Ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι κυνηγοῦμε τόν διάβολο καί αὐτός μπορεῖ νά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας
Ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, καθώς ὁ Κύριος ἄφησε νά ἐννοηθεῖ ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά ξανάρθει νά κρίνει ζῶντας καί νεκρούς, οἱ πρῶτοι χριστιανοί ζοῦσαν μέ τίς λεγόμενες ἐνθουσιαστικές τάσεις. «Ὁ Κύριος ἐγγύς», «ἰδού ἔρχομαι ταχύ». Καί, φαίνεται, ὄχι μόνο στούς πρώτους χριστιανικούς χρόνους, στίς πρῶτες δεκαετίες ζοῦσαν οἱ χριστιανοί μέ αὐτή τήν προσδοκία, ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά ἔρθει ὁ Κύριος καί ὅτι ὅπου νά ᾿ναι θά τελειώσει ὁ κόσμος. Καί ἑπομένως, ὅσα κι ἄν περνοῦμε ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, νά κάνουμε ὑπομονή, διότι ὅπου νά ᾿ναι θά τελειώσουν· θά ξανάρθει ὁ Κύριος καί θά τιμωρήσει ὅλους αὐτούς οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐναντίον του καί ἐναντίον τῶν δικῶν του ἀνθρώπων, καί θά ἀποκαταστήσει πλήρως στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πιστεύουν σ᾿ αὐτόν.
Κανονικά δηλαδή, ὁ κάθε χριστιανός, ὅσο καιρό κι ἄν ζήσει σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, πρέπει νά ζεῖ μέ αὐτή τήν προσμονή. Ὅποιος δέν εἶναι δεμένος μέ τήν αἰωνιότητα, μέ τήν αἰώνια ζωή, μέ τήν οὐράνια βασιλεία, μέ τό μέρος στό ὁποῖο τελικά θά βρεθοῦμε, ὅποιος δέν ἔχει τέτοια ἐπικοινωνία, τέτοια κοινωνία, τέτοιο ἄνοιγμα μέ τόν οὐρανό, καί ἁπλῶς πασχίζει ἐδῶ σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο νά ζήσει ὡς χριστιανός, δέν θά μπορέσει νά ζήσει ποτέ ὡς ἀληθινός χριστιανός. Ὅλοι ὅσοι εἶναι κολλημένοι στή γῆ, ὅσο καλοί ἄνθρωποι κι ἄν εἶναι, ὅσο κι ἄν πιστεύουν, ὅσο κι ἄν κάνουν ἀγώνα, πνίγονται, φυτοζωοῦν· ἔχει μιά νοθεία ἡ πνευματικότητά τους καί φθίνει· δέν μπορεῖ νά ζήσει αὐτή ἡ πνευματική ζωή.
Ἀποφεύγει κανείς τήν ἀλήθεια, ἀποφεύγει τήν πραγματικότητα, ἀποφεύγει ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἀκριβῶς φανερώνει ὁ Θεός, ἀποκαλύπτει ὁ Θεός, δίνει ὁ Θεός, ἐκεῖνο τό ὁποῖο σέ κάνει ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ. Καί ἤ χαλαρώνει κανείς καί δέν δίνει καμιά σημασία, ἤ δείχνει ὅτι ξυπνάει, ὅτι ἔχει μιά φροντίδα, μιά ἀνησυχία κτλ., ἀλλά ὄχι γιά νά κάνει ἐκεῖνο τό ὁποῖο πρέπει νά κάνει, τό σωστό δηλαδή: νά μετανοήσει, νά ταπεινωθεῖ, νά ἐμπιστευθεῖ στόν Κύριο, νά τά ἀφήσει ὅλα στόν Κύριο, ὅταν τά ἐπιτρέψει ὁ Κύριος, ὅταν τά δώσει ὁ Κύριος, ὅταν θά ἔρθει ἡ ὥρα τους. Τίποτε. Ἀρχίζει καί ψάχνει πότε θά γίνει, πῶς θά γίνει, τί νά κάνω νά μή μοῦ συμβεῖ αὐτό, νά μή μοῦ συμβεῖ ἐκεῖνο· πού ἔχουν ἐντελῶς μή χριστιανικό χαρακτήρα αὐτά. Μή σᾶς φαίνεται παράδοξο.
