24 Αὐγούστου
Τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἱερομάρτυρος καί ἰσαποστόλου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ
Σήμερα πού ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τή μνήμη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, καί ἡ ἀποστολική καί ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου. Καί μάλιστα, σύμφωνα μέ αὐτά πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἀποστολική περικοπή, ἐμεῖς οἱ κληρικοί ἔχουμε ὑποχρέωση νά καταρτίζουμε τόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Στή μιά περικοπή, τήν ἀποστολική, γίνεται λόγος γιά ἀποστόλους, γιά προφῆτες, γιά εὐαγγελιστάς, γιά ποιμένες καί διδασκάλους, πού, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τούς ἔδωκε ὁ Κύριος πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων … μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως … εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Στήν ἄλλη περικοπή, τήν εὐαγγελική, γίνεται πάλι λόγος γιά τούς ἀποστόλους, τούς ὁποίους ἔστειλε ὁ Χριστός νά κηρύξουν καί τούς τόνισε νά λένε ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔνιωσε κάποια στιγμή αὐτή τήν ὑποχρέωση, νά συμβάλει καί αὐτός στόν καταρτισμό τῶν ἁγίων, ὅπως παλιά οἱ προφῆτες, καί ὅπως γενικῶς ἔτσι νιώθουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Καί μολονότι ἦταν μοναχός στό ἅγιο Ὄρος, βγῆκε στόν κόσμο νά βοηθήσει τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Οὔτε κατά διάνοιαν –τό εἴχαμε πεῖ καί ἄλλη φορά– ὅτι πῆγε ἐκεῖ, στό ἅγιο Ὄρος, γιά νά ἑτοιμαστεῖ, ὅπως λένε σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις, καί ἀφοῦ ἑτοιμάστηκε, ὕστερα βγῆκε. Δέν εἶναι ἔτσι. Ὅταν ἐσύ ἔχεις σχέδια, προγράμματα, ἔχεις ὄνειρα ὅτι θά κάνεις ἔτσι, θά κάνεις ἀλλιῶς, δέν σέ δέχεται ὁ Θεός. Σέ ἀφήνει, καί πᾶς μόνος σου.
Ὁ Θεός δέχεται ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἔχει διάθεση καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του νά τόν δίδει ἐν λευκῷ, ἄνευ ὅρων στόν Θεό καί νά ὑπακούσει στό νά κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς δέν πῆγε ἐκ τῶν προτέρων μέ σκοπό τάχα νά καταρτιστεῖ ἐκεῖ πνευματικά καί μετά νά βγεῖ νά κάνει τό ἔργο πού ἔκανε. Πῆγε ἐκεῖ, διότι δέχτηκε τήν κλήση τοῦ Θεοῦ γιά νά πάει ἐκεῖ. Ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τόν κάλεσε τήν κατάλληλη ὥρα, καί ἄφησε καί τό ὄρος καί τό μοναστήρι καί τήν ὅλη εἰδική διαβίωση ἐκεῖ καί ἐξῆλθε. Ἐξῆλθε νά κηρύξει τό εὐαγγέλιο ὅπως θά τόν φώτιζε τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, κατά ὅπως θά τόν ὁδηγοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Καί ἦταν ἔτσι οἱ συνθῆκες καί ὅλη ἡ κατάσταση, πού τό ἀκροατήριό του ἦταν παντοῦ καί πάντοτε ἄνθρωποι πού κατοικοῦν σ᾿ αὐτή τήν χώρα, δηλαδή Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἦταν σκλαβωμένοι, ἦταν κάτω ἀπό τόν τουρκικό ζυγό.
