11 Ἰουλίου
Τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος καί πανευφήμου Εὐφημίας
ὅτε τόν τόμο τοῦ τῆς πίστεως ὅρου τῶν 630 πατέρων τῶν ἐν Χαλκηδόνι συνελθόντων, τουτέστιν τῆς ἁγίας κααί οἰκουμενικῆς συνόδου, ἐκράτυνεν.
Οἱ πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού συνῆλθε στή Χαλκηδόνα, ἀπό ὅπου καταγόταν ἡ ἁγία Εὐφημία καί ὅπου ἦταν ἄφθορο τό ἅγιο λείψανό της, μέ τήν ἐνέργειά τους αὐτή δείχνουν σάν νά βρέθηκαν σέ δυσκολία. Ὄχι ὅτι εἶχαν ἀμφιβολία οἱ πατέρες ὡς πρός τήν πίστη τους, ὄχι· ἦταν ὑπερβέβαιοι ὅτι αὐτά τά ὁποῖα ἔγραψαν ἐκεῖ στόν τόμο εἶναι ἡ ἀληθινή πίστη, ἀλλά εἶχαν, φαίνεται, μιά ἰδιαίτερη δυσκολία μέ τούς αἱρετικούς πού δέν ἐπείθοντο, καί νά, λοιπόν, ἡ ἁγία Εὐφημία τούς βγάζει ἀπό τή δυσκολία.
Εὐτυχῶς δέχτηκαν οἱ αἱρετικοί νά τοποθετήσουν ἐπάνω στό ἅγιο λείψανό της καί τόν ἕνα τόμο πού περιεῖχε τήν ἀληθινή πίστη καί τόν ἄλλο τόμο πού εἶχε τήν αἱρετική πίστη. Καί ὕστερα ἀπό μέρες πού ξανάνοιξαν, ὅπως εἶχαν συμφωνήσει οἱ ὀρθόδοξοι μέ τούς αἱρετικούς, τό κιβώτιο μέσα στό ὁποῖο ἦταν τό ἅγιο λείψανο τῆς ἁγίας, εἶδαν αὐτό τό θαυμαστό∙ τόν μέν τόμο τῶν ὀρθοδόξων νά τόν κρατάει στήν ἀγκάλη της, τόν δέ τόμο τῶν αἱρετικῶν νά τόν ἔχει στά πόδια της.
Ἔχουμε λοιπόν τό θαυμαστό αὐτό περιστατικό, τό ὁποῖο ἔμεινε πιά στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας –πού ἐπεκύρωσε δηλαδή ἡ ἁγία, μέ τό θαῦμα πού ἔκανε, τήν πίστη καί ὅσα ἔγραφε ὁ τόμος τῶν ὀρθοδόξων, καί ἔτσι κατησχύνθη ὁ Εὐτυχής καί οἱ ὁπαδοί του, οἱ μονοφυσίτες.
Δύο πράγματα τήν ὥρα αὐτή νά προσέξουμε.
Ἡ ἁγία Εὐφημία, θά ἔλεγε κανείς, εἶναι εἰδική, ἄν μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε τή λέξη αὐτή, γιά τίς περιπτώσεις ἐκεῖνες πού σάν νά βρίσκεται κανείς σέ ἕνα ἀδιέξοδο καί δέν ξέρει τί νά κάνει.
Θά μπορούσαμε λοιπόν νά ποῦμε ὅτι ἡ ἁγία μας αὐτή εἶναι ὅ,τι χρειάζεται, γιά νά τή θυμηθεῖ κανείς καί νά τήν παρακαλέσει θερμά γιά θέματα πού σάν νά μήν ἔχουν τή λύση τους. Νά τή θυμηθεῖ κανείς καί νά τήν παρακαλέσει, ὅταν βρίσκεται σέ ἀδιέξοδο. Καί ὁ ἀγωνιζόμενος, ὄχι λίγες φορές, θά βρεθεῖ σέ ἕνα τέτοιο σημεῖο καί ἔχει ἀνάγκη, ἄν μπορῶ νά τό πῶ ἔτσι, μιᾶς τέτοιας ἁγίας ὅπως εἶναι ἡ ἁγία Εὐφημία.
