Κυριακοδρομιο
A+
A
A-

175. Τῶν Ἁγίων Πάντων

Τῶν Ἁγίων Πάντων

 

Τό τέλος τοῦ ὅλου ἔργου τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη ἀπό τότε πού ἔπλασε ὁ Θεός τούς πρώτους ἀνθρώπους, καί ὅλα ἐκεῖνα πού ἔκανε στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά ἰδιαίτερα πού ἐνηνθρώπησε ὁ Κύριος καί ἐκήρυξε τό Εὐαγγέλιο καί ἔπαθε, ἐσταυρώθη, ἀπέθανε, ἐτάφη καί ἀνέστη, ἀνελήφθη στούς οὐρανούς καί ἔστειλε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό τέλος τοῦ ὅλου ἔργου αὐτοῦ εἶναι ἀκριβῶς αὐτό τό ὁποῖο ἑορτάζουμε σήμερα. Ἔχουμε σήμερα τήν ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων.

Δέν ἔκανε ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός γιά νά δείξει ἁπλῶς ὅτι μπορεῖ νά κάνει ὅλα αὐτά τά πράγματα, ἀλλά ὅλα αὐτά ἔγιναν γιά νά σωθεῖ ὁ πεπτωκώς ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀναμάρτητος, καί ἔδωσε σ᾿ αὐτόν ὅλα τά ἐφόδια ὁ Θεός _τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος_ γιά νά φθάσει νά γίνει ὅμοιος μέ τόν Θεό. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε.

 

Ὁ Θεός τρέχει πίσω ἀπό τόν ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσει

 

Ὁ Θεός δέν τόν ἐγκατέλειψε καί τρέχει ἀπ᾿ ἐκείνη τήν στιγμή πίσω ἀπ᾿ τόν ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσει. Καί σώζει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· τόν σώζει διά τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ θανάτου καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, καί διά τῆς ἀποστολῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅμως νά τό ἐπαναλάβουμε· ὅλα αὐτά εἶναι γιά νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, νά ἁγιασθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ὄχι ἁπλῶς νά γίνουν.

Καί ὅπως ἔχουμε πεῖ κι ἄλλη φορά, ἐμεῖς σήμερα ἔχουμε ὅλα αὐτά τά δεδομένα. Δέν εἴμαστε ἀδικημένοι γιατί δέν ζήσαμε στά χρόνια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί δέν εἴδαμε ἤ δέν βλέπουμε τά θαυμαστά ἔργα τοῦ Κυρίου. Ἐμεῖς ζοῦμε μετά ἀπό δυό χιλιάδες χρόνια καί ἔχουμε ἐνώπιόν μας αὐτή τήν πραγματικότητα, ὅτι ἑκατοντάδες καί χιλιάδες καί ἑκατομμύρια ψυχές δέχθηκαν τό μήνυμα τοῦ Κυρίου, δέχθηκαν τό ὅλο ἔργο πού ἔκανε ὁ Κύριος καί εἶναι σήμερα στόν χορό αὐτῶν πού γιορτάζουμε, εἶναι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ἅγιοι Πάντες.

Τί νά τά κάνουμε ὅλα τ᾿ ἄλλα; Ὅσα κι ἄν ἀκούσει κανείς, ὅσα κι ἄν μελετήσει, ὅσο ἄν θέλετε κι ἄν θαυμάσει, ὅσο κι ἄν ἐπηρεασθεῖ, ἐνθουσιασθεῖ ἀπό τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ, ἀπό τά θαυμαστά ἔργα τοῦ Θεοῦ, δέν ὠφελοῦν σέ τίποτε, ἐάν τελικά δέν γίνει στήν ψυχή τοῦ καθενός αὐτό ἀκριβῶς τό ὁποῖο ἔγινε στούς ἁγίους, σέ ὅλους τούς ἁγίους.

Ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι τό ἴδιο. Κανένας δέν διαφέρει ἀπό πλευρᾶς ποιότητος, κανένας δέν διαφέρει ἀπό τόν ἄλλον. Ἄσχετα ἄν ἄλλοι ἁγίασαν τόν πρῶτο αἰώνα, ἄσχετα ἄν ἄλλοι ἁγίασαν τόν δεύτερο, τόν τρίτο, τόν τέταρτο μέχρι καί σήμερα. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού τούς ἁγιάζει, εἶναι τό ἴδιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού τούς ἁγιάζει, εἶναι ἡ ἴδια Χάρις πού λαμβάνουν· αὐτός καθεαυτόν ὁ ἁγιασμός εἶναι ὁ ἴδιος.

 

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς Δημιουργίας

 

Δέν εἶναι τόσο τί θά κάνει ὁ ἄνθρωπος ἤ τί εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος· εἶναι τί θά φτιάξει ὁ Θεός. Ἀπό τήν ἀνθρώπινη πλευρά ὁ καθένας ἔχει τήν ἰδιαιτερότητά του· ὅμως τό ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα λαμβάνουν ὅλοι καί ἡ ἴδια ἁγιαστική ἐργασία γίνεται μέσα στήν ψυχή τοῦ καθενός καί τελικά ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι ἴδιοι ἅγιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως τά πράγματα δέν εἶναι ἁπλῶς νά τά λέμε, ἁπλῶς νά τά ἀκοῦμε, καί κατά τήν κρίση του ὁ καθένας καί κατά τό κέφι του νά τά προσέχει ἔτσι ἤ ἀλλιῶς. Ἐδῶ εἶναι πολύ σοβαρά τά πράγματα. Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἀναμάρτητο καί ἤθελε νά τόν ἁγιάσει. Ἄν βρέθηκε ὁ ἄνθρωπος νά ᾿ναι αὐτό πού εἶναι σήμερα, ἁμαρτωλός ἁμαρτωλότατος, καί ἄς ποῦμε ζεῖ τόσο τραγικά σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο καί κινδυνεύει ἡ ψυχή του, ὀφείλεται στήν δική του ἁμαρτία. Ὁ Θεός τά ἔκανε καλά λίαν ὅλα καί θέλει τήν σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί μπορεῖ ὁ Θεός νά ἁγιάσει ὅλους, νά σώσει ὅλους, ὅλους ὁ Θεός μπορεῖ νά τούς πάρει στήν Βασιλεία του.

Ἀλλά τά πράγματα εἶναι σοβαρά. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ὅπως ἕνα ζῶο, ὅπως ἕνα ἄψυχο ἀντικείμενο εἴτε μικρό εἴτε μεγάλο. Ὁ ἄνθρωπος ἐκτός τοῦ ὅτι ἔχει σῶμα, κατά τά ἄλλα εἶναι ὅπως εἶναι καί οἱ ἄγγελοι, εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ κι εἶναι προικισμένος ὁ ἄνθρωπος, μολονότι ἁμάρτησε, μολονότι ἔπεσε, μολονότι ἔπαθε καταστροφή πραγματική, ὅμως ἔχει μέσα του ψυχή, ἔχει μέσα του καρδιά, ἔχει μέσα του ὁ ἄνθρωπος νοῦν, λογικό, ἐλευθέρα βούληση. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνει τόν ἀνήξερο, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τό βάλει στά πόδια, νά κρυφτεῖ, νά φύγει ἀπό δῶ νά φύγει ἀπό κεῖ, νά κάνει πώς δέν καταλαβαίνει.

