Αγιολογικα
A+
A
A-

100. Τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου

Τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου

Ὅπως γνωρίζουμε, μιά ἀπό τίς καθολικές ἐπιστολές τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι τοῦ ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Ὑπάρχει εἰδική φυλλάδα πού ἔχει τήν ἀκολουθία τοῦ ἁγίου ἀποστόλου καί ὡς ἀναγνώσματα ἔχει τρία κείμενα ἀπό τήν ἐπιστολή του.
Τό πρῶτο ἀνάγνωσμα εἶναι οἱ στίχοι 1-12 τοῦ πρώτου κεφαλαίου. Νά διαβάσουμε τούς πρώτους στίχους. Ἰάκωβος, Θεοῦ καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δοῦλος, ταῖς δώδεκα φυλαῖς ταῖς ἐν τῇ διασπορᾷ χαίρειν. Πᾶσαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις, γινώσκοντες ὅτι τό δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν· ἡ δέ ὑπομονή ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι καί ὁλόκληροι, ἐν μηδενί λειπόμενοι.

Εἴμαστε χρόνια χριστιανοί καί δέν ἔχουμε καμία σχέση μέ τό ἀληθινό χριστιανικό πνεῦμα

Καί πάλι θά ποῦμε: Αὐτό εἶναι τό χριστιανικό πνεῦμα; Καί ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τέτοιο χριστιανικό πνεῦμα; Δέν ἔχουμε… Καί πόσο ἔτσι σοβαρά, σᾶς παρακαλῶ, πρέπει νά σκεφτοῦμε! Αὐτές τίς ἡμέρες πάρα πολύ ἔτσι συνέχομαι ἀπό αὐτό, ὅτι δηλαδή εἴμαστε μακριά ἀπό τό ἀληθινό χριστιανικό πνεῦμα. Καί βέβαια, ἄν δέν μᾶς διορθώσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, καί ἄν δέν μᾶς ἐμπνεύσει καί δέν μᾶς φωτίσει, τί μποροῦμε νά κάνουμε ἐμεῖς; Ἀλλά τουλάχιστον ὅμως, τουλάχιστον νά τό καταλαβαίνουμε αὐτό, ὅτι εἴμαστε χρόνια χριστιανοί καί δέν ἔχουμε καμία σχέση μέ τό ἀληθινό χριστιανικό πνεῦμα. Καί τί θά γίνει;
Νά παρακαλέσουμε τόν Θεό. Ὁ ἅγιος Μακάριος, πού ἀναφέραμε καί ἄλλη φορά, στίς περισσότερες ὁμιλίες του, ἀφοῦ θά πεῖ τήν ὅποια ἀλήθεια, μετά συμπληρώνει: Νά παρακαλέσουμε τόν Θεό…
Ἀδελφοί μου, νά χαίρεστε, ὅταν δοκιμάζεστε ἀπό πολλούς καί διαφόρους πειρασμούς. Ποιόςχριστιανός τό κάνει αὐτό; Καί ὅμως ἔτσι λέει. Γιατί πρέπει νά ξέρετε ὅτι μέσα ἀπό τή δοκιμασία τῆς πίστεώς σας γεννιέται ἡ ὑπομονή. Λαμβάνοντας ὑπ᾿ ὄψιν καί αὐτά πού λέμε τόσο καιρό, νά προσθέσω τώρα καί τό ἑξῆς: Ἐφόσον ἐμεῖς ὅλο καί συχνάζουμε στή λατρεία, στίς ἀκολουθίες, μελετοῦμε καί ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος πού θέλει ἀκριβῶς νά μᾶς σώσει, καί πού γνωρίζει ὡς Θεός τί πρέπει νά μᾶς συμβεῖ, γιά νά σωθοῦμε τελικά, θά οἰκονομήσει ἔτσι τά πράγματα, ὥστε νά μᾶς ἔρθουν πειρασμοί, νά περάσουμε πειρασμούς. Πειρασμούς ὄχι μέ τή στενή ἔννοια, πού λέμε σήμερα ὅτι ἔχει ἕναν πειρασμό αὐτός, καί πιό πολύ πάει τό μυαλό ὅτι ἔχει πειρασμό σχετικά μέ τά σαρκικά, σχετικά μέ τά περί τήν ἠθική θέματα.
Πειρασμός εἶναι ὅλα αὐτά τά ὁποῖα συμβαίνουν στή ζωή: εἴτε κάτι πού δέν γίνεται ὅπως τό περιμένουμε εἴτε μιά ἀσθένεια πού ἔρχεται εἴτε ἕνα γεγονός πού βγαίνει στή μέση καί μᾶς ταλαιπωρεῖ εἴτε τό ὅτι κάποιος ἤ κάποιοι μᾶς ἐχθρεύονται καί θέλουν νά μᾶς κάνουν κακό. Καί ἐδῶ λέει ὁ ἀπόστολος: νά χαίρεστε ὅταν δοκιμάζεστε ἀπό πολλούς καί διαφόρους πειρασμούς· γιατί πρέπει νά ξέρετε ὅτι μέσα ἀπό τή δοκιμασία τῆς πίστεώς σας γεννιέται ἡ ὑπομονή. Δοκιμάζεται κανείς, γιά νά φανεῖ: θά μείνει πιστός ἤ θά τά παρατήσει; Καί γεννιέται μέσα ἀπό τή δοκιμασία τῆς πίστεως ἡ ὑπομονή. Δηλαδή φαίνεται ὅτι δέν μπορεῖ νά προκόψει κανείς πνευματικά, ἄν δέν ἔχει τήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς. Καί μᾶς περνάει μέσα ἀπό πειρασμούς ὁ Κύριος, ἐπιτρέπει νά περάσουμε μέσα ἀπό πειρασμούς, γιά νά κάνουμε κουράγιο, νά μήν τά χάσουμε, νά μήν γκρινιάξουμε, νά μήν παραπονεθοῦμε, καί ἔτσι νά ἔρθει, νά γεννηθεῖ μέσα μας ἡ ὑπομονή.