Μερικές περιπτώσεις μέσα στή ζωή πού παρουσιάζονται στόν ἀγωνιζόμενο πνευματικά φτάνουν σέ τέτοιο σημεῖο πού ἀκριβῶς θέλει κανείς κάπου νά ἀκουμπήσει λίγο, καί ἡ ἁγία εἶναι ὅ,τι χρειάζεται. Βέβαια, δέν χρειάζεται νά ποῦμε ὅτι σέ ὅλους τούς ἁγίους μποροῦμε νά καταφεύγουμε καί πρῶτα στήν Παναγία μας, ἀλλά ἀπόψε μᾶς δίνει ἀφορμή ἡ ἁγία Εὐφημία νά τό προσέξουμε αὐτό ἰδιαίτερα στό πρόσωπο τό δικό της καί νά τήν παρακαλέσουμε νά μᾶς βγάλει ἀπό τυχόν ἀδιέξοδο σέ κάποιο ξέφωτο, νά δώσει λύση ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει κατά τή γνώμη μας καί νά μᾶς στηρίξει, γιά νά προχωρήσουμε.
Ἕνα δεύτερο. Ἴσως ταιριάζει νά ποῦμε σήμερα ὅτι, ἄν δέν πιστεύει κανείς ὀρθά, κι ἄν δέν ζεῖ τή ζωή τή χριστιανική ὀρθῶς, πέφτει ἔτσι ἤ ἀλλιῶς σέ πλάνη.
Καί σέ πλάνη πέφτει κανείς, ἄν εἶναι ἐγωιστής καί ἔχει σέ πολλή ὑπόληψη τή γνώμη του. Ἀργά ἤ γρήγορα δηλαδή αὐτός πού ἔχει σέ ὑπόληψη τή γνώμη του, ὅσο σοφή κι ἄν εἶναι, θά πλανηθεῖ. Δέν πλανιέται τυχαῖα κανείς. Ὁ ὑπερήφανος θά πλανηθεῖ. Ὁ ταπεινός κι ἄν πλανηθεῖ, θά ἐπανέλθει. Ἀλλά ὁ ἔχων ἐμπιστοσύνη στή γνώμη του, στήν κρίση του, ὅσο σοφή κι ἄν εἶναι, θά πλανηθεῖ.
Πλανᾶται λοιπόν ὁ ἐγωιστής καί ὁ ἀμετανόητος, ὁ ὁποῖος κάνει χριστιανικά πράγματα, ἀλλά δέν μετανοεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του. Κι ἀφοῦ καί δέν μετανοεῖ, ἀλλά καί μένει καί χριστιανός, ἐπιδιώκει νά τά βολέψει τά πράγματα· καί γιά νά τά βολέψει, θά πέσει σέ πλάνη. Εἴτε θά τά βολέψει ἐντελῶς- ἐντελῶς πρακτικά, θά ζεῖ δηλαδή στήν ἀμετανοησία του καί θά εἶναι τάχα καί χριστιανός ἤ θά φτάσει μέχρι τοῦ σημείου νά τά βολέψει καί θεωρητικά, θεολογικά. Καί τό ᾿να καί τ᾿ ἄλλο εἶναι πλάνη. Καί ὁ πλανεμένος ἀπορρίπτεται ἀπό τόν Θεό.
Ἄν εἶναι κανείς ἁπλῶς ἁμαρτωλός, δέν ἀπορρίπτεται, ἀλλά εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατον ὁ ἁμαρτωλός, ἄν σκέπτεται σωστά, νά μή μετανοήσει. Καί δέν θά μετανοήσει αὔριο, μεθαύριο –ὄχι– ἀλλά σήμερα. Καί ἐκεῖνον πού μετανοεῖ τόν δέχεται ὁ Θεός, τόν εὐλογεῖ καί τόν βγάζει ἑπομένως καί ἀπό τήν πλάνη, καί ἀπό τήν ἀπάτη καί ἀπό αὐτόν τόν κίνδυνο νά χαθεῖ, νά ἀπορριφθεῖ.