 

Μπορεῖ καί πρέπει ὁ κάθε ἄνθρωπος νά πάρει τήν γενναία ἀπόφαση νά ἀνταποκριθεῖ στόν Θεό

 

Καθένας, ὅσο ἁμαρτωλός κι ἄν εἶναι, σ᾿ ὅποια κατάσταση κι ἄν βρίσκεται, μπορεῖ νά πληροφορηθεῖ ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός, μπορεῖ νά σταθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά ἀκούσει τόν Θεό, νά προσέξει τόν Θεό καί νά πάρει τήν γενναία ἀπόφαση ὁ καθένας νά πιστέψει στόν Θεό καί νά ἀκολουθήσει τόν Θεό, νά ὑποταχθεῖ στόν Θεό. Ὅλα ὅσα λέει ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος, ὅλη αὐτή ἡ σύγχυση πού ὑπάρχει σήμερα, ὅλη αὐτή ἡ πλάνη πού ὑπάρχει, ὅλο αὐτό τό σκοτάδι, μόνοι μας τά φτιάχνουμε. Τά πράγματα εἶναι καθαρά-καθαρά. Ὄχι ἁπλῶς ὑπάρχει ὁ Θεός, ὄχι ἁπλῶς μᾶς μιλάει ὁ Θεός ἀλλά ὁ Θεός ὁ ἴδιος ἔγινε ἄνθρωπος καί συνανεστράφη μέ τούς ἀνθρώπους καί ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ του εἶναι ὁ ἴδιος αὐτός ὁ Κύριος «παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας»1. Καί ἡ κάθε ψυχή χρειάζεται νά σταθεῖ ἀπέναντί του σοβαρά-σοβαρά καί νά ἀνταποκριθεῖ ἤ νά μήν ἀνταποκριθεῖ. Ὄχι ὅμως ὅτι δέν μπορεῖ ν᾿ ἀνταποκριθεῖ.

Ὅλα αὐτά, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι καμώματα δικά μας. Ἤ πιστεύεις ἤ δέν πιστεύεις. Ὡς λογικό πλάσμα ἅμα σταθεῖς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κι ἀκούσεις τί λέει ὁ Θεός καί θελήσεις νά καταλάβεις αὐτά πού λέει ὁ Θεός, μαθαίνεις ὅτι ὅλα εἶναι ἐν Χριστῷ, εἶναι ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ· ἐσύ θά ὑπακούσεις, ἐσύ θά ὑποταχθεῖς, ἐσύ θά ἀκολουθήσεις. Τ᾿ ἄλλα θά τά κάνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Δέν δικαιολογεῖται κανένας νά ξεφύγει, δέν δικαιλογεῖται κανένας νά χαθεῖ, δέν δικαιολογεῖται κανένας νά πεῖ δέν ἤξερα ἤ δέν μποροῦσα. Αὐτά εἶναι ἐπαναλαμβάνω καμώματα δικά μας.

Νά πάρουμε τήν γενναία ἀπόφαση νά ἀκολουθήσουμε τόν Κύριο. Βλέπετε στήν σημερινή εὐαγγελική περικοπή, πού ἀναγινώσκεται ἀκριβῶς λόγω τῆς ἡμέρας αὐτῆς, δέν ἐξαιρεῖ κανέναν ὁ Κύριος καί λέει· «πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Δέν λέει ὅτι ὁρισμένοι μποροῦν νά τό κάνουν αὐτό καί ὁρισμένοι δέν μποροῦν νά τό κάνουν. Ὅλοι μποροῦν νά τό κάνουν· «καί ὅποιος τελικά θά τό κάνει, θά ὁμολογήσει μέ παρρησία, μέ θάρρος ὅτι εἶναι δικός μου, ὅτι πιστεύει σέ μένα, ὅτι ἀκολουθεῖ ἐμένα _καί ὁμολογία δέν εἶναι μόνο μέ τό στόμα, εἶναι μέ τήν ζωή_ κι ἐγώ, ὅταν εὑρεθεῖ στόν ἄλλο κόσμο ἐνώπιον τοῦ Πατρός μου, θά ὁμολογήσω καί θά μαρτυρήσω γι᾿ αὐτόν. Ὅποιος θά μέ ἀρνηθεῖ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, θά τόν ἀρνηθῶ κι ἐγώ».