Νά ἀντέξεις ὅλα ἐκεῖνα πού θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός

Ἡ ὑπομονή σας ὅμως πρέπει νά κρατήσει ὥς τό τέλος, γιά νά γίνετε τέλειοι καί ὁλοκληρωμένοι καί νά μήν ὑστερεῖτε σέ τίποτε. Ὑπομονῆς γάρ ἔχετε χρείαν, ἵνα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ποιήσαντες κομίσησθε τήν ἐπαγγελίαν. Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται· ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τό λέει αὐτὀ. Ἄρα λοιπόν –δέν ξέρω ἄν τό ἔχουμε προσέξει αὐτό τό πράγμα– δέν μπορεῖς νά εἶσαι χριστιανός, ἐάν δέν γεμίσει ἡ ψυχή σου μέ ὑπομονή, ἄν δέν ἔχεις βιώματα ὑπομονῆς.
Καί τί εἶναι αὐτή ἡ ὑπομονή; Αὐτή ἡ ὑπομονή εἶναι ἀκριβῶς ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἀπό τήν ἀνθρώπινη πλευρά –σοῦ τό δίνει ὁ Θεός ὡς ἀρετή– χρειάζεται, γιά νά ἀντέξεις ὅλα ἐκεῖνα πού θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός. Δηλαδή, ὅπως ἔχουμε πεῖ, ἐάν δέν νιώσουμε ὅτι περνοῦμε μαρτύριο –ἄλλοτε περιστασιακά καί ἄλλοτε συνεχῶς– καί ὅτι δέν μποροῦμε νά ξεφύγουμε ἀπό τό μαρτύριο, δέν γινόμαστε δεκτοί ἀπό τόν Κύριο·καί ἁπλῶς κάνουμε τόν χριστιανό. Εἶναι ἀνάγκη λοιπόν νά πάθουμε τοῦτο, νά πάθουμε ἐκεῖνο, γιά νά δοκιμαστεῖ ἔτσι ἡ πίστη μας, καί νά γεννηθεῖ ἡ ὑπομονή. Ἡ ὑπομονή σας ὅμως πρέπει νά κρατήσει ὥς τό τέλος. Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται.
Ἄν κάποιος ἀπό σᾶς ὑστερεῖ σέ σοφία, ἄς τή ζητήσει ἀπό τόν Θεό, κι αὐτός θά τοῦ τή δώσει. Γιατί ὁ Θεός δίνει σέ ὅλους μέ ἁπλοχεριά καί χωρίς νά περιφρονεῖ κανέναν. Κάποτε εἶπε ὁ Χριστός στούς μαθητάς του: Δέν ζητήσατε τίποτε μέχρι τώρα. Ἕως ἄρτι οὐκ ᾐτήσατε οὐδέν ἐν τῷ ὀνόματί μου· αἰτεῖτε καί λήψεσθε… Ἐμεῖς φαίνεται ὅτι οὔτε σ᾿ αὐτό τό σημεῖο δέν ἔχουμε φθάσει, δηλαδή νά ζητοῦμε.