Δέν εἶναι νά παίζουμε μέ αὐτά τά πράγματα. Ἤ εἶσαι χριστιανός ἤ δέν εἶσαι! Δέν μπορεῖ κανείς νά ἐνεργεῖ ὅπως κάνει σέ ἄλλα πράγματα, πού κάτι ἀκούει, κάτι μαθαίνει, καί ἀπό αὐτά ὅ,τι θέλει δέχεται, ὅ,τι θέλει δέν δέχεται. Δέν εἶναι ἔτσι! Ἤ εἶσαι χριστιανός ἤ δέν εἶσαι!
Μήν πεῖς: «Δέν μπορῶ» Δέν ὑπάρχει «δέν μπορῶ», διότι ἀναλαμβάνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νά σέ κάνει χριστιανό. Δέν ὑπάρχει κανείς πού νά μπορεῖ νά εἶναι χριστιανός, ἐάν δέν τόν βοηθήσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός.
Δέν μπορεῖ νά εἶναι κανείς χριστιανός, ἄν δέν ἔλθει μέσα του ὁ Χριστός, ἄν δέν ἔχει μέσα του τόν Χριστό ὁ ὁποῖος τόν κάνει χριστιανό,. Ἑπομένως, καταπίπτει καί ἀπορρίπτεται κάθε δικαιολογία πού μπορεῖ κανείς νά φέρει: «Ναί μέν ἀλλά δέν μπορῶ». Αὐτή εἶναι μιά ἀπό τίς πλάνες, καί εἶναι κάτι πού σέ βολεύει. Τί θά πεῖ δέν μπορῶ; Ἐσύ τό βολεύεις ἔτσι τό πράγμα. Δέν μπορεῖς, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν μετανοεῖς. Δέν μπορεῖς, ἐπειδή δέν θέλεις νά ἀφήσεις τήν ἁμαρτία. Δέν μπορεῖς, ἐπειδή δέν θέλεις νά εἶσαι τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε ἀνήκεις στόν ἑαυτό σου, καί ὁ Χριστός δέν σέ βοηθάει, καί ἔτσι μένεις στήν ἁμαρτία. Καί μένεις, σέ τελευταία ἀνάλυση, ἐπειδή εἶσαι «σοφός», ἐπειδή πιστεύεις πολύ στήν κρίση σου, στή γνώμη σου. Καί ἔτσι ἡ ἁμαρτία μένει. Ἐπειδή λέτε ὅτι βλέπετε, εἶπε κάποια φορά ὁ Κύριος στούς Φαρισαίους, ἡ ἁμαρτία μένει. Δέν δικαιολογεῖται λοιπόν κανείς μέ τίποτε.
