Αγιολογικα
A+
A
A-

260. Τῶν ἁγίων Δαβίδ τοῦ προφητάνακτος,Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καί Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου

Τῶν ἁγίων Δαβίδ τοῦ προφητάνακτος,Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος καί Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου[1]

 

Μαρτυρική ἡ ζωή τοῦ Κυρίου ἀπό τήν πρώτη στιγμή

 

Ἡ Ἐκκλησία μας αὐτή τήν Κυριακή μετά τά Χριστούγεννα τελεῖ τή μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, τοῦ προφητάνακτος Δαβίδ καί τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου. Ἡ εὐαγγελική περικοπή πού ἀναγινώσκεται εἶναι ἡ ἴδια μέ αὐτήν τῆς ἐνάτης ὥρας τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων: Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων, κτλ. Καί θά παρακαλοῦσα τήν ἀγάπη σας νά προσέξουμε λίγο καί νά δοῦμε μέσα ἀπό αὐτήν τούς ἑαυτούς μας.

Ἔχουμε ἐδῶ τρία συγκλονιστικά περιστατικά, πέρα ἀπό αὐτήν καθ᾿ ἑαυτήν τή γέννηση τοῦ Κυρίου. Κατ᾿ ἀρχήν, τό ὅτι ὁ Κύριος γεννᾶται σέ ἕνα σπήλαιο, στή φάτνη, γεννᾶται πτωχός, πτωχότατος· ὄντως δέν ἔχει ποῦ νά γείρει τό κεφάλι του. Ἐπιπλέον, ἀκόμη δέν ἦρθε καλά-καλά στή γῆ –πού ἦρθε ἀκριβῶς γιά τό καλό μας, γιά τό καλό τῶν ἀνθρώπων, γιά νά σώσει τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἁμαρτία– καί εἶναι ἀφιλόξενη ἡ γῆ, ἀφιλόξενοι οἱ ἄνθρωποι, καί ἤδη ἐκδηλώνονται ἐχθρικά, ὥστε ἀναγκάζεται ὁ Κύριος νά φύγει πρόσφυγας στήν Αἴγυπτο. Καί κοντά σ᾿ αὐτά, γίνεται καί ἡ σφαγή τῶν νηπίων, πού πάλι ὁ Κύριος τήν ἀνέχεται.

Ἔχουμε λοιπόν αὐτά τά τρία, ἄς ποῦμε, δεδομένα, πού δείχνουν ὅτι ναί μέν ὁ Κύριος ἦρθε νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ἦρθε νά φέρει σωτηρία, νά φέρει εἰρήνη, ἀγάπη, χαρά στόν κόσμο, ἀλλά ὅμως ὅλο αὐτό γίνεται μέσα ἀπό παθήματα ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή. Καί αὐτό ὀφείλεται πρῶτα στό ὅτι αὐτός εἶναι ὁ κόσμος, αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι. Τάχα ζητοῦν τό καλό, τάχα παραπονοῦνται πού κακοί ἄνθρωποι δέν τούς συμπεριφέρονται καί δέν τούς κυβερνοῦν καλά, καί ὅμως τώρα πού ἦρθε ὁ ἀναμάρτητος, ὁ πανάγιος Κύριος, αὐτόν εἶναι πού ἐχθρεύονται γιά τά καλά καί δέν θέλουν καθόλου νά τόν δοῦν.

Αὐτός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, αὐτή εἶναι ἡ κοινωνία, αὐτός εἶναι ὁ κόσμος. Αὐτή εἶναι καί ἡ ἐσωτερική μας πραγματικότητα, ἡ ὅλη κατάσταση πού ὑπάρχει μέσα στόν ἄνθρωπο. Δέν ὑπάρχει κανείς μέχρι σήμερα πού δοκίμασε νά ἀκολουθήσει τόν Κύριο καί δέν συνάντησε ἀντίδραση, φονική ἀντίδραση ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του ἀλλά καί ἀπό γύρω. Ὅσο κι ἄν φαίνεται παράξενο, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι δείχνουν ὅτι τάχα θέλουν τούς καλούς, τούς ἁγίους, μήν τυχόν δοῦν κανέναν τέτοιο· θά τόν φᾶνε. (Γενικῶς τό λέμε· ὑπάρχουν πάντοτε οἱ ἐξαιρέσεις.)