Ὅλη αὐτή ἡ ἀνησυχία πού κάνει τούς ἀνθρώπους νά προβαίνουν σέ ἐνέργειες καί ἐκδηλώσεις πού δέν στέκονται, δέν θά ὑπῆρχε, ἐάν οἱ ἄνθρωποι, οἱ χριστιανοί, εἶχαν μέσα τους τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Τό γνήσιο, τό ἀληθινό, τό ὄντως χριστιανικό, τήν ὄντως πραγματικότητα, τήν ὄντως πνευματική ζωή πού δίνει ὁ Χριστός, δέν τήν ἀντέχουν οἱ ἄνθρωποι.
Θά γίνουν αὐτά τά φοβερά, ὅταν ἔρθουν οἱ ἔσχατες ἡμέρες, πού πότε εἶναι ξέρουμε; Ξέρουμε πότε εἶναι; Καί εἶναι ἁμαρτία νά ψάχνουμε νά βροῦμε πότε εἶναι. Ἀφοῦ τό λέει ρητῶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι δέν ξέρει κανένας. Καί τό κάνει ἐπίτηδες ὁ Θεός αὐτό, πού δέν θέλει νά ξέρουμε.
Δέν τό καταλαβαίνουν μερικοί ὅτι τήν ὥρα πού ἀρχίζουν καί ψάχνουν νά βροῦν καί νά ἐντοπίσουν καί νά καθορίσουν ὧρες, φεύγουν ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ. Τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ἀφηνόμαστε σ᾿ αὐτόν, νά ἀφηνόμαστε στό ἔλεός του. Νά ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας στήν πρόνοια τή δική του, στή δική του οἰκονομία, στό πῶς θά τά οἰκονομήσει αὐτός καί πῶς θά μᾶς στηρίξει ἐκεῖνος. Δέν εἶναι δικό μας θέμα τό πότε θά γίνει τό ἕνα καί τό ἄλλο. Δικό μας θέμα εἶναι νά πιστεύουμε στόν Χριστό ὅ,τι κι ἄν γίνει. Ἄν παραστεῖ ἀνάγκη, νά δώσουμε καί τή ζωή μας. Αὐτά ὁ Κύριος θά τά κανονίσει· ὁ Κύριος τά γνωρίζει κι ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει καί τή δύναμη.
Ἀπό τό ἕνα μέρος εἶναι καλό αὐτό, τό ὅτι οἰκονομεῖ ἔτσι τά πράγματα ὁ Θεός καί μᾶς πιάνει ἄς ποῦμε ἕνας φόβος ὅτι κάτι θά γίνει, κάτι θά συμβεῖ. Ἀλλά ὅμως αὐτό νά τό χρησιμοποιήσουμε πνευματικά γιά νά ὠφεληθοῦν οἱ ψυχές μας, καί ὄχι νά κάνουμε δέν ξέρω τί καί νά ἐμπαιζόμαστε ἀπό τόν διάβολο. Τό ὅλο θέμα νά τό ἀντιμετωπίσουμε πνευματικά.
