Ἐπειδή σήμερα εἶναι ἡ ἑορτή τοῦ εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, ἡ Ἐκκλησία ὅρισε νά ἀναγινώσκεται ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Λουκᾶ (Λουκ. 10, 16-21) καί ἑπομένως δέν ἀνεγνώσθη ἡ εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς. Καί παρακαλῶ τήν ἀγάπη σας νά προσέξουμε τρία σημεῖα στήν εὐαγγελική αὐτή περικοπή πού μόλις ἀκούσαμε.
Στήν ἀρχή τοῦ 10ου κεφαλαίου τοῦ κατά Λουκᾶν εὐαγγελίου διαβάζουμε ὅτι ὁ Κύριος ἀνέδειξε καί ἄλλους ἑβδομήκοντα μαθητάς, πού τούς ἔστειλε πρίν ἀπό αὐτόν σέ κάθε πόλη καί τόπο πού ἔμελλε νά ἐπισκεφθεῖ, δίνοντάς τους καί τή δύναμη νά θαυματουργοῦν. Στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἀκούσαμε ὅτι ἀπό τήν ἀποστολή αὐτή ἐπέστρεψαν οἱ ἑβδομήκοντα μαθηταί μέ χαρά, λέγοντας στόν Κύριο ὅτι «καί τά δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν». Καί τονίζεται αὐτό κατά ἕναν τέτοιο τρόπο, πού δείχνει ὅτι οἱ ἑβδομήκοντα πρίν πᾶνε σ᾿ αὐτή τήν ἀποστολή, κατά τήν ὁποία εἶχαν αὐτές τίς θαυμαστές ἐνέργειες, σάν νά μήν εἶχαν τή χαρά πού ἔχουν τώρα. Διότι ὁ Κύριος κάπως τούς ἐλέγχει· «Μή χαίρετε πού τά πνεύματα ὑποτάσσονται σ᾿ αὐτό πού λέτε». Ἔδιναν ἐντολή νά βγοῦν τά πνεύματα τά πονηρά ἀπό τούς δαιμονισμένους, καί ἔφευγαν τά πνεύματα. «Νά μή χαίρετε γι᾿ αὐτό, εἶπε ὁ Κύριος, ἀλλά νά χαίρετε, διότι τά ὀνόματά σας γράφτηκαν στόν οὐρανό». Θά λέγαμε λοιπόν ὅτι οἱ ἑβδομήκοντα αὐτοί Ἀπόστολοι ἀκόμη δέν αἰσθάνονται καί δέν ἐνεργοῦν ὅπως θά ἤθελε ὁ Κύριος, καί γι᾿ αὐτό χαίρουν γιά τά θαύματα πού ἀξιώθηκαν νά κάνουν.
{Κάτι ἰδιαίτερο στή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό}
Θά ἤθελα νά πῶ ἐξ ἀφορμῆς αὐτῆς ἐδῶ τῆς πραγματικότητος ὅτι μπορεῖ νά συμβεῖ νά ἔχει κανείς Χάρι ἀπό τόν Θεό καί εἰδικότερα νά ἔχει κάποιο χάρισμα ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ ἀκόμη δέν ἔχει φθάσει ἐκεῖ πού θά ἔπρεπε νά εἶχε φθάσει πνευματικά. Αὐτό συνήθως συμβαίνει στήν ἀρχή. Οἱ ἑβδομήκοντα θά λέγαμε ὅτι ἦταν ἀκόμη στήν ἀρχή, ὅτι ἦταν στίς πρῶτες ἐπαφές πού ἔχουν μέ τόν Κύριο. Τόν καθένα πού θά πλησιάσει τόν Χριστό μέ πίστη, μέ ἀφοσίωση, μέ μετάνοια, μέ ταπείνωση, ὁ Κύριος τόν δέχεται καί τόν χαριτώνει. Καί ἔτσι ὅλοι λίγο-πολύ, ἄλλος περισσότερο, ἄλλος ὀλιγότερο, στήν πρώτη τους ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό, στήν πρώτη τους ἐπαφή, τόν πρῶτο αὐτό καιρό τῆς ἐπιστροφῆς τους, ἀνάλογα βέβαια μέ τή δεκτικότητά τους, ἔχουν Χάρι καί καμιά φορά μπορεῖ νά ἔχουν κάποιο χάρισμα, ὅπως ἐδῶ εἰδικά οἱ Ἀπόστολοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τό χάρισμα νά θεραπεύουν καί δαιμονιζομένους.