Κάνει ἐντύπωση ὅτι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς δέν δυσκολεύτηκε νά καταλάβει, νά ἀντιληφθεῖ, ὅτι ὁ λαός αὐτός, καθώς ἦταν ἀγράμματος, τοῦ ἦταν ἀναγκαῖο νά μάθει γράμματα. Καί μολονότι ξέφευγε, τρόπον τινά, ἀπό τή δική του ἁρμοδιότητα, ἐργάστηκε καί πρός αὐτή τήν κατεύθυνση. Πάντοτε, σέ ὅλες τίς περιπτώσεις τίθεται τό ἐρώτημα: «Γινώσκεις ἅ ἀναγινώσκεις;» Καταλαβαίνεις αὐτά πού διαβάζεις;
Ἄνετα λοιπόν ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησίασμα, τίθεται στόν καθένα ἐκκλησιαζόμενο τό ἐρώτημα: «Ἄραγε καταλαβαίνεις αὐτά τά ὁποῖα ἀκοῦς;» Καί φυσικά ἅμα κανείς δέν ξέρει στοιχειώδη γράμματα, δέν καταλαβαίνει. Διότι αὐτά πού ψάλλονται, αὐτά πού ἀναγινώσκονται –εἴτε ἀναγινώσκεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κατευθεῖαν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή εἴτε ψάλλονται τροπάρια ἐμπνευσμένα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή– εἶναι γραμμένα μέ γράμματα. Εἶναι γραμμένα μέ λέξεις, μέ φράσεις καί σέ παραγράφους πού ἔχουν νοήματα. Πῶς θά καταλάβει ἕνας πού δέν ξέρει τί σημαίνει ἡ μιά λέξη, ἡ ἄλλη λέξη, δέν ξέρει τί νόημα βγαίνει ἔτσι ὅπως συνδέονται οἱ λέξεις καί γίνονται οἱ φράσεις.
Γι᾿ αὐτό σάν νά εἶχε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, τρόπον τινά, ὡς πρῶτο ἔργο του νά διδάσκει καί νά ξαναδιδάσκει τόν λαό νά μάθουν γράμματα. Καί γι᾿ αὐτό τόνιζε ὅτι παντοῦ πρέπει νά κτιστοῦν σχολεῖα, καί ὅπου δέν μποροῦσε νά γίνει ἀλλιῶς, νά λειτουργοῦν κρυφά σχολειά.
Καί εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἔλεγε: «Ἐκκλησίες ἔχετε. Σχολεῖα νά κάνετε». Καί καθώς εἶχε πειθώ, βοήθησε τόν λαό αὐτό, πού ζοῦσε στήν ἄγνοια.
Ἡ πίστη, τό Εὐαγγέλιο, γενικῶς ἡ χριστιανική διδασκαλία δέν εἶναι κάτι μαγικό. Ὁ Θεός ἀπευθύνεται ὡς Θεός στό λογικό πλάσμα του, τό ὁποῖο πλάσμα πρέπει νά ἀκούσει, πρέπει νά καταλάβει. Καί ἐπέμενε σ᾿ αὐτό ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε πώς τό ἔνιωθε ὡς ἀνάγκη νά κηρύττει τό Εὐαγγέλιο. Δέν γινόταν νά παρατήσει αὐτή τήν ἐργασία, νά διαδίδει δηλαδή τό Εὐαγγέλιο. Γι᾿ αὐτό καί λέει ὅτι εἶναι ἱερουργός τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἱερεύς κάνει τή θεία Λειτουργία, τά μυστήρια, λειτουργεῖ, ἱερουργεῖ· ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἱερουργοῦσε τό Εὐαγγέλιο.
Ἔτσι καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς –πού ἦταν ἀπό πολλές ἀπόψεις ὅπως τόν ἤθελε ὁ Κύριος καί κατάλληλος γιά τό ἔργο πού τόν ὅρισε ὁ Θεός νά κάνει, καθώς συνεδίαζε ὅλα ὅσα θά ἔπρεπε κανείς νά ἔχει– ἱερουργοῦσε τό Εὐαγγέλιο. Μιλοῦσε βέβαια μέ ἁπλή γλώσσα, γιά νά καταλαβαίνει ὅλος ὁ λαός, ἀλλά συγχρόνως τόνιζε ὅτι ἔπρεπε νά μάθουν καί γράμματα τά παιδιά, γιά νά καταλαβαίνουν τό Εὐαγγέλιο, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά καταλαβαίνουν ὅλο τό περιεχόμενο τῆς Ἐκκλησίας.
Καί σήμερα καίτοι γνωρίζουμε γράμματα, δέν καταλαβαίνουν οἱ χριστιανοί. Καί αὐτά πού ψάλλονται καί αὐτά πού ἀναγινώσκονται δέν τά καταλαβαίνουν.
