Λειτουργια Αγ. Χρυσοστομου - Μ. Βασιλειου
A+
A
A-

158. «Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ….εἴη μετά πάντων ὑμῶν»

«Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ….εἴη μετά πάντων ὑμῶν»

 

Καί τώρα πάλι νά ποῦμε στήν ἀγάπη σας λίγα λόγια. Θεωρῶ ὅτι θά ἦταν καλό σήμερα πού εἶναι ἡ πρώτη Κυριακή τοῦ νέου ἔτους, πού εἴμαστε ἀκόμη στίς πρῶτες ἡμέρες τοῦ νέου ἔτους νά ἀναφερθοῦμε λίγο σ᾿ αὐτή τή σύντομη εὐχή πού κάνει ὁ ἱερέας σέ κάθε Θεία Λειτουργία.

Ὅπως εἴπαμε καί ἄλλη φορά, αὐτός ὁ διάλογος πού γίνεται, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, μεταξύ τοῦ λειτουργοῦντος ἱερέως καί τοῦ λαοῦ μετά τή μεγάλη Εἴσοδο καί μετά τήν ἀπαγγελία τοῦ συμβόλου τῆς Πίστεως, καί πού ἀρχίζει μέ τό «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», δέν λείπει ἀπό καμία Λειτουργία. Καί στή Λειτουργία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου τόν ἔχουμε καί στή Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί στίς ἄλλες Λειτουργίες.

«Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετά πάντων ὑμῶν». Εἴθε νά εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μαζί σας, μέ ὅλους σας. Αὐτή εἶναι ἡ εὐχή καί ἡ εὐλογία πού δίδεται καί ξεκινάει ἡ Θεία Λειτουργία.

Καί, νομίζω, ταιριάζει σήμερα πού εἴμαστε, ὅπως εἴπαμε, στίς πρῶτες ἡμέρες τοῦ νέου ἔτους νά δώσουμε καί κατά εἰδικό τρόπο γιά τό νέο ἔτος αὐτή τήν εὐλογία, αὐτή τήν εὐχή καί νά δεχθοῦμε αὐτή τήν εὐχή. Ὁ λαός ἀπαντᾶ «Καί μετά τοῦ πνεύματός σου». Ἑπομένως, ἡ εὐλογία αὐτή καί ἡ εὐχή αὐτή δίδεται καί στόν λειτουργοῦντα ἱερέα. Νά δώσουμε λοιπόν αὐτή τήν εὐλογία, ἀλλά καί νά δεχθοῦμε αὐτή τήν εὐλογία. Ταιριάζει ἔτσι κατά ἕναν εἰδικό τρόπο νά τή δώσουμε γιά ὅλο αὐτόν τόν χρόνο. Γιατί θά λέγαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν χρειάζεται τίποτε ἄλλο, παρά αὐτό.

Καί θά ἤθελα, παρακαλῶ, νά προσέξουμε τοῦτο· εἶναι δεδομένη ἡ Χάρις ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Εἶναι δεδομένη ἡ ἀγάπη ἀπό τόν Θεό Πατέρα. Εἶναι δεδομένη ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως κι ἄν ἔχει τό πράγμα, ὁ Χριστός σ᾿ ἐμᾶς ἔγινε Χάρις. Ὁ Χριστός εἶναι ὅλος Χάρις καί ὅλη ἡ σχέση του μαζί μας εἶναι νά δίνει αὐτή τήν Χάρι.

 

Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Χάρις καί δίνει συνεχῶς τήν Χάρι

 

«Δέν ἦρθα νά κρίνω, λέει, τόν κόσμο, ἀλλά νά σώσω τόν κόσμο». Κι ἐκεῖνο πού σώζει τόν κόσμο, ἐκεῖνο πού σώζει τόν καθένα εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ. Ἐνόσω θά εἴμαστε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο καί ἐνόσω δέν θά ἔχει γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία ἤ ἐνόσω δέν θά ἔχουμε πεθάνει, δέν θά ἔχουμε φύγει ἀπ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, ὁ Χριστός γιά μᾶς εἶναι Χάρις καί ὁ Χριστός δίνει συνεχῶς τήν Χάρι. Καί ὅλο τό θέμα εἶναι νά τό γνωρίσει κανείς αὐτό, νά τό πιστεύσει, νά τό συνειδητοποιήσει καί νά δεχθεῖ καί νά δέχεται τήν Χάρι τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Χάρις εἶναι ὅλη αὐτή ἡ δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἡ δωρεάν δωρεά τοῦ Θεοῦ. Ἡ δωρεά εἶναι ὅλη ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, ὅλο τό ἔλεος, ὅλη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὅμως δίδεται δωρεάν. Γι᾿ αὐτό καί λέγεται Χάρις· δωρεάν. Δέν εἶναι νά πληρώσουμε, γιά νά λάβουμε τήν Χάρι. Ὅ,τι κι ἄν πληρώσουμε, δέν μποροῦμε νά τήν ἀγοράσουμε. Ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὁποιαδήποτε τιμή καί ὁποιαδήποτε ἀξία. Δωρεάν δίδεται ἡ Χάρις στόν καθένα. Στόν καθένα πού τήν παίρνει, στόν καθένα πού τή θέλει, πού τή δέχεται.

