Θεομητορικες Εορτες
A+
A
A-

159. Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας

Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας

 

Ὅπως θά γνωρίζετε, τό πρῶτο ἐκκλησάκι στήν ἀδελφότητά μας τό ἀφιερώσαμε στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου. Πιστεύουμε ὅτι μᾶς φώτισε ὁ Θεός νά τό ἀφιερώσουμε στή γιορτή αὐτή, πού ἀπόψε ὅλοι μαζί ἐδῶ γιορτάσαμε κάνοντας ὁλονύκτια ἀγρυπνία.

 

Τί ἄλλο νά ζητήσουμε;

 

Ἀπό μιά πλευρά ὅλα ἀπό τόν Εὐαγγελισμό ἀρχίζουν. Ὅλα βέβαια ἀρχίζουν ἀπό τήν Ἁγία Τριάδα, ἀλλά, ἄς ποῦμε, διά μέσου τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, καί καταλήγουν πάλι στήν Ἁγία Τριάδα. Ἀπό κάποια πλευρά λοιπόν στήν γιορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἔχουμε τήν ἀρχή καί τό τέλος. Καί ὅλα αὐτά, ἀκριβῶς γιά νά μᾶς βοηθοῦν νά ἐνθυμούμαστε τί πρέπει νά κάνουμε. Ἀρχίσαμε κάποτε μέ τό νά βαπτισθοῦμε. Δηλαδή ἄρχισε μέ τή βάπτισή μας νά ζεῖ μέσα μας ὁ Χριστός καί ὁ Χριστός τό ἔργο αὐτό πού ἀνέλαβε θέλει νά φέρει εἰς πέρας. Ἤ γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, ὁ Χριστός πού ἄρχισε νά ζεῖ μέσα μας θέλει ν᾿ αὐξηθεῖ ἤ μᾶλλον ν᾿ αὐξήσει ἐμᾶς, γιά νά φθάσουμε «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματός του».

Τί νά ποῦμε, ἀδελφοί μου; Νομίζω ὅτι δέν πρέπει νά ὑπάρχουν ἄλλοι ἄνθρωποι εὐτυχέστεροι ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς. Ὄχι ἁπλῶς ἀπό μᾶς πού βρισκόμαστε τώρα ἐδῶ στόν ναό ἀλλά ἀπό τούς χριστιανούς. Μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεός νά τόν γνωρίσουμε καί νά μᾶς δεχθεῖ. Μᾶς δέχθηκε, συγχώρησε καί συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες μας, μᾶς ἀνέλαβε καί μᾶς ἀναλαμβάνει συνεχῶς καί ὅλο καί πιό πολύ μᾶς κάνει δικούς του καί μᾶς ὁδηγεῖ μέρα μέ τήν ἡμέρα στή Βασιλεία του. Ἡ ὁποία Βασιλεία του ἔρχεται, ἀλλά εἶναι καί παρούσα, ὅπως καί ἀπόψε πού ἤμασταν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού εἴμαστε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί εἴμαστε, ὄχι μόνο διότι βρισκόμαστε μέσα στόν ναό, ὄχι μόνο διότι ἐτελέσθη τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἀλλά διότι ὅλα αὐτά εἶναι μέσα στό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, μέσα στήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ, καί μέσα σ᾿ αὐτή τήν ἀποκάλυψη, μέσα σ᾿ αὐτό τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ἀξιωνόμαστε νά εἴμαστε κι ἐμεῖς. Τί ἄλλο νά ζητήσουμε οἱ ἄνθρωποι; Τί ἄλλο νά θελήσουμε; Τί ἄλλο νά ποθήσουμε;

Βέβαια, ὑπάρχουν ἀκόμη πολλοί χριστιανοί πού εἶναι δυστυχεῖς, ὑπάρχουν ἀκόμη πολλοί χριστιανοί πού ἀμφιβάλλουν, ἐάν ὄντως ὁ Κύριος μπορεῖ νά μᾶς κάνει πανευτυχεῖς. Εἶναι ἴσως ἀκόμη στενόψυχοι ἤ μπερδεύονται ἀκόμη ἀπό κάποιες ἀμφιβολίες ἤ χαρίζονται ἀκόμη σέ κάποιες ἐπιθυμίες τους, σέ κάποια πάθη τους, καί μένουν στό σκοτάδι καί μένουν μακράν τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

 

Ἡ κρίσιμη ὥρα

 