Ἀρχίζει λοιπόν ἡ μαρτυρική ζωή τοῦ Κυρίου ἀπό τήν πρώτη στιγμή, ἀπό τό ἕνα μέρος διότι αὐτός εἶναι ὁ κόσμος, καί ὁ Κύριος ἔρχεται ἀκριβῶς αὐτόν τόν κόσμο νά σώσει καί νά τόν σώσει ἀκριβῶς ἀπό αὐτή τήν κατάσταση, δηλαδή τήν ἁμαρτία. Ἀπό τό ἄλλο μέρος ὅμως, δέν συμβαίνουν αὐτά τά πράγματα μόνο ἐπειδή εἶναι ὁ κόσμος τέτοιος.

Ὁ Χριστός θά μποροῦσε νά τά ἀποφύγει ὅλα. Οἱ ἄνθρωποι δέν εἶχαν καμιά διάθεση νά τοῦ δώσουν κάποιο κατάλυμα, ἀλλά ἐκεῖνος ὡς Θεός μποροῦσε νά ἐξασφαλίσει κατάλυμα. Ὅπως ἐπίσης οἱ ἄνθρωποι δέν τόν θέλουν ἐκεῖ στήν Ἰουδαία, στή Βηθλεέμ. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά θέλουν νά τόν θανατώσουν. Καί ἐκεῖνος ἄνετα θά μποροῦσε νά εἶναι ἀόρατος καί οὔτε νά χρειάζεται νά τρέχει στήν προσφυγιά οὔτε τίποτε. Καί ὅμως δέν τό κάνει. Ὅπως ἐπίσης, θά μποροῦσε –Θεός δέν εἶναι;– νά κάνει νά πεθάνει ὁ Ἡρώδης ἤ νά πάθει κάτι, καί νά μή γίνει ὅλη αὐτή ἡ σφαγή. Καί ὅμως ἄφησε νά γίνει.

 

Ὅσο ἀποφεύγουμε τό πικρό ποτήρι, τόσο ἡ ζωή γίνεται πιό πικρή

 

Αὐτά ὅλα σημαίνουν δύο πράγματα: Ἀπό τό ἕνα μέρος, καθώς αὐτός εἶναι ὁ κόσμος, αὐτή εἶναι ἡ κοινωνία, αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι, αὐτός εἶναι ὁ ἑαυτός μας, θά συναντοῦμε παρόμοιες ἀντιδράσεις. Ὅσο πιό πολύ ἔρχεται μέσα μας ὁ Χριστός, γεννιέται μέσα μας ὁ Χριστός, τόσο περισσότερο θά ὑπάρχουν οἱ ἀντιδράσεις. Ἀπό τό ἄλλο μέρος ὅμως ἔτσι πρέπει νά γίνει· δέν γίνεται ἀλλιῶς. Πρέπει νά τά ὑποστοῦμε ὅλα, ἀκόμη κι ἄν θά μπορούσαμε νά ἀποφύγουμε κάτι. Ὅπως ἔκανε ὁ Κύριος: μποροῦσε ὅλα νά τά ἀποφύγει καί δέν ἀπέφυγε τίποτε. Κι ἐμεῖς βέβαια ὡς ἄνθρωποι κάνουμε καί πρέπει νά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιά νά ἀποφεύγουμε τίς ὅποιες δοκιμασίες, γιά νά μή βάζουμε τόν ἑαυτό μας σέ πειρασμό. Καί ὁ Κύριος μπορεῖ νά μᾶς σώσει ἀπό πολλά πράγματα· ἄν θέλετε, ἀπό ὅλα. Ἀλλά δέν τό κάνει.