Βρεθήκαμε μέσα σ᾿ αὐτόν τόν ναό. Ἄλλοι σέ κάποιους ἄλλους ναούς. Εἴμαστε οἱ συνηθισμένοι ἄνθρωποι, οἱ καλοί ἄνθρωποι, ἄς ποῦμε. Ἀλλά ἐάν ὅμως, ὅπως ἤρθαμε, θά φύγουμε, καλοί ἔστω ἄνθρωποι, καί δέν θά συγκινηθοῦμε μπροστά στήν δωρεά τοῦ Θεοῦ, μπροστά στήν Χάρι αὐτή τοῦ Θεοῦ, θά φύγουμε χωρίς νά λάβουμε τήν Χάρι. Μόλις καί μετά βίας κάπως θά μᾶς περικυκλώσει, κάπως ἐξωτερικά θά μᾶς πλησιάσει, ἀλλά ἡ καρδία θά μείνει ἀνέγγιχτη. Ὅμως ὅλη ἡ λατρεία, ἡ Θεία Λειτουργία, γίνεται γι᾿ αὐτό.

«Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴη μετά πάντων ὑμῶν». Νά εἶναι ὄντως μετά πάντων ἡμῶν, νά ἔρθει καί νά τρυπώσει μέσα μας. Νά τρυπήσει τήν καρδία μας, νά πληγώσει τήν καρδία μας καί νά ἔρθει μέσα μας. Καί νά φύγουμε ἔχοντας αἴσθηση τοῦ ἐρχομοῦ τῆς Χάριτος, ἔχοντας αἴσθηση τοῦ ἀγγίγματος αὐτοῦ τῆς Χάριτος, ἔχοντας αἴσθηση ὅτι εἴμαστε φορεῖς τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι Χάρις καί δίδει συνεχῶς τήν Χάρι, καί ὅποιος τή δέχεται, τήν παίρνει· ὅποιος τήν παίρνει, τοῦ τή δίνει.

 

Δυστυχέστατος ὅποιος δέν ἔνιωσε καί δέν ἔχει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

 

«Καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός». Καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νά εἶναι μαζί μας. Ἡ ἀγάπη εἶναι δεδομένη. Δέν παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς ἀγαπήσει· ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ. Ὅπως δέν παρακαλοῦμε τόν Χριστό νά μᾶς δίδει τήν Χάρι· ἐκεῖνος μᾶς τή δίδει. Εἶναι δεδομένο αὐτό. Σκοπός εἶναι νά λάβουμε τήν Χάρι. Σκοπός εἶναι νά δεχθοῦμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀπό ἀγάπη ὁ Θεός ἔπλασε τόν κόσμο, ἔπλασε τόν ἄνθρωπο, μᾶς ἔφερε κι ἐμᾶς στή ζωή καί ἀπό ἀγάπη φρόντισε ἐκεῖνος, πρίν ἐμεῖς τό σκεφθοῦμε, νά μᾶς κάνει χριστιανούς, νά εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας του. Αὐτή τήν ἀγάπη ὁ Θεός Πατέρας, πού τήν ἐκδήλωσε κυρίως μέ τό νά δώσει τόν Υἱό του νά γίνει ἄνθρωπος καί νά θυσιασθεῖ γιά μᾶς, μᾶς τή δίδει· θέλει νά μᾶς τή δώσει.

Καί θά ἔλεγα, ἀδελφοί μου, δυστυχέστατος ὅποιος δέν ἔνιωσε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δέν ἔχει σημασία τί ἄλλα πράγματα ξέρει καί τί ἄλλα πράγματα ἔχει. Καί λίγο-πολύ ὁ καθένας μας μποροῦμε νά καταλάβουμε τί σημαίνει αὐτό, ὅπως ὅταν ὄντως νιώθουμε τήν ἀγάπη κάποιου. Ἐκεῖνος μπορεῖ νά μᾶς ἀγαπᾶ, ἀλλά, ἄν ἐμεῖς δέν τό νιώθουμε, δέν γίνεται τίποτε. Ὅταν ὅμως τή νιώσουμε τήν ἀγάπη, μᾶς λιώνει αὐτή ἡ ἀγάπη, ἔστω κι ἄν εἶναι μιά ἀνθρώπινη ἀγάπη. Πόσο μᾶλλον ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!

