αὐτόν τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο δέν εἶχε ὁ Ἀδάμ ὅταν διέπραττε τήν ἁμαρτία καί ἤθελε νά γίνει θεός. Πιό μπροστά τόν εἶχε καί γι᾿ αὐτό οὔτε διανοήθηκε νά κάνει αὐτό πού τοῦ εἶπε ὕστερα ὁ διάβολος. Ὁ διάβολος τοῦ πῆρε αὐτόν τόν φόβο καί τοῦ ἔβαλε τήν ἔπαρσή του, καί ὁ Ἀδάμ κινήθηκε ὅπως κινήθηκε.

Μετά φόβου Θεοῦ. Πόσο ἔχουμε αὐτόν τόν φόβο; Πόσο καλλιεργοῦμε αὐτόν τόν φόβο μέσα μας; Φοβοῦμαι ὅτι ἀρκετοί ἀπό μᾶς δέν θά γνωρίζουν τί εἶναι φόβος Θεοῦ. Ἄλλοι νομίζουν ὅτι εἶναι τρόμος, ἄλλοι νομίζουν ὅτι εἶναι κάτι ἄλλο. Φόβος Θεοῦ εἶναι ὅλη αὐτή ἡ εὐλάβεια πρός τόν Θεό, ὅλο αὐτό τό δέος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅλη αὐτή ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλπίδα πρός τόν Θεό. Εἶναι τό νά νιώθει, νά αἰσθάνεται κανείς ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ Θεός του, καί αὐτός εἶναι τό πλάσμα, τό δημιούργημα καί δέν τολμάει νά σηκώσει κεφάλι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μένει ταπεινός. Πόσοι πλησιάζουν αὐτές τίς ἡμέρες τό ἅγιο Ποτήριο μέ ἔπαρση, θά ἔλεγε κανείς, δαιμονική! Καί δέν καταλαβαίνουν ὅτι αὐτό θά εἶναι εἰς βάρος τους.

Πόσοι λοιπόν θά πλησιάσουν μέ φόβο Θεοῦ, μέ πίστη; Καί ὄχι ἁπλῶς νά πιστεύουμε ὅτι αὐτό εἶναι θεία Κοινωνία· δέν βγαίνει τίποτε μέ αὐτό. Πίστη εἶναι ἀφοσίωση, δόσιμο καί ὄχι ἁπλῶς παραδοχή. Ἐμπιστεύομαι τόν ἑαυτό μου στόν Θεό; Ἐμπιστεύομαι τό εἶναι μου στόν Χριστό; Ἀναγνωρίζω ὅτι εἶναι Κύριός μου, Κύριος τῆς ψυχῆς μου, τῆς ζωῆς μου, Κύριος τῶν πάντων ὁ Χριστός; Αὐτός μέ κυβερνάει ἤ ἐγώ κυβερνῶ τόν ἑαυτό μου καί θά θυμηθῶ νά πάω στήν ἐκκλησία μόνο τά Χριστούγεννα ἤ ἄν καμιά φορά ἔχω κάποια ἀνάγκη; Ὁ Χριστός εἶναι Κύριός μας ἤ ἐμεῖς εἴμαστε κύριοι τοῦ ἑαυτοῦ μας;

 

«…καί ἀγάπης…»

 

…καί ἀγάπης… Ὄχι γλυκανάλατες, ἁπλῶς ἀνθρώπινες ἀγάπες. Γεμάτοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἀπό τέτοιες ἀγάπες. Δέν εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ἡ ἀγάπη εἶναι θυσία. Ἅμα δέν ἔχεις μέσα σου τό αἴσθημα τῆς αὐτοθυσίας, τῆς θυσίας τοῦ ἑαυτοῦ σου, δέν ἔχεις ἴχνος ἀγάπης· ἄς νομίζεις ὅτι ἔχεις ἀγάπη.

Ἀγάπη στήν προκειμένη περίπτωση εἶναι ὄχι ἁπλῶς πόθος γιά τόν Χριστό· ὄχι. Θά ἔλθει ὁ καιρός πού μόνο θά τόν ποθοῦμε. Στήν ἄλλη ζωή δέν θά ὑπάρχει τίποτε ἄλλο. Ἐδῶ, σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο ποθῶ τόν Χριστό, τόν ἀγαπῶ, θέλω νά τόν πάρω μέσα μου, ὅμως, ὅπως ἐκεῖνος θυσιάστηκε γιά μένα –ἐκένωσε τόν ἑαυτό του καί ἔγινε ἄνθρωπος, καί ἔπειτα ὡς ἄνθρωπος θυσιάστηκε, πέθανε πάνω στόν σταυρό γιά μένα– κι ἐγώ θέλω νά πεθάνω μαζί του. Νά πεθάνω ὡς πρός τήν ἁμαρτία· ὄχι ὡς πρός ἄλλα πράγματα. Ὄχι παλικαριές καί τέτοια. Ὡς πρός τήν ἁμαρτία νά πεθάνω καί τή μικρή καί τή μεγάλη καί ὡς πρός ὅλα ἐκεῖνα πού δέν τά προσέχουμε καθόλου. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό. Τόν ἀγαπῶ, τόν ποθῶ, καί γι᾿ αὐτό θέλω νά σταυρωθῶ καί νά πεθάνω μαζί του, ὥστε νά γίνω ἕνα μέ αὐτόν καί νά ἀναστηθῶ μαζί του.

Παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, λάβετέ τα ὑπ᾿ ὄψιν αὐτά, καί τώρα, καθώς θά μποῦμε στή θεία Λειτουργία, μέ περισσότερη συναίσθηση, μέ περισσότερο φόβο Θεοῦ, πίστη καί ἀγάπη νά σταθοῦμε ἐδῶ μέσα στό μυστήριο. Ὅπως εἴπαμε, μέσα στό μυστήριο εἶναι τά πάντα, ἀλλά μόνο διά τῆς πίστεως τά βλέπει κανείς καί διά τῆς ἀγάπης τά βρίσκει καί τά αἰσθάνεται. Ἀλλιῶς, περιορίζεται κανείς σ᾿ αὐτό τό τυπικό: «Πῆγα στήν ἐκκλησία, ἄκουσα μερικά πράγματα, κοινώνησα κιόλας». Δέν εἶναι ἔτσι. Μέσα στή θεία Λειτουργία εἶναι ὅλη ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Διότι ἐδῶ εἶναι παρών ὁ Κύριος αὐτῆς τῆς βασιλείας, ὁ βασιλεύς αὐτῆς τῆς βασιλείας, πού εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός εἶναι βασιλεύς, ὁ Χριστός εἶναι ἡ βασιλεία, ὁ Χριστός εἶναι τά πάντα.

Κάπως ἔτσι, παρακαλῶ, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς, ὅσο μποροῦμε ὁ καθένας, νά προσπαθήσουμε νά ζήσουμε τό μυστήριο.

25-12-1986

[1]. Ἡ ὁμιλία ἔγινε σέ ἀγρυπνία γιά τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Βλ. ἐπίσης καί Συνάξεις Δωδεκαημέρου, σσ. 119-126.

 

[2]. Γεν. 2, 17.

 

[3]. Α΄ Κορ. 11, 30.