Γιά παράδειγμα, μᾶς ἔρχεται μιά ἀσθένεια, καί παρακαλοῦμε πάλι καί πάλι, καί δέν ἀκούει ὁ Θεός καί ἀφήνει νά εἴμαστε ἄρρωστοι. Ἤ, μᾶς δημιουργοῦν οἱ ἄνθρωποι γύρω μας μέ τίς μή καλές διαθέσεις τους, καί τί δέν μᾶς δημιουργοῦν. Καί ἐνῶ ὁ Κύριος μπορεῖ αὐτά ὅλα νά τά διαλύσει, νά τά ἐξαφανίσει, ὅμως τά ἀφήνει. Ἀφήνει νά πάθουμε καί τό ἕνα, νά πάθουμε καί τό ἄλλο. Εἶναι ἀναπόφευκτο αὐτό, νά πάθουμε. Πρέπει νά μᾶς συμβοῦν αὐτά. Νά θυμηθοῦμε αὐτό πού εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος γιά τόν ἑαυτό του: Οὐχί ταῦτα ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν καί εἰσελθεῖν εἰς τήν δόξαν αὐτοῦ;[2] Ἔπρεπε νά πάθει ὁ Χριστός.

Αὐτός εἶναι ὁ δρόμος. Καί αὐτό λόγῳ τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀνάγκη νά πάθει καθ᾿ ὅ ἀναμάρτητος, ἀλλά βαδίζει πρῶτος αὐτός τόν δρόμο αὐτόν, γιά νά μᾶς ἐνθαρρύνει κι ἐμᾶς καί νά μᾶς δώσει νά καταλάβουμε ὅτι, ἄν αὐτός ὁ ἀναμάρτητος τόν βάδισε, πολύ περισσότερο ἐμεῖς πρέπει νά τόν βαδίσουμε καί μάλιστα μέ πολλή χαρά.

Πρέπει νά πάθουμε λοιπόν, πρέπει νά περάσουμε πολλά. Αὐτό εἶναι, ἀδελφοί μου, πού πρέπει νά καταλάβουμε. Ὅσο, ἐνῶ γιορτάζουμε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων καί κάθε ἄλλη ἑορτή κάθε χρόνο, μένουμε ἔξω ἀπό αὐτό τό πνεῦμα, τόσο εἴμαστε ἔξω ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἔξω ἀπό τήν ἐλευθερία, ἀπό τήν ἀναγέννηση, ἀπό τή σωτηρία πού δίνει ὁ Χριστός.

Γνωρίζουμε πολύ καλά ὅλοι μας ὅτι δέν θέλουμε νά ἀκούσουμε κάτι τέτοιο καί πασχίζουμε πάσῃ θυσίᾳ ὄχι μόνο νά τά ἀποφύγουμε αὐτά, ἀλλά εἰ δυνατόν νά μήν τά ξέρουμε καθόλου. Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς, τό πνεῦμα τό ἄρρωστο, τό πνεῦμα τῆς πλάνης, τῆς ἀπωλείας, πού ἔβαλε ὁ διάβολος στόν ἄνθρωπο. Ἀνέκαθεν βέβαια ἔτσι ἦταν, ἀλλά φαίνεται ὅτι στίς ἡμέρες μας εἶναι πιό πολύ. Καί ὅσο προσπαθοῦμε νά ἀποφύγουμε τό πικρό ποτήρι, τόσο ἡ ζωή γίνεται πιό πικρή. Ἐνῶ, ὅσο περισσότερο δεχόμαστε τό πικρό ποτήρι, ἔτσι ὅπως ἔχει κανονίσει γιά μᾶς ὁ Θεός τόν δρόμο αὐτόν πού ἐκεῖνος πρῶτος βάδισε, τόν δρόμο τῆς σωτηρίας, ὅσο πιό πολύ μέ χαρά δεχόμαστε αὐτό τό ποτήρι καί μέ χαρά τό πίνουμε, τόσο περισσότερο λυτρωνόμαστε, ἀναγεννόμαστε, τόσο περισσότερο γινόμαστε τοῦ Χριστοῦ.