Δυστυχέστατος, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι αὐτός πού δέν ἔνιωσε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ ἀπόδειξη ὅτι ἔνιωσες τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅτι τήν ἴδια ἀγάπη πού ἔχει ὁ Θεός, ἔχεις κι ἐσύ πρός τόν Θεό καί πρός τούς συνανθρώπους σου. Διότι εἶναι ἀδύνατο νά νιώσεις τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί νά μή θρονιαστεῖ μέσα σου αὐτή ἡ ἀγάπη καί νά μήν ἔχεις κι ἐσύ τήν ἴδια ἀγάπη. «Ἀγαπῶμεν αὐτόν ὅτι αὐτός πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς».

Εὔχεται λοιπόν ὁ λειτουργός αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός νά εἶναι μαζί μας. Τί δέν θά ᾿δινε κανείς νά βρεθεῖ κάπου πού ἔχει θησαυρό μεγάλο καί φεύγοντας ἀπό κεῖ νά πάρει ὅσο θέλει περισσότερο θησαυρό! Τί δέν θά ᾿δινε κανείς νά βρεθεῖ σ᾿ ἕνα τέτοιο μέρος! Κι ὅμως, ἀδελφοί μου, κάθε φορά πού πᾶμε στή Θεία Λειτουργία, μέσα στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὅπως καλή ὥρα καί τώρα, εἴμαστε σ᾿ αὐτόν τόν θησαυρό τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι δυστύχημα τό ὅτι, ὅπως ἐρχόμαστε φτωχοί, φεύγουμε φτωχοί, ἐνῶ μποροῦμε νά φύγουμε πάμπλουτοι, παίρνοντας τήν Χάρι τοῦ Χριστοῦ, παίρνοντας τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός. Καί, ἐπαναλαμβάνω, ἡ ἀγάπη αὐτή δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα κάτι ἀπό τόν Θεό πρός ἐμᾶς, ἀλλά εἶναι ὅτι μᾶς κάνει κι ἐμᾶς ὁ Θεός νά ἔχουμε τήν ἴδια ἀγάπη πρός ἐκεῖνον καί τήν ἴδια ἀγάπη πρός τόν καθένα. Θά ἔλεγα πάλι, δυστυχέστατος αὐτός πού δέν ἔχει νιώσει αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὄχι μόνο νά νιώθει ὅτι τόν ἀγαπᾶ ὁ Θεός, ἀλλά νά νιώσει ὅτι μέ τήν ἴδια ἀγάπη ἀγαπᾶ τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους του.

 

Ὑπάρχουμε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, γιά νά ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό

 

«…καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετά πάντων ὑμῶν». Νά εἶναι μαζί σας καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Παντοῦ, ὅπου ἀναφέρεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὑπάρχει ἡ λέξη «κοινωνία». Ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά λέγαμε ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά μᾶς κάνει νά νιώσουμε τήν Χάρι τοῦ Χριστοῦ, θά μᾶς κάνει νά νιώσουμε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός, θά μᾶς κάνει νά ἀγαποῦμε τόν Θεό, θά μᾶς κάνει νά ἀγαποῦμε τούς συνανθρώπους μας. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά μᾶς κάνει νά ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό, θά μᾶς θεώσει. Διότι ὅπως εἴπαμε κι ἄλλη φορά, ὅλα γίνονται, γιά νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος στό σημεῖο νά ζεῖ ὄχι ὡς σκέτος ἄνθρωπος, ὅσο καλός κι ἄν εἶναι, ἀλλά μέσα του νά ἔχει ζωή ἀνθρώπινη καί θεϊκή, μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι καί ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος. Ἡ «ἐπικοινωνία» εἶναι φτωχή λέξη. Ἄν θέλετε, καί ἡ «ἕνωση» εἶναι φτωχή λέξη καί ἡ «ἑνότητα» ἀκόμη πιό φτωχή. Ἡ «κοινωνία» εἶναι ἡ λέξη πού ἀποδίδει πλήρως. Αὐτή τήν κοινωνία μέ τόν Θεό τήν ἀπεργάζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Εἶναι πιά κοινή ἡ ζωή μας· ὁ Θεός μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα στόν Θεό.