Ἐνῶ τόσο πολύ πειράζονται ὁρισμένοι –«Τί γίνεται μέ τήν ταυτότητα; Θά τήν πάρουμε ἤ δέν θά τήν πάρουμε;»– καθόλου δέν ἀνησυχοῦν γιά τό ὅτι εἶναι μέσα στήν ψυχή τους ὁ διάβολος καί τούς χορεύει ὅπως θέλει, τούς βάζει σέ ἀνησυχία –ὄχι μόνο ἐν σχέσει μέ αὐτά ἀλλά γενικῶς στή ζωή– τούς βάζει σέ ταραχή, καί μοιάζουν οἱ ἄνθρωποι σάν νά μήν εἶναι καθόλου βαπτισμένοι, σάν νά μήν ἔχουν καθόλου μέσα τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, σάν νά μήν τούς κυβερνάει ὁ Χριστός. Χριστιανοί, πού ὁμολόγησαν τήν ὥρα τοῦ βαπτίσματος ὅτι ἀφήνουν τόν διάβολο καί τήν πομπή αὐτοῦ καί τούς ἀγγέλους αὐτοῦ καί συντάσσονται μέ τόν Χριστό, καί δέν φαίνεται καθόλου ὅτι ἔτσι εἶναι ἡ ζωή τους. Καί αὐτό δέν τούς ἀνησυχεῖ, δέν τούς τρομάζει, καί κυνηγοῦν κάπου ἀλλοῦ νά βροῦν τόν ἀντίχριστο, κάπου ἀλλοῦ νά βροῦν τόν διάβολο, νά τόν πολεμήσουν τάχα.
Ἐκεῖνος πού εἶναι μέσα του ἔνοχος νοιάζεται πῶς θά καθησυχάσει τή συνείδησή του καί πῶς θά δικαιολογήσει τόν ἑαυτό του ἀπέναντι σέ τρίτους. Ἔτσι λοιπόν παραφυλάει νά τοῦ ἔρθει καμιά καλή εὐκαιρία –ἡ εὐκαιρία εἶναι νά βρεῖ κάποια δεδομένα– νά πλήξει κάποιον. Ἤ περιμένει κανείς εὐκαιρία –ἄν βρεῖ ἕνα θέμα ὅτι τάχα κινδυνεύουμε ἀπό τοῦτο, κινδυνεύουμε ἀπό ἐκεῖνο– καί μόλις παρουσιαστεῖ κάποια εὐκαιρία, κάποιο θέμα, ἐπάνω του λοιπόν. Καί αὐτός μαζί μέ ἄλλους γιά νά κάνουν τάχα ἀγώνα· ὅπως ἔλεγαν κάπου: «Ὀρθοδοξία ἤ θάνατος».
Δέν γίνονται τυχαῖα αὐτά. Δέν εἶναι ὅτι πέφτει ἔξω κανείς, ὅτι ἔκανε λάθος. Ἀπό μέσα του ἔχει ἀνάγκη νά δείξει ὅτι αὐτός εἶναι μέγας καί πολύς καί εἶναι ἕτοιμος νά κάνει ἀγώνα καί εἶναι ἕτοιμος λοιπόν νά πεθάνει. Ἐδῶ σέ θέλω· νά πεθάνει τό θέλημά σου, νά πεθάνει ὁ ἐγωισμός σου, νά πεθάνει μέσα σου αὐτό πού δέν λογαριάζει τούς ἄλλους, πού ὑποτιμᾶς τούς ἄλλους, πού δέν ἀγαπᾶς τούς ἄλλους, πού δέν συμπεριφέρεσαι καλά. Αὐτό νά πεθάνει μέσα σου.
Ἔτσι μοιάζει νά κάνουν πολλοί· ξεσηκώνονται καί νομίζουν ὅτι ἔχουν νά κάνουν μεγάλους ἀγῶνες καί ὅτι θά περάσουν μεγάλους κινδύνους. Μέσα στήν καρδιά μας, ἐκεῖ θά γίνει ἡ ἀληθινή μάχη, ἐκεῖ θά γίνει ὁ ἀληθινός πόλεμος, κι ἐκεῖ θά νικήσουμε. Ὄχι ἐμεῖς. Ἄν πιστεύουμε στόν Χριστό καί ἄν ἔχουμε μέσα μας τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὁ Χριστός θά νικήσει τήν ἁμαρτία, θά νικήσει τόν διάβολο· καί θά τόν νικήσει καί ἐξωτερικά μετά.