Καί νά πῶ ἔτσι πιό συγκεκριμένα: Πιάνεις τόν ἑαυτό σου νά κατηγορεῖ τούς ἄλλους, καί καθόλου δέν πάει τό μυαλό σου ὅτι αὐτό δέν εἶναι καλό πράγμα. Καί χρειάζεται νά τό συνειδητοποιήσεις ὅτι εἶναι ἐλάττωμά σου καί νά στρωθεῖς σέ προσευχή. Νά εἶναι τό αἴτημά σου τό καθημερινό καί τό συνεχές: «Μήν ἐπιτρέψεις, Θεέ μου, ξανά νά κατηγορήσω κανέναν· τουναντίον βοήθησέ με νά λέω ὅλο καλά λόγια γιά τούς ἄλλους». Ἤ ἔρχονται ἔτσι τά πράγματα καί καλεῖσαι νά ταπεινωθεῖς, καλεῖσαι νά κάνεις ὑπακοή στόν Θεό. Καί δέν κάνεις αὐτό τό πράγμα, καί δέν πάει τό μυαλό σου ὅτι δέν ἐνεργεῖς σωστά.
Καί αὐτό φαίνεται ἀπό τό ὅτι δέν στρώνεσαι κάτω νά πεῖς: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἐγώ οὔτε ὑπακοή ἔχω οὔτε ὑπομονή ἔχω οὔτε ἔχω μέσα μου πραότητα, καί εἶμαι αὐτός πού εἶμαι». Καί νά παρακαλέσεις μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς σου: «Δῶσε μου, Κύριε, πραότητα, διάθεση νά ὑπακούσω. Βοήθησέ με στήν πράξη νά ὑπακούω, νά δέχομαι νά κόβεται τό θέλημά μου καί νά μήν ἀντιδρῶ». Δέν κάνουμε αὐτό τό πράγμα. Θέλουμε δέν θέλουμε, ἔχουμε μέσα μας τήν ἁμαρτία· θέλουμε δέν θέλουμε, ἔχουμε μέσα μας ἐλαττώματα, πάθη φοβερά, ἀδυναμίες. Δέν πειράζει αὐτό. Πειράζει καί παραπειράζει, ἀλλά τό λέμε ἔτσι γιά νά τονίσουμε τό μεγάλο κακό, ὅτι δηλαδή δέν θέλουμε νά δεχτοῦμε ὅτι ἔχουμε αὐτά τά πάθη. Καί αὐτό φαίνεται ἀπό τό ὅτι δέν στρωνόμαστε στήν προσευχή νά ζητήσουμε ἀπό τόν Κύριο νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά πάθη καί νά μᾶς δώσει τίς ἀρετές πού δέν ἔχουμε.

Νά ζητᾶς μέ πίστη, μέ σταθερότητα, μέ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό· ἐκεῖνος ξέρει πότε θά ἀνταποκριθεῖ