 

Νά ἀφήσουμε κατά μέρος τίς ἐπιφυλάξεις μας. Μιλάει ὁ Θεός

 

Καί πάλι ἀπόλυτος ὁ Κύριος· «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν πατέρα του ἤ τήν μητέρα του πάνω ἀπό μένα δέν εἶναι ἄξιός μου, δέν μπορεῖ νά ᾿ναι δικός μου. Καί νά τ᾿ ἀφήσουμε κατά μέρος αὐτά τά διάφορα πού θά ἀρχίσουμε νά λέμε. Μιλάει ὁ Θεός κι ἡ ἀλήθεια εἶναι αὐτή. Κι αὐτά ἐδῶ τά λόγια κι ἄλλα λόγια τοῦ Κυρίου φαίνονται πώς εἶναι πολύ βαριά, πώς εἶναι πολύ ἀπόλυτα, πώς εἶναι πολύ κοφτά καί σκληρά. Φαίνονται· σάν νά μήν λαμβάνει ὑπόψιν ὅτι ἐμεῖς δυσκολευόμαστε. Ἔτσι φαίνεται ἀλλά δέν εἶναι. Μιλάει ὁ Θεός· δέν μιλάει κανένας πού πέφτει ἔξω, πού δέν ξέρει τί γίνεται καί γιατί γίνεται.

Ἀκριβῶς τό ὅτι μᾶς φαίνονται τά λόγια τοῦ Κυρίου ὄχι ἁπλῶς ἀπόλυτα ἀλλά ἀδύνατον νά κάνει κανείς αὐτά πού λέει ὁ Κύριος, ἀκριβῶς ἐπειδή μᾶς φαίνεται ἔτσι, μποροῦμε νά βοηθηθοῦμε μέσα ἀπ᾿ αὐτό νά καταλάβουμε πόσο μᾶς ἔχει διαστρεβλώσει ἡ ἁμαρτία, πόσο μᾶς ἔχει σκοτίσει ἡ ἁμαρτία, πόσο ἔχει ἀμβλύνει τήν ὅλη ὕπαρξή μας καί πόσο δέν μᾶς ἀφήνει ἡ ἁμαρτία νά δοῦμε τήν ἀλήθεια ὅτι μιλάει ὁ Θεός. Καί ἐμεῖς ὀφείλουμε, ἅπαξ κι εἴμαστε ἄνθρωποι καί δέν εἴμαστε κάτι ἄλλο _στούς ἀνθρώπους μιλάει ὁ Θεός καί γιά νά μιλάει στούς ἀνθρώπους ὁ Θεός, σημαίνει ὅτι μποροῦν νά καταλάβουν, μποροῦν ν᾿ ἀκούσουν οἱ ἄνθρωποι_ ὀφείλουμε λοιπόν νά ὑπακούσουμε καί νά παραδοθοῦμε στήν Χάρι του γιά νά μᾶς φτιάξει Ἐκεῖνος ὅπως θέλει.

Μεγάλο λάθος μας ὅταν λέγονται καί ἀκούγονται τά λόγια τοῦ Κυρίου, νά ἐκφραζόμαστε μέ ἐπιπολαιότητα· ῾῾Ἔ, τώρα αὐτά στά χρόνια μας, στήν ἐποχή μας, στίς ἡμέρες μας δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα· δύσκολα εἶναι αὐτά, ἀπόλυτα εἶναι, σκληρά εἶναι᾿᾿. Δέν τό εἶπαν καί στήν ἐποχή του στόν Κύριο; «Σκληρός ἐστιν οὗτος ὁ λόγος· τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;»2 Κι ὁ Κύριος οὔτε ταράχθηκε οὔτε ἔσπευσε νά τούς καλοπιάσει οὔτε ἔσπευσε νά τούς πεῖ ῾῾μέ παρεξηγήσατε᾿᾿ κλπ. Αὐτά πού κάνουμε ἐμεῖς καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δηλαδή αὐτά εἶναι… σάν νά θέλουμε μέ τά ψέματα νά ξεγελάσουμε, νά ἐξαπατήσουμε τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο, νά τόν κάνουμε νά γίνει χριστιανός… Ἤ γίνεται ἤ δέν γίνεται. Ἤ θέλει ἤ δέν θέλει. Ὅποιος κι ἄν εἶναι, ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος κι αὐτός ἀπ᾿ τόν Θεό, ὅσο κι ἄν εἶναι ἁμαρτωλός, μπορεῖ νά καταλάβει, μπορεῖ ν᾿ ἀκούσει· στέκεται λοιπόν ὡς λογικό πλάσμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀκούει τόν Θεό καί ἤ παίρνει τήν γενναία αὐτή ἀπόφαση νά ἀκολουθήσει τόν Κύριο ἤ ὄχι.

«Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Σταυρό, κάθε μέρα σταυρό. Νά τό νιώθουμε ὅτι ἔχουμε ἐπάνω μας σταυρό. Ὅποιος δέν παίρνει τόν σταυρό αὐτόν, τόν σταυρό τόν δικό του ὁ καθένας, πού δέν εἶναι βέβαια τά βάσανα τῆς ζωῆς ἀλλά εἶναι· ὅ,τι κι ἄν μᾶς συμβαίνει, νά πιστεύουμε ὅτι ὁ Θεός τό ξέρει καί τό οἰκονομεῖ ὁ Θεός καί τό ἐναποθέτει ἐπάνω μας ὡς ζυγό καί ὡς σταυρό. Ἐμεῖς οὔτε νά παραπονεθοῦμε οὔτε νά σκανδαλισθοῦμε οὔτε νά τά πάρουμε κάπως ἀλλιῶς τά πράγματα, ῾῾γιατί σέ μένα;᾿᾿ Τίποτε· ν᾿ ἀκολουθήσουμε τόν Κύριο. Αὐτός εἶναι κυρίως ὁ σταυρός· τό ὅτι εἰς πεῖσμα, ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ ἔτσι, τῶν ὅσων κι ἄν μᾶς συμβαίνουν, ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τόν Κύριο. Αὐτά ὅλα πού λέει ἐδῶ ὁ Κύριος ἀκριβῶς τά βρίσκουμε στούς ἁγίους πάνω στήν πράξη. Ἐδῶ τά διαβάζουμε, εἶναι γραμμένα μέσα στό θεόπνευστο βιλίο, εἶναι λόγια τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά πάντοτε κανείς ὅταν ἀκούει λόγια μόνο, ἔχει τίς κάποιες ἐπιφυλάξεις του, ἔχει τίς κάποιες ἀμφιβολίες, ἄν καί τό ὅλο θέμα εἶναι, κι αὐτήν τήν στιγμή ἀκόμη, ἀνεπιφύλακτα νά δεχθεῖ κανείς αὐτά πού λέει ὁ Κύριος· ἀνεπιφύλακτα νά τά πιστέψει κι ἀνεπιφύλακτα νά βάλει τόν ἑαυτό του στόν δρόμο αὐτό.

 

Ὅλοι οἱ αἰῶνες ἀνέδειξαν ἁγίους

 

Ἀλλά ὅπως εἴπαμε, ἐμεῖς δέν ἀκοῦμε ἁπλῶς τά λόγια _πού ᾿ναι λόγια τοῦ Θεοῦ καί εἶναι Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ_ ἀλλά ἔχουμε καί τούς ἁγίους. Τί δικαιολογία θά φέρουμε, τί δικαιολογία, ὅποιος κι ἄν εἶναι ὁ καθένας μας. Δόξα τῷ Θεῷ ἔχουμε ἁγίους, ὅπως κι ἄλλη φορά εἴπαμε, κι ἀσφαλῶς τό ᾿χουμε διαβάσει καί σέ βιβλία κλπ., ἔχουμε ἁγίους ὅλους τούς αἰῶνες. Δέν ὑπῆρχαν ἁπλῶς κάποιες ἐποχές πού ἔβγαζαν ἁγίους· ὅλοι οἱ αἰῶνες ἀνέδειξαν ἁγίους. Ἔχουμε ἁγίους ἀπό ὅλες τίς τάξεις, ἔχουμε ἁγίους ἀπό ὅλες τίς ἡλικίες, ὥστε κανένας ἀπολύτως νά μήν μπορεῖ νά ἐξαιρέσει τόν ἑαυτό του.

