Αγιολογικα
A+
A
A-

176. Τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων καί κορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου ( Α΄)

Τῶν ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων καί κορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου

 

Γιά τούς δύο ἀποστόλους πού σήμερα ἑορτάζουμε μαθαίνουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή πρωτίστως καί κυρίως ἀπό τίς ἐπιστολές τους. Καί ἀπόψε ὅλα τά τροπάρια πού ἀκούσαμε ἐδῶ μέσα στόν ναό σ᾿ αὐτούς ἀναφέρονται καί στή ζωή τους. Καί τούς δύο ὁ Κύριος τούς ἐξέλεξε καί τούς ἔκανε ἀποστόλους, τούς ἔκανε μαθητάς του καί τούς ἀπέστειλε νά συνεχίσουν τό δικό του ἔργο. Καί λέει, π.χ., στόν Πέτρο: «Μέ ἀγαπᾶς Πέτρε; Βόσκε τά πρόβατά μου. Ποίμαινε τά πρόβατά μου. Βόσκε τά ἀρνία μου».

Καί τόν ἀπόστολο Παῦλο τόν στέλνει νά κηρύξει τό εὐαγγέλιό του σέ ὅλη τήν οἰκουμένη, νά κηρύξει μετάνοια καί ἐπιστροφή τῶν ἀνθρώπων στόν Θεό. Καί τό ἔκαναν καί οἱ δύο. Ἀλλά ὅμως καί στόν Πέτρο ὁ Κύριος λέει καί τί θάνατο θά ἔχει, ὅτι θά ἔχει μαρτυρικό θάνατο –καί λίγο ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ ὅτι θά εἶναι σταυρικός ὁ θάνατός του ὅπως καί ἦταν– καί στόν ἀπόστολο Παῦλο λέει κάτι παρόμοιο. Δέν τόν καλεῖ ἁπλῶς γιά νά κηρύξει τό εὐαγγέλιο, ἀλλά καί γιά νά πάθει γιά τόν Κύριο, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό λέει στόν Ἀνανία. Ὅτι δηλαδή θά τόν κάνει μαθητή ἀπόστολό του τόν Παῦλο, θά τοῦ παραθέσει, θά τοῦ δώσει τό εὐαγγέλιο, θά τό κηρύξει, ἀλλά καί αὐτός θά πάθει πολλά καί τελικά θά μαρτυρήσει. Ὅπως καί ἔγινε.

Ὅλο τό θέμα εἶναι νά μᾶς καλέσει ὁ Θεός, κι ἐμεῖς νά ἀνταποκριθοῦμε σ᾿ αὐτή τήν κλήση τοῦ Θεοῦ. Ἀπό κεῖ καί πέρα, ἐκεῖνος θά κανονίσει τί θά γίνει μ᾿ ἐμᾶς. Ἐκεῖνος θά μᾶς στείλει, ὅπου θά μᾶς στείλει, ἐκεῖνος θά μᾶς βοηθήσει νά κάνουμε ὅ,τι θέλει αὐτός νά κάνουμε. Ἐκεῖνος θά μᾶς ἀξιώσει νά πάθουμε ὑπέρ αὐτοῦ. Διότι ἄν χρειάστηκε νά πάθει ὁ ἴδιος καί ἔπειτα οἱ μεγάλοι ἀπόστολοί του καί οἱ μεγάλοι ἅγιοι, πόσο μᾶλλον χρειάζεται νά πάθουμε κι ἐμεῖς.

Μᾶς ἐδόθη ὄχι μόνο τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν. Εἶναι καί αὐτό μιά δωρεά, ἕνα χάρισμα τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν. Βέβαια, δέν τό καταλαβαίνει ὁ ἄνθρωπος· ὁ σημερινός προπαντός ἄνθρωπος δέν τό καταλαβαίνει αὐτό. Τρομάζει, καί αὐτό δείχνει πόσο εἴμαστε ἄλλου πνεύματος, καί ὅτι σκεπτόμαστε ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό αὐτό πού θέλει ὁ Θεός, καί ὅτι οἱ πόθοι μας καί οἱ ἐπιθυμίες μας εἶναι ἐντελῶς κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού θέλει ὁ Θεός.