Γιατί ὁ Θεός δίνει σέ ὅλους μέ ἁπλοχεριά καί χωρίς νά περιφρονεῖ κανέναν. Ὅ,τι ὅμως ζητάει –αὐτός πού θά ζητήσει– νά τό ζητάει μέ πίστη καί νά μήν ἔχει ἀμφιβολίες. Γιατί ὅποιος ἀμφιβάλλει, μοιάζει μέ τό κύμα τῆς θάλασσας, πού τό παρασέρνει ὁ ἄνεμος καί τό πηγαίνει ἐδῶ κι ἐκεῖ. Δηλαδή βλέπεις τό κύμα ὅτι δέν μένει κάπου σταθερά, ἀλλά συνεχῶς κινεῖται καί πάει πιό πέρα, πάει πιό πέρα, πάει πιό πέρα. Νά μήν ἐλπίζει ὅτι θά πάρει κάτι ἀπό τόν Κύριο ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, δίγνωμος κι ἄστατος σέ ὅλες του τίς ἐνέργειες. Νά ζητᾶς, ἀλλά νά ζητᾶς μέ πίστη, μέ σταθερότητα, μέ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Νά πιστεύειςὅτι ἀκούει ὁ Θεός, ὅτι δέχεται, ὅτι θά ἀνταποκριθεῖ. Ἐκεῖνος ξέρει πότε θά ἀνταποκριθεῖ.Ἐσύ πάντως νά ζητᾶς ἐπίμονα,ὄχι ὅμως ἀπαιτητικά. Νά ζητᾶς, διότι ἔχουμε χρέος νά ζητοῦμε, καί ὁ Κύριος μᾶς δίνει, ἀλλά ὅμως μέ σταθερότητα νά ζητοῦμε. Νά μήν ἐλπίζει ὅτι θά πάρει κάτι ἀπό τόν Κύριο ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος –πού ἔχει ἀμφιβολίες δηλαδή– πού εἶναι δίγνωμος καί ἄστατος σέ ὅλες τίς ἐνέργεές του.
Ἔχει καί ἄλλα τό πρῶτο ἀνάγνωσμα. Καί ἄς πᾶμε στό τρίτο ἀνάγνωσμα, πού εἶναι οἱ στίχοι 7-20 τοῦ πέμπτου κεφαλαίου. Νά δοῦμε λίγο τούς πρώτους στίχους. Λοιπόν, ἀδελφοί, κάνετε ὑπομονή, ὥσπου νά ᾿ρθει ὁ Κύριος. Κοιτάξτε πῶς ὁ γεωργός περιμένει τόν πολύτιμο καρπό τοῦ χωραφιοῦ, καρτερώντας μέ ὑπομονή νά πέσει ἡ πρώιμη κι ἡ ὄψιμη βροχή. Κάνετε κι ἐσεῖς ὑπομονή. Πάρτε θάρρος, γιατί ὅπου νά ᾿ναι ὁ Κύριος ἔρχεται. Μήν ἀγανακτεῖτε, ἀδελφοί, ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου, γιά νά μήν καταδικαστεῖτε. Νά τος ὁ κριτής, στέκεται κιόλας μπροστά στήν πόρτα. Ἀδελφοί μου, πάρτε γιά παράδειγμα καρτερικότητας στίς θλίψεις τούς προφῆτες, πού μίλησαν στό ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καλοτυχίζουμε ἐκείνους πού δείχνουν ὑπομονή. Ἀκούσατε γιά τήν ὑπομονή τοῦ Ἰώβ καί γνωρίζετε ποιό τέλος τοῦ ἐπιφύλαξε ὁ Κύριος, γιατί ὁ Κύριος εἶναι γεμάτος εὐσπλαχνία καί ἔλεος.