 

Ὁποιασδήποτε φύσεως ἀσθένεια δέν κωλύει τόν ἁγιασμό τοῦ ἀνθρώπου

 

Ἔχουμε ἁγίους ἀκόμη καί ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι, θά μπορούσαμε σήμερα νά ποῦμε, εἶχαν κάποια ψυχοπάθεια· πού συνήθως σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις λέμε ὅτι εἶναι πιό δύσκολα τά πράγματα. Ἆραγε μπορεῖ νά γίνει τίποτε μ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο; Καί μάλιστα ἔχουμε κάποιον ἅγιο, ὁ ὁποῖος τά τελευταῖα χρόνια ἀναγνωρίσθηκε ὡς ἅγιος καί ὁ ὁποῖος εἶχε τέτοια πράγματα πού τόν ταλαιπωροῦσαν καί δέν τόν ἐμπόδισαν νά γίνει ἅγιος. Ὅπως ἄς ποῦμε ἕνας ἔχει ἕνα πόδι. Μέ ἕνα πόδι μπορεῖ νά γίνει ἅγιος. Ἔχει ἕνα χέρι. Μέ ἕνα χέρι μπορεῖ νά γίνει ἅγιος. Ἔ, μπορεῖ νά ἔχει κανείς γιά λόγους κληρονομικούς κλπ. ψυχοπαθολογικές καταστάσεις καί νά γίνει ἅγιος. Ὅταν ἕνας κάθεται καί κλαίει πού ἔχει ἕνα πόδι μόνο, φυσικά δέν θά γίνει ἅγιος· ἀλλά ὅταν εὐγνωμονεῖ τόν Θεό καί ἀνάλογα τοποθετεῖται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δυό φορές ἅγιος, ἀκριβῶς ἐπειδή αὐτός ἔχει κι αὐτή τήν δυσκολία ἐπιπλέον· ὅτι ἔχει ἕνα πόδι ἤ ἕνα χέρι. Τό ἴδιο καί ὁ ἄλλος πού ἔχει μέσα του, ἄθελά του, καταστάσεις ψυχοπαθολογικές γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους. Ὅμως ὅ,τι καί νά ᾿ναι βρῆκε τόν Θεό, ἀγάπησε τόν Θεό.

 

Προϋπόθεση γιά νά μπεῖς στόν δρόμο τῆς ἁγιότητος

 

«Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμέ» δηλαδή τελικά ὁ φιλῶν τόν Χριστό, ὁ ἀγαπῶν τόν Χριστό, ὁ ἀγαπῶν τόν Θεό εἶναι ἐκεῖνος, πού ἀφήνει τίς ἄλλες ἀγάπες ἤ κάπου μέσα στήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό βάζει καί τίς ἄλλες ἀγάπες. Ἐκεῖνος λοιπόν μπαίνει στόν δρόμο τῆς ἁγιότητος καί ἁγιάζει καί δέν τόν ἐμποδίζουν τά ὅποια κουσούρια πού ἔχει ἐπάνω του, σωματικά, ψυχοπαθολογικά ἤ ὅποιες ἄλλες δυσκολίες, δέν τόν ἐμποδίζουν. Τουναντίον ὅταν τά δεῖ κανείς ὅτι ὁ Θεός τά οἰκονομεῖ γιά τό καλό του, δηλαδή γιά τήν σωτηρία του, τά δεχόμαστε τότε γιά τό καλό μας, γιά τόν ἁγιασμό μας, γιά τήν σωτηρία μας. Ἔτσι ἀπόλυτα νά τό ποῦμε κι αὐτό, ὅπως ἀκριβῶς μιλάει ὁ Κύριος ἀπόλυτα ἐδῶ.