Αὐτό συμβαίνει στήν ἀρχή. Μετά πρέπει νά κοπιάσει κανείς, πολύ νά κοπιάσει, καί νά μείνει σταθερός στήν ὑπακοή του στόν Χριστό, γιά νά φθάσει σέ μιά κατάσταση τέτοια, πού, καθώς θά ἔχει τό χάρισμα, θά εἶναι καί _πῶς νά ποῦμε;_ κάπως τέλειος, καί δέν θά συμβαίνει ἀπό τό ἕνα μέρος νά ἔχει τό χάρισμα καί ἀπό τό ἄλλο νά μήν εἶναι ὅπως τόν θέλει ὁ Κύριος. Ἔχουμε ἀναφέρει καί ἄλλη φορά τά λόγια τοῦ Κυρίου· «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11, 28). Ἐλᾶτε καί θά σᾶς ἀναπαύσω, ὅσοι εἶστε κουρασμένοι καί φορτωμένοι. Καί τό κάνει αὐτό ὁ Κύριος. Ἔπειτα ὅμως λέει· «Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Θά πρέπει νά κοπιάσει κανείς, νά κουρασθεῖ, νά σηκώσει ἐπί πολύ καιρό τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ, γιά νά βρεῖ τήν ἀνάπαυση.
{Τό μεγάλο μυστικό τῆς χαρᾶς}
Αὐτό εἶναι τό ἕνα πού θά παρακαλοῦσα νά προσέξουμε. Ἕνα δεύτερο, εἶναι τά λόγια τοῦ Κυρίου· «Μή χαίρετε, ὅτι τά πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δέ ὅτι τά ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς». «Μή χαίρετε πού τά δαιμόνια, τά πνεύματα, ὑποτάσσονται σ᾿ ἐσᾶς, ἀλλά νά χαίρετε πού τά ὀνόματά σας γράφτηκαν στόν οὐρανό». Βλέπουμε ἐδῶ, ὅπως εἴπαμε, ἀκόμη καί τούς ἑβδομήκοντα νά ἔχουν μιά χαρά πού ὁ Κύριος δέν τήν πολυεγκρίνει. Θά ἤθελε ὁ Κύριος νά χαίρουν γιά κάτι ἄλλο, πού αὐτοί δέν τό εἶχαν καταλάβει.
Αὐτό τό βλέπουμε σ᾿ ἐμᾶς πολύ περισσότερο. Ὅλοι, θά λέγαμε, κάπως ἔτσι θά κάναμε. Ἐάν δηλαδή μᾶς ἔδινε τή δύναμη ὁ Κύριος νά κάνουμε κάποια θαύματα ἤ μᾶς ἔδινε ὁ Κύριος κάποια ἄλλα πράγματα πού μᾶς εὐχαριστοῦσαν, πολύ θά τό χαιρόμασταν, πολύ θά τό πανηγυρίζαμε καί θά τό διαλαλούσαμε κιόλας. Καί δέν πάει καθόλου τό μυαλό μας ὅτι ἐκεῖνο πού θέλει ὁ Θεός ἀπό μᾶς εἶναι νά χαιρόμαστε πού τά ὀνόματά μας γράφτηκαν στόν οὐρανό. Καί θά ἔλεγα, μακάριος ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ἀνακαλύψει αὐτό τό μυστικό.
Ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε γραμμένοι στό βιβλίο τῆς ζωῆς, γραμμένοι στό βιβλίο τοῦ οὐρανοῦ. Ἐφόσον βαπτισθήκαμε καί εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί, εἴμαστε ἐκεῖ γραμμένοι. Καί αὐτό εἶναι τό πᾶν γιά κάθε ἄνθρωπο· νά γραφτεῖ τό ὄνομά του ἐκεῖ. Δηλαδή νά γίνει κανείς τοῦ Χριστοῦ, νά βρεῖ τόν Χριστό, νά πιστεύσει στόν Χριστό, νά τόν δεχθεῖ ὁ Χριστός καί νά τόν γράψει στόν οὐρανό, καί ὅλη ἡ χαρά τοῦ ἀνθρώπου, ὅλη ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου, ὅλος ὁ θησαυρός τοῦ ἀνθρώπου, νά εἶναι αὐτό.