Ὅμως, ὅποια στάση κι ἄν πάρει ὁ καθένας, ὅπως κι ἄν νομίζει καί ὅπως κι ἄν ζεῖ ὁ καθένας, τό ἔργο τοῦ Θεοῦ δέν καταργεῖται. Βρέθηκε κάποτε κάποιο πρόσωπο ἀπό μέρους τῶν ἀνθρώπων, ἡ Παναγία, ἡ ὁποία εἶπε τό «ναί» στόν Θεό, καί τό εἶπε τό «ναί» ὁριστικά καί ἀμετάκλητα, καί «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Ἡ Μαρία, ἡ ἁγία αὐτή κόρη, πού εἶπε τό «ναί» _«Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου» _ ἔγινε ἡ μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἔγινε ἡ Παναγία. Ἀλλά δι᾿ αὐτῆς κι ἐμεῖς, ὅλοι ὅσοι θέλουμε, ὅλοι ὅσοι πιστεύουμε, δεχόμαστε τόν Χριστό καί κατά τήν πίστη μας καί κατά τό δόσιμό μας, γινόμαστε κι ἐμεῖς, ὅ,τι θέλει νά μᾶς κάνει ὁ Κύριος, μᾶς κάνει κι ἐμᾶς ὁ Κύριος, ὅ,τι θέλει νά μᾶς κάνει. Ὁ ἴδιος δέν εἶπε· «Μητέρα μου καί ἀδέλφια μου εἶναι ὅλοι αὐτοί πού ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τηροῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τηροῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ»;

Ὁ ἄνθρωπος δέν χρειάζεται νά κάνει μεγάλα πράγματα. Ἐκεῖνο πού χρειάζεται εἶναι λίγο νά σκεφθεῖ σοβαρά, λίγο νά σκεφθεῖ ὡς λογικός ἄνθρωπος πού εἶναι καί νά δεῖ καί νά προσέξει τί ἔκανε καί τί κάνει ὁ Θεός γι᾿ αὐτόν, νά πιστεύσει καί νά δεχθεῖ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά τόν τηρήσει. Ἔτσι θά ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μετά, γίνεται κανείς ἀδελφός τοῦ Χριστοῦ, γίνεται συγγενής τοῦ Χριστοῦ, γίνεται τρόπον τινά μητέρα τοῦ Χριστοῦ. Τό εἶπε ὁ ἴδιος. Ἀλλά δέν γίνεται κανείς ἀδελφός τοῦ Χριστοῦ, μητέρα τοῦ Χριστοῦ, συγγενής τοῦ Χριστοῦ, δέν γίνεται κανείς ἄνθρωπος τοῦ Χριστοῦ, ἔτσι μαγικά ἤ, ἁπλῶς ἐπειδή θά τό ποθήσει. Λίγο-πολύ ὁ κάθε ἄνθρωπος θά βρεθεῖ σ᾿ αὐτή τήν κρίσιμη ὥρα νά πεῖ τό «ναί» ἤ νά μήν πεῖ τό «ναί» στόν Θεό, ὅπως ἡ Παναγία, στήν ὁποία ἦλθε ὁ ἀρχάγγελος καί τῆς εἶπε τί θέλει ἀπ᾿ αὐτήν ὁ Θεός. Καί ἐνῶ αὐτό ἦταν ἀνθρωπίνως ἀδιανόητο, ἡ Παναγία, ἀφοῦ βεβαιώθηκε ὅτι αὐτό τό ἀναλαμβάνει νά τό κάνει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, τό Ἅγιο Πνεῦμα, χωρίς δισταγμό εἶπε· «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου».

Καθένας θά βρεθεῖ σ᾿ αὐτή τήν κρίσιμη ὥρα. Ὅλη ἡ ζωή μας αὐτό εἶναι· ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἀπό δῶ, ἀπό κεῖ, μᾶς περιτριγυρίζει σάν ἄγγελος, ἤ ἄν θέλετε, ὁ ἄγγελός μας προσπαθεῖ νά μᾶς πείσει νά ποῦμε τό «ναί», καί ἅμα ποῦμε τό «ναί», ὁ Λόγος γίνεται σάρξ. Ὁ Χριστός ὄντως ἔρχεται μέσα μας, ὄντως ἀρχίζει νά κυοφορεῖται μέσα μας, ὄντως μᾶς ἀναλαμβάνει, καί ἔτσι χριστοποιούμεθα καί αὐξανόμεθα ἐν Κυρίῳ.