Ὅμως, ὅταν σέ καλέσει ὁ Θεός –κι ἐδῶ πρέπει νά ποῦμε ὅτι δέν ὑπάρχει κανείς πού δέν καλεῖται· τό θέμα εἶναι νά ἀρχίσει αὐτό νά γίνεται ἔργο, καί νά τό αἰσθανθεῖς– ὅταν σέ καλέσει ὁ Θεός, ἐκεῖνος εἶναι πού μέ τήν κλήση θά σοῦ δώσει καί τό χάρισμα αὐτό. Κατ᾿ ἀρχήν θά σέ κάνει ὅπως σέ θέλει: θά σέ καθαρίσει, θά σέ ἁγιάσει, θά αἰσθανθεῖς μέσα σου τή σωτηρία πού σοῦ δίνει. Καί ἐπιπλέον/ἐπίσης θά σοῦ δώσει τό χάρισμα νά γίνεις μαρτυρία καί μάρτυρας πρός τούς ἄλλους, ἀλλά καί τό χάρισμα νά πάθεις ὑπέρ Χριστοῦ.

Ἔτσι ὅπως θέλουμε ἐμεῖς νά τά κάνουμε τά πράγματα, δέν γίνονται. Αὐτός ὁ Σαῦλος, ὁ μέγας αὐτός, ἡ τόσο ἰσχυρή αὐτή προσωπικότητα, δέν θά ἔκανε τίποτε, καί ποτέ δέν θά γινόταν ὁ μέγας Παῦλος, ἄν δέν τόν εἶχε καλέσει ὁ Χριστός, κι ἄν δέν εἶχε ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση αὐτή, κι ἄν ἀπό κεῖ καί πέρα δέν ἔκανε ὅ,τι ἀκριβῶς τοῦ ἔδειχνε ὁ Χριστός κι ὅ,τι ἀκριβῶς ἤθελε ἀπό αὐτόν ὁ Χριστός.

Τό ἴδιο καί ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος ἀπό μιά πλευρά ἦταν τόσο ἀδύναμος. Εἶχε βέβαια ὁρισμένα φυσικά χαρίσματα, ἀλλά ἦταν καί τόσο εὐμετάβολος καί τόσο εὔκολα ὑποχωροῦσε στίς δυσκολίες πού ἐμφανίζονταν μπροστά του. Ἀλλά καί ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἦταν ἰσχυρή προσωπικότητα, μποροῦσε, μέ τή δύναμη αὐτή καί τόν ζῆλο αὐτό πού διέθετε, νά μείνει στήν πλάνη ὁλόκληρη τή ζωή. Ὅμως τούς κάλεσε καί τούς δύο ὁ Κύριος, καί ἀνταποκρίθηκαν, καί τούς ἔκανε μεγάλους ἀποστόλους.