 

Χριστούγεννα καί Μεγάλη Παρασκευή

 

Σήμερα, ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν αὐτά πού λέμε, πού πιστεύω ὅτι ὁ Θεός τά ἔδωσε, θυμήθηκα τή Μεγάλη Παρασκευή.Διότι ἡ Μεγάλη Παρασκευή ἀρχίζει ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν ὥρα πού γεννᾶται στό σπήλαιο, ἤ, καλύτερα, πρίν κάν ἔρθει στόν κόσμο, ὅταν ἡ μητέρα του ἀναγκάζεται νά πάει νά καταλύσει ἐκεῖ πού κατέλυσε. Λέει ἡ ἀποστολική περικοπή τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἀποκαθηλώσεως: Γιά μέν τούς Ἰουδαίους αὐτό, τό νά σταυρωθεῖ ὁ Μεσσίας, εἶναι σκάνδαλο· γιά τούς Ἕλληνες μωρία.[3]

Βέβαια, ἐκεῖ λέγοντας «Ἕλληνες» δέν ἐννοεῖ ἁπλῶς ὅσους εἶχαν ἑλληνική καταγωγή, ἀλλά ὅλους αὐτούς οἱ ὁποῖοι δέν ἦταν Ἑβραῖοι. Ἀλλά καί σήμερα ἀκούω συχνά νά λένε πολλοί, καθώς χρησιμοποιοῦν τό ἑλληνικό, ἄς ποῦμε, μυαλό: «Μά γιατί ὅλα αὐτά τά δύσκολα στή ζωή μας; Γιατί νά μήν εἶναι ἀλλιώτικη ἡ ζωή; Γιατί νά μήν τά ἔχει κανονίσει ἀλλιῶς ὁ Θεός;» Καί τελικά, μέ τό μυαλό μας δίνουμε τίς δικές μας ἑρμηνεῖες.

Ξέρετε, μπορεῖ νά εἴμαστε χριστιανοί γενικά –δέν εἶναι δύσκολο αὐτό– ἀλλά ἰδέα δέν ἔχουμε τί σημαίνει νά ἀσπαστοῦμε ὄντως τό πνεῦμα τό χριστιανικό καί νά ζήσουμε ὄντως κατά τό πνεῦμα τό χριστιανικό. Διότι τό μυαλό μας τό θεωρεῖ αὐτό ὄχι ἁπλῶς δύσκολο ἀλλά καί μωρία. Τό νά ἀναγνωρίζεις ὅτι ἔτσι εἶναι τό σωστό, ἀλλά νά τό θεωρεῖς δύσκολο, κάπως δικαιολογεῖται καί εἶναι κατανοητό· ἀλλά τό νά τό ἀπορρίπτεις σάν νά εἶναι μωρία –ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, ὅτι ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ δέν ταιριάζει στήν ὑψηλή νόηση τῶν Ἑλλήνων– αὐτό εἶναι φοβερό.

Ὑπάρχουν βέβαια μερικοί πού ὄντως ἀναγνωρίζουν ὅτι ἔτσι εἶναι ὅπως τά λέει ὁ Κύριος, ὅτι καλά τά ἔκανε ὁ Θεός, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ δρόμος, ὅμως λένε ὅτι δέν μποροῦν, ὅτι τό βρίσκουν δύσκολο καί τελικά κατηγοροῦν,καταδικάζουν, μέμφονται τόν ἑαυτό τους. Πολλοί βέβαια τά λένε αὐτά, ἀλλά στήν πραγματικότητα ἐλάχιστοι τά ἐννοοῦν. Πάντως, εἶναι μιά σωστή στάση αὐτή. Ὅμως δέν φτάνει αὐτό. Πιστεύοντας στόν Χριστό κανείς, πρέπει νά μπεῖ σ᾿ αὐτόν τόν δρόμο. Ἄς λένε οἱ πολλοί: «Νά, δέν μπορῶ, νά, εἶναι δύσκολα». Στήν πραγματικότητα καί κατ᾿ οὐσίαν ἀπορρίπτουν τόν δρόμο αὐτό ὡς μωρία.