 

Νά ποῦμε τό «ναί»

 

Καί τίποτε νά μήν ἔχει κανείς ἀπ᾿ αὐτά, αὐτή τήν ὥρα πού γιορτάζουμε αὐτή τή μεγάλη γιορτή, μόνο νά τά πιστεύσει ὅτι εἶναι ἔτσι, μόνο νά πιστεύσει ὅτι εἶναι καί γι᾿ αὐτόν. Ἔκανε τί ἔκανε μέχρι τώρα κανείς _ἦταν ξεχασμένος, δέν πρόσεξε_ ὅμως αὐτή τήν ὥρα ξυπνάει καί λέει· «Τί κάνει ὁ Θεός γιά μᾶς; Τί κάνει ὁ Θεός γιά μένα;» Καί ἄν αὐτό τό προσέξει κανείς καί πιστεύσει, ἀπ᾿ αὐτή τή στιγμή ἀρχίζει νά εἶναι ὁ εὐτυχέστερος ἄνθρωπος. Ὄχι γιατί κέρδισε τίποτε, ἀλλά διότι βρῆκε τόν Θεό, διότι ἀρχίζει νά ἔχει πραγματική κοινωνία μέ τόν Θεό. Δέν ἀκούει πλέον ἁπλῶς γι᾿ αὐτό, οὔτε τό πιστεύει θεωρητικά, δηλαδή τό πιστεύει, ἐπειδή τοῦ τό λένε, ἀλλά νιώθει ὅτι τό γεγονός αὐτό ἔγινε καί γι᾿ αὐτόν, ὅτι τό γεγονός αὐτό εἶναι καί γι᾿ αὐτόν, τό γεγονός αὐτό ἀρχίζει νά γίνεται ἀπό τώρα μιά πραγματικότητα καί γι᾿ αὐτόν.

Γι᾿ αὐτό εἶπα στήν ἀρχή· Τί νά ποῦμε; Νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό, νά εὐγνωμονήσουμε τόν Θεό. Δηλαδή ὅλοι ἐμεῖς πού ἤλθαμε ἐδῶ στόν ναό καί καθίσαμε τόσες ὧρες, δέν τό κάναμε ἔτσι γιά διασκέδαση. Κάτι ἔχουμε μέσα μας. Αὐτό τό κάτι πού ἔχουμε, καί πού ὁ Θεός μᾶς τό ἔδωσε, νά μήν τό ἀφήσουμε νά χαθεῖ, ἀλλά νά τό χρησιμοποιήσουμε καί νά προχωρήσουμε.

Νά δεχθοῦμε τήν κλήση τοῦ Θεοῦ, νά ποῦμε τό «ναί» στόν Θεό, ὥστε ν᾿ ἀρχίσει νά ὑπάρχει μέσα μας, νά ἐκχύνεται μέσα μας, τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ὥστε ν᾿ ἀνοίξει καί γιά μᾶς τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ καί νά εἰσέλθουμε σ᾿ αὐτό. Ν᾿ ἀρχίσει δηλαδή καί γιά μᾶς αὐτό τό κάτι ἄλλο. Αὐτό πού _ὅπως τό ξέρουμε καί ὅπως τό ἔχουμε πεῖ_ δέν μπορεῖ νά μᾶς τό δώσει κανένας· οὔτε καθεστῶτα οὔτε ἰδεολογίες οὔτε ἀρχηγοί οὔτε σοφοί καί σπουδαῖοι. Αὐτό τό δίνει μόνο ὁ Θεός, μόνο ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ἰδού, τό δίνει σέ κάθε ἄνθρωπο. Δέν ἐξαιρεῖται κανένας· οὔτε ἐμεῖς.

Καί δέν εἶναι τυχαῖο τό ὅτι αὐτή τήν ὥρα εἴμαστε στό ναό. Δέν εἶναι τυχαῖο τό ὅτι εἴχαμε τό κουράγιο νά μείνουμε τόσες ὧρες ἐδῶ· λίγο νυσταγμένοι, λίγο κουρασμένοι, λίγο προσέχοντες… Πάντως, καί αὐτό κάτι εἶναι. Εἶναι κάτι πού τό κάνει ὁ Θεός, εἶναι ἕνα σκούντημα. Ὁ Θεός πού ἔκανε αὐτό, θά κάνει καί τό ἄλλο. Ἁπλῶς περιμένει ἀπό μᾶς τό λίγο περισσότερο, τό ἕνα βῆμα ἀκόμη· περιμένει νά δώσουμε τή συγκατάθεσή μας, νά ποῦμε τό «ναί».

Καί ἐλπίζω, ἀδελφοί μου, ὅτι ὅλοι θά ποῦμε τό «ναί» καί ὅτι θά φύγουμε ὅλοι ἀπό δῶ, ἀφοῦ θά ἔχουμε πεῖ τό «ναί», θά φύγουμε ὅλοι ἀπό δῶ, μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος δέχθηκε τό «ναί» μας καί μέ τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος ἄρχισε νά ζεῖ μέσα μας.

25-3-1986