Ἔτσι πού ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά εἴμαστε χριστιανοί καί νά κάνουμε καί κάτι πρός τούς ἄλλους, δέν γίνεται. Ὅ,τι κι ἄν κάνουμε –πρῶτα στόν ἑαυτό μας– ὅ,τι κι ἄν γίνουμε, τελικά θά εἴμαστε συνηθισμένοι ἄνθρωποι. Ἁπλῶς θά ἀποκτήσουμε κάποιες ἀρετές, πού περισσότερο θά ἔχουν φυσικό χαρακτήρα. Καί ὡς πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους θά κάνουμε πάλι τά συνηθισμένα, διότι δέν λαμβάνουμε ὑπ᾿ ὄψιν τήν κλήση πού μᾶς κάνει ὁ Θεός –ἤ καλύτερα, δέν αἰσθανόμαστε ἐν πολλοῖς τέτοιο πράγμα καί δέν ἀνταποκρινόμαστε βέβαια, ἀφοῦ δέν τό αἰσθανόμαστε κάν– καί παιδευόμαστε μέ τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις νά κάνουμε ὁρισμένα πράγματα.Μέ ἀνθρώπινες δυνάμεις ξεκινοῦμε καί συνεχίζουμε καί γι᾿ αὐτό ἐκεῖ θά μείνουμε: σ᾿ αὐτά τά μέτρα τά ἀνθρώπινα. Ἀλλά ὅμως, τά τοῦ Θεοῦ δέν γίνονται ἔτσι. Τά τοῦ Θεοῦ, τά κάνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Τά κάνει ὁ Θεός δι᾿ ἀνθρώπου, ἀλλά τά κάνει ὅμως ὁ Θεός μέ τή χάρη του. Ὄχι μόνο ὁ Θεός ἔκτισε τά πάντα, ἀλλά κυρίως τά πνευματικά, τά σωτηριολογικά –ὅλα αὐτά– τά κάνει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Εἴθε ἡ γιορτή αὐτή πού γιορτάζουμε ἀπόψε, μέ τίς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων ἀποστόλων, νά συντελέσει, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε αὐτή τήν ἀλήθεια: πόσο δηλαδή φτωχοί εἴμαστε καί θά εἴμαστε, πόσο ἄχαρη θά εἶναι ἡ ζωή μας καί ἡ ὁποιαδήποτε προσπάθειά μας, ἄν δέν λάβουμε τήν πρόσκληση καί δέν τολμήσουμε νά τείνουμε εὐήκοον οὖς , ὥστε νά ἀνταποκριθοῦμε. Θά εἶναι φτωχά τά πάντα. Νά τό συνειδητοποιήσουμε αὐτό. Νά συντελέσει ἡ γιορτή ἀπόψε, ὥστε νά συνειδητοποιήσουμε αὐτή τήν ἀλήθεια, καί νά ἀνταποκριθοῦμε, σάν νά ἀκοῦμε ἀπόψε κι ἐμεῖς τή φωνή τοῦ Κυρίου πού μᾶς κάνει τήν πρόσκληση, ὅπως τήν ἀπηύθυνε στούς ἀποστόλους.

Ἀλλά ὁ Κύριος δέν λέει καί δέν μᾶς ὑπόσχεται πράγματα πού ἐμεῖς φανταζόμαστε. Ὁ Κύριος, ἄν μᾶς καλέσει, θά μᾶς κάνει μαθητάς του, ἀποστόλους του, ἀλλά θά μᾶς κάνει καί μαρτυράς του. Καί μέ τήν ἔννοια νά μαρτυρήσουμε τήν ἀλήθεια, νά μαρτυρήσουμε τή ζωή τήν ἀληθινή, νά μαρτυρήσουμε τό εὐαγγέλιο, ἀλλά καί μέ τήν ἔννοια νά πάθουμε. Δέν γίνεται ἄν δέν πάθει κανείς.

Ἄς εὐχηθοῦμε καί ἄς παρακαλέσουμε τούς δύο ἁγίους ἀποστόλους καί μαζί μέ αὐτούς καί τούς ὑπολοίπους ἀποστόλους καί ὅλους τούς ἁγίους καί πρῶτα καί πάνω ἀπό ὅλα τήν Παναγία νά παρακαλέσουμε νά πρεσβεύσουν ὑπέρ ἡμῶν, ὥστε, πρίν ἔλθει τό τέλος μας, πρίν κλείσουμε τά μάτια μας, πρίν τελειώσει τό πανηγύρι αὐτῆς τῆς ζωῆς –πανήγυρη μέ τήν ἔννοια πού λένε οἱ πατέρες, ὅτι κανείς σέ μιά πανήγυρη ἀγοράζει προμηθεύεται κτλ. καί προσπαθεῖ νά τελειώσει τίς δουλειές πρίν τελειώσει τό πανηγύρι– πρίν φύγουμε ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, νά ταπεινωθοῦμε, νά μετανοήσουμε, νά συνετισθοῦμε, νά φωτισθοῦμε, νά ἀποφασίσουμε νά δεχτοῦμε τήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ καί νά ἀνταποκριθοῦμε σ᾿ αὐτήν, γιά νά γίνουμε –τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν– μαθητές του, ἀπόστολοί του, μάρτυρές του. Νά γίνουμε ὅπως ἐκεῖνος μᾶς θέλει, καί ὅπως πολλοί ἄλλοι πρίν ἀπό μᾶς ἔγιναν, ἤ μᾶλλον ὅπως πολλούς ἄλλους πρίν ἀπό μᾶς ἔκανε ὁ Κύριος.

29-6-1985