Ὑπάρχει κανένα ἀντικείμενο πού δέν κινεῖται στήν ἀγορά μέ βάση αὐτόν τόν γραμμικό κώδικα πού ἔχει τό 666; Ἔτσι δέν κινεῖται ἡ ἀγορά; Τά πάντα κινοῦνται μέσα ἀπό αὐτόν τόν γραμμικό κώδικα. Καί ὑπάρχει κανένας πού δέν εἶναι λίγο πολύ ἀνακατεμένος μέ αὐτό τό πράγμα; Πῶς θά τό ποῦμε λοιπόν ὅτι εἶναι τό χάραγμα τοῦ σατανᾶ; Τότε σατανοποιηθήκαμε ὅλοι. Ἄλλο τώρα τί θά κάνει ὁ ἀντίχριστος κάποτε, ἀλλά ὄχι ὅμως ὅτι αὐτά εἶναι τώρα ἀντίχριστος. Νά μήν πέσουμε σέ καμιά παγίδα ὅτι ἐδῶ ὁ διάβολος… Μακριά.
Ἄν φοβόμασταν πράγματι τόν Θεό, δέν θά φοβόμασταν αὐτό τό πράγμα. Θά τρέχαμε στόν Θεό μέ μετάνοια. Καί γι᾿ αὐτό ὁ Θεός τά ἐπιτρέπει αὐτά, γιά νά ταρακουνηθοῦμε λιγάκι, νά ξυπνήσουμε λιγάκι, νά βγοῦμε ἀπό τόν λήθαργο καί νά τρέξουμε στόν Θεό, νά γίνουμε τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς δέν κάνουμε ἔτσι. Δέν φοβόμαστε τόν Θεό, πού εἶναι γραμμένες ὅλες οἱ ἁμαρτίες μας καί θά δώσουμε λόγο στόν Θεό καί γιά τά κρυφά, καί γιά ἐκεῖνα πού δέν τά ξέρουν ἄλλοι καί τά ξέρουμε μόνοι μας. Δέν τό φοβόμαστε αὐτό, δέν τό σκεπτόμαστε αὐτό, ὥστε νά ζητοῦμε συγχώρηση ἀπό τόν Θεό, ἀλλά φοβόμαστε ὅτι κάτι θά γίνει. Καί ἄφησε ὁ Θεός τόν διάβολο, λοιπόν, νά ἀναστατώσει τήν ὅλη οἰκουμένη, ἀλλά ἰδιαίτερα τούς χριστιανούς, καί ἰδιαίτερα, ἄν θέλετε, ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους. Κι ἐμεῖς νά πέσουμε στήν παγίδα αὐτή!
Μπορεῖ νά ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ἔρθει αὐτό τό πράγμα, κι ἐμεῖς τώρα, ἀντί νά συμμαζευτοῦμε στήν ψυχή μας, νά πάρουμε ἀφορμή ἀπό αὐτό καί νά ποῦμε: «Ἄ, εἶναι ἀλήθεια αὐτά τά πράγματα, ὅτι τελειώνει κάποτε ἡ ζωή, ὅτι κάποτε θά ἔρθει ὁ Κύριος καί θά δώσουμε λόγο τῶν πράξεών μας», καί νά στρωθοῦμε κάτω λοιπόν νά δοῦμε τίς ἁμαρτίες μας, νά ἐξομολογηθοῦμε ἀληθινά, νά προσευχηθοῦμε ἀληθινά, νά ἐκκλησιαστοῦμε ἀληθινά, νά κοινωνήσουμε ἀληθινά, νά γίνουμε τοῦ Χριστοῦ ἀληθινά, ἀντί νά κάνουμε αὐτό, κυνηγοῦμε τάχα τόν διάβολο. Κι ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι κυνηγοῦμε τόν διάβολο, καί αὐτός μπορεῖ νά εἶναι μέσα στήν ψυχή μας, καθώς βρίσκει ἀφύλακτη τήν ψυχή μας καί μπαίνει μέσα καί ἁλωνίζει.
Πολύ σωστά καί συνετά λοιπόν ἔλεγε ἕνας Γέροντας: «Μέ τόν Χριστό νά ἀσχολεῖστε, ὄχι μέ τόν ἀντίχριστο».
15/16-9-1997