Διά τῆς ὑπομονῆς κανείς συμμετέχει στό μαρτύριο

Βλέπετε πάλι ἐδῶ κάνει λόγο γιά τήν ὑπομονή. Εἶναι ἀνάγκη νά ὑπομένουμε, ὅπως ἀκριβῶς στά χρόνια τῶν διωγμῶν οἱ μάρτυρες ἦταν ἀποφασισμένοι ὅ,τι κι ἄν τούς συμβεῖ νά τό ἀντέξουν, νά τό ὑπομείνουν. Καί ὑπέμειναν μαρτύρια καί βάσανα πολλά. Καί ἀκριβῶς διά μέσου τοῦ μαρτυρίου τους ὑπομένοντας ἔγιναν κοινωνοί τοῦ Κυρίου καί ἔτυχον τῶν οὐρανίων στεφάνων.
Ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ τό ἑξῆς. Ἐνθυμοῦμαι τόν πατέρα Τιμόθεο. Εἶχε ἀρετές μέ ὅλη τή σημασία τῆς λέξεως ὁ πατήρ Τιμόθεος. Ὅπως ἔλεγε ἕνας ἀπό τούς συνομηλίκους του, πού ἦταν μαζί στό πανεπιστήμιο, οἱ ἀρετές τοῦ πατρός Τιμοθέου ἦταν ἀπόκρημνες. Χρησιμοποιεῖ τή φράση ἀπόκρημνη ἀρετή. Βρισκόμενος στήν ὕπαιθρο, ποῦ νά μπορέσεις νά προσεγγίσεις ἤ νά ἀνεβεῖς ἐκεῖ πού θέλεις, ὅταν ὀρθώνεται μπροστά σου ἕνας κρημνός. Ἔτσι ἀπλησίαστη ἦταν ἡ ἀρετή τοῦ πατρός Τιμοθέου.
Καί μεταξύ τῶν ἄλλων, ἄν θυμᾶμαι καλά, εἶχε πολλή ὑπομονή. Ὑπομονή· ὄχι ἁπλῶς μέ τήν ἔννοια πού λέμε: Νά, κάνει ὑπομονή αὐτός. Ὄχι. Εἶχε μιά χάρη θεϊκή ἡ ὑπομονή του· σάν νά ἦταν νεκρός. Ἐνῶ θά μποροῦσε σέ μιά περίπτωση νά ἐπηρεαστεῖ ἀπό τήν ἐνέργεια ἤ τά λόγια κάποιου ἤ νά καταληφθεῖ ἀπό μιά στενοχώρια, τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά. Ἦταν σάν νεκρός. Σάν νεκρός! Δηλαδή καί μιλοῦσε γιά τήν ὑπομονή καί τή ζοῦσε καί τήν τηροῦσε ὡς ἐντολή.
Εἶχε ὄχι ἁπλῶς κατά τό ἀνθρώπινο τήν ὑπομονή· συναντοῦμε ἀνθρώπους πού κάνουν ὑπομονή, γιά νά κερδίσουν τό ἕνα, νά κερδίσουν τό ἄλλο. Ὄχι. Εἶχε τό ἁλάτι τῆς θείας χάριτος καί αὐτή ἡ ἀρετή του,ὅπως καί οἱ ἄλλες. Καί ἔλεγε συχνά: Ὑπομονῆς γάρ ἔχομεν χρείαν, ἵνα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ποιήσωμεν. Καί ἔλεγε –κάπου εἶναι γραμμένο– ὅτι διά τῆς ὑπομονῆς κανείς μυεῖται στό μαρτύριο. Δηλαδή κάθε χριστιανός πρέπει νά τό ξέρει αὐτό, ὅτι θά νιώθει μέσα του τό ἕνα ἤ τό ἄλλο μαρτύριο. Καί οἱ πολλοί δέν ἀντέχουν, τρομάζουν, ἐγκαταλείπουν τόν ἀγώνα, ἐγκαταλείπουν τήν πορεία τήν πνευματική μαζί μέ τόν Χριστό καί φυσικά ζημιώνονται. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν θά κάνει πίσω, δέν μπορεῖ νά τό πετύχει αὐτό διαφορετικά παρά μέ τήν ὑπομονή.
Πιστεύεις, ἀλλά τελικά σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση πού κάνουμε λόγο στήν πράξη ἡ πίστη θά ἐκδηλωθεῖ ὡς ὑπομονή. Ἀκολουθεῖς τόν Κύριο, προσεύχεσαι στόν Κύριο, στήν πράξη ὅμως θά χρειαστεῖ νά ἔχεις ὑπομονή. Ἐάν δέν κάνεις ὑπομονή καί ἄν λυποψυχήσεις καί ἄν φοβηθεῖς καί ἄν νομίζεις ὅτι θά τρομάξεις καί ὅτι δέν ἀντέχεις, θά κάνεις πίσω, ὁπότε θά εἶσαι ἁπλῶς θεωρητικά χριστιανός, ποῦ καί ποῦ καί ὅσο σοῦ κάνει κέφι. Ὁ Θεός νά μᾶς φυλάξει.
Καθώς ἀπόψε κάναμε τήν ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ
Ἀδελφοθέου, νά θυμηθοῦμε ὅτι κάποτε, ἀκριβῶς πρίν εἴκοσι χρόνια, τό 1981 σάν ἀπόψε σέ ἀγρυπνία κάναμε τή θεία Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.