Θυμήθηκα, ὅπως εἶπα, αὐτό πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἀποστολική περικοπή τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἀποκαθηλώσεως. Ἐνῶ λοιπόν εἴμαστε στήν περίοδο αὐτή, στά μεθέορτα τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων καί ὅλα εἶναι χριστουγεννιάτικα, κάπου ἐδῶ εἶναι καί ἡ Μεγάλη Παρασκευή. Διότι ἡ Μεγάλη Παρασκευή προϋποθέτει τή γέννηση ἔτσι ὅπως ἔγινε, καί ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἐπίσης προμηνύει τή Μεγάλη Παρασκευή, ἔτσι ὅπως τήν πληροφορούμαστε ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.

 

 

Ἅμα ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, βλέπει τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ

 

Τελικά ὅποιος ταπεινωθεῖ, θά ἀποδεχτεῖ τόν δρόμο καί θά τόν βαδίσει. Ἅμα δέν ταπεινωθεῖς, ὅσα κι ἄν λές ἁπλῶς μέ τό μυαλό, δέν γίνεται τίποτε· τελικά μωρία θά τό νομίζεις τό πνεῦμα τό χριστιανικό. Ἅμα ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ξαφνικά βλέπει τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, βλέπει ὅλη τή σοφία τοῦ Θεοῦ μέσα στό ὅλο σχέδιό του καί μπαίνει μέσα στό σχέδιο αὐτό, μέσα στόν δρόμο αὐτόν πού ἄνοιξε ὁ Θεός, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, καί ἀκολουθεῖ τόν Κύριο· συμπορεύεται, συσταυρώνεται καί συνανίσταται μέ τόν Κύριο, καί γίνεται ὄντως χριστιανός.

Θά παρακαλοῦσα λοιπόν τήν ἀγάπη σας, ἀδελφοί μου, σήμερα νά ἀφήσουμε λίγο αὐτά πού ξέραμε ἔτσι ὅπως τά ξέραμε, ὅπως τά νομίζαμε, καί, ὅσο γίνεται, ἄς ἐνστερνιστοῦμε αὐτές τίς ἀλήθειες. Καί ἀπό κεῖ καί πέρα, γίνονται μόνα τους τά πράγματα, ἀρκεῖ νά φύγει ἀπό τή σκέψη σου ὅτι εἶναι μωρία αὐτά, ἀρκεῖ νά τό δεῖς τό μυστήριο, νά πέσεις κάτω νά τό προσκυνήσεις, νά ταπεινωθεῖς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά ζητήσεις συγγνώμη ἀπό τόν Θεό, νά σέ συγχωρήσει.

Καί εἶναι ὅ,τι χρειάζεται, καθώς εἴμαστε τώρα στίς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ ἔτους, νά φύγουν ἀπό τή μέση τά ὅποια κρατούμενα, νά ἀφήσει ἡ ψυχή μας ὅλες τίς πλάνες, ὅλες τίς ἐξυπνάδες πού ἔκανε μέχρι σήμερα καί νά πάρει τή σωστή στάση, γιά νά ἀρχίσει ἡ καινούργια ζωή. Καί τό ἕνα εἶναι ἔργο τοῦ Κυρίου καί τό ἄλλο. Τό νά ταπεινωθεῖ ὄντως κανείς καί ὄντως νά μετανοήσει, νά συγχωρηθεῖ, νά τακτοποιηθεῖ καί νά καθαριστεῖ εἶναι ἔργο τοῦ Κυρίου· ἀλλά πρέπει ἐμεῖς νά πάρουμε τή σωστή στάση. Καί ἀπό κεῖ καί πέρα, ἡ καινούργια ζωή εἶναι ἐπίσης ὄντως ἔργο τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος θά τά κάνει, ἁπλῶς περιμένει τό ναί μας.

 

30-12-1990

[1]. Ἡ μνήμη τους τελεῖται τήν Κυριακή μετά τά Χριστούγεννα. Ἐάν τά Χριστούγεννα εἶναι Κυριακή, οἱ ἅγιοι ἑορτάζουν τήν ἑπομένη τῶν Χριστουγέννων.  Βλ. ἐπίσης καί Συνάξεις Δωδεκαημέρου, σσ. 182-189.

 

[2]. Λουκ. 24, 26.

 

[3]. Βλ. Α΄ Κορ. 1, 23.