Ἄλλα πράγματα τά καταλαβαίνουν. Ὅλοι εἶναι ξεφτέρια στόν ἀθλητισμό, καί σέ ἄλλα παρόμοια. Γνωρίζουν ἀκόμη καί τά πιό μικρά παιδιά τί γίνεται ἀνά τήν οἰκουμένη, καί δέν ξέρουν, δέν γνωρίζουν τό Εὐαγγέλιο, τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τή δίδαξαν οἱ ἀπόστολοι, ὅπως τή δίδαξε καί ὁ νέος ἀπόστολος, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Γι᾿ αὐτό καί ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς θ. Λειτουργίας ἀναφέρεται στούς δώδεκα ἀποστόλους, πού ἀπέστειλε ὁ Κύριος νά κηρύξουν, ἀφοῦ τούς καθοδήγησε ἀνάλογα.
Ἀλλά νά ξαναγυρίσουμε σ᾿ αὐτό πού εἶπα στήν ἀρχή, ὅτι ἐμεῖς οἱ κληρικοί ἔχουμε ὑποχρέωση νά καταρτίζουμε τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Κάνει ἐντύπωση πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Χριστός ἔδωκε τούς ἀποστόλους, τούς προφῆτες, τούς εὐαγγελιστάς, τούς ποιμένες, τούς διδασκάλους, ὄχι ἁπλῶς γιά νά διδάσκουν –ὄχι– ἀλλά γιά νά καταρτίζουν ἔτσι πολύ συγκεκριμένα τό ποίμνιο, τόν λαό, γιά νά καταρτίζουν τούς πιστούς, ὥστε ὅλοι νά φτάσουν οὔτε λίγο οὔτε πολύ εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή, στήν τελειότητα· καί τελειότητα εἶναι ὁ Χριστός.
Ἔχουμε λοιπόν ἐμεῖς οἱ κληρικοί αὐτή τήν ὑποχρέωση –καί τά δύο ἀναγνώσματα, ἔχω τήν ταπεινή γνώμη ὅτι αὐτό θέλουν νά μᾶς ποῦνε ἀπόψε– νά καταρτίζουμε τούς πιστούς, ὅπως ἀκριβῶς ἔκανε ὁ ἱεραπόστολος καί νέος ἀπόστολος, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὡς ἄλλος ἀπόστολος, ὁ ὁποῖος ἐκτελώντας αὐτό τό ἔργο, δέν ἔκανε πίσω, δέν φοβήθηκε, δέν κρύφτηκε καί τελικά μαρτύρησε.
Βάσταξε ἕως ὅτου ἤθελε ὁ Θεός, τόν κάλυψε ὁ Θεός ἕως τότε πού ἤθελε, τόν προστάτεψε, καί τελικά τόν στεφάνωσε μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος. Δέν γινόταν καλύτερα, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε, πού ἐπισφραγίστηκε ὅλο αὐτό τό ἔργο του τό διδακτικό, τό ἱεραποστολικό –καί ἦταν ἀπό μιά πλευρά ἡ κάθε μέρα μαρτύριο· ζοῦσε ἕνα μαρτύριο– μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος.
Βέβαια ὁ Θεός τόν φώτιζε, τόν βοήθησε, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε, νά τά καταφέρνει κάθε φορά μέ τούς κατακτητές, νά συνεννοεῖται μαζί τους καί νά τοῦ ἐπιτρέπουν νά κάνει τό ἔργου του, παρότι οἱ ἴδιοι ἀργότερα, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα, τόν θανάτωσαν. Βέβαια φαίνεται ὅτι κάποιοι ἀπό αὐτούς, ὅπως ὁ Ἀλήπασας, πού πήγαινε τακτικά νά τόν συναντήσει, τόν εἶχαν σέ μεγάλη ὑπόληψη. Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὅτι ἅμα δώσεις στούς Τούρκους μπόλικο μπαξίσι, ὅλα γίνονται. Ὅπως συνέβη καί σ᾿ ἐμᾶς, ὅταν πήγαμε στήν Παναγία Σουμελᾶ στήν Τραπεζοῦντα· τούς δώσαμε μπαξίσι, καί μᾶς ἐπέτρεψαν ἀκόμη καί νά λειτουργήσουμε.
