Ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως Κεφ.2o (συνέχεια)
(τά κύρια νοήματα τῶν ὁμιλιῶν)
Νιώθεις ὅτι εἶναι μαζί σου ὁ Κύριος.
Καί ἀφήνεσαι σ᾿ αὐτόν
Δέν καταβάλλει ὁ Θεός προσπάθεια νά μᾶς πείσει. Ἔχεις αὐτιά, ἔχεις νοῦ –σάν νά μᾶς λέει– γιά νά ἀκούσεις καί νά καταλάβεις. Ἔχεις ἄς ποῦμε νά ἀντιμετωπίσεις ἕνα θέμα. Ἄν ἀφεθεῖς ἁπλῶς στόν ἑαυτό σου, θά θυμώσεις, θά ὀργιστεῖς, θά στενοχωρηθεῖς, θά ἐκραγεῖς. Ἄν σκεφθεῖς ὅμως ὅτι αὐτό τό ξέρει ὁ Θεός, ὅτι ὁ Θεός εἶναι μαζί σου καί ὅτι ἐκείνη τήν ὥρα θέλει ὁ Θεός νά τό ἀντιμετωπίσεις αὐτό ὡς ἄνθρωπός του, ἀμέσως θά ἀλλάξεις· θά συγκρατηθεῖς, δέν θά ἀφήσεις τόν ἑαυτό σου νά παραφερθεῖ ἤ νά ἀπογοητευθεῖ καί νά ἀπελπιστεῖ, σάν ἐσύ νά διαφεντεύεις. Καί θά δεῖς στήν πράξη ὅτι ὅλα αὐτά πού ἔχεις εἶναι ὅ,τι χρειάζεται, ὥστε μέσα ἀπό αὐτά περνώντας νά γνωρίσεις τόν Θεό καλύτερα, νά ταπεινωθεῖς καλύτερα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά τόν ἀγαπήσεις, νά πιστέψεις, νά τόν θυμᾶσαι, νά ἐνεργεῖς κατά τό θέλημά του, νά ἀνταποκρίνεσαι. Ἐνῶ νομίζεις ὅτι ὅλα αὐτά σέ ἐμποδίζουν, τελικά δέν σέ ἐμποδίζουν ἀλλά σέ ἁγιάζουν.
Ἔρχεται ὁ Χριστός μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα του, καί εἴμαστε ἐν Χριστῷ καί ἀγωνιζόμαστε ἐν Χριστῷ, κι ἐμεῖς ὡς ἄνθρωποι συγκεκριμένοι πρέπει νά νικήσουμε. Ὅλα τά κάνει ὁ Θεός, ὅλα ἔρχονται ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἀλίμονο ὅμως σ᾿ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος θά περιμένει νά γίνουν τά πράγματα μόνα τους καί αὐτός νά μήν κουραστεῖ. Πολύ συγκεκριμένα πρέπει νά ἀγωνιστεῖ κανείς νά πιστεύει, νά ἀγαπᾶ, νά ἀγωνιστεῖ νά ἀποφύγει τή μιά ἁμαρτία, τήν ἄλλη ἁμαρτία, νά νικήσει τά πάθη του. Ὁ Κύριος θά σέ βοηθήσει, ἀλλά πρέπει ἐσύ συγκεκριμένα νά ἀγωνιστεῖς. Δέν ἀχρηστεύει κανείς τόν ἑαυτό του, τήν ὕπαρξή του, τήν ἐλευθερία καί τή βούληση πού τοῦ δίνει ὁ Θεός, τήν ὅλη αὐτή κίνηση πού ἔχει μέσα του ὁ ἄνθρωπος νά πάει πρός τόν Θεό. Ἐμεῖς χωλαίνουμε, διότι δέν θέλουμε νά καταλάβουμε καί τελικά δέν καταλαβαίνουμε πῶς ἀκριβῶς ἔχουν τά πράγματα καί τελικά δέν ἀνταποκρινόμαστε καί σωστά.
Ἄλλος πάλι, ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἀγωνίζεται, ἀγωνίζεται, κυριολεκτικά πεθαίνει ἀπό ἀγώνα, ἀλλά περισσότερο αὐτό τό κάνει, δυστυχῶς, ἐπειδή στηρίζεται στόν ἑαυτό του, ἔχει πεποίθηση στόν ἑαυτό του, ἔχει περί πολλοῦ τόν ἑαυτό του καί νομίζει ὅτι αὐτός θά τά βγάλει πέρα. Δέν σώζεται ἔτσι ἡ ψυχή, διότι ὅλος ὁ ἀγώνας τελικά ἐνισχύει τό ἐγώ, τήν ἁμαρτωλότητα, τόν παλαιό ἄνθρωπο. Καί ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά μήν ἐπιτυγχάνει καθόλου αὐτός ὁ ἀγώνας σου, ἕως ὅτου νά ταπεινωθεῖς καί νά κάνεις ἀληθινό ἀγώνα. Δηλαδή ἔτσι ἁπλά-ἁπλά, ταπεινά-ταπεινά νά ἀγωνιστεῖς μέχρι σημείου πού νά ματώσεις, ἔχοντας ὅμως πέρα γιά πέρα συνείδηση ὅτι, ἄν δέν δώσει τή χάρη του ὁ Κύριος, δέν θά κάνεις τίποτε.