Εἶναι ἀνάγκη νά ξαναποῦμε, νά δοῦμε ὅτι τά πράγματα εἶναι σοβαρά. Καί σοβαρά ὄχι μέ τήν ἔννοια· ῾῾πώ-πώ, δύσκολα εἶναι᾿᾿ ἤ ῾῾ἀκατόρθωτα εἶναι᾿᾿, ὄχι. Σοβαρά εἶναι, νά τά δοῦμε δηλαδή ὡς σοβαροί ἄνθρωποι. Κι αὐτό ἐπειδή στοιχίζει, π.χ. ν᾿ ἀφήσεις τόν ἐγωισμό σου, ν᾿ ἀφήσεις τίς δικές σου ἐπιθυμίες καί τήν ὅλη αὐτονόμηση τήν δική σου καί νά ὑποταχθεῖς στόν Χριστό, ναί, φαίνεται ὅτι εἶναι δύσκολο, ἀλλά δέν εἶναι. Πόσα ἄλλα πράγματα μόλις ὁ ἄνθρωπος σοβαρευθεῖ καί πιστέψει ὅτι ἔχει μπροστά του ἕνα θέμα πολύ σοβαρό, τά πάρει σοβαρά τά πράγματα καί κάνει αὐτό τό ὁποῖο πρέπει νά κάνει εὐχαρίστως, φθάνει ἐκεῖ πού θέλει νά φθάσει, πού μπορεῖ νά φθάσει. Ἐδῶ στό θέμα τῆς σχέσεώς μας μέ τόν Θεό, εἶναι δεδομένο ὅτι ὁ καθένας μπορεῖ νά σωθεῖ, ὁ καθένας μπορεῖ νά ἁγιασθεῖ. Ἐδῶ εἶναι δεδομένο ὅτι ὁ Θεός πέθανε γιά ὅλους. Ἐδῶ εἶναι δεδομένο ὅτι ὁ Θεός ἀνοίγει τόν δρόμο γιά ὅλους. Ἐδῶ εἶναι δεδομένο ὅτι ὁ Κύριος εἶναι μέ τόν καθένα.

Σ᾿ ὅλα τ᾿ ἄλλα θέματα μποροῦμε νά ᾿χουμε καί μιά ἀμφιβολία. Ἆραγε αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού πάω νά συνεργαστῶ μαζί του, εἶναι ἐμπιστοσύνης ἄνθρωπος; Νά πιστέψω στά λόγια του ἤ νά μήν πιστέψω; Ἐδῶ ὅμως ἔχουμε νά κάνουμε μέ τόν Θεό. Κανένας δέν μπορεῖ νά βρεῖ δικαιολογία καί νά πεῖ ἐμένα μοῦ ἦρθαν ἔτσι τά πράγματα, πέρασα αὐτά στή ζωή μου, μοῦ συνέβησαν καί τά ἄλλα στή ζωή μου κλπ. Ὅλα, ὅλα, ὅ,τι κι ἄν συμβαίνει, ὁ Θεός τά οἰκονομεῖ ἔτσι πού εἶναι μόνο γιά τήν σωτηρία μας, μόνο γιά τόν ἁγιασμό μας καί κανείς δέν μπορεῖ καί δέν ἐπιτρέπεται νά ἐξαιρέσει τόν ἑαυτό του.