Δέν ξέρω ἄν ἔχετε ὑπ᾿ ὄψιν σας ὅτι ὁ Ἀλήπασας εἶχε μέν δικό του βιλαέτι στά Γιάννενα, ἀλλά, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου τούτου, ἤθελε καί τά ἀνώτερα· ἤθελε νά γίνει καί Σουλτάνος. Καί εἶπε στόν ἅγιο Κοσμᾶ: «Ἐσύ πού ξέρεις τά μέλλοντα, γιά πές μου· θά γίνει τίποτε μ᾿ ἐμένα; Θά πάω στήν Πόλη;» Καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, πού τίς εἶχε πρόχειρες τίς προφητεῖες καί τίς προβλέψεις καί τά παρόμοια, τοῦ ἀπαντᾶ: «Θά πᾶς, ἀλλά μέ κόκκινα γένεια». Καί ἐννοοῦσε αὐτό πού ἔγινε ἀργότερα. Δηλαδή ἀφοῦ τόν ἀπεκεφάλισαν, πῆγαν στόν Σουλτάνο τό κεφάλι του μέ τά γένεια του κόκκινα ἀπό τά αἵματα. Δέν ἀξιώθηκε νά γίνει Σουλτάνος. Δέν εὐοδώθηκε αὐτή ἡ ὄρεξή του, ἡ ἐπιθυμία του.
Νά ἐπανέλθουμε. Ὀφείλουμε λοιπόν νά ἐργαστοῦμε, ἔχουμε ὑποχρέωση ἐμεῖς οἱ κληρικοί νά ἐργαστοῦμε πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων, ἕως ὅτου φθάσουμε οἱ πάντες εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, στήν τελειότητα κατά τήν πίστη του καί κατά τόν κόπο του ὁ καθένας μας. Καί γι᾿ αὐτό τώρα μέ τήν εἴσοδό μας στό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος νά κάνουμε μιά προσπάθεια· ὅσοι βέβαια δείξουν ὅτι ἔχουν διάθεση. Ναί μέν τά λέμε, ἀκοῦμε καί καλά κάνουμε, ἀλλά πρέπει, ὅπως λέει ἡ ἀποστολική περικοπή νά καταρτιστοῦν οἱ ἅγιοι.
Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ ποιμένες τούς βλέπουν, τούς παρακολουθοῦν, τούς κάνουν παρατηρήσεις. Ἔτσι ἦταν κάποτε στήν Ἐκκλησία. Δέν ἔφθανε δηλαδή ἁπλῶς τό κήρυγμα. Καί νά ποῦμε ὅτι στή θεία Λειτουργία μποροῦσαν νά λαμβάνουν μέρος μόνον ὅσοι δέν ἁμάρταναν. Ἄν ἔκανε κάποιος βαριά ἁμαρτία, ἐθεωρεῖτο ὅτι ἦταν ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τά εἶχε νοικοκυρεμένα τότε ἡ Ἐκκλησία καί μέ τούς ποιμένες τά παρακολουθοῦσε ὅλα αὐτά.
Καί νά δοῦμε τί θά κάνουμε μέ ὅσους ἔχουν διάθεση, μέ ὅσους θά δείξουν στήν πράξη ὅτι ἔχουν διάθεση. Εἶναι μερικοί πού λένε: «Δέν μπορῶ, δέν γίνεται…» Τόσο πολύ δηλαδή εἶναι ἀγκαλιασμένοι μέ τό σκαρί τους, μέ τό κατεστημένο τους, μέ τήν ἀμετανοησία καί τήν ὅλη ἔπαρση πού ἔχουν, πού δέν θέλουν νά ἀλλάξουν. Τό παίρνουν ὡς δεδομένο ὅτι δέν γίνεται. Ὄχι. Παραγίνεται, ὄχι δέν γίνεται. Γιά ὅλους γίνεται. Γιά ὅλους.