Αὐτό, ἀδελφοί μου, εἶναι τό μεγάλο μυστικό τῆς χαρᾶς τῆς ζωῆς καί τό μεγάλο μυστικό τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Διότι ὅσο κι ἄν εἶσαι γραμμένος στό βιβλίο τῆς ζωῆς, ἄν αὐτό δέν τό συναισθάνεσαι, ἄν αὐτό δέν τό πιστεύεις, ἄν δέν πανηγυρίζεις καί δέν χαίρεις γι᾿ αὐτό τόν λόγο καί κάποια ἄλλα πράγματα ζητᾶς, γιά νά χαρεῖς καί νά εὐχαριστηθεῖς, τελικά μπορεῖ νά ξεγραφτεῖς ἀπό τό βιβλίο αὐτό, ὅπως ἀφήνεται μέσα στήν Ἁγία Γραφή νά ἐννοηθεῖ, ὅτι μπορεῖ νά διαγραφεῖ κανείς ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς καί ἀλίμονο τότε.
Ὅλοι ἐμεῖς πού εἴμαστε ἐδῶ, ἐάν προσέξουμε αὐτά τά λόγια τοῦ Κυρίου, ἐάν προσέξουμε αὐτά πού λέμε τώρα, μποροῦμε ἀπ᾿ αὐτή τή στιγμή, ἀδελφοί μου, νά εἴμαστε οἱ πιό εὐτυχισμένοι ἄνθρωποι στόν κόσμο. Ἔγινα χριστιανός; Βρῆκα τόν Χριστό; Γράφτηκε τό ὄνομά μου στό βιβλίο τῆς ζωῆς; Βαπτίσθηκα; Φέρω τό ὄνομα τοῦ Κυρίου; Εἶναι μέσα μου, κατοικεῖ μέσα μου, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Εἶμαι μέλος τῆς Ἐκκλησίας καί μπορῶ νά συμμετέχω στά μυστήρια; Ἔχω τήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεώς μου; Τί ἄλλο θέλω; Καί νά γεμίσει ἡ ψυχή ἀπ᾿ αὐτή τήν οὐράνια παρηγοριά, νά γεμίσει ἡ ψυχή ἀπ᾿ αὐτή τήν οὐράνια χαρά. Καί ὅλα τά ἄλλα, λείπουν δέν λείπουν, δέν ἔχουν οὔτε νά μᾶς προσθέσουν οὔτε νά μᾶς ἀφαιρέσουν τίποτε, δεδομένου ὅτι ὁ Θεός θά μᾶς δώσει ὅ,τι μᾶς χρειάζεται.
{Γιατί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ σέ κάποιους φανερώνεται καί σέ κάποιους ὄχι; }
Καί νά μή σᾶς κουράζω, καί ἕνα τρίτο σημεῖο νά προσέξουμε. Στή συνέχεια ὁ Κύριος ἀπευθυνόμενος στόν Πατέρα του λέει· Σ᾿ εὐχαριστῶ «ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπό σοφῶν καί συνετῶν καί ἀπεκάλυψας αὐτά νηπίοις». Αὐτό σημαίνει, ἀδελφοί μου, ὅτι τά οὐράνια πράγματα, τά πνευματικά πράγματα, αὐτή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, σέ κάποιους φανερώνεται καί σέ κάποιους δέν φανερώνεται. Ἀπό κάποιους ὁ Θεός τά ἀποκρύπτει. Ὅσο καί νά θέλουν αὐτοί νά τά βροῦν, δέν πρόκειται νά τά βροῦν, γιατί τά κρύβει ὁ Θεός. Καί σέ κάποιους ἄλλους τά φανερώνει ὁ Θεός.