 

Μνήμη ἁγίου, μίμησις ἁγίου

 

Ἐμπνεόμενοι λοιπόν ἀπ᾿ τούς ἁγίους σήμερα πού, ἄς τό ποῦμε ἀκόμη μιά φορά, δέν θά τούς βλέπουμε τούς ἁγίους ἁπλῶς στίς εἰκόνες ἤ νά τούς θυμηθοῦμε ὅταν ἔχουμε καμιά ἀνάγκη νά πᾶμε νά τούς παρακαλέσουμε. Καλό εἶναι, κακό δέν εἶναι βέβαια, ἀλλά δέν εἶναι κυρίως αὐτό, νά τούς παρακαλέσουμε νά μᾶς βοηθήσουν. Μνήμη ἁγίου εἶναι μίμηση ἁγίου. Νά ἔχουμε τήν μνήμη τῶν ἁγίων, ἀλλά τό νά γιορτάζουμε τούς ἁγίους, ὅπως σήμερα πάντας τούς ἁγίους, κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο καί σύμφωνα μέ τό ὅλο πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, μνήμη ἁγίου εἶναι μίμηση τοῦ ἁγίου. Νά μιμηθοῦμε τούς ἁγίους, ὄχι ἁπλῶς νά τούς θυμηθοῦμε ἤ νά προσευχηθοῦμε ἤ νά τούς ἔχουμε εἰκόνισμα. Νά μιμηθοῦμε τήν ζωή τους.

Καί δέν εἶναι αὐτό μιά πολυτέλεια, δέν εἶναι αὐτό ἄν τό θέλει κανείς, ἄν τοῦ κάνει κέφι. Ἤ κάνουμε αὐτό καί σωζόμαστε ἤ δέν κάνουμε αὐτό καί χανόμαστε. Θέλεις νά χαθεῖς, θά χαθεῖς. Ἀλλά ὅμως μήν αἰτιᾶσαι καί μήν βρίσκεις τάχα ὅτι σοῦ φταίει τό ἕνα καί σοῦ φταίει τό ἄλλο. Κανείς ἀπολύτως δέν μπορεῖ νά μᾶς κάνει κακό πλήν τοῦ ἑαυτοῦ μας. Καί τοῦ ἑαυτοῦ μας ὅταν λέμε, μήν πάει τό μυαλό μας ἀμέσως, νά, ἐγώ ἔτυχε νά κληρονομήσω κάποια πράγματα, νά ᾿ναι τό σκαρί μου ἔτσι, νά ᾿ναι ἡ ψυχοσύνθεσή μου ἔτσι ἤ ἀπό μικρό παιδί μέ βασάνισαν κλπ. Ὄχι. Δέν μᾶς κάνουν αὐτά κακό. Ἔχει τόν τρόπο ὁ Θεός αὐτά νά τά οἰκονομήσει ἔτσι πού νά μᾶς κάνουν μόνο καλό, νά συντελέσουν κι αὐτά στόν ἁγιασμό μας. Ἐκεῖνο πού μᾶς κάνει κακό εἶναι ἡ προαίρεσή μας, ἡ βούλησή μας. Ἔχει κανείς ὀντότητα, εἶναι ὕπαρξη ὁ καθένας, εἶναι ὄν ὁ καθένας, λογικό ὄν. Τί ἀποφασίζει αὐτό τό ὄν; Θέλει τόν Θεό ἤ δέν θέλει τόν Θεό; Θά πάει στόν Θεό ἤ δέν θά πάει στόν Θεό; Ἀκολουθεῖ τόν Θεό ἤ δέν ἀκολουθεῖ; Ἀλλά τό θέλει ἤ δέν τό θέλει μήν τό ταυτίζουμε μέ τό τάχα μπορῶ, τάχα δέν μπορῶ. Αὐτά εἶναι προφάσεις καί δικαιολογίες.

Ἐλπίζω καί πιστεύω ὁ Θεός σ᾿ ὅλους μας νά δώσει πνεῦμα μετανοίας, πνεῦμα ταπεινώσεως καί κανένας μας νά μήν τολμήσουμε ν᾿ ἀρχίσουμε νά δικαιολογούμαστε ἀλλά ν᾿ ἀκούσουμε ἐδῶ τόν Κύριο καί μιμούμενοι τούς ἁγίους νά τόν ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, γιά ν᾿ ἁγιασθοῦμε.

 

22-6-1997