Καί χρειάζεται, παρακαλῶ, καί νά προσπαθήσουμε καί νά προσευχηθοῦμε γιά νά φωτίσει ὁ Θεός καί νά βάλει μέσα μας πόθο. Ἅμα δέν δώσει πόθο, δέν γίνεται. Νά δώσει πόθο –πῶς νά ποῦμε;– τέτοιο πού νά εἶσαι ἕτοιμος νά παραδώσεις τόν ἑαυτό σου εἰς θάνατον. Ὄχι στό μαρτύριο τοῦ αἵματος, πού δέν ὑπάρχει, ἀλλά εἰς θάνατον πού νά ἀποκεφαλίζεις τόν παλαιό ἄνθρωπο, τό ἐγώ σου, τήν φιλαυτία σου. Κάπως ἔτσι σκεπτόμαστε, κάπως ἔτσι πρέπει νά ἐνεργήσουμε, καί σιγά-σιγά θά ὡριμάσουν τά πράγματα. Μπορεῖ νά ἀρχίσουμε μόνο μέ δέκα –συγγνώμη πού τό λέγω ἔτσι. Μέ τούς ἄλλους θά περιμένουμε νά δείξουν διάθεση.
Χρειάζεται λοιπόν νά κάνουμε τό πᾶν καί οἱ ποιμένες και οἱ ποιμενόμενοι γιά νά φτάσουμε εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Δέν ἐπιτρέπεται στόν ὑπεύθυνο ἁπλῶς νά λέει. Χρειάζεται νά βλέπει ἄν καταρτίζονται οἱ πιστοί καί χρειάζεται νά βοηθήσει τόν καθένα πολύ συγκεκριμένα, γιά νά προχωροῦμε ὅλοι πρός τήν τελειότητα. Ὅμως καί ὁ καθένας πιστός δέν ἐπιτρέπεται νά ζεῖ ἀνεύθυνα, ὅσα πᾶνε καί ὅσα ἔλθουν, ἀλλά λίγο πιό ὑπεύθυνα, παρακαλῶ, νά τά πάρουμε τά πράγματα, καί ὁ Κύριος θά μᾶς βοηθήσει. Ἀλλά νά μήν περιμένουμε νά γίνει κάτι καλό, ἄν δέν ἔλθει πόθος μέσα στήν καρδιά μας.
Τό σκεπτόμουν μόλις προηγουμένως ὅτι μᾶς ἀξιώνει ὁ Θεός νά εἴμαστε μέσα στίς ἀκολουθίες, μέσα στά μυστήρια, γενικότερα μέσα στή λατρεία του, νά ἀκοῦμε τόν λόγο του. Μεγάλη ὑπόθεση αὐτό. Καί σκεπτόμουν τί πράγμα εἶναι αὐτό, πόσο μεγάλη εὐεργεσία εἶναι! Ὁ Θεός πλήρως ἀποκαλύφτηκε καί πλήρως ἀποκαλύπτεται ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Δέν ἦλθε ὁ Χριστός ἁπλῶς λίγο νά μᾶς ἀγγίξει, ἁπλῶς κάτι νά μᾶς πεῖ. Ὄχι. Ἐπλάσθημεν κατ᾿ εἰκόνα καί πορευόμαστε στό καθ᾿ ὁμοίωσιν. Μέ τά μυστήρια, ἰδίως μέ τό βάπτισμα, καθάρισε τό κατ᾿ εἰκόνα, καί λίγο ἄν προσέξει κανείς εἶναι ἤδη στόν δρόμο, γιά νά φτάσουμε, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, στό καθ᾿ ὁμοίωσιν.
Βλέπετε, ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἀποστολική περικοπή δέν λέει λιγάκι κάτι νά κάνουμε ὡς χριστιανοί, λιγάκι νά εἴμαστε χριστιανοί. Ὄχι. Ὅλο τό θέλημά του τό φανέρωσε ὁ Θεός, ὅλο ζητεῖ νά τό ζήσουμε, καί ἀκριβῶς ὅλο μᾶς τό παρουσιάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί δέν δυσκολεύεται νά τό πεῖ: Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Παρακαλῶ νά τά λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας αὐτά καί ἀνάλογα νά ἀνταποκριθοῦμε.
24-8-2005