Ζεῖ Κύριος ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τά κυβερνάει ὅλα, τά τακτοποιεῖ ὅλα, ὁ ὁποῖος μᾶς καλεῖ, μᾶς ἀγαπᾶ, μᾶς ἀνέλαβε, μᾶς ἀναλαμβάνει, μᾶς ὁδηγεῖ στόν ἁγιασμό, στή σωτηρία, στήν αἰώνια ζωή. Ἑπομένως, μπορεῖ νά ἀσθενεῖς καί νά εἶσαι πέρα ἀπό ὑγιής. Μπορεῖ νά εἶσαι πτωχός καί νά εἶσαι πέρα ἀπό κάθε πλοῦτο. Ναί, εἶναι ἀλήθειες αὐτά. Τί κακό μεγάλο κάνουμε στόν ἑαυτό μας, ἀκόμη καί στή ζωή αὐτή πού ὑπάρχουμε. Ἄλλο πράγμα εἶναι νά εἶσαι τοῦ Χριστοῦ. Τί θά πάθεις, τί δέν θά πάθεις, τά ξέρει ὁ Χριστός, καί ἀφήνεσαι ἐκεῖ στόν Χριστό. Ἔχεις πέρα γιά πέρα ἐμπιστοσύνη ὅτι εἶναι ἀδύνατον ὁ Κύριος ἁπλῶς νά σέ πετάξει καί νά μή νοιάζεται. Ὄχι. Ὁ Κύριος μαζί σου θά εἶναι, εἴτε πάθεις πολλά εἴτε πάθεις λίγα, εἴτε μεγάλα εἴτε μικρά, εἴτε ἔχεις τίς ἄλφα δυσκολίες εἴτε τίς βῆτα εὐκολίες, ἄν θέλετε.
Εἶναι μαζί σου ὁ Κύριος. Καί γενικότερα ξενοιάζει ἡ ψυχή, πού εἶναι πολύ μεγάλο πράγμα, καί δέν παιδεύεται κανείς ἀπό ὅλα αὐτά πού ἔτσι ἤ ἀλλιῶς ἔχει νά συναντήσει μέσα στή ζωή, ἀλλά κυρίως ὅμως προκόπτει· προκόπτει πνευματικά.
Ὅ,τι καί νά εἶσαι, ἄν, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶσαι ὅ,τι εἶσαι, βοηθηθεῖς ἀπό αὐτό νά ταπεινωθεῖς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, νά προστρέξεις καί νά πιστέψεις στήν ἀγάπη του καί ὅτι σέ συγχωρεῖ καί νά μετανοήσεις ὅσο παίρνει περισσότερο χωρίς καθόλου ἐπιφυλάξεις –καί θά δεῖ κανείς στήν πράξη ὅτι δέν ἔχει τελειωμό αὐτό– δέν ἔχει νά σοῦ πεῖ τίποτε ὁ Κύριος, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε. Τέτοια ἀξία ἔχει ἡ μετάνοια. Σέ συγχωρεῖ πέρα γιά πέρα ὁ Κύριος, σέ ἁγιάζει πέρα γιά πέρα, σέ ἀνασταίνει πέρα γιά πέρα, σέ θεώνει. Ἐάν ὅμως μετανοήσεις ἀληθινά καί ἄν τόν πιστέψεις ἀληθινά καί τρέξεις ἀληθινά σ᾿ ἐκεῖνον.
Σήμερα –μετά τήν ἐναθρώπηση τοῦ Χριστοῦ– κανείς μας δέν δικαιολογεῖται νά μήν πιστεύει. Ὄχι ἁπλῶς νά μήν πιστεύει, ἀλλά νά μή ζοῦμε τόν Χριστό ἔτσι πού μέχρι τά κατάβαθά μας νά εἶναι ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Δέν δικαιολογεῖται κανένας νά μήν εἶναι ἀληθινός χριστιανός, νά μήν εἶναι στόν δρόμο τῆς ἁγιότητος, στόν δρόμο ἀκριβῶς αὐτόν πού μᾶς βάζει ὁ Κύριος. Ὄντως δηλαδή νά νιώθουμε μέσα μας τόν Κύριο.
Ἅμα δέν στρωθεῖς νά νικήσεις τόν διάβολο ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ –ὅπως νίκησε ὁ Χριστός, κι ἐμεῖς μαζί μέ τόν Χριστό νά νικήσουμε τόν διάβολο– τί θά κάνεις τελικά; Ὄργανό του θά εἶσαι καί δέν τό καταλαβαίνεις.
10/09/2003