Ἐδῶ εἶναι τό μεγάλο θέμα. Σέ ποιούς εἶσαι, ἀδελφέ μου; Εἶσαι σ᾿ αὐτούς πού ὁ Θεός φανερώνει τά μυστήριά του, φανερώνει τούς οὐράνιους θησαυρούς, εἶσαι σ᾿ αὐτούς στούς ὁποίους ὁ Θεός δίνει τά πνευματικά ἀγαθά, δίνει τόν ἑαυτό του ἤ εἶσαι στούς ἄλλους πού ὅ,τι καί νά κάνεις δέν πρόκειται νά δεῖς τίποτε, δέν πρόκειται νά βρεῖς τίποτε, διότι ἐπιμελῶς ὁ Θεός τά ἀποκρύπτει ἀπό σένα; Καί τά ἀποκρύπτει, ὅπως λέει, ἀπό σοφούς καί συνετούς. Δέν πρόκειται ποτέ, ἀδελφοί μου, ὅ,τι καί νά κάνει ἕνας ὑπερήφανος ἄνθρωπος, ἕνας ἐγωιστής ἄνθρωπος _θά μπαίνει, θά βγαίνει στήν ἐκκλησία, μπορεῖ νά συμμετέχει στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας_ δέν πρόκειται νά δεῖ ποτέ τίποτε, δέν πρόκειται νά αἰσθανθεῖ ποτέ τίποτε, διότι ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἀποκρύπτει τά ἀγαθά ἀπ᾿ αὐτόν καί δέν πρόκειται νά τοῦ τά ἀποκαλύψει.
Ἔχουμε πεῖ καί ἄλλη φορά· Περιτυλίγουμε ἕνα ἀντικείμενο μέ νάυλον. Ὅσο νερό κι ἄν ρίξουμε πάνω στό νάυλον, δέν πρόκειται στάλα νά μπεῖ μέσα. Ποταμοί νά περάσουν ἀπό πάνω, μέσα στό ἀντικείμενο αὐτό τό ὁποῖο εἶναι περιτυλιγμένο μέ τό νάυλον δέν πρόκειται νά μπεῖ τίποτε. Ἔτσι εἶναι καί οἱ ψυχές οἱ ὑπερήφανες, οἱ ψυχές ἐκεῖνες πού θεωροῦν τόν ἑαυτό τους ὅτι εἶναι σπουδαῖος, ὅτι εἶναι σοφός, ὅτι τά ξέρει ὅλα, οἱ ψυχές πού ἔχουν ἐγωισμό, ὑπερηφάνεια καί οἴηση. Σάν νά εἶναι περιτυλιγμένες μέ κάποιο νάυλον καί δέν θά αἰσθανθοῦν ποτέ τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ νά τό θέλουν, μπορεῖ νά τό λένε, μπορεῖ νά τό ἐπιζητοῦν, ἀλλά δέν εἶναι ὁ δρόμος ἁπλῶς τό νά ζητᾶς. Ὁ δρόμος εἶναι νά ταπεινωθεῖς, ὁπότε ἔρχεται καί σέ βρίσκει ὁ Θεός. Διότι, ὅπως λέει, αὐτά τά ἀγαθά ὁ Θεός τά ἀποκαλύπτει, τά φανερώνει, στά νήπια.
Φυσικά, δέν ἐννοεῖ τά νήπια πού εἶναι στήν κούνια τους, ἀλλά ἐννοεῖ αὐτούς οἱ ὁποῖοι εἶναι ταπεινοί, εἶναι ἁπλοί, ἐννοεῖ αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἐμπιστεύονται στόν Θεό καί δέν ἔχουν περί πολλοῦ τόν ἑαυτό τους καί δέν νομίζουν ὅτι εἶναι σπουδαῖοι καί ὅτι εἶναι τό κάτι ἄλλο, ἀλλά γυμνοί καί τετραχηλισμένοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ παίρνουν τήν τελευταία θέση καί εἶναι ὅπως ἕνα νήπιο, ὅπως ἕνα παιδί _πού εἶπε σ᾿ ἄλλη περίπτωση ὁ Κύριος (Ματθ. 18, 2)_ πού εἶναι ταπεινό, ἁπλό, πού ἔχει μιά ἀθωότητα, ἔχει μιά ἁγνότητα, ἔχει μιά ἀκακία.
Ἰδού, ἀδελφοί μου, αὐτά τά τρία σημεῖα. Παρακαλῶ τήν ἀγάπη σας νά τά προσέξουμε καί νά πάρουμε ὁ καθένας μας τήν ὠφέλεια πού μποροῦμε νά πάρουμε.
18-10-1987
* Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο «Θέλεις νά ἁγιάσεις;» Α’ ἔκδ.