Μπορεῖ αὐτά πού ἀκοῦμε τώρα νά φαίνονται μακρινά, νά φαίνονται θεωρητικά ἤ δέν ξέρω πῶς ἀλλιῶς ὁ καθένας νά νομίζει. Ἀνάλογα δηλαδή πῶς σκέπτεται ὁ καθένας καί σέ ποιά κατάσταση βρίσκεται. Ὅμως ἀκόμη μία φορά ἐγώ θά τό τονίσω καί θά τό ἐπαναλάβω ὅτι ὑπάρχουμε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, γιά νά ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό. Ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός γιά μᾶς, πού θυσίασε καί τόν ἑαυτό του, καί ὅ,τι κάμνει, ὅλα γίνονται, γιά νά φθάσουμε σ᾿ αὐτή τήν κοινωνία. Καί ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό, ὅταν ἔχουμε μέσα μας τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν ἔχουμε τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅμως νά ἔχουμε κοινωνία ὄχι μόνο μέ τόν Θεό, ἀλλά καί μεταξύ μας. Εἶναι ἀδύνατο νά ἀγαπᾶς ἀληθινά τόν Θεό καί νά μήν ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό τονίζει καί εἰδικότερα, θά λέγαμε, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Εἴπαμε καί ἄλλη φορά, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄν μποροῦμε νά τό ποῦμε ἔτσι, ὑπάρχει κοινωνία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο αὐτή τήν ἴδια κοινωνία, αὐτή τήν ἐπικοινωνία, αὐτή τήν κοινή ζωή, δημιουργεῖ μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ὅταν τό ἔχουν μέσα τους.

 

Ἄν ποτέ ἀρχίσει νά δουλεύει μέσα σου ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ…

 

Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἦσαν, λέει, «προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καί τῇ κοινωνίᾳ καί τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καί ταῖς προσευχαῖς». Ἐκεῖ βέβαια αὐτή ἡ λέξη κοινωνία ἔχει μιά ἀπόχρωση διαφορετικότερη. Οἱ χριστιανοί ἦταν προσκαρτεροῦντες ἐκεῖ στήν προσευχή, στή διδαχή τῶν ἀποστόλων, στό νά κοινωνοῦν τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί στήν μεταξύ τους κοινωνία. Νά ἔχουν δηλαδή ἄνοιγμα ὁ ἕνας πρός τόν ἄλλο, ἀγάπη ὁ ἕνας πρός τόν ἄλλο, κοινωνία ἀληθινή. Δηλαδή νά νιώθεις τόν ἄλλο ἀκριβῶς ὅπως τόν ἑαυτό σου καί ὄχι ἁπλῶς ὅπως τόν συγγενῆ σου. Εἶχαν ἀληθινή, πραγματική κοινωνία, πού ἐκδηλωνόταν πρακτικά, ἄς ποῦμε, μέ τίς ἀγάπες πού γίνονταν τότε.

Δέν γίνεται χωρίς αὐτή τήν κοινωνία. Ὅπως δέν μποροῦμε νά διανοηθοῦμε τό κάθε πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος _εἶναι βέβαια ὁ Θεός, ὁ τέλειος Θεός_ νά μήν εἶναι ἀνοικτό στό ἄλλο πρόσωπο καί δέν μποροῦμε νά διανοηθοῦμε νά μήν ὑπάρχει αὐτή ἡ κοινωνία τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔτσι δέν μποροῦμε νά διανοηθοῦμε ὅτι εἴμαστε χριστιανοί, ὅτι εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, χωρίς νά ἔχουμε αὐτή τήν κοινωνία, αὐτή τήν ἀγάπη.

Γιά, προσέξτε νά δεῖτε πόσο ἀτομιστές εἴμαστε! Ἄν ποτέ ἀρχίσει νά δουλεύει μέσα σου ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε ἀνάβει μιά φωτιά στήν ψυχή σου καί ὅλους τούς ἀγαπᾶς, τούς ἔχεις μέσα στήν καρδιά σου, χαίρεσαι γιά ὅλους καί τούς θεωρεῖς ὅλους ὅπως τόν ἑαυτό σου. Καί ἀπό μιά πλευρά, ὅλους τούς βάζεις πιό πάνω ἀπό σένα, καθώς ἔχεις συνείδηση καί αἴσθηση τῶν ἁμαρτιῶν σου, καθώς ταπεινώνεσαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Τί ἄλλο θά θέλαμε αὐτόν τόν χρόνο, ἀδελφοί μου; Ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει, ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπάρχει. Ἐκεῖνο πού μένει εἶναι νά εἶναι μεθ᾿ ἡμῶν, ὄχι μόνο αὐτή τήν ὥρα, ὄχι μόνο τίς ἑπομένες ἡμέρες, ἀλλά ὅλο τόν χρόνο καί σ᾿ ὅλη μας τή ζωή.

Παρακαλῶ, ἰδιαίτερα αὐτόν τόν χρόνο, κάθε φορά πού ἀκοῦμε αὐτή τήν εὐλογία καί τήν εὐχή αὐτή, νά προσέχουμε καί νά ἀνανεώνουμε ὅ,τι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς βοηθάει νά κάνουμε αὐτή τήν ὥρα, καί, καθώς θά προχωροῦμε καί ὅλο καί κάτι περισσότερο θά κάνουμε, αὐτό νά τό ἀνανεώνουμε καί νά τό προχωροῦμε περισσότερο.