Καινη Διαθηκη
A+
A
A-

235. Ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως Κεφ. 17o καί 18ο

«Καλά νά πάθεις, ἑαυτέ μου!»

Τίποτε ἄλλο νά μή σοῦ δώσει ἡ Ἀποκάλυψη, αὐτό μόνο φτάνει: ὅτι ἀνά πᾶσαν στιγμήν φεύγεις ἀπό αὐτόν τόν κόσμο καί τέλειωσαν ὅλα γιά σένα.

Ὁ καθένας, κάθε ἄνθρωπος, κάθε ἀνθρώπινο πλάσμα πού ἔρχεται στόν κόσμο, πρέπει νά αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἡ νύμφη τοῦ Χριστοῦ καί πρός τά ἐκεῖ πρέπει νά πηγαίνει καί νά ἑτοιμάζεται γι᾿ αὐτό. Καί ὅταν κανείς –ἔστω κι ἄν δέν εἶναι μέσα στήν ὅλη ἁμαρτωλή ζωή πού ζοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι, καί ὑποτίθεται ὅτι εἶναι κάπως ἀποτραβηγμένος ἀπό αὐτά– δέν ζεῖ αὐτή τήν πραγματικότητα, ὅτι ὡς πλάσμα τοῦ Θεοῦ, ὡς ἄνθρωπος εἶναι προορισμένος νά γίνει νύμφη τοῦ Χριστοῦ, δέν ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό. Διότι ὁ καθένας μεμονωμένα εἶναι νύμφη τοῦ Χριστοῦ –ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος– ἀλλά καί ὅλοι μαζί, ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ὅσοι πιστεύουν στόν Χριστό, εἶναι νύμφη τοῦ Χριστοῦ. Ἐσύ λοιπόν πού ζεῖς στόν κόσμο σου, τελικά ἔχεις πάρει διαζύγιο ἀπό τόν Θεό. Τελικά μοιχεύεις, πορνεύεις ἐν σχέσει μέ τήν κοινωνία πού πρέπει νά ἔχεις μέ τόν Θεό. Νά τά προσέξουμε αὐτά, παρακαλῶ.

Ὅταν ἕνας χριστιανός θά τά πάρει σοβαρά τά πράγματα καί θά μπεῖ στόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, καί θά τόν πιστέψει ὁ Θεός καί θά τόν ἀναλάβει καί θά τόν ὁδηγεῖ, ὅσο κι ἄν τόν ἀγαπάει ὁ Θεός, ὅσο κι ἄν τόν βοηθήσει, σιγά‑σιγά θά θεραπευθεῖ· δέν θεραπεύεται σέ μιά στιγμή. Καί περνάει πολλά κανείς. Κυριολεκτικά θά ματώσει. Θά ματώσει κανείς, θά πονέσει, θά μαρτυρήσει, καθώς θά προχωράει πνευματικά. Ἔ, τότε ἔρχεται αὐτό πού λέει: νά μισήσεις τήν ἁμαρτία. Πρέπει νά πάρεις μιά τέτοια στάση: «Καλά σοῦ ἔκαναν, ἑαυτέ μου, καλά ἔπαθες, φιλαυτία μου, καλά ἔπαθες, ράθυμε ἑαυτέ μου». Αὐτό ὅμως δέν τό λέει κανείς, παρά ἀφοῦ ἀρχίσει κάπως νά λυτρώνεται, κάπως νά γλυκαίνεται πνευματικά. Καί βλέπει καθαρά πῶς τυραννίστηκε μιά ὁλόκληρη ζωή.

Ἀπό πνευματικῆς ἀπόψεως, ὅταν ἀρχίσει κανείς κάπως νά προκόπτει, νά ἔχει χάρη Θεοῦ, χαίρεται ἀπό τό ἕνα μέρος πού ἐπιτέλους ἄρχισε νά λυτρώνεται ἀπό τά πάθη, ἀπό τόν ἀγριάνθρωπο πού ἔχει μέσα του, ἀπό τόν παλαιό ἄνθρωπο πού ἔχει. Ἀλλά καί χαίρεται πού παθαίνει, σάν νά εἶναι ἕνας ἄλλος ἑαυτός αὐτός ὁ ἑαυτός του. Νά μισήσεις «ἔτι καί τήν σεαυτοῦ ψυχήν», λέει ὁ Κύριος· τόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου νά μισήσεις. Νά ὁρμήσεις ἐναντίον τῶν παθῶν σου, νά ὁρμήσεις ἐναντίον ὅλων αὐτῶν πού σέ καταδυναστεύουν μιά ζωή. Ἄν φωτιστεῖ κανείς μιά μέρα καί δεῖ πῶς ζοῦμε, πῶς ἄς ποῦμε προσκυνοῦμε τόν ἑαυτό μας, τό εἴδωλό μας, πῶς καλοπιάνουμε τόν ἑαυτό μας μή στενοχωρηθεῖ, μήν πονέσει, μήν ἀδικηθεῖ τάχα, θά φρίξει. Ποῦ εἶναι ἡ χριστιανικότητα;

25/09/2003