Θά γίνει κάποιο καλό στήν ψυχή μας, ὅταν ἐπιτρέψει ὁ Θεός κάτι νά μᾶς ζορίσει, καί ἐμεῖς ἐν ὑπομονῇ θά περιμένουμε

Ἀπόψε εἶναι ἴσως ἡ κατάλληλη ὥρα νά πῶ τό ἑξῆς. Δέν ξέρω ἐσεῖς πῶς σκέφτεστε, πῶς τά παίρνετε τά πράγματα, ἀλλά προσωπικά βλέπω ὅτι τό πιό χρήσιμο γιά τήν ψυχή μου ἀπό τῆς ἀπόψεως τῶν πειρασμῶν ἦταν ἐκεῖνο τό ὁποῖο μέ πόνεσε περισσότερο, ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἦταν ὁλωσδιόλου ἄδικο.Ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο θά ἔλεγε κανείς: «Ὅλα τά ἄλλα ἄς ἔρθουν, ἀλλά αὐτό νά μήν ἔρθει». Καί ὅμως τό ἄφησε ὁ Θεός. Ἀπό κεῖ βγῆκε τό μεγάλο καλό. Καί ἄλλη φορά ἔχουμε ἀναφερθεῖ σ᾿ αὐτά. Ἄν δηλαδή κάποιο καλό γίνει στήν ψυχή μας, αὐτό θά γίνει, ὅταν ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά μᾶς ζορίσει κάτι καί ἐμεῖς ἐν ὑπομονῇ θά περιμένουμε, θά καρτεροῦμε καί θά τό σηκώνουμε.
Ἄν κάνουν παρακέντηση σέ κάποιον, καί δέν ἀντέξει, ὁ γιατρός σταματάει. Σ᾿ ἐκεῖνον πού πονάει μέν, ἀλλά ἀντέχει, γίνεται ἡ παρακέντηση, καί ἀφαιρεῖται τό ὑγρό πού πρέπει νά ἀφαιρεθεῖ. Ἀλλά γιά γίνει αὐτό, πρέπει δημιουργηθεῖ ἄνοιγμα. Πρέπει νά γίνει τό ἄνοιγμα τῆς ψυχῆς. Τόσες φορές τό εἴπαμε –καί δέν εἶναι λόγια αὐτά–καί κάθε τόσο ἔρχεται νά τό ποῦμε, ὅτι ὑπάρχει ἕνα ὀχυρό μέσα μας, καί ἐκεῖ ἀποσύρεται τό ἐγώ μας καί μένει ἀπείραχτο καί ἔχει τά δικαιώματά του καί ἔχει «τίς δικές του ἀρετές», ὅπως τήν αὐτοδικαίωσή του καί ἄλλες. Καί αὐτό ὥσπου νά τρυπήσει, νά σπάσει αὐτό τό ὀχυρό. Καί γίνεται αὐτό κατά κανόνα μέ ἐκεῖνα πού δέν τά περιμένεις καθόλου, μέ ἐκεῖνα πού δέν θά τά ἤθελες καθόλου, μέ ἐκεῖνα τά ὁποῖα νομίζεις ὅτι δέν ἔπρεπε νά ἔρθουν καί λές γιατί νά εἶναι ἔτσι αὐτά. Ἐκεῖνα λοιπόν εἶναι αὐτά τά ὁποῖα τρυποῦν καί πονοῦν τήν ψυχή. Ὁπότε ἀνοίγει μιά πληγή, μέ τήν καλή ἔννοια, καί ἀνοίγει ὁ δρόμος καί βγαίνει τό πύον, ἀλλά καί μπαίνει βαθιά μέσα στά μύχια τῆς ψυχῆς ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Τί κρίμα ὅμως πού τέλειωσε ἡ ὥρα, καί πόσα θά μπορούσαμε ἀκόμη νά ποῦμε…
23-10-2001