Εἴπαμε ὅτι παίρνουμε ἀφορμή ὄχι μόνο ἀπό τό περιστατικό, ἀπό τό θαῦμα πού ἔκανε ἡ ἁγία, ἡ ὁποία ἀπέρριψε τόν τόμο τῶν μονοφυσιτῶν, τῶν αἱρετικῶν, καί ἐπεδοκίμασε, ἐπεκύρωσε τόν τόμο τῶν ὀρθοδόξων, ἀλλά καί ἀπό τήν ἁγία ζωή της. Καί αὐτή ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ὅπως εἴμαστε κι ἐμεῖς, γυναίκα μάλιστα, γυναίκα ἀδύναμη, καί ὅμως τόσο-τόσο πίστεψε στόν Χριστό καί τόσο ἀγάπησε τόν Χριστό καί τόσο ἔδωσε τόν ἑαυτό της στόν Χριστό, ὥστε καθόλου-καθόλου δέν δίστασε νά μαρτυρήσει. Καί ἐσύ, ὅποιος κι ὅποια κι ἄν εἶσαι, δέν καταδέχεσαι νά σηκώσεις τήν παραμικρή δυσκολία, τόν παραμικρό πόνο πού θά ἔχεις κόβοντας τό θέλημά σου. Διότι μόνο ἔτσι κανείς γίνεται σέ κάθε ἐποχή μάρτυς τοῦ Χριστοῦ ὅταν κόβει τό θελημά του, ὅπως ἔκαναν ὅλοι οἱ ἅγιοι, καί ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔκοψε τό θέλημά του καί ἔκανε τό θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός. Καί στίς ἡμέρες μας δέν ὑπάρχουν οὔτε μαρτύρια οὔτε κάτι ἀνάλογο, γιά νά φανεῖ ἐκεῖ πόσων καρατιῶν εἶναι ἡ πίστη μας. Αὐτό θά φανεῖ στήν ὑπακοή στόν Χριστό, στήν κοπή τοῦ θελήματός μας. Τάχα πιστεύουμε, τάχα ἀφοσιωνόμαστε στόν Θεό, τάχα δεχόμαστε τούς ἁγίους καί τούς τιμοῦμε· ποῦ εἶναι ὅμως ἡ μίμηση; Δέν μιμούμαστε τούς ἁγίους. Καί τελικά τί γίνεται; Ἀπαραιτήτως κανείς εἶναι σέ πλάνη. Καί ὁ πλανεμένος ἀπορρίπτεται. Καί στόν καθένα πού διερωτᾶται ἄν εἶναι σέ πλάνη, θά λέγαμε: «εἶσαι σέ πλάνη, ἄν εἶσαι ἀμετανόητος γιά τίς ἁμαρτίες σου».
Καί μήν πεῖς ὅτι εἶσαι μετανοημένος, ἐάν δέν αἰσθάνεσαι τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ μέσα σου, διότι, μόλις μετανοήσει ὁ ἄνθρωπος, ἔρχεται ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ, καί δυναμώνεται κανείς καί νικᾶ τήν ἁμαρτία. Ἄν λοιπόν συνεχίζεις νά μένεις στήν ἁμαρτία, εἶσαι ἀμετανόητος, εἶσαι σέ πλάνη καί ἀπορρίπτεσαι.
Ἀπό τό ἄλλο μέρος, τήν ὥρα πού θεωρεῖς τό θέλημά σου, τή γνώμη σου ὡς τό πολυτιμότερο καί τό πιό σωστό πού ὑπάρχει στόν κόσμο καί δέν ἔχεις τή διάθεση νά ἀφήσεις τή γνώμη σου, τό θέλημά σου, τήν ἐξυπνάδα σου, νά ἀφήσεις ὅτι ἐσύ ξέρεις καί νά τά πετάξεις πέρα, εἶσαι σέ πλάνη καί ἀπορρίπτεσαι!
Καί μήν ἀρχίσουμε τώρα νά κλαψουρίζουμε: «Ἅμα εἶναι ἔτσι τά πράγματα, τί θά κάνω;» Τί θά κάνεις; Θά ἀφήσεις τό θέλημά σου, ὄντως θά τό ἀφήσεις, θά τό κόψεις καί ὄντως θά μετανοήσεις. Καί κάτι μοῦ λέει νά τονίσω αὐτήν τήν ὥρα ὅτι ἐκτός τῶν ἄλλων θά ἔχουμε τήν ἀμέριστη βοήθεια τῆς ἁγίας Εὐφημίας πού γιορτάζουμε, ἡ ὁποία ξέρει ἀπό αὐτά. Ὅλοι οἱ ἅγιοι θά μᾶς βοηθήσουν, ἡ Παναγία μας, καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος πού γι᾿ αὐτό ἔρχεται μέσα μας καί ζεῖ ἐν ἡμῖν, γιά νά μᾶς βοηθήσει νά νικήσουμε. Νά νικήσουμε ὅλα αὐτά τά ὁποῖα θέλουν νά κατασπαράξουν τήν ψυχή μας, καί νά σωθοῦμε.
11-7-1989